Εκδημοκρατισμός και Ευρωπαικές προοπτικές της
Τουρκίας
Ανδρέας Σταλίδης
Αντίβαρο, Ιανουάριος
2004
Η
ελληνική εξωτερική πολιτική δεν κρύβει ότι τα τελευταία χρόνια έχει
επενδύσει πολλά στην ευρωπαική προοπτική της Τουρκίας, ως μέσο για
τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Είναι, όμως, και υπό ποιες
προυποθέσεις δυνατός ο εκδημοκρατισμός της Τουρκίας μέσα από την «ευρωπαική
πορεία»;
Ποια είναι η Τουρκία
Κατ' αρχάς, ας θυμηθούμε λίγα πράγματα για την Τουρκία. Μια γρήγορη
ματιά στις αναφορές της Διεθνούς Αμνηστείας μας δίνει την εικόνα:
λευκά κελιά, εξαφανίσεις κρατουμένων από την αστυνομία, εκτελέσεις
κατηγορουμένων χωρίς δίκη, βασανισμοί αντιφρονούντων, φυλακίσεις
δημοσιογράφων, απαγορεύσεις ομιλίας τοπικών διαλέκτων και γλωσσών (πχ,
της Κουρδικής των 10 εκατομυρίων Κούρδων), κύρηξη δεκάδων κομμάτων
ως παράνομα, μίνι-πραξικοπήματα, ασφυκτικός έλεγχος των πολιτικών
από τους στρατιωτικούς (για παράδειγμα ο αντίστοιχος του αρχηγού
ΓΕΕΘΑ είναι ανώτερος από τον υπουργό εθνικής αμύνης!) μέχρι του
σημείου να απαγορεύεται στον ίδιο τον πρωθυπουργό(!) και σε
εκατοντάδες βουλευτές και υπουργούς να προσκαλούν τις συζύγους τους
σε επίσημα γεύματα και γιορτές στο κοινοβούλιο επειδή "το μαλλί τους
είναι έτσι κομμένο, ώστε να θυμίζει την Ισλαμική μαντήλα". Αυτή
είναι η Τουρκία. Ένα στυγνό στρατοκρατικό καθεστώς που δε διστάζει
να ανατρέπει κυβερνήσεις με το έτσι-θέλω.
Τι φταίει
Αμέσως καταλαβαίνουμε πιο είναι το εμπόδιο στην πορεία "εκδημοκρατισμού"
της χώρας: η κυριαρχία του στρατού στη σφαίρα της πολιτικής. Το
κοινοβούλιο δεν ασκεί κανέναν έλεγχο πάνω στους στρατηγούς. Αυτή
είναι η πηγή του προβλήματος. ʼρα, όποιος επιθυμεί στα σοβαρά να
στρέψει τη χώρα σε πορεία εκδημοκρατισμού, θα έπρεπε να καταγγείλει
αυτήν ακριβώς τη ρίζα του κακού, την επιβολή δηλαδή των στρατηγών
στο πολιτικό σύστημα. Παραδόξως, σπανίως τονίζεται ανοιχτά αυτή η
παράμετρος. Γιατί άραγε;
Γιατί στηρίζουν την Τουρκία
Συλλήβδην η Δύση, με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ, κάνει τα "στραβά μάτια"
στις κατά καιρούς ορέξεις της Τουρκίας, είτε όταν αφορά τον
αυταρχισμό της στο εσωτερικό είτε την επιθετικότητα και
προκλητικότητα απέναντι στους γείτονές της. Εύλογη η παρατήρηση· οι
απαντήσεις που δίνονται συνοψίζονται στον «γεωστρατηγικό ρόλο της
Τουρκίας», δηλαδή στη γειτνίαση με τις Δημοκρατίες της πρώην
Σοβιετική Ένωση, τη Μέση Ανατολή, τις οδούς προς στα πετρέλαια της
Κασπίας, τη μεγάλη της στρατιωτική δύναμη, τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ
κλπ. Όλα αυτά όμως δεν είναι αρκετά να δικαιολογήσουν ούτε την ανοχή
της Δύσης στα εγκλήματα της Τουρκίας, ούτε την εκ του ασφαλούς
αλαζονική συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι στις ΗΠΑ, όπως για
παράδειγμα την άρνηση να χρησιμοποιηθεί έδαφός της στην επίθεση στο
Ιράκ. Υπάρχει κάτι άλλο πιο βαθύ. Η Τουρκία είναι το μοναδικό
κοσμικό κράτος με μουσουλμανικό πληθυσμό στον κόσμο. Το μοναδικό
μουσουλμανικό κράτος που εκδυτικοποιείται σταδιακά. Αποτελεί λοιπόν
ιδανικό πολιτισμικό πρότυπο προς τα Ισλαμικά κράτη. Αυτή, δεν είναι
προσωπική άποψη μόνο, είναι άποψη γνωστή, που έχουν εκφράσει πολλοί
ιστορικοί, διπλωμάτες και δημοσιογράφοι (1). Ειδικά από το 1979 που
η Δύση έχασε τον έλεγχο στο Ιράν, η Τουρκία απέμεινε η μόνη ζωντανή
διαφήμιση στους Ισλαμιστές του πλανήτη. "Δείτε με και αντιγράψτε με"
τους προτρέπει.
Δεν πειράζει λοιπόν αν είναι λίγο "κακό παιδί". Αρκεί που διαθέτει
ισχύ, σταθερότητα και μία σχετική ανάπτυξη. Εφόσον όμως ιεραρχεί η
Δύση τόσο ψηλά αυτό το «πολιτισμικό παράδειγμα» για την Τουρκία,
πρέπει να το υπερασπιστεί κι όλας. Ο αποκλειστικός παράγοντας που
διαθέτει την κατάλληλη ισχύ, αλλά και την αξιοπιστία να αποτρέψει με
κάθε τρόπο το ενδεχόμενο να πέσει η χώρα στα χέρια των
φονταμεταλιστών είναι, ασφαλώς, ο στρατός. Το έχει κάνει πολλές
φορές στο παρελθόν, και αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και η αριστερά
στηρίζει τον πολιτειακό του ρόλο. Δεν τον θεωρεί αρνητικό. Η
εξασφάλιση επιβίωσης του (Κεμαλικού) κοσμικού κράτους είναι ο
πρωτεύον στόχος. Ο εκδημοκρατισμός περισσεύει. Έτσι σκέπτεται και η
ελίτ της Τουρκίας, αλλά και οι Δυτικοί ηγέτες, της Αμερικής και της
Ευρώπης.
Είδαμε δηλαδή ότι από τη μία η πορεία εκδημοκρατισμού είναι ασύμβατη
με τον ισχυρότατο ρόλο του στρατού στην πολιτική (στον οποίον
οφείλεται το έλλειμα δημοκρατίας με βάση τις Δυτικές αξίες) και από
την άλλη η έντονη εώς ασφυκτική παρουσία των ένοπλων δυνάμεων είναι
απαραίτητη προϋπόθεση της διασφάλισης του κοσμικού κράτους απέναντι
στον Ισλαμικό κίνδυνο. ʼρα, ή το ένα ή το άλλο. Και επειδή το
δεύτερο κρίνεται σημαντικότερο, είναι μάλλον απίθανο η Τουρκία να
εξελιχθεί σε «δημοκρατία», με την έννοια που δίνουμε εμείς λέξη.
Ουδείς πιέζει προς αυτήν την κατεύθυνση και σίγουρα οι ίδιοι οι
στρατηγοί δεν έχουν κανένα λόγο να παραδώσουν στους πολιτικούς την
εξουσία που κατέχουν για χάρη μίας υποθετικής και αόριστης
Ευρωπαικής προοπτικής. Ούτε και πείθονται από το ενδεχόμενο
ανταλλαγμάτων μακροπρόθεσμα.
Ευρωπαική προοπτική
Είναι το παραπάνω συμπέρασμα αρκετό για να αποκλείσει κάθε
ενδεχόμενο επιτυχίας στην Τουρκική υποψηφιότητα για πλήρες μέλος της
Ευρωπαικής Ένωσης; Όχι απόλυτα, παρόλο που κανένας Ευρωπαίος ηγέτης
δεν επιθυμεί ειλικρινά την Τουρκία ως μέλος της ΕΕ. Για παράδειγμα,
Γάλλος ηγέτης της ΕΕ το είπε όσο πιο ωμά μπορεί να το πει κανείς, "εάν
η Τουρκία μπει στην ΕΕ, αυτό θα είναι το τέλος της Ευρώπης!". Οι
κύριοι λόγοι που την αντιμετωπίζουν ως ανεπιθύμητη είναι οι εξής δύο.
Πρώτον, ο πληθυσμός της Τουρκίας (68 εκατομύρια) και ο ρυθμός
ανάπτυξής του. Σε λίγες δεκαετίες θα πλησιάσει και ίσως ξεπεράσει
ακόμα και τη Γερμανία και αυτό θα έχει επιπτώσεις και στον εν
δυνάμει αριθμό μεταναστών που θα μπορούν --σύμφωνα με το Ευρωπαικό
Κεκτημένο-- να εισέλθουν, νόμιμοι πια, στις υπόλοιπες Ευρωπαικές
χώρες, αλλά και στην πολιτική επιρροή που θα αποκτήσει η Τουρκία στα
όργανα της Ευρωπαικής Ένωσης, καθώς αυτά ορίζονται αναλογικά με τον
πληθυσμό. Δεύτερον, είναι η οικονομία της. Ίσως μας φαίνεται "εύκολο"
στα λόγια να πούμε ότι "θα συγκλίνει κάποτε", αλλά στην πράξη δεν
είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Ορισμένα στοιχεία μόνο: α. ο
πληθωρισμός της χώρας τρέχει με μέσο όρο μεγαλύτερο του 50% τον
χρόνο την τελευταία δεκαπενταετία (το δολλάριο αντιστοιχούσε με
περίπου 30000 Τούρκικες λίρες το 1993 και σήμερα βρίσκεται λίγο κάτω
από τα 2 εκατομύρια!), β. περίπου 10 εκατομύρια Τούρκοι σήμερα ζουν
με λιγότερο από 2 δολλάρια την ημέρα. Φαντάζεστε τα ποσά που
απαιτούνται από τα κοινοτικά «πλαίσια στήριξης» για να συγκλίνουν
όλες οι περιφέρειες της χώρας και να πιάσουν τουλάχιστον το 70% του
Ευρωπαικού μέσου όρου; Και είναι αυτοί ακριβώς οι πληθυσμοί που
αυξάνονται με πολύ γρήγορο ρυθμό. Όταν συζητάμε μεταξύ μας και
αναφερόμαστε στην "Τουρκία" ίσως έχουμε στο μυαλό μας μονάχα την
πολιτική ελίτ και γενικότερα το δυτικότερο κομμάτι της χώρας· έτσι
όμως αγνοούμε το μεγαλύτερο μέρος της Τουρκίας. Αυτοί είναι οι λόγοι
(και όχι το έλλειμα δημοκρατίας) που τρομάζουν οι Ευρωπαίοι
πολιτικοί στην ιδέα της εισδοχής της Τουρκίας στην ΕΕ ως πλήρες
μέλος με όλα τα δικαιώματα που αυτά έχουν.
Συνεπώς, είτε έτσι --εμπόδιο στρατού στην πορεία εκδημοκρατισμού--
είτε αλλιώς --οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι-- οι πιθανότητες
εισδοχής της Τουρκίας στην Ευρωπαική Ένωση είναι ελάχιστες. Για να
μην το αποκλείσουμε δια παντός, να βάλουμε ένα πολύ μεγάλο χρονικό
όριο 20-30 ετών. Τουλάχιστον με τη μορφή που έχει η χώρα σήμερα (διότι
πολλά μπορούν να γίνουν...). Είναι, αντίθετα, βολικό για όλες τις
πλευρές να βρίσκονται σε συνεχείς και ατελέσφορες συνομιλίες. Έτσι
επιτυγχάνονται τα εξής. Από την πλευρά της Ευρώπης, πρώτον η
τελωνειακή ένωση και οι επιμέρους συμφωνίες διευκολύνουν την
πρόσβαση στην αγορά της Τουρκίας, και δεύτερον χρησιμοποιούνται οι
συνομιλίες σαν προσπάθεια ελέγχου της χώρας (εφαρμογή της πολιτικής
"του καρότου"). Από την πλευρά της Τουρκίας, πρώτον η προβολή της "Ευρωπαικής
προοπτικής" αμβλύνει τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας και
οικοδομεί ένα όραμα για τον καταπιεσμένο λαό, ενώ παράλληλα
εξασφαλίζει τη συνέχεια του Κεμαλισμού, και δεύτερον εμφανίζεται με
μεγαλύτερο κύρος και στο εξωτερικό και στις λοιπές της διεθνείς
σχέσεις. Αυτά επίσης φαίνεται να βολεύουν και τις ΗΠΑ, αφού πρώτον,
χρησιμοποιεί την Τουρκία ως ένα επιπλέον πεδίο αντιπαράθεσης με την
ΕΕ (πχ στο ζήτημα του ευρωστρατού και τις σχέσεις ΕΕ-ΝΑΤΟ) αλλά και
ως μία επιπλέον χώρα υπό αμερικάνικη επιρροή -εκτός της Αγγλίας- που
μπορεί να εκφέρει τις απόψεις της στην Ευρώπη, και δεύτερον προβάλει
και προπαγανδίζει τη σταθερότητα της χώρας και τη διαρκή στροφή στις
"δυτικές αξίες" ως απόρροια του πολιτισμικού μοντέλου του κοσμικού
κράτους με μουσουλμανικό πληθυσμό.
Επίλογος
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι ο εκδημοκρατισμός της Τουρκίας αποτελεί
έναν πολύ δύσκολο στόχο, για τον οποίον ίσως δεν αξίζει να
στοιχηματίζει η ελληνική εξωτερική πολιτική. Ως ένα σημείο θα
μπορούσε να είναι αποδεκτή η μερική διαλλακτικότητα. Για παράδειγμα,
η άρση του βέτο στην τελωνειακή ένωση της Τουρκίας με την ΕΕ το 1995
ουσιαστικά απέσυρε το φύλλο συκής από πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες που
καλύπτονταν πίσω από την ελληνική άποψη. Ήταν τότε μία θετική κίνηση,
ασχέτως που μόνο λίγους μήνες μετά η Τουρκία απάντησε στην ελληνική
αυτή κίνηση καλής θέλησης με το casus belli στην επέκταση των
χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια στο Αιγαίο (κάτι που η ίδια είχε ήδη
κάνει για τον εαυτό της στη Μαύρη Θάλασσα!). Θα πρέπει όμως να
τονίζονται και οι επιφυλάξεις, όταν οι στόχοι της πολιτικής μας
φαντάζουν δυσεπίτευκτοι. Ειδικά όταν δε φαίνεται να υπάρχει πουθενά
εναλλακτικό σχέδιο στην πολιτική που ακολουθείται.
(1) Για παράδειγμα ο Βρετανός Ιστορικός Arnold Toynbee από το 1966,
ο Αμερικάνος πρώην στέλεχος της CIA Graham Fuller, ο συγγραφέας και
δημοσιογράφος των New York Times Stephen Kinzer και πολλοί άλλοι.
Βλέπε άρθρο του
Κωνσταντίνου Χολέβα για παραπομπές των δύο
πρώτων.
|