Ο ρόλος των διανοουμένων στην Ελληνική κοινωνία

Ανώνυμος (Θεσσαλονίκη)


Η κατάθεση μιας ολοκληρωμένης άποψης για το ζήτημα του "ρόλου των διανοουμένων στην Ελληνική κοινωνία" απαιτεί το πρώτον μια διευκρίνιση του όρου "διανοούμενοι". Ωστόσο κάτι τέτοιο θα μας οδηγούσε σε ατελείωτες παρεκβάσεις. Οπότε ας ορίσουμε αξιωματικά ως "διανοούμενους" το κοινώς θεωρούμενο, δηλαδή άτομα με ανώτερο μορφωτικό επίπεδο, συνήθως με κάποια ακαδημαϊκή θέση, ευηπόληπτα και με υπαρκτή παρέμβαση στις δημόσιες συζητήσεις.  

Ας ερευνήσουμε το ζήτημα από δύο οπτικές: από την οπτική του "είναι", ποιος δηλαδή είναι πράγματι ο ρόλος των διανοουμένων στη σημερινή ελληνική κοινωνία και από αυτή του "δέον είναι", ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος τους.  

Αναλύοντας την πρώτη οπτική στο τι και στο πώς της παρέμβασης των διανοουμένων στα κοινά, δηλαδή στην ποιότητα και στον τρόπο της παρέμβασής τους, η εικόνα είναι περισσότερο από απογοητευτική: Μια αριστερίζουσα ιντελιγκέντσια έχει επιβάλει έναν ενιαίο "πολιτικώς ορθό" τρόπο σκέψης, και όποιος αφίσταται απ' αυτόν με κάποια αντίθετη άποψη πρέπει να καταδικασθεί (χωρίς δίκη!) στο πύρ το εξώτερον. Με τον όρο αριστερίζουσα εννοούμε υλιστική: Εννοούμε ακριβώς αυτή την ιντελλιγκέντσια που ανήγαγε σε ύψιστο ιδεώδες και σε αποκλειστικό παράγοντα ευτυχίας του ανθρώπου την κατανομή των υλικών αγαθών μεταξύ των ανθρώπων. Εννοούμε την απόλυτη κατίσχυση της ύλης απέναντι στο πνεύμα, τη θυσία οποιουδήποτε ωραίου και υψηλού στο βωμό της υλικής ευδαιμονίας. 

Ακόμη εννοούμε την αλλοτρίωση του πνεύματος καθεαυτού και την υποταγή του στην ύλη. Από αυτή την άποψη καπιταλισμός και σοσιαλισμός έχουν ως κοινό ιδεώδες την ύλη και για το λόγο απορρίπτονται και τα δύο μεθ' υφέρπουσας βδελυγμίας από το ένστικτο των λαών, υποστηρίζονται όμως με τόση ένταση και πάθος από κατ' ιδίαν οργανωμένες ομάδες συμφερόντων ή και μεμονωμένα άτομα. Και προφανώς λόγω της κοινής τους υλιστικής προσέγγισης της κοινωνίας έχει τόσο μεγάλη επιτυχία ανά τον δυτικό κόσμο η όψιμη υιοθέτηση του πλέον ακραιφνούς καπιταλισμού από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων των διαφόρων ευρωαμερικανικών "εκσυγχρονισμένων" σοσιαλιστικών κυβερνήσεων.  

Όσον αφορά το "πώς" της παρέμβασης των διανοουμένων, αυτό εξαντλείται σε μια ανεπαίσθητα φασίζουσα και λιγότερο ανεπαίσθητα περιφρονητική αντίληψη για τους "αχυρένιους" αποδέκτες του λόγου τους. Διατηρούν για τους εαυτούς τους το προνόμιο του "ορθώς σκέπτεσθαι" και αφήνουν για τους πληβείους το προνόμιο να... δικαιούνται να υιοθετήσουν αυτά που τους λένε. Ο φασισμός έγκειται στην ενδόμυχη απόρριψη του δικαιώματος της αντίθετης γνώμης στους άλλους, ενός δικαιώματος που με τόση ένταση ζητούν για τον εαυτό τους. Ο φασισμός έγκειται επίσης στον ρατσισμό της αξιολογικής υποτίμησης της αντίθετης γνώμης και του υποβιβασμού της σε ένα επίπεδο κατώτερο από τη δική τους γνώμη. Η παράμετρος αυτή του ρόλου των διανοουμένων στην ελληνική κοινωνία αναδείχθηκε κατεξοχήν επι τη ευκαιρία του ζητήματος των ταυτοτήτων και τον διαχωρισμό των Ελλήνων πολιτών από την άρχουσα ιντελλιγκέντσια σε "σκοταδιστές" και, κατά επιτυχημένη λεξιπλασία, σε "φωταδιστές".  

Αλλάζοντας την οπτική του ζητήματος και μεταφερόμενοι από το "είναι" στο "δέον είναι" τίθεται το βασικό ερώτημα: Είναι δυνατόν ο διανοούμενος να είναι αξιολογικά ουδέτερος απέναντι στις διάφορες απόψεις και γνώμες; Είναι να δυνατόν να τις αντιμετωπίζει όλες ως ισότιμες και να προσπαθεί να σκέφτεται και να παράγει δημιουργικό λόγο "από μηδενικής βάσεως"; Ας θεωρήσουμε τούτο το ερώτημα χωρίς να συνυπολογίσουμε την παράμετρο της πνευματικής και ψυχικής ανατροφής του κάθε ατόμου. Δεν έχω πρόχειρη απάντηση βασισμένη επί διαλεκτικών σκέψεων, έχω εντούτοις την εντύπωση ότι μέχρι σήμερα η ανθρώπινη ιστορία δεν ανέδειξε ούτε έναν άνθρωπο του πνεύματος με αξιολογικά εντελώς ουδέτερη στάση απέναντι στο είναι της κοινωνίας και του κόσμου. Όλοι αποδέχονται κάποιες βασικές αρχές ως αφετηρία της σκέψης τους και ως θεμελίωση της ορθότητας των συλλογισμών τους. Ακόμη και αυτοί που διατείνονται ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια παραβλέπουν ότι η ίδια η διατύπωση της πρότασης αυτής έχει εν εαυτή το σπέρμα της αυτοαναίρεσης, αφού για τον άνθρωπο, που πιστεύει αυτή την άποψη, η ανυπαρξία αντικειμενικής αλήθειας είναι καθεαυτή μια αντικειμενική αλήθεια!  

Θα πρέπει λοιπόν το ερώτημα να μετατοπιστεί, από το αν είναι δυνατή η - πρακτικώς ανέφικτη - αξιολογική ουδετερότητα, στο ποια θα πρέπει να είναι η στάση του διανοουμένου με δεδομένες τις αξίες που θέτει ως αφετηρία της σκέψεώς του. Όσο και αν θέλει κανείς να θέτει υπό διαρκή αμφισβήτηση την αφετηρία της σκέψης του, πάντοτε έχει ανάγκη να σκέφτεται με βάση μια αφετηρία που υποθέτει - τουλάχιστον προσωρινώς - την αλήθειά της. Στην πραγματικότητα δε η πεποίθηση για την αλήθεια των βασικών θέσεων του καθενός είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι μπορούμε να φανταστούμε. 

Ξεκινώντας από το "δέον" του τρόπου της παρέμβασης, αυτός πρέπει να διακρίνεται από το σεβασμό στον νοερό συνομιλητή, τον πολίτη που διαβάζει ή ακούει τις θέσεις του διανοουμένου. Ένας σεβασμός που ως βάση έχει τη θεώρηση του πολίτη ως ισότιμου αξιολογικά όντος με τον ομιλούντα ή γράφοντα διανοούμενο. Δεν πρέπει όμως να παραθεωρείται από τον διανοούμενο η ευρύτερη δυνατότητα δικής του επέμβασης στα εσώψυχα του πολίτη, λόγω της μειωμένης πρακτικής δυνατότητας των λαϊκών μαζών να εκφραστούν με απήχηση παρόμοια με αυτή των διανοούμενων. Ο διανοούμενος πρέπει ενόψει αυτού να μιλάει και να φέρεται με μεγάλη υπευθυνότητα, έχοντας συναίσθηση του πόσο εύκολα μπορεί άμεσα ή έμμεσα να επηρεάσει τη μάζα προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Το πρόβλημα σε αυτό το σημείο είναι ότι όλοι οι διανοούμενοι θεωρούν ότι τα λόγια τους επηρεάζουν τις μάζες αναγκαστικά ... προς το καλύτερο! Οπότε επανέρχεται το ερώτημα περί ουδετερότητας του διανοούμενου επιτακτικότερο και υπό τη μορφή του ερωτήματος "ποιο είναι το καλό που πρέπει να πρεσβεύει και ποιο είναι το κακό που δεν πρέπει να πρεσβεύει ο διανοούμενος;"  

Σε όποιον έχει γνωρίσει έστω και λίγο της αλήθειες της Ορθοδόξου πίστεως η απάντηση στο ερώτημα μοιάζει αυτονόητη. Ο Χριστός είναι "η Οδός και η Αλήθεια", ο διάβολος αντιθέτως είναι "ψεύστης και ο πατήρ αυτού" (του ψεύδους). Δυστυχώς η ανθρωπότητα κινείται από την εποχή του Αδάμ στη μεγάλη γκρίζα περιοχή μεταξύ του Φωτός και του σκότους και δεν είναι σε θέση να αντιληθφεί πάντοτε που βρίσκεται το Φως και η Αλήθεια και πού όχι. Ακόμη και η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού δεν εξήρκεσε, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, για να βγάλει την ανθρωπότητα από το σκότος, καθώς οι περισσότεροι από τους κατοίκους του πλανήτη που πιστεύουν στη Θεότητα του Ιησού βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι της αιρέσεως, ενώ και από τους Ορθοδόξους Χριστιανούς η μεγάλη πλειοψήφια είμαστε "χλιαροί τη πίστει" και περίπου αδιάφοροι για την Ουσία του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν είναι συνεπώς σε θέση να αντιληφθεί πού βρίσκεται η Αλήθεια και πού το σκότος. Πώς λοιπόν μπορούμε να περιμένουμε από τους διανοουμένους να διαμορφώνουν θέσεις Χριστοκεντρικές και συνεπές προς τις Αλήθειες που αποκάλυψε ο Θεός στον άνθρωπο;  

Ας αφήσουμε ως κατακλείδα της παρέμβασης αυτής τα λόγια ενός σύγχρονου Αγίου, του Γέροντος Σωφρονίου του Έσσεξ, να διαφωτίσουν ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του διανοούμενου στον κόσμο αυτόν ("Περί Προσευχής", Έσσεξ 1993, σελ. 238-9).  

"... Ανευ εντατικής εκ της καρδίας προσευχής διά την εκζήτησιν παρά του Θεού λόγου και ευλογίας εν παντί καιρώ, η πνευματική διακονία θα είναι ματαία... άνευ της συνεχούς εξ ύψους νουθεσίας και η Εκκλησία εισέτι θα μετατραπεί εις μίαν εκ των ημιτύφλων δυνάμεων του κόσμου τούτου, δια της συγκρούσεως των οποίων (δυνάμεων) εισάγεται η καταστροφή εις την ζωήν της οικουμένης. Εις τί συνίσταται το έργον του πνευματικού; Εις την επιμελή εργασίαν εφ' έκαστον άνθρωπον όποως βοηθήση αυτόν να εισέλθη εις τον χώρον της ειρήνης του Χριστού... να συνεργήση εις την εσωτερικήν αναγέννησιν και μεταμόρφωσιν των ανθρώπων διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος... να εμπνεύση ανδρείαν εις του ολιγοψύχους ως προς τον αγώνα της ζωής κατά τας εντολάς του Κυρίου. Εν ενί λόγω, να συντελέση εις την πνευματικήν μόρφωσιν ενός εκάστου και πάντων. Η "μόρφωσις" προέρχεται εκ της λέξεως μορφή. Εις Σέρβος επισκοπος (ο Νικόλαος Βελιμίροβιτς) κατά θαυμαστόν τρόπον έγραφε περί του θέματος τούτου: "Τι είδους μορφή και Οποίου πλάθεται υπό των συγχρόνων σχολών; Ποία εξ αυτών γνωρίζει ότι ο άνθρωπος επλάσθη κατ' εικόνα του ανάρχου Θεού;" Ούτος εφανερώθη επί της γης και απεκαλύφθη εις τον άνθρωπον... και ημείς νυν γνωρίζομεν ότι η ΑΛΗΘΙΝΗ ΜΟΡΦΩΣΙΣ [η υπογράμμιση δική μας] έγκειται εις την αποκατάστασιν εν τοις απογόνοις του Αδάμ της εικόνος του Χριστού, ήτις ημαυρώθη εν τη πτώσει."  

Ενώνω και εγώ την ταπεινή μου φωνή με αυτήν του Γέροντος Σωφρονίου και διακηρύττω από του βήματος τούτου ως θέση για το ζήτημα του ρόλου των διανοουμένων ότι ΑΥΤΟΣ είναι ο ρόλος που πραγματικά πρέπει να έχουν στην ελληνική και κάθε κοινωνία. Να μορφώσουν την Αλήθεια, τον Ιησού Χριστό στις καρδιές των ανθρώπων. Να συνεισφέρουν από την πλευρά τους να επανέλθει ο άνθρωπος σε ζώσα κοινωνία με τον Δημιουργό του.


επιστροφή στη βασική σελίδα του διαλόγου