Ρωμά, Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Κατσίβελοι
Χρῆστος Κηπουρὸς
πρώην βουλευτὴς
Ἀντίβαρο, Ἰούλιος 2006
«Ἀφιερώνεται στὸ 14ο Πανελλήνιο Δημοσιογραφικὸ Συνέδριο
ποῦ γίνεται στὴ Σαμοθράκη τῆς Θράκης στὶς 22-25 Ἰουνίου ‘06»
Χ. Κ.
ΜΕΡΟΣ Α. Ἱστορικὰ
Οἱ Ρωμὰ ἢ Ρρωμὰ καὶ Roms ἢ Rroms, {μὲ δυὸ -ρ- ἢ -r- λέγεται ὅτι ἐκφράζεται καλύτερα τὸ ὄνομα τους}, εἶναι ἕνας λαὸς πένητας καὶ πλάνης, ὅσο ὅμως μουσικὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὰ Βορειοδυτικὰ τῆς Ἰνδίας, κοντὰ στὸ Ἰρανικὸ ὀροπέδιο. Οἱ περισσότεροι μιλοῦν μία διάλεκτο ποὺ οἱ γλωσσολόγοι τὴν ὀνομάζουν Rromani, ἐνῶ βρῆκαν πολλὰ κοινὰ στοιχεῖα μὲ τὶς λεγόμενες Ἰνδοευρωπαϊκὲς γλῶσσες καὶ εἰδικότερα μὲ τὶς Ἰνδοευρωπαϊκὲς διαλέκτους τοῦ Πακιστᾶν καὶ τοῦ ὀροπεδίου τοῦ Ἰρᾶν.
Οἱ Rroms εἶχαν τὸ καλὸ ὅτι ἐγκλιματίζονταν στὶς μεταναστεύσεις εὔκολα καὶ ἐνσωμάτωναν στὴ γλώσσα τους, τοὺς ἰδιωματισμοὺς τῆς κάθε περιοχῆς ποὺ πήγαιναν. Π.χ. οἱ σημερινοὶ Rroms στὸ Kosovo, μιλοῦν τέσσερεις γλῶσσες. Rromani, Ἀλβανικά, Τουρκικά, Σερβικά. Ἐπίσης στὸ Πακιστᾶν μιλοῦν τόσο τὸ Punjabi ὅσο καὶ τὴ Rromani. Οἱ Ἄγγλοι τοὺς λένε Gypsies ἀπὸ τὸ Egypsies, Αἰγύπτιοι. Τὸ ἴδιο, οἱ Ἰσπανοί, ποὺ τοὺς λένε Gitanos ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ Egitanos καὶ τὸ Egi-p-tanos. Στὰ Γαλλικὰ λέγονται Gitanes, Tziganes, Tsiganes {ὅπου ἀλλάζει τὸ -z- καὶ γίνεται φωνητικὰ -s-}. Στὰ δὲ Γερμανικὰ τὸ -s- ποὺ προφέρεται σὰν -z- γέννησε τὴ λέξη Zigeuner.
Ἡ λέξη Τσιγγάνος εἶναι καθαρὰ Ἑλληνική. Προέρχεται ἀπὸ τὴ λέξη Ἀτσίγγανος, ἡ ὁποία μὲ τὴ σειρὰ τῆς σχετίζεται ἐτυμολογικά, μὲ τὴ λέξη Ἀθίγγανος, ἂν δὲν εἶναι ἴδιες, ποὺ ἦταν αἵρεση, συγκεκριμένα ἡ μανιχαϊστική, καὶ ποὺ τὰ μέλη τῆς μετοίκισαν ἀπὸ τὴ Φρυγία πρὸς τὸ Βυζάντιο τοὺς πρώτους Χριστιανικοὺς αἰῶνες. Ἡ λέξη Ἀθίγγανος προέρχεται ἀπὸ τὸ στερητικὸ -ἅ- καὶ τὸ ρῆμα «θιγγάνω», ποὺ σημαίνει θίγω. Αὐτοὶ ποὺ δὲν εἶναι κανεὶς νὰ τοὺς θίγει, ποὺ βέβαια ὑπέστησαν πολλὲς διώξεις ἐπὶ Βυζαντινῶν καὶ ποὺ ὁ Ἰουστινιανὸς ἐπέβαλε τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου σὲ ὅσους δὲν τὴν ἐγκατέλειπαν.
Αὐτὴ εἶναι λοιπόν, πέραν ἀπὸ τὴν ἐτυμολογία, ἡ σχέση τῆς λέξης Ἀτσίγγανος μὲ τὴ λέξη Ἀθίγγανος, καὶ ὀφείλεται σὲ θρησκευτικοὺς λόγους. Ἂν ὄχι κυρίως σὲ αὐτοὺς Τὸ λέω διότι ἡ μία συνιστώσα τοῦ θρησκευτικοῦ κράματος ποὺ πίστευαν οἱ ὀπαδοὶ τοῦ μανιχαϊσμοῦ, στὸ Ζωροαστρισμό, τὸ Βουδισμό, καὶ τὸ Χριστιανισμό- ὄπως ἦταν ἐν ἀρχῇ οἱ Ἀθίγγανοι, ἦταν καὶ ἡ θρησκεία τῶν ἐν λόγῳ μεταναστῶν Ἰνδῶν καὶ ποὺ γιὰ αὐτὸ ἴσως οἱ Βυζαντινοὶ ὀνόμασαν Ἀτσίγγανους.
Στὴν Ἰνδία λέγονται «Lampari», οἱ Ἑβραῖοι τοὺς λένε «Nawar», στὸ Ἰρᾶν «Kowli», στὴν Ἀρμενία «Gnchou». Ἀντίθετα, στὶς Εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες ἡ ὀνομασία τοὺς προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ λέξη «Τσιγγάνοι». Ἀκόμη καὶ στὴν Τουρκική, ὑπάρχει ἡ λέξη «Cingene» καὶ στὴν Ἰταλική, ἡ «Zingari». Παρόλα αὐτὰ δὲν παύει νὰ ἀποτελεῖ γιὰ τὸ συγκεκριμένο λαό, ἕνα ξένο ὄνομα. Ἕνα βαφτιστικό. Ἕνα παρατσούκλι. Γιὰ αὐτὸ ἀναζήτησε καὶ προώθησε μία δική του ὀνομασία. Ἔτσι προέκυψε ἡ λέξη Rom ποὺ στὴ μητρική τους γλώσσα σημαίνει ἄνδρας, σύζυγος. Σαφῶς καὶ δὲν ὑπάρχει σχέση μὲ τὴ λέξη Ρώμη ἢ τὴ Ρουμανὶα ἢ τὴ Ρωμανία κλπ.
Οἱ Rroms προικισμένοι ὄντας ἀπὸ τὴ φύση μὲ τὴν ἱκανότητα νὰ ἐγκλιματίζονται εὔκολα πολιτιστικὰ καὶ γλωσσολογικὰ στὰ μέρη ὅπου βρίσκονται ὦς λαὸς μεταναστῶν, ἑπόμενο ἦταν νὰ ἀναπτύξουν ἰδιωματισμοὺς καὶ γλῶσσες σὰν τὴν κρεολική, ποὺ εἶναι ὦς γνωστὸ μισὰ Γαλλικὰ καὶ μισά, Ἀφρικάνικα. Ἔτσι λοιπὸν προέκυψε ἡ Ibero-Rromani γλώσσα στὴν Ἱσπανία. Η Iomavren ποὺ εἶναι Ἀρμενικὰ Rroms, Ἐπίσης καὶ ἡ Rromani στὴν Ἑλληνική, ποὺ εἶναι τὰ γνωστὰ γύφτικα, ἡ Rromanoσερβική κλπ
Μερικοὶ φαντάζονται τοὺς Rroms σὰν τοὺς ἀπόγονούς του Κάιν. Ὁ ποιητὴς Firdousi τοῦ ἑνδέκατου αἰώνα, ἀναφέρεται σὲ ἕνα χρονικό του δέκατου. Στὸ Περσικὸ διήγημα Hamza d’ Ispahan λέει ὅτι περὶ τὸ 900 μ.Χ. πολλὲς χιλιάδες Zott ἢ Rom ἢ Dom, ποὺ σημαίνει ἄνδρες, ἔφυγαν ἀπὸ τὸ Sind ποὺ εἶναι ὁ ποταμὸς Sidhu μὲ διαταγὴ τοῦ βασιλιᾶ, προκειμένου νὰ πᾶνε στὸ βασιλιὰ τῶν Περσῶν γιατί αὐτὸς εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ διασκέδαση καὶ οἱ Rroms ἀπὸ τότε ἀκόμη ἦταν καλοὶ μουσικοὶ καὶ γνώριζαν τὴν τέχνη της, ὄπως καὶ τὸ χορό. Ἀπὸ ἐκεῖ ἄρχισαν νὰ πηγαίνουν πότε δεξιὰ καὶ πότε ἀριστερὰ ἀλλὰ δὲν ἤθελαν νὰ γίνονται ἀγρότες ἢ βοσκοί. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχαν μέσα τοὺς τὸ τραγούδι καὶ τὸ χορὸ ἄρχισαν νὰ ὁδεύουν πρὸς τὸ γνωστὸ τότε κόσμο. Ἄλλοι πῆγαν πρὸς τὴ Μικρασιατικὴ χώρα καὶ ἐκεῖθεν στὴν Εὐρώπη καὶ ἄλλοι πρὸς τὴν Αἴγυπτο καὶ ἐκεῖθεν ἐπίσης πρὸς τὴν Γηραιὰ Ἤπειρο.
Λέγεται ὅτι οἱ Hindus τοὺς εἶχαν μισθοφόρους. Λέγεται ἐπίσης ὅτι κάποιος Mahmud de Ghazni συνέλαβε πολλὲς χιλιάδες Rroms κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἑφόδου στὸ Sindhi καὶ στὸ Punjab, ὅποτε καὶ τοὺς ἔκανε στρατιῶτες. Ἔτσι κατὰ τὸν δέκατο τέταρτο αἰώνα ἄρχισαν νὰ ἔρχονται μαζικά. Κάτι βέβαια ποὺ δὲν σημαίνει ὅτι δὲν εἶχαν ἔρθει καὶ σὲ προηγούμενες περιόδους. Ἐπὶ Βυζαντινῶν ἢ καὶ πιὸ πρίν, κατὰ τοὺς Ρωμαϊκοὺς χρόνους. Ὅμως τὸ πλέον σημαντικὸ κύμα ἐξάπλωσης τῶν Rroms στὴν Εὐρώπη εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν Τουρκικὴ κατακτητικὴ δράση. Στὴ σημερινὴ Γηραιὰ Ἤπειρο ὑπάρχουν Rroms Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὄπως π.χ. στὴν Ἑλλάδα, Προτεστάντες, Καθολικοί, καὶ ἐπίσης Μουσουλμάνοι, ὄπως π.χ. στὰ Βαλκάνια ἀλλὰ καὶ ἐδῶ, στὴν περιοχὴ τῆς Θράκης.
ΜΕΡΟΣ Β. Ρωμά, Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Κατσίβελοι
H Θράκη καὶ τὸ Διδυμότειχο
Οἱ Ρωμά, Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Κατσίβελοι, τῆς περιοχῆς εἶναι ἡ πιὸ ὀλιγάριθμη ἀπὸ τὶς τρεῖς μουσουλμανικὲς μειονότητες τῆς Θράκης ποὺ συμπεριλαμβάνονται στὴ συνθήκη τῆς Λοζάνης. Οἱ κυριότεροι οἰκισμοὶ ὅπου ζοῦν, εἶναι ἡ Ὀρεστιάδα, τὸ Διδυμότειχο, ἡ Ἀγριάνη, ἡ Ἀλεξανδρούπολη, οἱ Σάπες, ὁ Ἄρατος, ἡ Κομοτηνή, ἡ Ξάνθη, τὸ Εὔλαλο, κλπ
Ἡ πόλη τοῦ Διδυμοτείχου ἐκτὸς ἀπὸ πόλη τῶν πολιτισμῶν, ἀπὸ πολλῶν ἐπίσης αἰώνων, ὑπῆρξε πόλη πολυπολιτισμικῆ, ἀνεξάρτητα ἂν μερικοὶ ἀνακάλυψαν τὸ συγκεκριμένο ὄρο στὴν παρελθοῦσα δεκαετία. Μεταξὺ τῶν κοινωνικῶν ὁμάδων τῆς συμπεριλαμβάνονται οἱ Κατσίβελοι. Ἔτσι τοὺς λέγαμε καὶ τοὺς λέμε. Ἔτσι τοὺς ἀποκαλεῖ καὶ ὁ Γεώργιος Βιζυηνὸς ποὺ ὄπως γράφει στοὺς «καλόγερους», εἶναι τὰ τρία τέσσερα μέλη τοῦ θιάσου ποὺ τοὺς ὑποδύονται. «Οἱ μόνοι μουτζουρωμένοι ἐξ ὄλου τοῦ θιάσου». Προφανῶς λόγω τοῦ μελιτζανί τους χρώματος.
Μπορεῖ λοιπὸν κανεὶς νὰ πεῖ ὅτι ἂν οἱ Ἰνδοευρωπαῖοι συνιστοῦν κατασκευή, οἱ Ρωμά, Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Κατσίβελοι, εἶναι ὄνομα καὶ πράγμα Ἰνδοευρωπαῖοι. Οἱ μόνοι. Ἰνδοὶ ποὺ μετανάστευαν ἀπὸ τὰ ἀρχαία ἀκόμη χρόνια, τόσο στὴν Περσία καὶ τὴ Μικρασιατικὴ χώρα καὶ ἐκεῖθεν στὴν Εὐρώπη ἢ στὴν Αἴγυπτο πρὶν μετακινηθοῦν, ἂν δὲν μεταφέρθηκαν πρὸς τὴ Γηραιὰ Ἤπειρο. Στὴν παραμονὴ στὴν Αἴγυπτο ὀφείλεται τὸ προσωνύμιο «Γύφτοι», ποὺ ἀποτελεῖ ἄλλωστε παραφθορὰ τῆς λέξης, Αἰγύπτιοι. Ὄπως στὴν Ἀγγλική, τὴν Ἱσπανικὴ γλώσσα κλπ
Τὰ λέω αὐτὰ γιατί πρόσφατα πάλι, Τσιγγάνοι διεκτραγωδώντας τὸν πένητα καὶ πλάνητα βίο τοῦ λαοῦ τους, τόνιζαν, μεταξὺ τῶν ἄλλων, τὴν περίπτωση ποὺ ὁ Ἰούλιος Καίσαρας «θήρευσε» στὴν Αἴγυπτο καὶ «μετέφερε» σὲ Ρωμαϊκὲς κτήσεις στὴν Εὐρώπη, ἀναφέροντας, μεταξὺ ἄλλων, τὴν Πελοπόννησο. Εἴτε ὦς αἰχμαλώτους πολέμου εἴτε ὦς βοηθητικὸ προσωπικὸ γιὰ ἐκτέλεση δημόσιων ἔργων, κλπ
Δὲν ξέρω σὲ ποιὸ μεταναστευτικὸ κύμα ἀνήκουν οἱ Κατσίβελοι τῆς Θράκης. Ἐκεῖνο ποὺ ξέρω εἶναι ὅτι δὲν εἶναι Τοῦρκοι ἢ κάποιο ἔστω τουρκογενὲς φύλο. Κάτι ἄλλωστε ποὺ δὲν διατείνεται οὔτε κὰν ἡ Τουρκία. Δική της ἐπιπλέον φράση ἀποτελεῖ τὸ «τσεγγενὲ μαλεσί», τουτέστιν, ὁ τσιγγάνικος μαχαλάς. Καὶ αὐτὸ παρόλο ποὺ ἡ τωρινὴ γλώσσα τοὺς εἶναι ἡ Τουρκική. Τὸ ὁποῖο σημαίνει ὅτι ἐκτὸς τοῦ περιθωριακοῦ κοινωνικοῦ ρόλου στὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἀλλὰ καὶ στὴ συνέχεια, καὶ πέραν τοῦ ἐξισλαμισμοῦ, ὑπέστησαν πολιτισμικὴ γενοκτονία τῆς ὁποίας ἡ γλωσσικὴ ἐκδοχὴ σὲ ἀρκετὲς -ὄχι σὲ ὅλες- Θρακικὲς πόλεις, ὄπως εἶναι τὸ Διδυμότειχο, ὑπῆρξε καθολική. Δὲν γνωρίζω τί μπορεῖ νὰ γίνει μὲ τὴ Ρρωμανὶ ἀλλοῦ, ὅμως αὐτὸ ποὺ ἔμεινε ἐδῶ, ἀπὸ αὐτήν, εἶναι μόνο τὸ «τσεγγενέ». Ναὶ μὲν μία λέξη, ποὺ ὅμως ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸ μελιτζανὶ χρῶμα ποὺ ἔλεγα, ἀποτελοῦν τὰ ἀψευδῆ ἀποδεικτικὰ γιὰ τὸ ὅτι δὲν εἶναι Τοῦρκοι. Ὢς γνήσιοι δὲ ἀπόγονοι τῶν Rroms, ποὺ ἀπέφευγαν ὄπως ἤδη ἀνέφερα, νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴ γεωργία καὶ τὴν κτηνοτροφία, ἔγιναν χαμάληδες. Ἔγιναν ἀστικὴ μειονότητα Τὸ ὅτι διαβιοῦν κυρίως στὶς Θρακικὲς πόλεις, ἀποτελεῖ δεῖγμα τῆς ἐν λόγῳ γραφῆς, ποὺ βέβαια δὲν ἀκυρώνει τὶς γνωστὲς ἄλλες αἰτίες περὶ τοῦ ἐργασιακοῦ προβλήματος κλπ
Ὅμως καὶ αὐτὸ ἀκόμη τὸ «Cingene» ἐπιχειροῦν κουτοπόνηρα νὰ τὸ χειριστοῦν Τοῦρκοι ἐπιστήμονες. Συγκεκριμένα νὰ τὸ ἐκτουρκίσουν γλωσσικά, μέσα ἀπὸ σπαραξικάρδιες, εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐτυμολογικὲς κατασκευές. Ἡ παράγραφος ποὺ ἀκολουθεῖ καὶ ποὺ ἀφορᾶ ἐργασία κάποιας Faika Helik εἶναι χαρακτηριστική: «Ἐντούτοις, σύμφωνα μὲ ἕνα πρόσφατο βιβλίο τοῦ Rafet Ozkan, ἡ λέξη προέρχεται ἀπὸ ἕναν συνδυασμὸ δυὸ λέξεων: Cengi-gan ἢ Cengi-gane. Τὸ Cengi ἔχει δυὸ ἔννοιες: Ἡ μία εἶναι τὸ κορίτσι ποὺ χορεύει, καὶ ἡ ἄλλη ἕνας φορέας ἁρπῶν {ceek}. Στὰ περσικὰ gan εἶναι ἕνα ἐπίθετο ποὺ ὑποδεικνύει τὸν πληθυντικὸ τῶν λογικῶν ὄντων. Κατὰ συνέπεια, cengi-gan θὰ ἀναφερόταν ἢ στὰ χορεύοντα κορίτσια εἴτε τοὺς φορεῖς. Δεδομένου ὅτι αὐτὰ τὰ ἐπαγγέλματα ἦταν συνήθως τῶν Τσιγγάνων, σύμφωνα μὲ τὸν Ozkan, αὐτὴ εἶναι ἡ πιθανὴ προέλευση τοῦ ὄρου Cingene». Καὶ ὄπως λέγεται στὰ μαθηματικά, ὅπερ ἔδει δεῖξαι. Ἴσως λοιπὸν ἀργότερα προχωρήσουν στοὺς Γύφτους ἢ στοὺς Κατσίβελους.
Εἰδικὰ γιὰ τοὺς τελευταίους ἤθελα νὰ προσθέσω κάτι. Γιατί, ναὶ μὲν μπορεῖ ἡ λέξη «Κατσίβελοι» νὰ εἶναι σύνθετη, προερχόμενη ἀπὸ τὸ «captivus-a-um» ποὺ σημαίνει ἀλισκόμενος -ἐξ οὐ καὶ ἅλωση- δηλαδὴ αἰχμάλωτος, καὶ τὸ «bellum-i» ποὺ σημαίνει τὸν πόλεμο ἢ μπορεῖ νὰ σχετίζεται μὲ τὰ Λατινικὰ ρήματα «capto», «captito», «+captivo», ποὺ ὄπως τὸ Θρακικὸ «καπτάω», σημαίνουν ἁρπάζω, θηρεύω, αἰχμαλωτίζω, τῶν ὁποίων ὑποκοριστικὸ εἶναι ἡ παλιὰ ἰταλικὴ λέξη «cattivello» {βλ. «captivus»} ποὺ σημαίνει τὸ σκλάβο, τὸ δυστυχῆ, ὅμως ἡ ἐπέκτασή της, νὰ σημαίνει τὸ ζητιάνο ἢ τὴν ἐλεημοσύνη, καθιστά τη λέξη συνώνυμη μὲ ὕβρη. Ἔστω καὶ ἂν εἶναι γνωστὸ ὅτι κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους ὑπῆρχαν ἐπαῖτες ποὺ μάλιστα ἦταν ὀργανωμένοι σὲ συντεχνίες. Ὄπως ἐπίσης ἴσως νὰ μὴν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὑπῆρχε καὶ προστάτης τους. Ὁ Ἰωάννης Βατάτζης, ὁ ὁποῖος ἁγιοποιηθεῖς, ἐπονομάστηκε στὴ συνέχεια Ἅγιος Ἰωάννης, ὁ ἐλεήμων. Ὁ ὁποῖος γεννήθηκε ὄπως εἶναι γνωστὸ στὴν ἴδια πόλη.
Δὲν γνωρίζω γιατί μέχρι καὶ πρὶν λίγα χρόνια, ὄχι λίγοι Κατσίβελοι προσέρχονταν μὲ τὶς λαμπάδες στὸ χέρι στὴν πλατεία τῆς πόλης, κατὰ τὴν περιφορὰ τῶν ἐπιταφίων καὶ στὴν ἀναστάσιμη ἀκολουθία, ποὺ τότε γινόταν ἐκεῖ. Εἶναι κάτι ποὺ ἐμβάλλει σὲ πολλὲς σκέψεις, μέχρι καὶ τὸ ὅτι προτοῦ ἐξισλαμιστοῦν, ἦταν χριστιανοὶ καὶ ἑπόμενα προγενέστεροι τῶν Ὀθωμανῶν Τούρκων ποὺ ἐμφανίσθηκαν στὴν περιοχὴ περὶ τὰ μέσα τοῦ δέκατου τέταρτου αἰώνα. Συνηγορεῖ σὲ αὐτὰ ἡ ὕπαρξη καὶ τῶν ὀρθόδοξων χριστιανῶν Ρωμιοκατσίβελων. Στὶς ὀρχῆστρες ἄλλωστε τῶν τελευταίων μὲ βιολί, κλαρίνο, λαγοῦτο καὶ νταϊρέ, ἀναφέρονται λαογραφικὰ μελετήματα γιὰ τὴν πόλη τῶν Σαράντα Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Ἱστορικὲς περίοδοι καὶ γεγονότα ποὺ χρήζουν ὅμως πληρέστερου φωτισμοῦ ἀπὸ τὸ φανάρι τῆς ἱστορικῆς ἔρευνας καὶ κυρίως τῆς ἀλήθειας.
Μίλησα γιὰ φανάρια καὶ σκέφτηκα ὅτι μπορεῖ μὲν τὸ Διδυμότειχο νὰ ἔχει δυὸ τρία τέτοια στοὺς δρόμους του, ὅμως καὶ τὰ παιδιὰ τῶν φαναριῶν, ὄπως τὰ λένε, δὲν συχνάζουν ἐκεῖ. Εἶναι ἡ ἐξαίρεση στὸν κανόνα. Τὰ συναντᾶ κανεὶς σὲ πολλὲς ἄλλες γειτονιὲς τῆς πόλης. Εἶναι τὰ κατσιβελάκια, οἱ ἀπόγονοι τῶν ἐπαιτῶν, τῶν ὁποίων ὁ προστάτης σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο εἶναι ἕνας Ἅγιος συμπολίτης, ἀπὸ ξένο σήμερα βέβαια γιὰ τοὺς ἴδιους, θρησκευτικὸ δόγμα. Παρόλα αὐτὰ θὰ μποροῦσε, πέραν ἀπὸ τὴν ἱστορία του, ὦς ὁ πιὸ σημαίνων ἴσως τῆς χιλιόχρονης Ρωμανίας, νὰ γίνει καὶ ἕνας Ἅγιος τῶν Ρωμὰ καὶ τῶν Κατσίβελων Ἔστω καὶ ἂν Ρωμὰ καὶ Ρωμανία δὲν ἔχουν καμιὰ ἀπολύτως σχέση μεταξύ τους. Ὑπάρχουν ἄλλωστε καὶ ἄλλοι κοινοὶ Ἅγιοι.
Δὲν χρειάζεται νὰ ἐπεκταθῶ στὸ τί μποροῦσε νὰ κάνει ἡ Ἐκκλησία τῆς Θράκης γιὰ τὰ παιδιὰ αὐτὰ καὶ τὶς οἰκογένειές τους. Δὲν μιλῶ μόνο γιὰ τὴν ἐπιδότηση τοῦ τρίτου παιδιοῦ καὶ τὴν ἐπέκτασή του σὲ ὅλες τὶς μειονότητες. Μιλῶ ἐπίσης, ἂν καὶ δὲν μὲ πέφτει ὁ λόγος, γιὰ τὴν τιμὴ πρὸς ἕναν Ἅγιο ποὺ ἐπὶ τρία τέταρτα τῆς χιλιετίας, παραμένει βήτα κατηγορίας. Ἐκεῖνο ὅμως γιὰ τὸ ὁποῖο ὀφείλω νὰ μιλήσω, ἀφορὰ τὴν Πολιτεία. Τὸ νὰ ἐγκύψει, καὶ ὄχι νὰ ἐνσκήψει, ὄπως τὸ συγχέουν κυβερνητικοὶ ἀξιωματοῦχοι, εἶναι ἀποκλειστικὴ εὐθύνη της. Ἃς μὴν ψάχνει ἄλλοθι στὰ λοῦμπεν χαρακτηριστικὰ τῆς κοινωνικῆς αὐτῆς κατηγορίας. Ὄχι ὅτι δὲν ὑπάρχουν. Καὶ πολλὰ μάλιστα στὸν τρόπο τῆς ζωῆς τους ποὺ ἔχει δικούς της νόμους καὶ κανόνες. Ἀπὸ τὴν οἰκογενειακή τους ἠθική, ὅπου ἄλλωστε τὸ διαζύγιο συνιστᾶ σοβαρὴ πρόσοδο γιὰ τὸ Μουφτὴ ποὺ τὸ ἐκδίδει, μέχρι καὶ τὸ ὅτι εἶναι οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ ἀγοράσουν πρώιμα, καὶ γιὰ αὐτὸ πανάκριβα φρούτα, ὄπως τὰ καρπούζια ἢ λαχανικὰ μόλις πρωτοβγοῦν μὲ ἰδιαίτερη προτίμηση στὶς καυτερὲς πιπεριές. Τὰ γνωρίζω ἀπὸ τὸ μανάβικο τοῦ πατέρα μου. Ὅμως ἄλλο αὐτὸ καὶ ἄλλο τὸ τί συμβαίνει στὸ κοινωνικό τους ἐσωτερικό. Γιὰ τὸ ὁποῖο τὸ γιατρικὸ ποὺ κρατάει στὰ χέρια της ἡ Πολιτεία εἶναι μόνο ἡ Δημοκρατία. Ἡ Δημοκρατία καὶ ἑπόμενα καὶ ἡ ἰσοτιμία γιὰ ὅλους, περιλαμβανόμενων τῶν Ρωμᾶ, Τσιγγάνων, Γύφτων, Κατσίβελων. Αὐτὸ ἀκριβῶς. Ἐπίσης τῶν ἄλλων μειονοτήτων.
Μπορεῖ πολλὲς Εὐρωπαϊκὲς καὶ Ἀμερικανικὲς πόλεις νὰ κοιμίζουν στὰ ἐσώτερά τους, ὦς καὶ στοὺς ὑπονόμους τους, τοὺς ἄστεγους. Ἴσως καὶ γιὰ νὰ μὴν εἶναι ὁρατοὶ στὴν ἐπιφάνεια ἢ ἴσως καὶ κάποιοι ἐξ αὐτῶν νὰ τὸ κάνουν -ὄπως οἱ κλοσάρ- λόγω ἰδεῶν. Ὅμως δὲν εἶναι καλύτερα τὰ ἐσώτερα τῶν νήπιων τῶν κατσίβελων μὲ τὰ μαυρισμένα παιδικά τους πνευμόνια ἀπὸ τὸ κάπνισμα ποὺ στὶς περισσότερες φορές, ἂν ὄχι ὅλες, τὰ αὐτοσχέδια στριφτὰ τοὺς τσιγάρα δὲν περιέχουν καπνὸ ἀλλὰ χαρτὶ καὶ πετρέλαιο. Μὲ ἄλλα λόγια, ὑπάρχουν καὶ τσιγάρα μπόμπες.
Ὄπως ὑπάρχει ἐπὶ τοῦ προκειμένου ἕνα τουλάχιστο κοινὸ γνώρισμα τῶν ναρκωτικῶν μὲ τὸ ρατσισμό. Ὅσο περισσότερες συζητήσεις πραγματοποιοῦνται ἀπὸ ἄσχετους, ὄπως κατὰ τεκμήριο εἶναι οἱ προσκεκλημένοι-τρόφιμοι ὅσο καὶ οἱ οἰκοδεσπότες, στὴν Ἑλληνικὴ τηλεόραση, τόσο περισσότερο αὐξάνονται ἀμφότερα. Λὲς καὶ τὸ κάνουν ἐπίτηδες. Γιατί ναὶ μὲν καμώνονται ὅτι εἶναι ἐναντίον ἀλλὰ ἐξ ἀντικειμένου θὰ τὰ ἀναπαραγάγουν, πρὶν οἱ ἐνασχολούμενοι μὲ τὶς κοινωνικὲς βυθομετρήσεις, τηλεοπτικοὶ φιλόσοφοι, ἐξαπολύσουν μύδρους κατὰ τοῦ «διάχυτου» ρατσισμοῦ τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας. Τὴν ἴδια στιγμὴ οἱ ἐκ τῶν κομμάτων μηρυκάζουν τὶς εἰσαγόμενες θεωρίες τῆς «φοβικότητας», ἀντὶ νὰ μιλήσουν γιὰ τὴ Δημοκρατία ποὺ ἔλεγα. Καὶ ἡ ὁποία γιὰ τὴ χώρα μας δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν Τέταρτη {1}.
Τὸ πέρασμα σὲ αὐτὴν θὰ μποροῦσε νὰ ἀρχίσει μὲ μία μεγάλη ἐκδήλωση στὸ Στάδιο Εἰρήνης καὶ Φιλίας γιὰ τὴν νομιμοποίηση ὅλων τῶν ξένων, ἀνεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας ἢ φυλῆς. Νὰ γίνει μάλιστα ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, μὲ τὴ συμμετοχὴ τῆς Κυβέρνησης ἀλλὰ καὶ τῆς Ἑλληνικῆς Βουλῆς. Νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ ὄχι μόνο ἡ ὀνομασία τοῦ Σταδίου ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστορία τῆς χώρας τοῦ ξένιου Δία, ποὺ τόσο δεινοπάθησε. Ἂν μὴ τί ἄλλο ὁ μεγάλος κερδισμένος ἀπὸ αὐτὸ θὰ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἐθνικὴ οἰκονομία ἀφοῦ τὰ κέρδη ἀπὸ τὴ μαύρη καὶ ἀνασφάλιστη ἐργασία ποὺ θὰ σταματήσουν πλέον τότε νὰ ὑπάρχουν, δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητα. Νομιμοποιήσεις σκέφτονται νὰ κάνουν καὶ στὴν Ἰταλία. Τὰ ἴδια στὴ Γαλλία ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ στὴν Εὐρώπη. Ἔτσι μόνο μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀναμένει τὸν ἐμπλουτισμὸ τῶν Εὐρωπαϊκῶν ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν. Ἀπὸ μία Γηραιὰ Ἤπειρο ποὺ θὰ βρεῖ τὰ ὑλικὰ -δηλαδὴ τὶς ἀρχές- ὅσο ἐπίσης τὰ ἐργαλεῖα -δηλαδὴ τὴν πολιτική- ὥστε νὰ κτίσει τὸ νέο ὁμώνυμο Σύνταγμα ἐνσωματώνοντας σὲ αὐτὸ τὶς ἐκπεφρασμένες Δημοκρατικὲς εὐαισθησίες τῶν λαῶν της στὰ περυσινὰ ἀπορριπτικὰ Δημοψηφίσματα.
Ὅσο γιὰ τὴν Ἑλλάδα, δὲν σκέφτηκε φαίνεται κανεὶς ὅτι ἡ κάθοδος π.χ. τῶν Ἀλβανῶν καὶ ἡ ἐνσωμάτωσή τους στὴν Ἑλληνικὴ κοινωνία οὔτε ἡ πρώτη εἶναι ἱστορικὰ οὔτε θὰ εἶναι καὶ ἡ τελευταία. Ὄπως, μεταξὺ ἄλλων, οὔτε ἡ ἐπὶ αἰῶνες συμβίωση μὲ τοὺς Κατσίβελους ἔχει νὰ ἐπιδείξει ἀξεπέραστα προβλήματα. Ἀντίθετα μάλιστα, ἐὰν ὑπάρχει κάτι τὸ κοινὸ στὴ μνήμη τῆς πόλης, γιὰ τὴν ὁποία μίλησα, πέραν τῆς εἰκόνας τῶν ἀνθρώπινων ὑποζυγίων, τῶν χαμάληδων, καὶ πέραν τῶν τρωγλῶν ὅπου διέμεναν καὶ συνεχίζουν νὰ διαμένουν, παρόλα αὐτά, δὲν εἶναι ἀμελητέα ἡ ἀναπόληση τῶν μασκότ της, ποὺ σήμερα βέβαια δὲν ζοῦν ἀφοῦ ἔχουν πεθάνει ἤδη ἀπὸ ἐτῶν. Κάτι ποὺ μέχρι σὲ ἕνα βαθμὸ δικαιολογημένα, περνάει πλέον στὴ σφαίρα τῆς γλυκιᾶς ἀνάμνησης.
Εἶναι ὁ Ἀρὶφ μὲ τὴν προσωνυμία «κοῦκος» καὶ τὸ ἄσπαστο ρεκὸρ ποὺ ἄφησε μὲ τὰ χιλιάδες πενηνταράκια οὔζου ποὺ ἤπιε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του, καὶ παρὰ τίς, περὶ τοῦ ἀντιθέτου, ἰσάριθμες διατάξεις τοῦ Ἰσλάμ. Ἀκολουθεῖ ὁ Πατσᾶς ποὺ ἡ ἐν μέθῃ ἐπίσης πτώση του στὸν Ἐρυθροπόταμο ἀπὸ τὸ ὕψος τῆς γέφυρας, δὲν εἶχε ἐπίπτωση, πλὴν ἐλαφρῶν μωλώπων. Καὶ εἶναι καὶ ὁ Ἰντρίς, ὁ ὀνομαζόμενος, λόγω σαρκωδῶν χειλιῶν, κιοφτένταντογλου -ἐκ τοῦ κεφτέ- ποὺ κατάπινε διὰ μίας τὶς ντομάτες, ἀνεξαρτήτως μεγέθους. Ἃς μὴν ἐπεκταθῶ στὴ Γκιουλιοὺ Φατμὲ καὶ στὰ πλεῖστα ὅσα παιδιά της οὔτε στὸν Ἀκὶφ μὲ τὰ Ροναλντίνια τακουνάκια ἢ ἀκόμη στὸν ἐξ Ἀλεξανδρουπόλεως Φαρίς, τὸν παρομοίως μπαρτζαχίλα, ποὺ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀναγάλιαζε στὴν πόλη εἰδικά του Διδυμοτείχου, καθὼς συναντοῦσε τὴ γενιά του, ὄπως λέει ἡ γνωστὴ λαϊκὴ ρήση.
Μέχρις ἐδῶ καλά. Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάποιο ἀλλά. Ὅταν οἱ κριτὲς τῶν Ἀθηνῶν -αὐτοὶ ποὺ μπερδεύουν καὶ σήμερα τὴ Δημοκρατία μὲ τὸν κεμαλισμό, ἂν δὲν φέρονται σὰν ὠδικά του πτηνά- καταλόγιζαν ἐθνικισμὸ καὶ σωβινισμὸ γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ὦς βουλευτὴς μιλοῦσα -καὶ συνεχίζω νὰ μιλῶ- γιὰ τὸν τουρκικὸ ρατσιστικὸ φασισμό, ἐγὼ ἀντὶ νὰ θυμώσω, λυπόμουν. Γιατί δὲν εἶναι μόνο οἱ σχέσεις ποὺ εἶχα καὶ ἔχω μὲ ἄλλα κινήματα. Εἴτε ἐκτὸς τῆς χώρας, ὄπως τὸ Κουρδικὸ ἢ ἐντός της, ὄπως εἶναι ἡ ἄνοιξη τῶν Πομάκων στὴ Θράκη, ποὺ παρὰ τὶς διαρκεῖς τουρκικὲς ἐνσκήψεις, θὰ συνεχιστεῖ, σὲ πεῖσμα τοῦ πολύμορφου κεμαλισμοῦ, μετὰ τῶν ὅποιων Ἑλλαδικῶν του ἐκδοχῶν. Εἶναι ἐπίσης οἱ βιωματικές, ὅσο οἱ φιλικές μου σχέσεις μὲ Κατσίβελους. Στὰ τωρινὰ χρόνια τῆς μοναξιᾶς, αὐτοὶ μὲ χτύπησαν κυρίως τὴν πόρτα. Τὸ ἔκαναν ἀπὸ λόγους φιλίας. Καὶ ἐγὼ ἀπάντησα μὲ τὴν αὐτοκριτική μου. Μακάρι νὰ μποροῦσα νὰ πῶ τὴ φράση, οἱ φίλοι μου οἱ πολιτικοί, ὄπως μπορῶ δηλαδὴ νὰ λέω οἱ φίλοι μου: Ρωμά, Τσιγγάνοι, Γύφτοι, Κατσίβελοι.
____________
Ἐκφράζονται οἱ εὐχαριστίες τοῦ συγγραφέα στὸν συμπολίτη Γιάννη Κουκάκη ποὺ ζεῖ στὴ Γαλλία, γιὰ τὴ συμβολή του στὴν ἀπόκτηση καὶ κυρίως στὴν ἐπεξεργασία τῶν ἱστορικῶν πληροφοριῶν καὶ τῶν στοιχείων γιὰ τοὺς Rroms ἀπὸ ἐπιστήμονες φίλους, ποὺ διαμένουν στὴν ἴδια μὲ αὐτὸν χώρα. Στοιχεῖα, ὄπως αὐτὰ ποὺ ἐκτίθενται στὸ πρῶτο μέρος τῆς παρούσας ἐργασίας, ὑπάρχουν ἀκόμη πάρα πολλὰ ἀδημοσίευτα.
Σημειώσεις
{1} Χρῆστος Κηπουρός, Τέταρτη Δημοκρατία, βλέπε ἰστοσελίδα τοῦ Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης,
http://alex.eled.duth.gr/kipouros/
Θράκη 20 Ἰουνίου 2006,
Αὐτὸ τὸ κείμενο εἶναι γραμμένο σὲ πολυτονικό. Διαβάστε τὴ μονοτονική του ἔκδοση.
|