«…ἐπειδὴ τὰ οὐρητήρια δὲν διαθέτανε ἠλεκτρονικὸ μάτι…» ἄλλως «ὁ πνευματικὸς νεοπλουτισμὸς τῶν μορφωμένων μας»
Κώστας Γ. Ζουράρις
εἰδικὸς σύμβουλος τῆς «Μακεδονίας» καὶ τινῶν ἀκόμη
Ἀντίβαρο, \'Οκτώβριος 2007
«Δύστυχη Ἑλλάδα, νά ’ταν οἱ ξένοι μονάχα· μὰ καὶ οἱ Ἕλληνες; Καὶ καλά, οἱ Ἕλληνες γενικά· μὰ καὶ οἱ πιὸ κοντινοί μας, οἱ «διανοούμενοι»; Νὰ βλέπουν τὸν τόπο τους μὲ συγκατάβαση, σὰ μιὰ ὁποιαδήποτε μικρὴ χῶρα τῆς Μέσης Ἀνατολῆς; Ἐπειδὴ τὰ Πανεπιστήμια δὲν εἶχαν συγχρονισμένα ἐργαστήρια, γιὰ νὰ μὴν πῶ: κι ἐπειδὴ τὰ οὐρητήρια δὲ διαθέτανε ἠλεκτρονικὸ μάτι; Ἔ, λοιπὸν κι ἐγὼ θὰ τὸ ἐξομολογηθῶ: ἔνιωθα ἕνας ἀριστοκράτης ποὺ εἶχε -ὁ μόνος ποὺ εἶχε- τὸ προνόμιο νὰ λέει τὸν οὐρανό «οὐρανό», καὶ τὴ θάλασσα «θάλασσα», ἀκριβῶς ὅπως ἡ Σαπφώ, ἀκριβῶς ὅπως ὁ Ρωμανός… καὶ μόνον ἔτσι νὰ βλέπω ἀλήθεια τὸ γαλάζιο τοῦ αἰθέρος ἢ ν’ ἀκούω τὸ ρόχθο τοῦ πελάγους…» [1].
«Μιλῶ γιὰ μιὰ ἀριστοκρατικὴ ἀντίληψη, ποὺ συμβαίνει νὰ μὴν τὴν ἔχουν διόλου οἱ ἀριστοκράτες καὶ νὰ τὴν ἔχουν μὲ τὸ παραπάνω οἱ μικροὶ πληθυσμοὶ τοῦ Ἀρχιπελάγους· οἱ κυρ-Γιάννηδες κι οἱ κυρα-Μαρίες…». [2]
«…νά ’ταν οἱ ξένοι μονάχα· μὰ καὶ οἱ Ἕλληνες;».
Αυτὸ τὸ ἔξοχο ἀπόσπασμα τοῦ Ἐλύτη μοῦ ἦλθε στὸ νοῦ, ὅταν πληροφορήθηκα, ὅπως καὶ οἱ Πανέλληνες, γιὰ τὰ φραστικὰ ξεβρακώματα ἐκείνης τῆς δυσαναβάτου σαχλαμάρας κυρίας Πανταδίνου, ποὺ παρίστανε τὴν πρέσβειρά μας στὰ Σκόπια. Δὲν εἶναι μόνο ποὺ ἡ σαχλεπίσαχλος αὐτὴ Κατιτίδου-πρεσβευτίνα, τρυχῆ κατένειμε τὶς τρίχες της περὶ Σκοπιανοῦ: ἕνα, σὲ λάθος τόπο (πρέσβειρα αὐτὴ στὰ Σκόπια), δύο, σὲ λάθος χρόνο (τώρα ποὺ μᾶς πιέζουν οἱ Νατο-ἀμερικανοὶ ἐκβιασμοί) καὶ τρία, σὲ λάθος Μέσον (σὲ φυλλάδα τοῦ ἀμερικανικοῦ οἰκονομικοῦ κατεστημένου, ὅπου ἤδη οἱ Σκοπιανοὶ ἀμερικανοπράκτορες εἶχαν καταχωρίσει πληρωμένη διαφήμιση τῆς ληστοσυμμορίας τους). Ἐπίσης, δὲν εἶναι μόνον ποὺ ἡ πανάσχετη ἐν διπλωματίᾳ θεραπαινὶς τοῦ δυτικοῦ μονοδογματισμοῦ («pensée unique»), ἀγνοοῦσε τὸν Θουκυδίδη της: στὶς διεθνεῖς σχέσεις εἶσαι πάντοτε μόνος, ἀσχέτως τῶν δῆθεν «συμμαχιῶν», ποὺ δὲν εἶναι παρὰ προσωρινὴ σύγκλιση συμφερόντων: «…καὶ ὅσῳ αὐτοὶ αὐτῶν δυνατώτεροι ἐγίγνοντο καὶ ἡμεῖς ἐρημότεροι…».
Ὅταν, τοὺς πρώην σοβιετοκαγκεμπίτες καὶ νῦν ἀμερικανομαφιόζους «ἰθύνοντες» Σκοπιανούς, τοὺς δυναμώνουν τὰ ἀφεντικά τους, δὲν πᾶς ἐσύ, θουκυδιδείως ἀναλφάβητη τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τεμενάδων, νὰ ρίξεις λάδι στὴ φωτιὰ τῆς Ἐρημιᾶς μας («καὶ ἡμεῖς ἐρημότεροι»). Καὶ νὰ πεῖς, γελοιωδῶς πανάσχετη, ὅτι πρέπει νὰ προσκυνήσουμε. Διότι, «εὐθύς» ἀμέσως, θὰ ἐπέλθει κάτι μεῖζον εἰς βάρος μας ἀπὸ τὰ Ἀφεντικά, ἐπειδὴ ἀπὸ φόβο ἐμεῖς ὑποκύψαμε στὶς ἐπιταγές τους: («εὐθὺς τι μεῖζον ἐπιταχθήσεσθε ὑμῖν, ὡς φόβῳ καὶ τοῦτο ὑπακούσαντες…». Ναὶ ρέ, πρεσβευτικὴ ἀσχετίλα! Καὶ «πολὺ Δυτικόφρων», δηλαδή… Ἀλλ’ ὄχι θουκυδιδειόφρων… Δὲν ἦταν λοιπὸν ἡ «ἐπαγγελματικὴ» ἀσχετίλα, ποὺ μὲ ἐνόχλησε στὴν πρέσβειρα κυρία Κατιτίδου (ἰδοὺ ἕνα παράδειγμα γιὰ τὴν ἀλήθεια περὶ τὸ «ὄνομα»: ἐνοχλεῖ ἢ δὲν ἐνοχλεῖ ἡ παραποίηση ποὺ τῆς κάνω, δημιουργεῖ ἢ δὲν δημιουργεῖ ἀταξία καὶ ἑστία συγκρούσεων αὐτὴ ἡ παραχάραξη τῆς αὐθεντικότητας ποὺ διαπράττω, τώρα, εἰς βάρος τοῦ ὀνόματος τῆς κυρίας πρέσβειρας;).
Ὄχι λοιπόν.
Ἐκεῖνο, τὸ ἄκρως προσβλητικὸ γιὰ τὸν καθ’ ἡμᾶς Τρόπον, εἶναι αὐτὸς ὁ συμπλεγματικὸς «πνευματικὸς νεοπλουτισμός», ποὺ ἐπεδείξατο ἡ ἀνεκδιήγητη πρεσβευτίνα μας: «Πνευματικὸς νεοπλουτισμὸς τῶν μορφωμένων μας», ὅπως τοὺς κατακοροϊδεύει ὁ κοσμοπολίτης μέν, ἐντελῶς Ρωμηὸς δέ, Σεφέρης. Ἤ, ὅπως τοὺς χλευάζει ὅλους αὐτοὺς τοὺς κομπλεξάκηδες τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τεμενάδων, ἢ τοὺς «δυτικοδιανοούμενους» τῶν Πανεπιστημίων «μας» καὶ γραφιάδες στοὺς Ἀθηναίους νταβαντζῆδες, ὁ κοσμοπολίτης μέν, ἐντελῶς Ρωμηὸς δέ, Ἐλύτης: ναί, ὅλους αὐτοὺς τοὺς «Ἕλληνες», τοὺς ξιπασμένους, μὲ τὰ ἀγγλικούλια τους καὶ τὰ μπίζνες-μπουρδιστάν τους, ποὺ βλέπουν ὡς ἐξέκιουτιβς, «τὸν τόπο τους μὲ συγκατάβαση… ἐπειδὴ τὰ οὐρητήρια δὲ διαθέτανε ἠλεκτρονικὸ μάτι…». Τώρα μάλιστα, ποὺ στὰ ἀποχωρητήριά μας γεμίσαμε μὲ ἠλεκτρονικὰ μάτια, δὲν ἰσχύει πιὰ οὔτε αὐτὸ τὸ ἐπιχείρημα, γιὰ τοὺς συμπλεγματικοὺς δυτικοδιανοουμένους μας καὶ λοιποὺς ἐξέκιουτιβς καὶ τοὺς ἔμεινε σκέτη ἡ ραγιάδικη ὀσφυοκαμψία, τύπου Ρεποῦσο βουλγκάτας καὶ Κατιτιδοπρέσβειρας…
«Μιλῶ γιὰ μιὰν ἀριστοκρατικὴ ἀντίληψη… ποὺ τὴν ἔχουν μὲ τὸ παραπάνω οἱ κυρ-Γιάννηδες κι οἱ κυρα-Μαρίες».
Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ὁ μέγιστος Γνώμων τοῦ Γένους, Ὀδυσσέας Ἐλύτης. Καὶ εἶναι δυνατόν, αὐτὴν τὴν «ἀριστοκρατικὴ ἀντίληψη» τῆς ἐλευθερίας, αὐτὸ τὸ «μοναξιά μου Ἑλληνική μου», τοῦ Σαββόπουλου, ὅλα αὐτὰ γιὰ τὸ Αὐτεξούσιόν μας τὸ ἀριστοκρατικό, ποὺ τὸ νοιώθουν ὅλες οἱ κυρα-Μαρίες τοῦ ἰλιαδορωμέηκου Ἀρχιπελάγους, αὐτὸν τὸν καθ’ ἡμᾶς ἀριστοκράτη Τρόπον, νὰ μὴν τὸν νοιώθει ἡ κυρα-πρέσβειρά μας τοῦ καθ’ ἡμᾶς Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν Τεμενάδων. Διότι ἀπ’ αὐτὸ πάσχει ἡ κάθε Ρεπούση καί… κυρά-Πρέσβειρα κι ὁ κάθε ξεκατινιασμένος «δικός μας» εὐρωλιγούρης καὶ ἀμερικανογλείφτης: ἀπὸ τὸ ραγιάδικο σύμπλεγμα κατωτερότητας τοῦ «ἠλεκτρονικοῦ οὐρητηρίου». Δὲν αἰσθάνονται ὅλοι αὐτοὶ οἱ συνοικιακοὶ ἐγγλωτογάστορες ὅτι τὰ οὖρα τους εἶναι ἐφάμιλλα τῶν εὐρωπαϊκῶν τοιούτων. Γι’ αὐτό, καὶ δώστου οἱ τεμενάδες καὶ ξαναδώστου ἡ ὀσφυοκαμψία καί, οἱ «ὑποτροφίες», ὥστε ἔτσι, οἱ τρόφιμοι τοῦ Δυτικοῦ ἀφεδρῶνος νὰ θεωρήσουν ὅτι ἐπιτέλους, ἔχουν κι αὐτοὶ ἐνάμιλλον την… οὐρήθραν τους, μὲ αὐτὴν τῶν Δυτικῶν διουρήσεων…
Γιατὶ δὲν κατάλαβε αὐτὴ ἡ κυρά-πρέσβειρά μας στὰ Σκόπια, αὐτό, ποὺ τὸ νοιώθει ἡ κάθε κυρα-Μαρία τοῦ Ἐλύτη; Καὶ «μωρόδοξη μορφωμένη», εἶπε αὐτὲς τὶς «πραγματιστικές», σκουπιδορεαλιστικὲς ἀρλοῦμπες, γιὰ τὸ «πόσοι καὶ τόσοι στὸν Πλανήτη, ἔχουν πιὰ ἀναγνωρίσει τοὺς Σκοπιανούς, μὲ τὸ κλεψιμέϊκο ὄνομά τους»;… Θὰ πρέπει, τώρα, στὴν ἀναγκαστική της ἀργία, νὰ καταλάβει πιὰ ἡ πρέσβειρά μας, θεραπαινὶς τοῦ, κατὰ Ἐλύτη, «μονοδογματικοῦ εὐρωπαϊσμοῦ», ὅτι: στὴν συνύπαρξη μεταξὺ ἰσοβαρῶν ἢ καὶ ἀνισοβαρῶν συστημάτων ἰσχύος, δηλαδὴ στὶς διεθνεῖς σχέσεις, ἡ Ἰσχὺς δὲν εἶναι μέγεθος ἀριθμητικό, ἀλλὰ ποιοτικό. Ἑπομένως, δευτερεύουσα σημασία ἔχει τὸ «πόσοι» ἔχουν ἀναγνωρίσει τὴν προσωρινὴ σκοπιανὴ ληστοκουστωδία. Σημασία ἔχει, ἐξεχόντως καὶ κυρίως, «Πόση» εἶναι ἡ δική μας «βεβαίωσις τῆς γνώμης»3! Πόση, ἡ δική μας ἐπιβεβαίωση τῆς ἰσχυρογνωμοσύνης («γνώμης») μας, γιὰ τὴν ἀποφασιστικότητά μας ἔναντι τῆς σκοπιανῆς ὀνοματοκλοπῆς.
Κυρά-Πρέσβειρα διδάξου ἀπὸ τὴν «ἀριστοκρατικὴ ἀντίληψη- …ποὺ τὴν ἔχουν οἱ κυρα-Μαρίες τοῦ Ἀρχιπελάγους» μας: Στὴν διπλωματία καὶ τὶς διεθνεῖς σχέσεις, τὸ «πόσον» δὲν εἶναι ποσόν. Εἶναι ποιόν. Ἡ ποσότητα, στὸ διακρατικὸ σύστημα συνυπάρξεως δὲν εἶναι ἀριθμητικὸ μέγεθος. Εἶναι ποιότητα, μία συνεχῶς ἀόριστη πλὴν πραγματικῶς ὑπαρκτὴ δυναμικὴ ἔνταση ἀνάμεσα στὸ ποσὸν καὶ στὸ ποιόν. Ἀνάμεσα στὸν ἀριθμὸ καὶ τὴν θέληση. Ἀνάμεσα στὸν ἀριθμὸ καὶ τὴν ἐπιμονή. Ὁ ἀριθμὸς ἡττᾶται ἀπὸ τὴν ἐμμονή, τὴν ὑπομονή.
Κυρά-πρέσβειρα, μάθε ἐπιτέλους γράμματα, γράμματα ἀριστοκρατικά, θουκυδίδεια καὶ πᾶψε νὰ σέρνεσαι μπρούμυτα μὲ τὸ «σύμπλεγμα μειονεξίας ἀπέναντι τῶν ξένων»4: δὲν τὸ βλέπεις, ὅπως τὸ βλέπει ἡ κάθε ἀριστοκρατική μας κυρα-Μαρία τοῦ καθ’ ἡμᾶς Τρόπου, ὅτι οἱ Σκοπιανοὶ, ἄσχετα ἀπὸ τὴν «ἀναγνώρισή» τους, τὴν πρόσκαιρη, ἀπὸ ὅλον τὸν Πλανήτη, μόνον ἀπὸ ἕνα παίκτη ἐπιδιώκουν τὴν ἀναγνώρισή τους; Ἀπὸ μᾶς; Διότι, μόνον ἐμεῖς, μπορούμε νὰ τοὺς νομιμοποιήσουμε, ἂν τοὺς ἀναγνωρίσουμε. Ἀλλοιῶς θὰ εἶναι κλέφτες ἐς ἀεί… Μόνον ἐμεῖς εἴμαστε οἱ Κλειδοῦχοι τοῦ σκοπιανοῦ Νομίμου ἢ παρανόμου.
Κυρα-πρέσβειρα εὐρωλιγούρισσα καὶ Νατοκεμαλοβριθεστάτη, μάθε ἐπιτέλους τὰ καθ’ ἡμᾶς ἀριστοκρατικὰ κολλυβογράμματα… Στὴν Σύνοδο Φλωρεντίας-Φερράρας, ὅπου ἐμεῖς πανταχόθεν νικημένοι, πήγαμε νὰ «ἀναγνωρίσουμε» (καὶ τότε τὰ ἴδια!!!) τὴν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν τότε, μετὰ ἀπὸ μῆνες καὶ μῆνες οἱ δικοί μας, ἐξαγορασμένοι, φτωχοὶ καὶ νικημένοι, ὑπέκυψαν: Ἀνεγνώρισαν… Στὸν Πάπα, ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ τοῦ φέρουν τὰ καλὰ μαντᾶτα: Οἱ Graeci νικήθηκαν! Ἀνεγνώρισαν τὴν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως τὴν ἤθελε ἡ Ρώμη! Κι ὁ Πάπας ρώτησε: Ὑπέγραψε κι ὁ Μᾶρκος Εὐγενικός; Ὄχι, τοῦ εἶπαν, ἀλλὰ εἶναι μόνος του… Κι ὁ Πάπας ξαναεἶπε: ἂν δὲν ἀνεγνώρισε κι ὁ Μᾶρκος Εὐγενικός, τότε, τίποτε δὲν κάναμε…
Κυρα-πρέσβειρα, μᾶθε γράμματα: στὶς διεθνεῖς σχέσεις, τὸ «Πόσον» δὲν εἶναι «ποσόν». Εἶναι Ποιόν! Εἶναι Μᾶρκος Εὐγενικὸς κι οἱ ἀριστοκράτισσες κυρα-Μαρίες τοῦ Ἐλύτη: «ὅπου εὐημερεῖ ὁ μέσος ὅρος, παύω νὰ ὑπάρχω»…
1. Ὀδυσσέας Ἐλύτης: «Τὸ Χρονικὸ μιᾶς δεκαετίας», Ἀνοιχτὰ χαρτιά, ἐκδ. Ἴκαρος, σελ. 447.
2. Ὀδυσσέας Ἐλύτης: «Ἀναφορὰ στὸν Ἀνδρέα Ἐμπειρῖκο», Ἐν λευκῷ, ἐκδ. Ἴκαρος σελ. 146.
3. Θουκυδίδης Α141.
4. Γ. Σεφέρης: «Ἑλληνικὴ καὶ Εὐρωπαϊκὴ παιδεία», Δοκιμὲς Γ΄, ἐκδ. Ἴκαρος.
|