« Ἐγὼ δὲν εἶμαι μὲ τὴ γνώμη σας, εἶμαι μὲ τοὺς Φρατζέζους», ἄλλως, τὸ βιβλίο τῆς ἱστορίας γιὰ τὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ (Γ΄ μέρος)
Κῶστας Ζουράρις
Ἀντίβαρο, Ίανουάριος 2007
«Τ’ εἶναι αὐτὰ τὰ λάθη ὁποὺ κάνετε, ἀδελφοί; Τῆς Συμμαχίας τὰ στρατεύματα θὰ βαρέσετε; Καὶ θὰ ματαϋπάρξη πατρίδα ἐλεύτερη;
…Λέγω τῶν ἀξιωματικῶν, ἐμεῖς, ἀδελφοί, τρελαθήκαμεν ἀπὸ τὰ πάθη μας… Ποῦ θὰ ζήσετε; Σὲ ποιὰ πατρίδα θά ’στε ἀξιωματικοὶ αὔριον; Ἐγὼ δὲν εἶμαι μὲ τὴ γνώμη σας, εἶμαι μὲ τοὺς Φρατζέζους».
Ἔτσι! Ἔτσι γράφει ἕνας παιδαγωγὸς ἱστορικὸς τὴν Ἱστορία, γιὰ παιδιὰ ἕντεκα-δώδεκα ἐτῶν. Ὅπως ὁ Μακρυγιάννης! Τὸ ξαναεῖπα, στὰ δύο προηγούμενα σημειώματά μου: οἱ «ἐκσυγχρονιστὲς» αὐτοὶ ἑπτὰ ἐπιστήμονες/ες, (κρατῶ τὸ παραληρηματικό τους αὐτὸ σημάδι: /, ὅπως κι αὐτοί/ὲς στὴν σελ. 62!) ( Ἐκεῖ, γιὰ νὰ εἶναι ὅλοι/ες τους «προοδευτικοί/ὲς», κατασκευάζουν μιὰ παρόμοια οὐρανομήκη σαχλαμάρα, διότι, ὡς σαχλεπίσαχλες/οι φεμινίστριες/τες, πρέπει τὸ κείμενο νὰ μὴν γράφει μόνο τὸ ἀρσενικὸ οὐσιαστικό, ὅταν ἐμπλέκονται καὶ θηλυκές… Κι ἔτσι, μᾶς δίνουν μιὰ σουργελοειδῆ ἀπόφυση φράσεως, τὴν παρακάτω: «…ὁ/ἡ δάσκαλος/α ἐκπαιδεύει τούς/τὶς μεγαλύτερους/ες καὶ ἱκανότερους/ες μαθητές-τριες καὶ αὐτοί/ές… τούς/τις ὑπόλοιπους/ες μαθητές-τριες»!!! (σελ. 62, ἡ «ἀλληλοδιδακτικὴ μέθοδος»).
Καλά, πρὸς Θεοῦ! Εἶναι δυνατόν, ἑπτὰ (ὁλογράφως 7!) παιδαγωγές/οί(!), ξεκατινιασμένοι/ες(!) «προοδευτικές/οί(!), νὰ ἐκβράζουν τὰ ἀπωθημένα τους ἐκσυγχρονιστικά, στοῦ κασίδη τὸ κεφάλι, στὰ δωδεκάχρονα παιδάκια μας; Τί τοὺς ἔφταιξαν τὰ ἔρημα; Πῶς θὰ ἀναγνώσουν αὐτὸ τὸ ἰσορροπημένο(;) ἔκτρωμα τὰ παιδάκια μας, χωρὶς νὰ σιχαθοῦν, γιὰ πάντα, τὰ γράμματα… ἔτσι λοιπόν, οἱ «ἐκσυγχρονιστές» αὐτοὶ ἐπιστήμονες/ες τοῦ Παιδαγωγικοῦ Γκουαντανάμο γιὰ παιδιὰ δώδεκα ἐτῶν, ἀποδεικνύονται, a contrario τοῦ Μακρυγιάννη, ὅτι εἶναι παντελῶς ἀνίκανοι νὰ γράψουν μία Ἱστορία ἑλκυστικὴ (ἂν ὄχι σωστή) γιὰ παιδιὰ ἕντεκα-δώδεκα χρονῶν.
Ἡ γλῶσσα τους, ἀμέθοδη, ἀτάλαντη, τάχα μου «ἐπιστημονική» (τὸ «δομικό» τους κόμπλεξ) αὐτὸ τὸ ἀνούσιο, δηλαδὴ ἰδίωμα τοῦ βιβλίου τους, μαστίζεται ἀπὸ ἀπρόσωπα ἀφηρημένα οὐσιαστικά, ἀφυδατωμένα μέσα ρήματα, ἐκφράσεις βαρύγδουπης ἀσαφείας καὶ ξενομανεῖς. Πουθενὰ δὲν ὑπάρχουν δρῶντα πρόσωπα ποὺ πάσχουν τὰ πάθη καὶ τὰ ὄνειρά τους, διεκδικοῦν τὴν ἐλευθερία τους καὶ κατασκευάζουν τέρατα καὶ σημεῖα, «μνημεῖα ἀΐδια» καὶ τῶν καλῶν τους καὶ τῶν κακῶν τους. Πουθενὰ μιὰ ζωντανὴ φράση, ποὺ τὴν ἔχει πεῖ ἕνας προδότης ἢ ἕνας ἥρωας, πουθενὰ ἕνας ζωντανὸς Καραϊσκάκης, τὴν ὥρα ποὺ δείχνει τὸν κῶλο του στοὺς Τούρκους καὶ μετά, νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κάτσει , ἀπὸ τὰ τραύματα τοῦ πισινοῦ του! Ὁ κῶλος τοῦ Ἐθνομάρτυρος, ποὺ εἶναι τὸ ἄλλο πρόσωπο τῆς μαρτυρικῆς συλλογικῆς Ἐλευθερίας μας. Ναί, ὠρὲ ὀθνεῖοι ψιττακοὶ παιδαγωγές/οί! Ὁ τραυματισμένος κῶλος τοῦ Καραϊσκάκη κι ἡ μετέπειτα ἐθελόθυτη θυσία του (ναί, ναί, δυὸ φορὲς τὸ «θυσία»), αὐτὴ εἶναι μιὰ «μεγάλη ἀφήγηση», ἡ μόνη, ποὺ μποροῦν νὰ νοιώσουν καὶ νὰ διατηρήσουν ὡς «συνείδηση τῆς ἱστορίας», τὰ μικρὰ παιδιά, οἱ ὑπὸ ἐκκόλαψιν πολίτες/ες/ιδες/ισσες, (καὶ τοῦ κώλου τὰ ἑννῆμαρ…).
Καὶ ἀντ’ αὐτοῦ, ξενέρωτες φράσεις, ἀπρόσωπες, λυμφατικὲς καὶ ἑτοιμόρροπης ἀφασίας, τέτοιας ὑποθερμίας, ὥστε τὰ παιδιὰ νὰ σιχαθοῦν ὁριστικὰ τὴν Ἱστορία, τὸ Σχολεῖο, τοὺς δασκάλες-τὶς δασκάλους… Καὶ νὰ στραφοῦν, φυσικά, στὸν Ρόμποκοπ καὶ τὰ ἄλλα ἀμερικάνικα μποντυμπιλντεράδικα φασισταριά, ποὺ ναὶ μὲν δὲν εἶναι τόσο προοδευτικοί, ὅσο ἡ κυρία Ρεπούση καὶ οἱ σὺν αὐτῇ/ῷ/οῖς, ἀλλὰ εἶναι πιὸ ζωντανοί/ζωντανές/ζωντανά/ καὶ ἄι-σιχτίρ, ὅπως θὰ ξανάλεγε ὁ δικός σας Κεμὰλ Πασᾶς, μὴ Γενοκτόνος. (Γιὰ νὰ μὴν τὸ λέτε, ἔτσι θὰ ’ναι, ἐπιστήμονες/ες εἶστε… Γι’ αὐτὸ σᾶς διάλεξε τὸ Παιδαγωγικὸ Ἰνστιτοῦτο. Ἐμένα θὰ ’παιρνε; Ἤ, τὸν Γιανναρᾶ; Τὸν Ζιάκα; Τὸν Καραγιώργη; Τὸν Σιάσο; Τὸν Καραμπελιᾶ; Τἰ νὰ λέμε τώρα… Ἔχουμε περάσει σὲ ἀνώτερη μορφὴ Σύνθεσης: «οἱ Ἕλληνες συνωστίζονται στὴν ἀποβάθρα τῆς Σμύρνης», χωρὶς δελτία προτεραιότητος διὰ τὴν ἀφιξαναχώρησιν… Καὶ «συνωστίζονται», δὲν μαλακίζονται… Οἱ Ἕλληνες… καὶ πρὸ καὶ μετὰ τὴν 27ην Αὐγούστου 1922… Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς διαλάμψαντας Γνόντας τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου: αὐτοί, ἁπλῶς συνωστίζονται… δὲν ἀπέκτησαν, ἐγκύρως καὶ ἐγκαίρως, δελτίον ἐπιβιβάσεως ἡμετέρων: τοῦ σβέρκου τῶν παιδιῶν τῆς ΣΤ΄ τάξης τοῦ Δημοτικοῦ μας. Τωόντι, συναρπαστικὴ ἡ «ἀφήγησή» τους: «Μὲ τὴν ἔναρξη τοῦ Ἀγώνα ἀναγνωρίζεται ἡ μεγάλη σημασία τῆς ἐκπαίδευσης… Ἡ ὀργάνωση τῆς ἐκπαίδευσης ἀποτελεῖ θέμα συζήτησης… Ἀποφασίζεται ἐκπαίδευση καὶ γιὰ τὰ δύο φῦλα…» (σελ. 62)…
«ἀναγνωρίζεται… ἀποφασίζεται, ἀποτελεῖ θέμα…»: ἀπὸ ποιούς, ποῦ, πῶς, τί; Ἔλεος, μὲ τὴν λαγνεία σας τῶν ἀπροσώπων τῶν ἀφηρημένων ἀσαφειῶν σας! Ἔλεος, πιά! Τί θὰ συγκρατήσουν τὰ παιδιά, χωρὶς ἕνα ὄνομα, ἕνα Μνημειώδη καυγὰ («ἀποτελεῖ θέμα»), μιὰ ἀπελπισμένη ἀποκοτιά; («Εἶπα τότε, καὶ κράτησα τὸ μπουρλότο: -Κωνσταντή, σήμερα θὰ πεθάνεις…-) βρέ, δοκησίσοφοι, αὐτὰ μένουν στὰ παιδιά, ὤστε νὰ ἀποκτήσουν αὐτοσυνειδησία καὶ ἐπίγνωση τοῦ κόσμου, ποὺ τοὺς περιβάλλει, καὶ ὄχι τὰ δικά σας, τὰ ἀσαφῆ καὶ ξενέρωτα, «ἀναγνωρίζεται… ἀποφασίζεται».
«Ὁ Γ. Παπανδρέου… πρωθυπουργὸς τῆς ἐξόριστης Κυβέρνησης» καὶ τὰ μέλη τῆς «Κυβέρνησης τοῦ Βουνοῦ», (σελ. 114, 112)
Τί ὀλίσθημα αὐτό, γιὰ Ἐπαΐοντας/ας, Ἐμπειρογνώμονας/ας καὶ τὰ μάλα «προοδευτικάς/ούς»;
Ὁ Γ. Παπανδρέου ἀναγράφεται ὡς πρωθυπουργός, ἔτσι σκέτα, χωρὶς εἰσαγωγικά… Τῆς ἐξόριστης Κυβέρνησης στὴν Μέση Ἀνατολή, ἔτσι σκέτα, πάλι χωρὶς εἰσαγωγικά! Ἐνῶ, ἡ Κυβέρνηση τοῦ Βουνοῦ, αὐτὴ εἶναι ντεμὲκ Κυβέρνηση, κατὰ τοὺς Εἰδότας/ας! Ψεύτικη! Ἡ Κυβέρνηση τοῦ Βουνοῦ, ποὺ εἶχε ἀπελευθερώσει, μὲ τὸ Ἀντάρτικο, τὰ 7/10 τῶν Ἑλλήνων καὶ τὸ 95% τοῦ ἐδάφους τῆς Ἑλλάδας, αὐτὴ ἡ Κυβέρνηση τοῦ Βουνοῦ, ἡ μόνη Αὐθεντικὴ ποὺ εἴχαμε μετὰ τὴν Κλεφτουριὰ τοῦ ’21, αὐτή, μέσα σὲ εἰσαγωγικά! Τί λέτε, ρὲ καθυστερημένα κύμβαλα τοῦ Σκόμπυ!
Μάθημα λοιπόν, ἐπιστημολογικόν, πολιτικῆς ἐπιστήμης, πρὸς τοὺς Ἑπτὰ ἐπὶ Ἕκτην-τλήμονα Δημοτικοῦ: ἀπὸ ποῦ κι ὡς ποῦ ἦταν νόμιμος ὁ Γ. Παπανδρέου, τὸ ἀνδρείκελλον τῶν Ἄγγλων στὸ Κάϊρο; Κι αὐτὸς κι οἱ Τεταρτοαυγουστιανοὶ ὑπουργοί του; Τοῦ Γεωργίου τοῦ Β΄, τὰ τσιράκια; Δὲν τὸν ὤρκισε ὁ Γεώργιος Β΄; ( Ἐν ὀνόματί του…) Ὁ Γεώργιος Β΄, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ διέπραξε, μὲ τὸν ἐπαίσχυντο Ἰωάννη Μεταξᾶ, τὴν δικτατορία τῆς 4ης Αὐγούστου 1936, ἔπαψε ἢ μήπως δὲν ἔπαψε νὰ εἶναι νόμιμος, συνταγματικὸς βασιλιάς; Ἄρα; Ἄρα, κάθε διορισμὸς Κυβερνήσεως, μετὰ τὸ 1936, εἶναι ἐντελῶς παράνομος! Ὁ Γ. Παπανδρέου λοιπόν, ἀχυράνθρωπος τῶν Ἐγγλέζων καὶ διωρισμένος ἀπὸ τὸν πραξικοπηματία Γεώργιο Β΄, εἶναι ἐντελῶς παράνομος! Βάλε, λοιπόν, καὶ στὸν Γ. Παπανδρέου εἰσαγωγικά: γιὰ νὰ εἶσαι κατ’ ἐλάχιστον «ἐπιστήμων/ων»…
Ἐπιστημονικὴ ἐξήγηση τοῦ «ἐπιστημονικοῦ» λάθους τῶν Ἑπτὰ Σοφῶν/ων: ἐπειδὴ οἱ Ἑπτά, διωρίστηκαν ἐπὶ Πασοκοκρατίας, δὲν τούς/τὶς πήγαινε ἡ ἐπιστημονική τους/τις καρδιά, νὰ κακοκαρδίσουν τὰ Πασόκια καὶ νὰ βάλουν τὸν ἀχυράνθρωπο Γεώργιο Παπανδρέου ἐντὸς εἰσαγωγικῶν… Ἄρα: «Τί οὖν κελεύω; Τὰς προφάσεις ἀφελεῖν», καὶ «Cartago delenta est». Καὶ Καρχηδόνα μὲν δὲν ἔχουμε γιὰ νὰ τὴν καταστρέψουμε, ἀλλὰ στὴν ἀναβροχιὰ καλὸ εἶναι καὶ τὸ Παιδαγωγικὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀθηνῶν.
Αὐτὸ τὸ κείμενο εἶναι γραμμένο σὲ πολυτονικό. Διαβάστε τὴ μονοτονική του ἔκδοση.
|