Τὸ μετάλλιο τοῦ φεμινισμοῦ, τὸ μετάλλιο τῆς ἀνάγωγης ἀπρέπειας καὶ τὰ δύο μετάλλια τῆς ἀγυρτείας τους
Κώστας Ζουράρις
εἰδικὸς σύμβουλος τῆς «Μακεδονίας» καὶ τινῶν ἀκόμη
Ἀντίβαρο, Ίούλιος 2007
Ἡ ἔλλειψη παιδαγωγικοῦ ἕρματος, ἡ ὕπουλη πλύση ἐγκεφάλου καὶ ἡ τρισβάρβαρη πλαστογραφία τῆς ἀληθινῆς ἱστορίας, εἶναι τὸ παραληρηματικὸ τρίπτυχο, διὰ τοῦ ὁποίου ἡ βλιτάς-Ἱστορία τους γιὰ τὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ προσπαθεῖ νὰ ἀτιμάσει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ σερβίρει στὰ παιδάκια μας τὸν ἰδεολογικό της ἐαμερικανισμό. Ἔτσι κατορθώνει κρουνηδὸν ἀηδιαστικῶς τὰ ἑξῆς μικροπόνηρα βλακώδη της (πάντοτε, μὴν τὸ ξεχνοῦμε, τερατοπλαστουργώντας τὰ δωδεκάχρονα παιδιά μας). Τέτοιος εἶναι, γι’ αὐτὸν τὸν κοσμοπόλιταν συρφετό, ὁ «πολιτισμός» τους:
Α) Στὴν σελίδα 130 ὑπάρχει μία φωτογραφία, εὐμεγέθης, τῆς Βούλας Πατουλίδου, μὲ τὴν συνήθη διατύπωση: «Εἶναι ἡ πρώτη Ἑλληνίδα ποὺ κατακτᾶ χρυσὸ μετάλλιο». Ἀκριβῶς ἀπέναντι τῆς Πατουλίδου, στὴν σελίδα 131, ἔχουν μία φωτογραφία, στὸ ἓν τρίτο τῆς πρώτης, ποὺ εἰκονίζει τὴν Φανὴ Χαλκιᾶ νὰ ὑπερπηδᾶ, προπορευομένη, ἕνα ἐμπόδιο. Καλῶς; Ὄχι. Αἰσχρῶς! Γιατί; Διότι τὸ μειοδοτικὸ καὶ συμπλεγματικὸ τοῦτο παιδαγωγικὸ ἀστέρι τῆς κοσμοπόλιταν «Ἱστορίας» τους, ἐπιτυγχάνει τὴν μέγιστη ἀπρέπεια, νὰ μὴν ἀναφέρει τὸ ὄνομα τῆς χρυσῆς Ὀλυμπιονίκου Φανῆς Χαλκιᾶ! Ναί! Διαγραφὴ «ἐπιστημονικὴ» τοῦ ὀνόματός της! Γιατί, ἄραγε, αὐτὴ ἡ χοντράδα τῆς χοντρῆς ἀνεπιστημοσύνης τους; Ἁπλοῦν:
ἄλφα μικρόν: Μὲ τὴν περίπτωση τῆς Πατουλίδου, τὰ ἄξεστα νατοκεμαλικὰ σαΐνια ζοῦσαν μιὰ «ἀξεπέραστη», γιὰ τὸν δείκτη νοημοσύνης τους, «σύγκρουση»: ἀπ’ τὴν μιά, ναί, ἔπρεπε νὰ ἀναδείξουν τὴν κλειτοριδική τους ἐγρήγορση: ἐπιτέλους, ἡ πρώτη –δυστυχῶς- Ἑλληνίδα (κι αὐτὸ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ παραλείψουν, λόγῳ γελοιότητας: ἡ «πρώτη», τί;), γινόταν Ὀλυμπιονίκης… Πρώτη γυναίκα, ἄρα τὸ μεγενθύνουμε μὲ κλειτοριδικὴν ὀρθότητα… Ναί, ὁ κλειτοριδικὸς φεμινισμός τους εἶχε πιὰ τὸ «ἐν τούτῳ νίκα» του, ἀλλά, ἔλα ντέ, ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦσαν, ταυτοχρόνως, δύο δυσανάβατες «ἀγκυλώσεις» (ὅπως λένε συνήθως στὸ κενοσπούδαστο λεξιλόγιό τους): Πρῶτον, ἡ Πατουλίδου, σὲ μιὰ μοναδικὴ φωτοφάνεια τῆς συλλογικῆς μας εὐθυρρήμονος εὐεπείας, εἶχε πεῖ -ἀνεπανάληπτη καὶ ὑπεράχρονη Θεονύμφη μας- ἐκεῖνο τὸ «Γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ρὲ γαμῶ το»… Κι αὐτὴν τὴν θεοπνευστίας ἔκρηξη τῆς γλωσσικῆς μας ἰδιοφυΐας, ποὺ θὰ ἐνθουσίαζε ἐς ἀεὶ τὰ δωδεκάχρονά μας, αἱ-οἱ ξενέρωτες, τὸ ἀπέκρυψαν, ὡς εὐσεβίστριες τοῦ δυτικοῦ κατηχητικοῦ. Δεύτερον, μὲ αὐτὴν τὴν ἀπροσαύδητον αὐδήν, ἡ Πατουλίδου ἄφησε ἄναυδον ὅλον τὸν ἐκσυγχρονιστικὸ συρφετὸ τῆς ἐθνικῆς μεοδοσίας πού, ἐν ἀπελπισίᾳ ἀλλόφρων, ἔσκουζε γιὰ τὸν «ἐθνικισμὸ» τῆς πρώτης Ἑλληνίδας Ὀλυμπιονίκου.
Καὶ τρίτον, τὰ παιδαγωγικὰ αὐτὰ ἄξεστα εἶχαν «πρόβλημα» μὲ τὸ θηλυκὸ τῆς λέξης «Ὀλυμπιονίκης»! Ἔλα ντέ! Νὰ γράψουν ἡ «Πατουλίδου Ὀλυμπιονίκης» τοὺς φαινόταν μεγάλη ὑποχώρηση στὴν φαλλοκρατικῶς «σημαίνουσα δομὴ» τῆς γλώσσας μας! Ἀπαράδεκτον! Ἀπ’ τὴν ἄλλη, νὰ γράψουν: ἡ Πατουλίδου ἡ Ὀλυμπιονίκισσα (κάτι σὰν τὸ Πενταγιώτισσα), θὰ τοὺς ἔπαιρναν μὲ τὰ γιαούρτια… Μπρὸς γκρεμὸς καὶ πίσω ρέμα, λοιπόν, κι ἔτσι, τὰ ἀνεπιξέστως ἄξεστα ξεφτέρια τοῦ Παιδαγωγικοῦ Μπουρδιστάν, ὡς ἄπορα τῆς καθ’ ἡμᾶς Φιλοκαλίας, βρῆκαν «πόρον»: «Εἶναι ἡ πρώτη Ἑλληνίδα ποὺ κατακτᾶ χρυσὸ ὀλυμπιακὸ μετάλλιο»… Ἀποφεύγουμε ἔτσι τὴν λέξη «νίκη» (Ὀλυμπιο-νίκη), ποὺ δὲν πρέπει νὰ ταυτισθεῖ στὴν συνείδηση τῶν Ἑλληνοπαίδων, μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τοὺς Ἕλληνες… ( Ἠθικοπλαστικώτερο, κατ’ αὐτούς, γιὰ τὰ Ἑλληνόπουλα, τὸ «συνωστίζονται», ἀπὸ τὴν Νίκη τῶν Ἑλλήνων…).
βῆτα μικρόν: γιατί ὅμως, αὐτὴ ἡ ἀνεπίξεστος χοντράδα τους, ἡ ἀντιεπιστημονική, ἡ ἀντιδεοντολογική, ἡ τῆς ἀμερικανικῆς ἀρβύλας χωριατιά τους, νὰ μὴν ἀναφέρει, ἔστω καὶ ἀπὸ στοιχειῶδες κοσμοπόλιταν «savoir vivre», τὸ πανάξιον λόγου ὄνομα τῆς χρυσῆς Ὀλυμπιονίκου μας, Φανῆς Χαλκιᾶ; Ἐξ ἴσου ἁπλοῦν. Διότι:
Διότι, ἡ μνεία δύο πιὰ Ἑλληνίδων Ὀλυμπιονικῶν μας, ἐπωνύμως δέ, ἔστω καὶ ἂν κλειτοριδικῶς εἶναι ἕνα ἀντιφαλλοκρατικὸ politically correct, ἔε, αὐτὸ πιὰ εἶναι ἀπαράδεκτον! Γιατί; Διότι ἐνισχύει, ἔστω καὶ κλειτοριδικῶς ὀρθῶς, τὴν ἐθνικιστικὴ ροπὴ στὰ Ἑλληνόπουλα! Καὶ κινδυνεύει, τοιουτοτρόπως, τὸ κοσμοπόλιταν μειοδοτικὸν τῆς «παιδαγωγικῆς» μειονεξίας τῶν κυριοκυριῶν! Ποτὲ λοιπόν! Ἔξω ἡ ἀλήθεια, μέσα ἡ διὰ τῆς ἀποσιωπήσεως νοθεία! Ναί, στὴν διαγραφὴ τοῦ τιμημένου ὀνόματος, ναί, στὴν ἄτιμη πλαστογραφία τῆς ἀληθινῆς Ἱστορίας μας! Ποτὲ δύο ὀνόματα, ὀνοματισμένα, μαζί, γιὰ δύο Νῖκες ἑλληνικές… Τί σόι παιδιὰ θὰ μεγαλώσουμε; Ἑλληναράδες ἢ νατοκεμαλοραγιάδες;
Β) Τὰ δύο μετάλλια τῆς ἀγυρτείας πρὸς ἐξαπάτησιν τῶν ἀφελῶν δωδεκάχρονων θυμάτων τους…
Ἡ σουργελόμεικτη αὐτὴ βλιτάς-«Ἱστορία» ἀσχολεῖται σὲ τρεῖς σελίδες της (σσ. 130-132), καλῶς ἢ πολὺ κακῶς, ὅπως τεκμηριώσαμε, μὲ τὸν ἀθλητισμό. Ἔχει κακῶς. Κατορθώνει δὲ νὰ δώσει καὶ δύο φωτογραφίες, κλειτοριδικῶς ὀρθές (ἔστω καὶ ἂν ἡ μία, τῆς Φανῆς Χαλκιᾶ, εἶναι χονδροειδῶς ἀνάγωγη).
Ντάξει, λοιπόν… φεύγουμε ἀπὸ τὰ φαλλοκλειτοριδικά… Ἐρώτηση κρίσεως: ἀφοῦ ἡ βλιτὰς κόπτεται γιὰ τὴν «πνευματικὴ ζωή», περαίνουσα ὡς βλῆμα συνοικιακόν, «ὅτι ἡ τέχνη δὲν ἔχει σύνορα», τότε, γιατί τὸ βουλώνει, μουλωχτὴ καὶ θρασύδειλη, γιὰ τὰ μόνα δύο χρυσᾶ μετάλλια ποὺ πήραμε στὴν «πνευματικὴ ζωή»; Καὶ ποὺ ἔχουν διασυνοριακὴ καὶ ὑπερσυνοριακὴ πέραση, «χωρὶς σύνορα»; Γιατί, αὐτὴ ἡ ἀπαίδευτη συνοικιακὴ «Ἱστορία» φτάνει στὸ αἶσχος τὸ κατάπτυστον, νὰ μὴν ἀναφέρει στὸν «πολιτισμό» της οὔτε μία λέξη καὶ νὰ μὴν ἔχει οὔτε μία φωτογραφίτσα τοῦ Σεφέρη καὶ τοῦ Ἐλύτη;
Γιατί; Μά, ἁπλοῦν:
ἄλφα μικρόν: Τὰ ἱστορικοπαιδαγωγικὰ αὐτὰ σαΐνια, ποὺ συνέγραψαν τὸ κουρελούργημα τῆς «Ἱστορίας» τους, εἶναι ἀρκούντως δυσανάπτυκτα πνευματικῶς. Ἑπομένως, τὶ νὰ νοιώσουν ἀπὸ Σεφέρη καὶ Ἐλύτη; Τελεία.
«Γιὰ μᾶς εἶταν ἄλλο πρᾶγμα ὁ πόλεμος γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ / καὶ γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καθισμένη στὰ γόνατα τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ, / ποὺ εἶχε στὰ μάτια ψηφιδωτὸ τὸν καημὸ τῆς Ρωμιοσύνης…» (Γιῶργος Σεφέρης, «Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος μιλᾶ», Ἡμερολόγιο Καταστρώματος Γ΄).
«Γιὰ μᾶς»… Γιὰ μᾶς…
«Αὐτὰ, στὴν γλῶσσα τὴν δική μου. Ἄλλοι, ἄλλα, σ’ ἄλλες»… ( Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ρῆμα τὸ σκοτεινόν», Ἐλεγεῖα τῆς Ὀξώπετρας).
βῆτα μικρόν: Τὰ δύο βραβεῖα μας Νόμπελ τῆς λογοτεχνίας εἶναι, τουλάχιστον, ἰσόμοιρα μὲ τὰ δύο χρυσᾶ τῶν κοριτσιῶν μας στὸν ἀθλητισμό. Γιὰ τὰ ξενόπληκτα καὶ ξυνόπλεχτα μυαλά (;) τῆς συμμωρίας τους, ὅμως, τὰ δύο Νόμπελ τῆς �›ογοτεχνίας μας εἶναι διττῶς κακόμοιρα. Ἐλαττωματικά: πρῶτον, εἶναι καὶ οἱ δυό τους ἄντρες, ἄρα μετέχουν τοῦ φαλλοκρατικοῦ paradigme… Δεύτερον καὶ χείριστον, εἶναι ἀμφότεροι «Ἑλληναράδες»…Ἄρα, σιωπὴ θαλάμου Γκουαντανάμου καὶ γιὰ τοὺς δύο! Γιὰ τὰ παιδιά μας μένει ἡ λογοτεχνία τῆς σουφραζέτας*, αἱ Παρρὲν καὶ αἱ Μαρτινέγκου, ἄσχετα ἂν γιὰ τὰ Κρητικόπουλα, ἡ μόνη γνωστὴ Μαρτινέγκου εἶναι ἡ βενετσιάνικη ντάπια, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀναπαύεται, ἐλέγχοντας ὅλον τὸν Θεὸ τῆς Κρήτης του, ὁ μέγας Καζαντζάκης.
Τώρα, ἂν ἀκριβῶς σ’ αὐτὴν τὴν «ἑλληνικότητα», ποὺ γίνεται οὐκουμενικότητα, ἔδωσαν τὰ βραβεῖα Νόμπελ οἱ ξένοι, αὐτό, γιὰ τὰ ἡμέτερα συνοικιακὰ ἐπιστημονάρια, εἶναι ἀπολύτως ξένον… Ἡ «ἑλληνικότητα» τῶν Σεφέρη, Ἐλύτη, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Μόραλη, Θεοδωράκη, Χατζηδάκη, Πικιώνη, Θεοτοκᾶ, ναί: plus c’ est local et plus c’ est universel… Ναί, αὐτοὶ ὅλοι τους οἱ πιὸ κοσμοπολίτες Ἕλληνες καλλιτέχνες, ὑπῆρξαν παγκόσμιοι-οἰκουμενικοί, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἐξέφρασαν μὲ γνησιότητα τὴν αὐθεντικότητά τους. Τὸ χθόνιόν τους, τὸ ἐν τόπῳ καὶ χρόνῳ τους: τὴν Ἑτερότητά τους ὡς Οἰκουμενικότητα. Ἀλλά, ἄλλο «κουλὲρ λοκάλ»**, τύπου Σεφέρη-Ἐλύτη κι ἄλλο «κουλέρ λοκάλ», τύπου «Ἱστορίας» γιὰ τὴν ΣΤ΄ Δημοτικοῦ… Ἄρα, ὅπως πράττουν ὅλα τὰ ὁλοκληρωτικά, δυσώνυμα καθεστῶτα: οὔτε τὸ ὄνομα τοῦ Ἐλύτη! Στὸ Γκουντανάμο! Γιὰ τὰ δωδεκάχρονα παιδιά μας μένει ἡ «Ἱστορία» τῆς ρεπουσοβουλγκάτας, μὲ τὰ δυσώνυμα τῶν ἐπιλογῶν της καὶ τὰ ἀνώνυμα (;) τῶν πατρώνων της… Ἄφεριμ boss…
* Κάτι σὰν «roman de gare»…
** Couleur locale = τοπικὸ χρῶμα.
[Μακεδονία 20.05.2007]
|