Κατηγορίες άρθρων

 Η πάλη των γενεών στην Ελλάδα του 21ου αιώνα

Αρχική σελίδα
Εξωτ. πολιτική/ Διπλωματία
Εθνικά θέματα
Κοινωνία
Πολιτισμός
Θρησκεία
Διεθνή
Βιβλιογραφία/ Συνδέσεις
Εκδηλώσεις
Οπτικοακουστικό
υλικό
Δελτία
Ενημέρωσης
Ιστολόγιο
Αντίβαρου
ʼγρα γραπτών
Πρόσφατα κείμενα
Με χρονολογική σειρά.
Δελτίο ενημέρωσης!
Εγγραφή Διαγραφή
Συγγραφείς

Αθανάσιος Γιουσμάς
ʼθως Γ. Τσούτσος
ʼκης Καλαιτζίδης
Αλέξανδρος Γερμανός
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Αλέξανδρος Κούτσης
Αμαλία Ηλιάδη
Ανδρέας Σταλίδης
Ανδρέας Φαρμάκης
Ανδρέας Φιλίππου
Αντώνης Κ. Ανδρουλιδάκης
Αντώνης Λαμπίδης
Αντώνης Παυλίδης
Απόστολος Αλεξάνδρου
Απόστολος Αναγνώστου
Αριστείδης Καρατζάς
Αχιλλέας Αιμιλιανίδης
Βάιος Φασούλας
Βαν Κουφαδάκης
Βασίλης Γκατζούλης
Βασίλης Ζούκος
Βασίλης Κυρατζόπουλος
Βασίλης Πάνος
Βασίλης Στοιλόπουλος
Βασίλης Ν. Τριανταφυλλίδης
(Χάρρυ Κλυνν)
Βασίλης Φτωχόπουλος
Βένιος Αγελόπουλος
Βίας Λειβαδάς
Βλάσης Αγτζίδης
Γεράσιμος Παναγιωτάτος-Τζάκης
Γιάννης Διακογιάννης
Γιάννης Θεοφύλακτος
Γιάννης Παπαθανασόπουλος
Γιάννης Τζιουράς
Γιώργος Αλεξάνδρου
Γιώργος Βλαχόπουλος
Γιώργος Βοσκόπουλος
Γιώργος Βότσης
Γιώργος Κακαρελίδης
Γιώργος Καστρινάκης
Γιώργος Κεκαυμένος
Γιώργος Κεντάς
Γιώργος Κολοκοτρώνης
Γιώργος Κουτσογιάννης
Γιώργος Νεκτάριος Λόης
Γιώργος Μαρκάκης
Γιώργος Μάτσος
Γιώργος Παπαγιαννόπουλος
Γιώργος Σκουταρίδης
Γιώργος Τασιόπουλος
Γλαύκος Χρίστης
Δημήτρης Αλευρομάγειρος
Δημήτρης Γιαννόπουλος
Δημήτριος Δήμου
Δημήτρης Μηλιάδης
Δημήτριος Γερούκαλης
Δημήτριος Α. Μάος
Δημήτριος Νατσιός
Διαμαντής Μπασάντης
Διονύσης Κονταρίνης
Διονύσιος Καραχάλιος
Ειρήνη Στασινοπούλου
Ελένη Lang - Γρυπάρη
Ελευθερία Μαντζούκου
Ελευθέριος Λάριος
Ελλη Γρατσία Ιερομνήμων
Ηλίας Ηλιόπουλος
Θεόδωρος Μπατρακούλης
Θεόδωρος Ορέστης Γ. Σκαπινάκης
Θεοφάνης Μαλκίδης
Θύμιος Παπανικολάου
Θωμάς Δρίτσας
Ιωάννης Μιχαλόπουλος
Ιωάννης Χαραλαμπίδης
Ιωάννης Γερμανός
Κρίτων Σαλπιγκτής
Κυριάκος Κατσιμάνης
Κυριάκος Σ. Κολοβός
Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου Σταμπουλής
Κωνσταντίνος Ναλμπάντης
Κωνσταντίνος Ρωμανός
Κωνσταντίνος Χολέβας
Λαμπρινή Θωμά
Μαίρη Σακελλαροπούλου
Μανώλης Βασιλάκης
Μανώλης Εγγλέζος - Δεληγιαννάκης
Μάρκος Παπαευαγγέλου
Μάρω Σιδέρη
Μιλτιάδης Σ.
Μιχάλης Χαραλαμπίδης
Μιχάλης Κ. Γκιόκας
Νέστωρ Παταλιάκας
Νικόλαος Μάρτης
Νίκος Ζυγογιάννης
Νίκος Καλογερόπουλος Kaloy
Νίκος Λυγερός
Νίκος Παπανικολάου
Νίκος Σαραντάκης
Νίνα Γκατζούλη
Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας
Παναγιώτης Ανανιάδης
Παναγιώτης Ήφαιστος
Παναγιώτης Α. Καράμπελας
Παναγιώτης Καρτσωνάκης
Παναγιώτης Φαραντάκης
Παναγιώτης Χαρατζόπουλος
Πανίκος Ελευθερίου
Πάνος Ιωαννίδης
Πασχάλης Χριστοδούλου
Παύλος Βαταβάλης
Σοφία Οικονομίδου
Σπυριδούλα Γρ. Γκουβέρη
Σταύρος Σταυρίδης
Σταύρος Καρκαλέτσης
Στέλιος Θεοδούλου
Στέλιος Μυστακίδης
Στέλιος Πέτρου
Στέφανος Γοντικάκης
Σωτήριος Γεωργιάδης
Τάσος Κάρτας
Φαήλος Κρανιδιώτης
Φειδίας Μπουρλάς
Χρήστος Ανδρέου
Χρήστος Δημητριάδης
Χρήστος Κηπουρός
Χρήστος Κορκόβελος
Χρήστος Μυστιλιάδης
Χρήστος Σαρτζετάκης
Χριστιάνα Λούπα
Χρίστος Δαγρές
Χρίστος Δ. Κατσέτος
Χρύσανθος Λαζαρίδης
Χρύσανθος Σιχλιμοίρης
Gene Rossides
Marcus A. Templar

Επικοινωνία
Οι απόψεις σας είναι ευπρόσδεκτες!
 

 


Η πάλη των γενεών στην Ελλάδα του 21ου αιώνα

Ανδρέας Σταλίδης

Αντίβαρο, Μάιος 2006


Πώς θα απαντήσει κανείς στο ερώτημα πώς να περιγράψει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της κοινωνίας; Ένα δείγμα που να εκφράζει κάθε πτυχή της, να κάνει αισθητή την παρουσία του σε κάθε κοινωνική δραστηριότητα, και ταυτόχρονα να βρίσκεται κοντά στην κορυφή της πυραμίδας. Ένα δείγμα που θα αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά της, τη σφραγίδα της. Ποιος ο ρόλος αυτού του δείγματος στη διαμόρφωση και ιεράρχηση των κοινωνικών αξιών σήμερα;

Σήμερα, στις παρυφές του 21ου αιώνα, η Ελλάδα αναδύει την εικόνα που συνθέτει η λεγόμενη \"Γενιά του Πολυτεχνείου\". Τα μέλη αυτής της γενιάς βρίσκονται στις κρίσιμες εκείνες ηλικίες, ώστες να στελεχώνουν σήμερα ως υψηλά στελέχη τις θέσεις κλειδιά στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, χαράσσουν τη γραμμή στον τύπο, καθρεφτίζουν μέσω των γραμμάτων και των τεχνών τις αξίες, τα ήθη και τα έθιμα της κοινωνίας, διαμορφώνουν το εκπαιδευτικό σύστημα των επόμενων γενεών και μεταδίδουν τη γνώση και την εμπειρία τους, κατέχουν την αποφασιστικής σημασίας εξουσία να συνιστούν το δείγμα της κοινωνίας, το μείγμα που εκφράζει με τον πιο αξιόπιστα δυνατό τρόπο το σύνολό της. Αυτή η γενιά είναι που παρέλαβε από την προηγούμενη τα ηνία της κοινωνίας και εδώ και αρκετά χρόνια γαλουχεί ήδη την επόμενη.

Το Πολυτεχνείο μέσα από τις κωδικοποιήσεις και τη σημειολογία της γενιάς που γέννησε, την οποία επέβαλλε σε όλα τα μέτωπα και σε όλες τις διαστάσεις, κατάφερε να αναχθεί σε «άυλο Σύνταγμα» της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Υπέρτατος κριτής των πάντων: κατώφλι κοινωνικής και πολιτικής καταξίωσης κατέστη ο αντιδικτατορικός αγώνας, ενώ παράλληλα παρθενικό βέλος για τη δημόσια κατακραυγή κάθε παροδικού ή μόνιμου «αντιπάλου» της αποτελούν οι καταγγελίες για -- υπαρκτές ή ανύπαρκτες -- σχέσεις με τη χούντα των Συνταγματαρχών.

Βέβαια, όταν μιλάμε για τη γενιά του Πολυτεχνείου, δεν περιοριζόμαστε μόνο στον αριστερό «χώρο» και τις αναζητήσεις του τη δεκαετία του 1970, αναφερόμαστε γενικότερα στην ομάδα ηλικιών, οι πολιτικές προσλαμβάνουσες παρουσίες και τα κοινωνικά ήθη της οποίας χαράχθηκαν εν πολλοίς τη συγκεκριμένη περίοδο της σύγχρονης νεοελληνικής ιστορίας.

Η γενιά αυτή λοιπόν μπήκε λίγο αργότερα στο πολιτικό παιχνίδι με τον πήχη των προσδοκιών πάρα πολύ ψηλά. Εμφανίστηκε με τις δάφνες της ανατροπής ενός αντιδημοκρατικού καθεστώτος, κάτι που κατοχύρωσε στον εαυτό της ως κατόρθωμα ανεπανάληπτο. Συνέχισε στη νεότητά της με ανοιχτό εσωτερικό διάλογο, γόνιμες πράγματι αναζητήσεις, έκδοση περιοδικών και βιβλίων, οργάνωθηκε σε κινήματα και πολιτικούς φορείς, εξέφραζε νηφάλια την άποψή της και καλλιεργούσε τον διάλογο. Στο εσωτερικό της μέτωπο πάντα, διότι -- αρχικά -- ήταν ξεκομένη ιδεολογικά από την καθημερινή και άμεση πολιτική πρακτική, οπότε οι ουσιαστικά αντίθετες απόψεις ήταν απλώς απούσες, και μάλιστα σε μακροσκοπικό επίπεδο: ήταν απούσες και στην κοινωνία γενικότερα. Έτσι διεύρυνε σταδιακά την επιρροή της και άρχισε να αλώνει τις κοινωνικές διεργασίες. Κατέληξε δε, μοιραία, να μπει δυναμικά και στο παιχνίδι της εξουσίας απαρτίζοντας αυτό που στην αρχή του άρθρου χαρακτηρίστηκε ως η ραχοκοκαλιά της σημερινής κοινωνίας, το μελάνι της σφραγίδας της.

Με αυτά στο νου, γίνεται σαφές ότι η νεοελληνική πραγματικότητα και καθημερινότητα είναι σήμερα προϊόντα αυτής της κουλτούρας. Είναι όμως η αντάξια των προσδοκιών που η ίδια η γενιά αυτή έπλεξε; Πόσο προσπάθησε πραγματικά να κάνει αυτό που «ονειρευόταν από μικρή», δηλαδή, την «επανάσταση από μέσα»; Πόσο εύκολα ή πόσο φθηνά ενέδωσε στη γλύκα της εξουσίας; Πόσο μετάλλαξε τις πολιτικές της ανησυχίες και αρκέστηκε στις αναφορές που εισέπραξε στις κοσμικές στήλες; Πόσα, κατάφερε να πετύχει από όσα η ίδια στόχευε πριν 30 χρόνια όταν από τη φάση που μπουσουλούσε, ενηλκιώθηκε μέσα σε μία ημέρα ανδρώνοντας το ανάστημά της στα μεγαθήρια; Μήπως τελικά ανέστρεψε τους όρους και εφάρμοσε τα δικτατορικά της απωθημένα στους μετέπειτα αντιπάλους της;

Όποιος μπορεί και διατηρεί στη σημερινή εποχή μία ελάχιστη δύναμη ενεργής παρατήρησης των κοινωνικών διεργασιών, δεν μπορεί παρά να απογοητεύεται από τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Χωρίς πρόθεση παράβλεψης των όποιων θετικών συντελέστηκαν στην Ελλάδα σε όλους τους τομείς αυτήν την περίοδο και χωρίς ίχνος υποτίμησης του γεγονότος ότι πρόκειται για μία διαφορετική εποχή, πράγμα που ενδεχομένως καθιστά τις συγκρίσεις άστοχες, ποιος δε βλέπει παντού γύρω του τα σημάδια της έντονης παρακμής; Σημάδια μιας βαθειάς κρίσης, που ριζώνει. Υποταγή στα «φαινόμενα», αδιαφορία για τα ουσιώδη, έμφαση στην «τέχνη της επικοινωνίας», δηλαδή του στυγνού εξωραισμού, διαπλοκή πολυεπίπεδων συμφερόντων, απώγειο κοινωνικής υποκρισίας, φθηνό αλισβερίσι της ονειρικής ουτοπίας με τη νοοτροπία «πάρε μία θέση γιατί σου \'αξίζει\'», αναγωγή των πελατειακών σχέσεων πολίτη και εκπροσώπου σε υπέρτατη αξία και πολιτικό κίνητρο, επικράτηση καταναλωτικής μανίας με παράλληλη (και καθόλου τυχαία) υπερεξάπλωση της ιδιωτείας κλπ. Ανοίγεις την τηλεόραση, που η κατάχρησή της μας οδήγησε τελικά -- εντελώς αντιδημοκρατικά και εν δυνάμει επικίνδυνα -- στο να αναβαθμίζουμε εξωθεσμικούς παράγοντες σε ανώτατους λειτουργούς της χώρας και τιμητές των πάντων, και νιώθεις αηδία.

Αυτή λοιπόν τη μαυρίλα παραλαμβάνει η επόμενη γενιά. Ίσως εξαντλεί την αυστηρότητά της, αλλά δεν παύει, παρά τις όποιες θετικές εξελίξεις, να θεωρεί τη διαχείριση της κοινωνικής εξουσίας τα τελευταία 30 χρόνια αποτυχημένη. Δε θα είχαν λόγο ύπαρξης αυτές οι σκληρές κουβέντες, εάν τα κριτήρια και ο πήχης της επιτυχίας δεν είχαν τεθεί εξαρχής τόσο ψηλά από την προηγούμενη.

Η επόμενη γενιά, χωρίς δάφνες στο ενεργητικό της, ενηλικιώθηκε μέσα στην ξηρασία του κομματισμού. Μεγάλωσε σε περίοδο δραστικών διεθνών εξελίξεων όπου παρακολουθεί τα γεγονότα ανήμπορη για οτιδήποτε (έχοντας μάλιστα και την ταμπέλα της «πλέον απολίτικης γενιάς» από τους μεγαλύτερους), ουσιαστικά δεν δημιούργησε καθόλου προσδοκίες. Ίσως όμως αυτό να το στρέψει υπέρ της. Τώρα που βρίσκεται στην αυγή της ωρίμανσής της, επιχειρεί αρχικά να καταγράψει τη σημερινή κατάσταση. Έχει ήδη αντιληφθεί ότι το πρότυπο της υποκρισίας/αναξιοκρατίας δεν είναι βιώσιμο. Το μεγάλο της στοίχημα είναι να απορρίψει συνολικά το μοντέλο του πολιτεύεσθαι -- με την ευρεία έννοια της λέξης.

Μία καλή αρχή είναι το ότι σιγά σιγά αποκτά την αίσθηση ότι η απάντηση στον σαρωτικό έλεγχο όλων των κυρίαρχων και μαζικών τρόπων πρόσβασης στη σκέψη των πολιτών από μία μόνο κάστα ανθρώπων, είναι οι νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο. Και ασφαλώς η προσπάθεια έκφρασης και η απόκτηση λόγου. Η ανάδειξη προσωπικών διαδυκτιακών τόπων και ιστολογίων (blogs) κριτικής των «κοινών» είναι εντυπωσιακή: η αύξηση ραγδαία. Η σαπίλα που συναντά καθημερινά όταν έρχεται αντιμέτωπη με το απρόσωπο κράτος και τους μηχανισμούς του μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μία πρόκληση και αναθεώρηση παγιωμένων «αληθειών». Ακόμα και η φαινόμενη αδιαφορία για τα κοινά, που προήλθε από την αποστροφή και την απαξίωση του σάπιου και όχι από αυθεντικό ατομικισμό, γονιμοποιείται αργά σε ενδιαφέρον για το πώς είναι δυνατόν να είναι τόσο σαθρά τα πράγματα. Επίσης, όποιος παρακολουθεί προσεκτικά τις κινήσεις της βλέπει ολοκάθαρα ότι επιχειρεί να οργανωθεί σε συλλόγους, προσπαθώντας έτσι να υπερνικήσει την έλλειψη επικοινωνίας. Τέλος, ως ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα, η περιέργεια για το πολυτονικό σύστημα που εν πολλοίς δεν το διδάχτηκε καθόλου ή στην καλύτερη περίπτωση (όπως του γράφοντος) το διδάχτηκε μόνο κατά τα πρώτα χρόνια του Δημοτικού σχολείου, τονώνεται διαρκώς. Όποιον εκδοτικό οίκο και αν ρωτήσει κανείς θα διαπιστώσει την αργή αλλά σταθερή αύξηση εκδόσεων στο πολυτονικό σύστημα. Η άποψη επί αυτού του θέματος του Χρ. Γιανναρά ότι «η έκπτωση από υψηλότερο σε χαμηλότερο επίπεδο πολιτισμού δεν αντιστρέφεται» φαντάζει στην επόμενη γενιά σήμερα απλώς απαισιόδοξη, δηλαδή άξια να την πολεμήσει κανείς. Όχι ρεαλιστική και ακατανίκητη. ʼσχετα από το αν εμπεριέχει εμπειρία και σοφή κρίση.

ʼρα, η πρώτη ύλη λοιπόν, ο σπόρος, υπάρχει. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε να αποφέρει καρπούς. Το παρόν κείμενο δεν εκφράζει την προσδοκία για μία σωτηρία εκ του από μηχανοής θεού, απλώς την ελπίδα για κάτι καλύτερο. Χωρίς αυτήν δε γίνεται τίποτα. Τουλάχιστον την ελπίδα δεν μπόρεσε η πάλη αυτή των γενεών να την συντρίψει.

Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.

http://www.antibaro.gr