ʼγριες νύχτες στο Παγκράτι...
Νίκος Σταθόπουλος
Αντίβαρο, Δεκέμβριος 2007
Πέρα από τους συνήθεις κανιβαλισμούς της τηλεοπτικής χειραγώγησης και τη ρουτίνα των τετριμμένων κοινωνιολογισμών, υπάρχουν τα ανθεκτικά «αινίγματα» της ανθρώπινης ενέργειας που συμπιέζεται και «ψάχνεται» για το μπαμ ! Και το πιο ωραίο σ αυτές τις εκρήξεις είναι η αμηχανία των «ειδικών», η μετά βίας αναχαιτιζόμενη «οργή» τους για την «παρέκκλιση» που χαλάει την ιδεολογική τους φιέστα. Οι βανδαλισμοί στις μαθητικές καταλήψεις στο Παγκράτι ξανάφεραν στιγμιαία στο φως το βρόμικο μούτρο της «εκσυγχρονισμένης Ελλάδας», τη ζοφερή όψη μιας «ανυποψίαστης» καθημερινότητας που αγκομαχά στους «ρυθμούς των Χριστουγέννων». Η «προοδευτική» διανόηση(και, μάλιστα, αυτή που πρωτοπορεί σε σύγχρονους προβληματισμούς περί «αντιπαγκοσμιοποιητικού πατριωτισμού») ενεργοποίησε την αόμματη κρίση της και αποφάνθηκε-πάλι..-ότι για όλα αυτά ευθύνεται ο «περιρρέων μηδενισμός» συνδυασμένος επικίνδυνα, αυτή τη φορά, με τη δυναμική της λεγόμενης «πολυπολιτισμικότητας»(υπήρξε και πρωτοσέλιδο άρθρο όπου γινόταν λόγος για «χουλιγκάνικη εκτόνωση σαλταρισμένων νεολαίων και στο φόντο οι βαλκανικοί αλυτρωτισμοί
»). Μια «υποψιασμένη» μετάφραση αυτών των-αναχρονιστικής αριστεροσύνης-«αναλύσεων», θα έδινε το νόημα της καφενειακής συνωμοσιολογίας που ρίχνει στο ίδιο τσουβάλι τους «ξένους», τους «αναρχικούς» και τους «πράκτορες» ! Και, βέβαια, αυτές οι τυποποιημένες και παμπάλαιες σχηματοποιήσεις εκπορεύονται από μια πολιτική κουλτούρα & ηθική που τόσα χρόνια θυμιατίζει την «παράδοση λεβεντιάς» των Κρητικών(για να μη χαθούν τα ψηφαλάκια, βεβαίως βεβαίως..) και τώρα μαζεύει τα κουρέλια της από την καρότσα ενός αγροτικού στα Ζωνιανά. Η αλήθεια, αλλά και η διαύγεια της σκέψης, ποτέ δεν ήταν το καύχημα της εγχώριας πολιτικής τάξης ! Εκρηξη νεολαιίστικου μηδενισμού στο Παγκράτι ! Σε μια σχολική εγκατάσταση που φιλοξενεί σε λίγα τετραγωνικά χίλιους μαθητές. Με ένα εκπαιδευτικό σύστημα που βασίζεται στην ηθική της εργασίας, στο σύστημα της βιομηχανικής παραγωγής, στο πνεύμα του ανταγωνισμού και στην τυποποίηση της καταναλωτικής αυταπάτης. Με ένα κοινωνικό περιβάλλον που συνέχεται από την ανασφάλεια μέσα σε συνθήκες άγριας καπιταλιστικής επίθεσης και από τη σύγχυση χωρίς καμιά ηθική και φιλοσοφική σταθερά. Με ένα πολιτικό σύστημα που ψευδολογεί ασύστολα και αντιμετωπίζει τις όποιες εθνικές κρίσεις και αδυναμίες με τη ραγιάδικη και ψοφοδεή λογική της εκποίησης και της παραχώρησης. Σε ένα τέτοιο θερμοκήπιο παρακμής και ξεφτίλας, πόσο «εύκολος» είσαι για να αμολύσεις την παρόλα περί «μηδενισμού»(που, όντως, περιέχεται στο γεγονός) και όχι να «βάλεις το δάχτυλο στις πληγές» βλέποντας σ αυτόν το μηδενισμό μια αντεστραμμένη ευαισθησία ; Ως πότε οι πολιτικάντηδες του γηραλέου «αριστερισμού» και της προϊστορικής «εθνικοφροσύνης» θα στρεβλώνουν ανενόχλητοι τις παραστάσεις του αληθινού «είναι» μας ; Σ έναν τοίχο του «βανδαλισμένου» σχολείου ήταν γραμμένη η φράση «η αγάπη πέθανε»( στα αγγλικά-LOVE IS DEAD). Εγώ τουλάχιστον σοκαρίστηκα από την ένταση οδύνης που περιέχει αυτός ο νεανικός κυνισμός. Γιατί, βέβαια, σ αυτή την «απόφανση» κρύβεται ο γενικευμένος απανθρωπισμός του ανθρώπου, ο υποβιβασμός της ύπαρξης στο επίπεδο μιας μηχανοποιημένης εγωπάθειας που εκμοντερνίζει την εξουσία των ενστίκτων. Η «ροπή προς το μηδέν» είναι υπόθεση της «ελεύθερης βούλησης» μόνο εντός της ιστορίας : δηλ. υπό την επιρροή των ρητών και υπαινικτικών κοινωνικών παραγγελμάτων. Ποιος «σκότωσε» την αγάπη ; Τι ζητούν τώρα από τους νέους οι αυτάρεσκοι γραφιάδες των πιο απομυθοποιημένων «παραδείσων» ; Οι μεγαλόστομοι «κράχτες» ιδεολογικών «αγκαλιών» που αποδείχθηκαν δεσμωτήρια και εργαστήρια υπηκοοποίησης. Ποιος «πατριωτισμός» θα πείσει, όταν οι «αντιπρόσωποι του Εθνους»-με διαφορές δεκαετιών και κομματικής ταμπέλας- έλεγαν «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας» και «Ευχαριστώ τους Αμερικάνους»; Ποιος «σοσιαλισμός» θα συγκινήσει και θα εμπνεύσει, όταν οι χτεσινοί «διεθνιστές» γίνονται σημερινοί «υπερπατριώτες» και όταν η σχέση των «ιδεών της χειραφέτησης» με την κοινωνία παραμένει σχέση «κομματικής γραμμής» και φατριαστικών διαιρέσεων ; Οι σοβαροφανείς καθοδηγητάδες αυτού του τόπου ποτέ δεν αξιώθηκαν μια τίμια αυτοκριτική. Κι αν για τους αργυρώνητους «διανοούμενους» του «κατεστημένου» τα πράγματα είναι σαφή και προφανή, για τους «άλλους» είναι από παράδοξα έως εξοργιστικά. Αυτοί οι «άλλοι» είναι το πρόβλημα ! Που βομβαρδίζουν τη νεανική αμηχανία με την αμετανόητη παντογνωσία του λεκτικού τους φορμαλισμού. Γιατί αν οι «παραβατικοί» νέοι μιας κατ εξοχήν παραβατικής εποχής απλά και ασυνείδητα καταφάσκουν το λούκι της αλλοτρίωσης, η ρίζα της τραγωδίας τους βρίσκεται στην ανυποληψία των εργολάβων της κοινής σωτηρίας. «Εργολάβοι» - του ανακαινισμένου συντηρητισμού : που «αγανακτούν» με τις καμμένες σημαίες και την περιφρόνηση των παρελάσεων, χωρίς τη στοιχειώδη ικανότητα να επαναφορτίσουν με ελκυστική αίγλη μια σημειολογία απάτης και χειραγώγησης. Γιατί, βέβαια, η ματωμένη σημαία που προπορεύεται της Πορείας κάθε Νοέμβρη, μοιάζει-στα μάτια των νέων-σαν το ιπτάμενο χαλί της εξουσίας που πάνω του στρογγυλοκάθονται ο Λαλιώτης και η Δαμανάκη ! Κανένα κάστρο δεν εκπορθείται, πριν πέσει πρώτα από μέσα. Κι αυτό το «κάστρο» έχουν βαλθεί να το.. «πέσουν από μέσα» οι εκμοντερνισμένοι νεοεθνικόφρονες του Leonidas και οι αναπαλαιωμένοι νεοπατριώτες μιας συγχυσμένης μετααριστερής Ελλαδολογίας. Κάτι ουσιαστικό, βρε παιδιά ! Κάτι που να κόβει τους δεσμούς με τον πιο τσαρλατάνικο «πατριωτισμό» και να επανορίζει την πατρίδα στο φόντο μιας γενικής κοινωνικής και πνευματικής υπέρβασης. Κι από δίπλα(το αναγκαίο συμπλήρωμα αυτής της σχέσης) οι «Εργολάβοι»-του μπάτε σκύλοι αλέστε κοσμοπολιτισμού : που «γουστάρουν» τα πυρπολημένα εθνικά σύμβολα και πατρονάρουν κάθε «αμφισβήτηση» η οποία-συμπτωματικά(!)-επιτείνει το πνευματικό κλίμα της απροσδιοριστίας, του ενστικτισμού και της «αναβράζουσας παθητικότητας». Αυτοί οι «άνετοι» του πιο χαροκαμένου «μεταμοντέρνου» είναι εξαίσια γραφικοί μέσα στην «κατανόηση» που επιδεικνύουν «για τα νιάτα» : αφιονίζονται, σα γνήσιοι δερβίσηδες της «προόδου», όταν και μόνο ακούγονται οι λέξεις θρησκεία, πατρίδα, κλπ, αλλά επικαλούνται το «πνεύμα της διαφορετικότητας και της ποικιλίας», όταν επικρίνεται ο εγγενής ρατσισμός των ΗΠΑ ή όταν γίνεται μια συστηματοποιημένη κριτική της παγκοσμιοποιητικής λαίλαπας. Μα είναι τόσο ερασιτέχνες στην καθεστωτική τους βλακεία, ώστε δεν τηρούν καν τα προσχήματα : σαπίζουν φαντασμαγορικά στις «μοντέρνες» προκαταλήψεις τους, ξοδεύοντας τόνους εγκωμίων και για τον πιο τυχάρπαστο χουλιγκάνο, ενώ δε βρίσκουν ούτε μια καλή κουβέντα για τα παιδιά που επιμένουν στον ευλογημένο «συντηρητισμό» του φιλότιμου, της μάθησης, των ιδανικών. Είναι οι ίδιες καρικατούρες «προοδευτικών γραφιάδων», που έχουν πολλά να ρητορέψουν για τα-αδιαμφισβήτητα-δικαιώματα του κάθε τσαντάκια, αλλά «περνάνε στο ντούκου» τη συμφορά του θύματος που π.χ. στερείται τη σύνταξή του. Παγκράτι, Μυλοπόταμος
Ελλάδα 2008 μ.Χ. Το λυκόφως μιας αυταπάτης, που δίνει την ευκαιρία στα ποικιλώνυμα think tank της ιθαγενούς αλλοτρίωσης να μοντάρουν τις νέες χειραγωγήσεις. Να παραμένει ανεκπλήρωτη η υποθήκη του Δ. Σολωμού(«το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό, τι είναι αληθινό») και να παραμένει οδυνηρά επίκαιρη η προειδοποίηση του αποσυνάγωγου Μ. Κατσαρού-«ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν». Μας έχουν βάλει στη μέση οι ποιητές και μας πετροβολούν ! Κι εμείς συνεχίζουμε «τα ίδια Παντελάκη μου τα ίδια Παντελή μου», να ζητάμε «αναγέννηση» από τα ξεφτίδια των παραποιημένων παραδόσεων και «πρόοδο» από τα απόνερα τρικυμιών μιας ξένης κουλτούρας. Αν δε μπορείς «να δώσεις νόημα» σε έναν άνθρωπο, τότε σου μένουν τρεις δρόμοι : να τον καταστείλεις, να τον κρίνεις, να τον παρατήσεις. Ο τρίτος δρόμος ίσως και να είναι ο δρόμος της τιμής, αν, βέβαια, με το «παρατώ» εννοήσουμε το αποσύρομαι λόγω ανικανότητας και ξανακοιτάω τη στραβομάρα μου. Είναι αποδεδειγμένο ότι η σιωπή πολλές φορές είναι καταλυτικότερη από κάθε καρεκλορητορεία. Δυστυχώς, τόσο γενικά όσο ειδικότερα σε «επαρχιώτικες» κοινωνίες όπως η δική μας, οι «πνευματικές ηγεσίες» λειτουργούν με το σύμπλεγμα της εξουσια-στικής υποκατάστασης : λανθάνει μια επικίνδυνη έλξη προς τον ηγεμονιστικό Πλατωνικό αριστοκρατισμό ! Και την ίδια ώρα, πάντα η ζωή ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Ο παραδοσιακός μαρξισμός, άλλωστε, ανέκαθεν επιδιδόταν στο ασφαλές χόμπι των εκ των υστέρων «αναλύσεων» και «αυτο-δικαιώσεων». Και τι σημαίνει «δίνω νόημα» ; Υπάρχει, τάχα, κάποιο «ιδεολογικό ντελίβερι» ; Θεός φυλάξοι ! Σημαίνει να αποδεικνύω, με τη ζωή, τις επιλογές και την πράξη μου, την «ανώτερη» ποιότητα ενός διαφορετικού συστήματος αξιών. Και σημαίνει, παράλληλα, να δείχνω, με τις ιδέες μου, ότι και βούλομαι και δύναμαι να συνεισφέρω στην ανανέωση της ζωής. Η ουσία της ζωής δεν βρίσκεται στους θεσμούς και τα συστήματα, στις έννοιες και τα σχήματα : αυτά, κατά κανόνα, εκφράζουν τη δύναμη της αδράνειας και το σύνδρομο της ελεγκτικής στασιμότητας. Η ουσία της ζωής βρίσκεται στις σχέσεις : η δική τους δυναμική προσδιορίζει το γενικό ποιόν του κοινωνικού υπαρκτού. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι να υπάρξει μια δημιουργική παρέμβαση στις σχέσεις · κι εδώ ακριβώς διαχωρίζονται οι αυθέντες από τους ελεύθερους. Οι πρώτοι κηδεμονεύουν και παραγγέλλουν- βλέπουν τη σχέση σαν «εμείς» κι «αυτοί». Οι δεύτεροι κάνουν «όργανο» της αλλαγής τη δική τους μεταμόρφωση-βλέπουν τη σχέση σαν κοινότητα εμπειρίας και δημιουργίας. Το Παγκράτι πιστοποιεί τη συντελεσμένη διάρρηξη των σχέσεων, χωρίς επιλεκτική διανομή ευθύνης. Ωστόσο, η αραχνιασμένη «μηδενολογία» απλά ξαναστήνει τα προσφιλή χαρακώματα των αυθεντιών. Το τροπάριο είναι τόσο παλιό όσο και η ανθρώπινη σύγχυση : πάντα υπάρχει ένας «καταχθόνιος δαίμονας» που αλώνει κάποιες ευάλωτες ψυχές και τις κάνει πειθήνια όργανά του. Το «έθνος που κινδυνεύει» είναι ένα συγκεκριμένο έθνος-ιδέα που βαρύνεται με ασυγχώρητες αμαρτίες μιας ανυπόληπτης πολιτικής τάξης(όλων των κομματικών αποχρώσεων). Η «νεολαία που ασφυκτιά» είναι μια συγκεκριμένη μάζα τηλεκατευθυνόμενων αρνητών της δημιουργικής κοινωνικότητας και απεγνωσμένων φιλόδοξων «τρυγητών» της καταναλωτικής αυταπάτης. Πίσω, όμως, από κάθε διαπιστωτικό κλισέ, υπάρχει το προκλητικό χάος της παραμορφωμένης αλήθειας. Οσο υστερικός είναι ο σπασμωδικός ρομαντισμός της «επιστροφής», άλλο τόσο υπαλληλικός είναι ο πολυσυλλεκτικός λαϊκισμός του «εκσυγχρονισμού». Και οι δύο αναπαράγουν την τυραννία του φορμαλισμού, τραβώντας την ουρά τους απ έξω. Ο φετιχισμός της Παράδοσης(ένα θεωρητικίστικο UFO εξοπλισμένο με μπόλικη παραδοσιακή τρομοκρατία) και η μηδενιστική ειδωλολατρία του Μοντέρνου(ένας παρδαλός εμπειρισμός τόσο πιο ελκυστικός όσο πιο επιτηδευμένα ασυνάρτητος και «γεμάτος κατανόηση») απειλούν τα καινούρια «όνειρα και θαύματα» που κυοφορούνται σ αυτή τη μαγική ιστορική στιγμή της τρομερής επίθεσης στον Ανθρωπο. Απαιτείται ένας ανατρεπτικός διάλογος, που θα ξεκινά από την πίστη αλλά θα φτύνει κατάμουτρα κάθε αυτονόητο. Μπορούμε να ριζοσπαστικοποιήσουμε το «συντηρητισμό» ; Αχαρναί Δεκέμβριος 2007
|