Παιδεία: ποιος φταίει; «φταίει το κεφάλι το κακό μας»
Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος-Θεολόγος
Αντίβαρο, Σεπτέμβριος 2006
Λες και ανακάλυψαν την Αμερική, άρχισαν τα υποκριτικά στηθοκοπήματα και οι δημαγωγικές κορόνες για την αποτυχία των μισών υποψηφίων για τα ΑΕΙ να πιάσουν την περιβόητη «βάση». Ποιος φταίει; «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας:/ Φταίει ο Θεός που μας μισεί!/ Φταίει το κεφάλι το κακό μας», όπως θα έλεγε και ο Βάρναλης, στο εξαίσιο ποίημά του «οι μοιραίοι». Όσοι χωρίς παρωπίδες και ιδεοληψίες βλέπουν καθαρά τα πράγματα στην εκπαίδευση, συγκλίνουν σε μια και μόνη γνωμάτευση για την εκπαιδευτική μας κακοδαιμονία: η κακώς εννοούμενη προοδευτικότητα. «Εν ονόματι κάποιου νεφελώδους προοδευτισμού και αβασάνιστου εξευρωπαϊσμού, καταστρέψαμε αδίστακτα τις εθνικές μας ρίζες, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι κατ αυτό τον τρόπο ο ίδιος ο σκοπός μας δεν προάγεται, εφ όσον ούτε να αφομοιωθούμε είναι δυνατόν ούτε να αφομοιώσουμε, εάν δεν είμαστε τίποτε». (Στ. Ράμφος, «Κυριακοδρόμιο», εκδ. Κέδρος, σελ. 25).
Το λάθος έγινε όταν πίστεψαν οι εκάστοτε ιθύνοντες ότι μπορεί ο Έλληνας να αλλάξει, αν συμμορφωθεί εξωτερικά με κάποια ξένα πρότυπα. Στένεψαν τα όρια της παιδείας, τής φόρεσαν με το στανιό το κουστούμι του εξευρωπαϊσμού και όλοι καθησύχασαν. Ωσάν να υπήρχε αυτόματος πιλότος, όλοι ανέμεναν την ημέρα που θα «κατακλιθώμεν Ρωμιοί και θα εγερθώμεν Ευρωπαίοι». Εις μάτην. «Την περίμεναν κι όλο κίναε για να ρθη κι όλο συντρίμμι χάνονταν στο γύρισμα των κύκλων» (Παλαμάς). Δεν ήλθε η ποθούμενη μεταμόρφωση, φτάσαμε σ έναν σχιζοφρενικό τύπο ανθρώπου, ο οποίος δεν έχει που την κεφαλήν κλίνη.
Έμεινε άγευστος από την παράδοσή του την υπέρογκη, οικουμενικής εμβέλειας κληρονομιά μας - ο εξευρωπαϊσμός τον άφησε ασυγκίνητο. Αποτέλεσμα: απαίδευτος ο Έλληνας, κάτω από τον μέσο όρο. Δύο αιώνες «ελεύθερου» βίου κλείνουμε και ακόμη δεν έχει αποσκορακιστεί η Παιδεία μας από το φάντασμα του Κοραή και των ευρωφρενών λογίων συνοδοιπόρων του. Μόνιμος καημός των εκάστοτε μεταρρυθμιστών, ανανεωτών ή εκσυγχρονιστών της Παιδείας παραμένει ένας και ο αυτός: να μετακενωθούν τα νεοτερικά φώτα από τα ευρωπαϊκά «καυκία» στα δικά μας «καύκαλα». Έτσι θα φωτιστούμε, θα γίνουμε κράτος εφάμιλλον των ευρωπαϊκών κρατών. «Η επικοινωνία των λαών όμως δεν στηρίζεται σε συμβάσεις προσχωρήσεως, αλλά στην ακτινοβολία των πολιτισμών τους. Ακτινοβολώ όμως αφ ης στιγμής προσφέρω εκ της περιουσίας μου στους άλλους και όχι όταν επικοινωνώ με τα πέρατα της οικουμένης τηλεφωνικώς. Εδώ ακριβώς διασταυρώνεται η παιδεία με την παράδοση
. Η παράδοση προσφέρει αγωγή και υπ αυτήν την έννοια συγκροτεί κατ εξοχήν ηθική δύναμη, εκτός της οποίας η εκπαίδευση δεν εκπληρώνει την αποστολή της...
Η παράδοση προσφέρει τα ηθικά πρότυπα ως βιωμένες αξίες και όχι ως άνωθεν επιταγές». Και όταν μιλάει ο Ράμφος (απ όπου το απόσπασμα) για τα πρότυπα, τα εντοπίζει στην «
χάρη της αλήθειας, την οποία κομίζει ως συγκίνηση ο τεταπεινωμένος άνθρωπος της παραδόσεώς μας, που φορεί κατάσαρκα τον ίδιο τον Χριστό». Η αποθέωση της τεχνικής χωρίς την έσω αλλοίωση του ανθρώπου, αλλοίωση που κινεί το φιλότιμο- κατ εξοχήν ρωμέικη αρετή- είναι ματαιοπονία. Φτάνει ο άνθρωπος στο φεγγάρι, όμως μπαζώνει την συνείδησή του και βομβαρδίζει ή τινάζει στον αέρα αμάχους και αθώα παιδιά. «Το νεωτερικό δυτικό ʼτομο έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του και έχει ήδη γίνει εστία οικουμενικής σήψης, η οποία απειλεί συνολικά τη φύση και τον πολιτισμό του πλανήτη» θα πει ο Θ. Ζιάκας στον επίλογο του περίφημου πονήματός του «Αυτοείδωλον εγενόμην» (εκδ. Αρμός).
Με λίγα λόγια εμείς συνεχίζουμε να ψευδίζουμε για προσαρμογή της παιδείας μας στον σύγχρονο κόσμο εννοώντας μόνον τον υπερφίαλο, σεσηπότα και κακοφορμισμένο Βορρά όταν αυτός ο κόσμος πνίγεται στον μηδενισμό, αποσυντίθεται εν κρότω. (Στο έξοχο αυτό βιβλίο, πρωτότυπο και ρωμαλέο, μιλά ο Ζιάκας για την επανανακάλυψη του Προσώπου, της θυσιαστικής αυτοπροσφοράς. Για την ορθόδοξη παράδοση η επιτυχία δεν είναι επιβολή, αλλά θυσία, η οποία δεν συμβιβάζεται με την καταστροφική αποθέωση του εγωτικού εαυτού. Γι αυτήν την θυσία μίλησε ο πατριδοφύλακας στρατηγός Μακρυγιάννης, όταν έλεγε «είμαστε εις το εμείς κι όχι εις το εγώ». Αυτή τη θυσία βίωσε ο Πατροκοσμάς, όταν διάβασε στην Γραφή το «μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος», της α΄ προς Κορινθίους επιστολής του Παύλου).
Το πρόβλημα, λοιπόν, της αποτυχίας των μαθητών, η συζήτηση γι αυτό, πρέπει να εστιασθεί στο τι γεννά αυτήν την έλλειψη ενδιαφέροντος για την μόρφωση στους μαθητές. Ταυτόχρονα όμως είναι αυτόχρημα θλιβερή η περίπτωση των επιτυχόντων, των παιδιών που παίρνουν στα σοβαρά την ιδέα της εισαγωγής σε μια ανώτατη σχολή, και αυτοκαταδικάζονται με σύμφωνη γνώμη των γονιών- να αποστηθίζουν στην διάρκεια της σχολικής χρονιάς εκατοντάδες σελίδες, αποστήθιση που οδηγεί σε «πρόωρη συνταξιοδότηση της νεανικής ευφυϊας».
(Με την απαιδευσία να ξεχειλίζει, με τον καιροσκοπισμό να περισσεύει, κάποιοι πολιτικοί ασχολούνται, όχι με την αποτυχία αυτή καθαυτή των μαθητών, αλλά με τα διαφυγόντα κέρδη και τα μικροσυμφέροντα των επιχειρήσεων εστίασης, ψυχαγωγίας και εκμίσθωσης ακινήτων της περιφέρειας. Τι να υποθέσουμε; Ότι αυτοί στέλνουν τα βλαστάρια τους στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου και τα επαναπατρίζουν διορίζοντάς τα σε ανώτατες διευθυντικές θέσεις, οπότε αδιαφορούν για την «μάζα»; Ότι τους ενδιαφέρει μόνον η επανεκλογή τους και όχι η παιδεία του λαού; Ότι τα σουβλάκια και οι φραπέδες είναι σπουδαιότερα από την μισή νεότητα, που εξαπατάται ψευτοσπουδάζοντας και στέλνεται στο κολαστήριο της ανεργίας;).
Δυστυχώς όμως το πρόβλημα της Παιδείας στον τόπο μας έχει πάρει την μορφή της Λερναίας Ύδρας. Ένα σάπιο μέλος αν κοπεί, θα ξεπηδήσουν πολλαπλάσια στην θέση του. Πήγε να ανοίξει το πανεπιστημιακό απόστημα και διαφάνηκαν η ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού προσωπικού, το οποίο αντιδρά λυσσωδώς στην αξιολόγηση και η ανονήρευτη γενιά των νυν φοιτητών, που σέρνεται αγεληδόν πίσω από τις βαλτωμένες κομματικές παρατάξεις. Το αίτημα για αλλαγή βιβλίων στο δημοτικό σχολείο, έδωσε την ευκαιρία στους καιροφυλακτούντες προοδομανείς, να βγάλουν τα απωθημένα τους, να κόψουν σύρριζα όποιους κλώνους ένωναν την εκπαίδευση με την πνευματική μας πραμάτεια, με τα «ριζιμιά» λιθάρια της παράδοσής μας.
Υποστηρίζω πως η Παιδεία πρέπει να αποσκοπεί να εμφυσήσει στον μαθητή την αγάπη για την Ελλάδα (και ως τόπο και ως τρόπο ζωής), χωρίς η αγάπη αυτή να ξεπέφτει σε φανατισμό και υστερικό σοβινισμό. («Φίλει την πατρίδα καν άδικος ει» έλεγαν οι αρχαίοι, απαντώντας στους τωρινούς μικροπρεπείς που εξαρτούν την φιλοπατρία τους από τις παροχές). Χωρίς την καλλιέργεια αυτής της αγάπης εύλογα οι μαθητές διολισθαίνουν στην απογοήτευση και την παραίτηση από τον μόχθο της μόρφωσης. Ως επίλογο και αυτοελεγχόμενος θέτω το ερώτημα: ποιος θα εμπνεύσει αυτήν την αγάπη;
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφ. «ΓΝΩΜΗ» του Κιλκίς, στις 2-9-06
Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.
|