«της γραμματικής οι μανταρίνοι και της πολιτικής οι φασουλήδες»
Νατσιός Δημήτριος
Δάσκαλος-Θεολόγος
Αντίβαρο, Οκτώβριος 2006
Σε δεκαήμερη απεργία «κατέβηκαν» οι δάσκαλοι. Αιτήματα πολλά, πρωτεύον όμως και κυρίαρχο:η αύξηση των αποδοχών. Μάλιστα. Τέτοια πρωτοτυπία. Για να δοθεί και ολίγον μελοδραματισμός και μια δόση «εθνικής αγωνίας», το αίτημα γαρνιρίζεται και με το εύπεπτο και εύηχο σύνθημα, «δάσκαλος φτωχός, αμόρφωτος λαός». Πριν προχωρήσουμε σε κάποιες προσωπικές σκέψεις, εύλογα κάποιος θα αναρωτηθεί: δηλαδή κάποτε που οι δάσκαλοι ήταν φτωχότατοι, με «τρεις και εξήντα» τον μήνα, ο λαός έμενε αμόρφωτος; Μα φτωχοί δάσκαλοι έκαναν διακεκριμένους πολίτες τα ρακένδυτα παιδιά των μεταπολεμικών χρόνων. Φτωχοί δάσκαλοι συντήρησαν την γλώσσα και μεταλαμπάδευσαν τις αξίες τού Γένους μας, όταν αυτό τελούσε εν αιχμαλωσία. Φτωχοί δάσκαλοι ήταν πρώτοι στους αγώνες (όχι τους συνδικαλιστικούς) του έθνους.
( Πολλοί έφεδροι αξιωματικοί, που σκοτώθηκαν στα βουνά της Πίνδου, το 1940, ήταν δάσκαλοι. Κριτήριο για την επιλογή τους, ως αξιωματικών, δεν ήταν το πτυχίο μόνον, αλλά το πατριωτικό ήθος και το πνεύμα αυταπάρνησης, που διέκρινε τους φτωχούς εκείνους δασκάλους. Για τις κοινωνίες εκείνες ο δάσκαλος ήταν πρότυπο, σάρκωνε τις ελπίδες του λαού για ένα καλύτερο μέλλον. Απολάμβανε υπεροχή, όχι εξαιτίας των απολαβών του, αλλά διότι ήταν γνώστης της ιστορίας, της γλώσσας και της παράδοσης του Γένους. Με πενιχρούς μισθούς οι φτωχοί εκείνοι δάσκαλοι στάλαζαν στις ψυχές των μαθητών τους ψυχή και Χριστό, φιλοπατρία και πίστη. Έτσι φτάσαμε στην γενιά του 40. Παραφράζοντας ένα ρητό, θα συνοψίζαμε επιγραμματικά την προσφορά εκείνων των φτωχών δασκάλων, γράφοντας: Βγάλτε τα στεφάνια της νίκης από τα κεφάλια των στρατιωτών μας και φορέστε τα στα κεφάλια των δασκάλων τους).
Κανείς βέβαια δεν θέλει φτωχούς τους δασκάλους. Όπως δεν θέλουμε καμμία ομάδα συμπολιτών μας να πένεται και να γονατίζει από της φτώχειας τον καημό. Ζούμε, δυστυχώς, σε μια αλλοπρόσαλλη εποχή, όπου τα παιδευτικά αγαθά πληρώνονται αδρά, οδεύουμε ολοταχώς σε κοινωνίες νεόπτωχων, σε συστήματα που θα αποβάλλουν ως ανεπίδεκτους προσαρμογής, ως άχρηστους, νέους ανθρώπους που δεν ευτύχησαν να ανήκουν σε οικονομικά εύρωστες οικογένειες.
Επανερχόμενος στο θέμα, το ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε εμείς οι δάσκαλοι, είναι το εξής απλό: θα βελτιώσει την παιδεία των Ελληνοπαίδων, των μαθητών μας εν γένει, η αύξηση των μισθών μας; Μπορούμε με σοβαρή τεκμηρίωση να πείσουμε την ελληνική κοινωνία ότι τα δεινά της εκπαίδευσης οφείλονται στην μισθολογική μας καθίζηση; Τι θα αλλάξει, για παράδειγμα, αν εξισωθούμε με τους Ευρωπαίους συναδέλφους μας, οι οποίοι αμείβονται με διπλάσιο μισθό; Θα ριχτούμε στις βιβλιοθήκες, στις μετεκπαιδεύσεις, στην αυτομόρφωση και μια ωραία πρωϊα θα βροντοφωνάξουμε: ελληνικέ λαέ από σήμερα παύεις να είσαι αμόρφωτος, γιατί αυξήθηκαν οι μισθοί μας;
Ας έχουμε υπ όψιν πως οι δάσκαλοι, σε αντίθεση με άλλους εργαζόμενους, δεν προσφέρουν αυτό που ξέρουν, αλλά διδάσκουν αυτό που είναι. («Ο βίος εις την αρετήν άγειν», και όχι ο λόγος). Αν περιοριστούμε μόνο στο πρώτο, σε απλή μεταβίβαση γνώσεων λειτουργικών, σε κατάρτιση τεχνική, τότε ισχύει για τους νέους αυτό που έλεγε ο Ίων Δραγούμης στο «Όσοι ζωντανοί»: «την ελευτεριά τους, την ζωντανάδα τους, τη θέλησή τους, τις έχουν πλακώσει ανωφέλευτα βάρη, που τους εζάρωσαν το νου και τους επίκραναν την ψυχή γεμίζοντάς την με μιαν αρρωστιάρικη ανησυχία: για το πώς θα βγάλουν το ψωμί τους μονάχα. Μ αυτή την ανησυχία, χωρίς αυτοπεποίθηση, βγαίνουν από το σχολειό και αντικρίζουν την κοινωνία. Και οι περισσότεροι σκύβουν και γίνονται σκλάβοι εκεινού που θα τους παρασταθεί για να απολάψουν μια θεσούλα
.». Αν θέλουμε η εκπαίδευση να γίνει παιδεία, χώρος καλλιέργειας αξιών και μόρφωσης χαρακτήρων τότε το εκκωφαντικό σύνθημα για αύξηση των μισθών και μόνον, δεν πείθει, αλλά ξεσκεπάζει την μίζερη και κοντόφθαλμη στάση μας.
Βοούν αυτές τις μέρες οι εφημερίδες από την απαράδεκτη τακτική του Υπουργείου Παιδείας, σχετικά με τα νέα βιβλία. Τα λάβαμε άμα τη ενάρξει της νέας σχολικής χρονιάς και όλοι πλέον πελαγοδρομούμε, διότι κανείς δεν μας είπε πώς θα τα διδάξουμε. Αλαφιασμένοι, αγχωμένοι, προβληματισμένοι, ψάχνουμε τον τρόπο, αυτοσχεδιάζοντας, πράγμα κακό. Η δημόσια εκπαίδευση δεν είναι ινδικό χοιρίδιο. Αντί να προηγηθούν δειγματικές διδασκαλίες (με τους μαθητές) για όλες τις τάξεις και όλα τα μαθήματα, από όντως γνώστες και επαρκώς καταρτισμένους επιμορφωτές, μας «πέταξαν» τα βιβλία, μας βαυκάλισαν, για να μας αποστομώσουν, ρίχνοντάς μας το πομφολυγώδες σύνθημα «είστε ελεύθεροι να διδάξετε όπως θέλετε», και στρογγυλοκάθισαν πάνω στις δάφνες τής δήθεν μεταρρύθμισης.
Ερωτώ: δεν θα έπρεπε να τεθεί ως κυρίαρχο αίτημα της απεργίας η επιμόρφωση για τα νέα βιβλία, ώστε να τα οικειωθούμε εις βάθος και να τα διδάξουμε όπως πρέπει; Θα είχαμε ή δεν θα είχαμε σύνολη την κοινωνία δίπλα μας, αν αγωνιζόμασταν για ευγενικότερο από τους μισθούς σκοπό;
Αν δεν σηκωθούμε λίγο ψηλότερα, αγωνιζόμενοι για μια παιδεία, η οποία θα καταστεί θεματοφύλακας των τιμαλφών αξιών του έθνους μας, ουδείς θα συμμεριστεί τους μυξοθρήνους μας για αύξηση των μισθών.
Αυτές βέβαια οι ανησυχίες, για την ποιότητα της παιδείας, όπως και για το τι περιέχουν τα νέα βιβλία, βασανίζουν δασκάλους μάχιμους. Οι συνδικαλιστές μας, τα ανώτερα καθοδηγητικά κλιμάκια, έχουν εγκαταλείψει εδώ και χρόνια την τάξη, οπότε δεν τους απασχολούν τέτοιας φύσεως προβλήματα. Ας τα λύσουν αυτά οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι δάσκαλοι που διδάσκουν. Ένας λόγος που έχουμε απωλέσει την έξωθεν καλή μαρτυρία και εκτίμηση της κοινωνίας, είναι ο γαγγραινιασμένος κομματοσυνδικαλισμός. Απαρτιζόμενος από αργόσχολους δοξομανείς, μας κατάντησε πενταροκυνηγούς, να σκύβουμε το κεφάλι με ντροπή, όταν μιλάμε για το λειτούργημά μας. Όπως θα έλεγε και ο Παλαμάς, τι να περιμένει κανείς από «της γραμματικής τους μανταρίνους/ και της πολιτικής τους φασουλήδες».
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία εφημερίδα νομού Κιλκίς «Γνώμη» στις 16/9/06
Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.
|