Κατηγορίες

Η "Ανανέωση" της Σχολικής Ιστορίας

Αρχική σελίδα
Εξωτ. πολιτική/ Διπλωματία
Εθνικά θέματα
Κοινωνία
Πολιτισμός
Θρησκεία
Διεθνή
Βιβλιογραφία/ Συνδέσεις
Εκδηλώσεις
Οπτικοακουστικό
υλικό
Δελτία
Ενημέρωσης
Ιστολόγιο
Αντίβαρου
ʼγρα γραπτών
Πρόσφατα κείμενα
Με χρονολογική σειρά.
Δελτίο ενημέρωσης!
Εγγραφή Διαγραφή
Συγγραφείς

Αθανάσιος Γιουσμάς
ʼθως Γ. Τσούτσος
ʼκης Καλαιτζίδης
Αλέξανδρος Γερμανός
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Αλέξανδρος Κούτσης
Αμαλία Ηλιάδη
Ανδρέας Σταλίδης
Ανδρέας Φαρμάκης
Ανδρέας Φιλίππου
Αντώνης Κ. Ανδρουλιδάκης
Αντώνης Λαμπίδης
Αντώνης Παυλίδης
Απόστολος Αλεξάνδρου
Απόστολος Αναγνώστου
Αριστείδης Καρατζάς
Αχιλλέας Αιμιλιανίδης
Βάιος Φασούλας
Βαν Κουφαδάκης
Βασίλης Γκατζούλης
Βασίλης Ζούκος
Βασίλης Κυρατζόπουλος
Βασίλης Πάνος
Βασίλης Στοιλόπουλος
Βασίλης Ν. Τριανταφυλλίδης
(Χάρρυ Κλυνν)
Βασίλης Φτωχόπουλος
Βένιος Αγελόπουλος
Βίας Λειβαδάς
Βλάσης Αγτζίδης
Γεράσιμος Παναγιωτάτος-Τζάκης
Γιάννης Διακογιάννης
Γιάννης Θεοφύλακτος
Γιάννης Παπαθανασόπουλος
Γιάννης Τζιουράς
Γιώργος Αλεξάνδρου
Γιώργος Βλαχόπουλος
Γιώργος Βοσκόπουλος
Γιώργος Βότσης
Γιώργος Κακαρελίδης
Γιώργος Καστρινάκης
Γιώργος Κεκαυμένος
Γιώργος Κεντάς
Γιώργος Κολοκοτρώνης
Γιώργος Κουτσογιάννης
Γιώργος Νεκτάριος Λόης
Γιώργος Μαρκάκης
Γιώργος Μάτσος
Γιώργος Παπαγιαννόπουλος
Γιώργος Σκουταρίδης
Γιώργος Τασιόπουλος
Γλαύκος Χρίστης
Δημήτρης Αλευρομάγειρος
Δημήτρης Γιαννόπουλος
Δημήτριος Δήμου
Δημήτρης Μηλιάδης
Δημήτριος Γερούκαλης
Δημήτριος Α. Μάος
Δημήτριος Νατσιός
Διαμαντής Μπασάντης
Διονύσης Κονταρίνης
Διονύσιος Καραχάλιος
Ειρήνη Στασινοπούλου
Ελένη Lang - Γρυπάρη
Ελευθερία Μαντζούκου
Ελευθέριος Λάριος
Ελλη Γρατσία Ιερομνήμων
Ηλίας Ηλιόπουλος
Θεόδωρος Μπατρακούλης
Θεόδωρος Ορέστης Γ. Σκαπινάκης
Θεοφάνης Μαλκίδης
Θύμιος Παπανικολάου
Θωμάς Δρίτσας
Ιωάννης Μιχαλόπουλος
Ιωάννης Χαραλαμπίδης
Ιωάννης Γερμανός
Κρίτων Σαλπιγκτής
Κυριάκος Κατσιμάνης
Κυριάκος Σ. Κολοβός
Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου Σταμπουλής
Κωνσταντίνος Ναλμπάντης
Κωνσταντίνος Ρωμανός
Κωνσταντίνος Χολέβας
Λαμπρινή Θωμά
Μαίρη Σακελλαροπούλου
Μανώλης Βασιλάκης
Μανώλης Εγγλέζος - Δεληγιαννάκης
Μάρκος Παπαευαγγέλου
Μάρω Σιδέρη
Μιλτιάδης Σ.
Μιχάλης Χαραλαμπίδης
Μιχάλης Κ. Γκιόκας
Νέστωρ Παταλιάκας
Νικόλαος Μάρτης
Νίκος Ζυγογιάννης
Νίκος Καλογερόπουλος Kaloy
Νίκος Λυγερός
Νίκος Παπανικολάου
Νίκος Σαραντάκης
Νίνα Γκατζούλη
Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας
Παναγιώτης Ανανιάδης
Παναγιώτης Ήφαιστος
Παναγιώτης Α. Καράμπελας
Παναγιώτης Καρτσωνάκης
Παναγιώτης Φαραντάκης
Παναγιώτης Χαρατζόπουλος
Πανίκος Ελευθερίου
Πάνος Ιωαννίδης
Πασχάλης Χριστοδούλου
Παύλος Βαταβάλης
Σοφία Οικονομίδου
Σπυριδούλα Γρ. Γκουβέρη
Σταύρος Σταυρίδης
Σταύρος Καρκαλέτσης
Στέλιος Θεοδούλου
Στέλιος Μυστακίδης
Στέλιος Πέτρου
Στέφανος Γοντικάκης
Σωτήριος Γεωργιάδης
Τάσος Κάρτας
Φαήλος Κρανιδιώτης
Φειδίας Μπουρλάς
Χρήστος Ανδρέου
Χρήστος Δημητριάδης
Χρήστος Κηπουρός
Χρήστος Κορκόβελος
Χρήστος Μυστιλιάδης
Χρήστος Σαρτζετάκης
Χριστιάνα Λούπα
Χρίστος Δαγρές
Χρίστος Δ. Κατσέτος
Χρύσανθος Λαζαρίδης
Χρύσανθος Σιχλιμοίρης
Gene Rossides
Marcus A. Templar

Επικοινωνία
Οι απόψεις σας είναι ευπρόσδεκτες!
 

 

Χρήστος Α. Κορκόβελος

ʼρδην και Αντίβαρο, Σεπτέμβριος/Οκτώβριος 2007

 

 

Η  “ΑΝΑΝΕΩΣΗ” ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

 

 

Από την κατάφαση των εθνικών αγώνων

για ελευθερία, αυτοδιάθεση, ευνομία

στην απαξίωση

 

 

ή η υπαγωγή της ελληνικής στην τουρκική ιστοριογραφία

 

 

«Η νέα αυτή τάση σημαίνει αναθεώρηση της βασικής,

κοινής στα βαλκανικά εθνικά κράτη (πλην του τουρκικού, βεβαίως)

 ερμηνείας της οθωμανικής κληρονομιάς:

ότι η οθωμανική περίοδος της ιστορίας τους υπήρξε

μια “αλλότρια” επιβολή στις αυτόχθονες

χριστιανικές κοινωνίες που είχε τη μορφή “ζυγού”»

 

Χριστίνα Κουλούρη

 

Πειραιάς 2007

Εθελοδουλία και αντίσταση στα χρόνια της σκλαβιάς

 

Το έτος 1798 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών Αδαμάντιος Κοραής εξέδωσε το περίφημο κείμενό του Αδελφική Διδασκαλία, προκριμένου να αντικρούσει απόψεις που κυκλοφόρησαν σε φυλλάδιο με την υπογραφή του πατριάρχη Ιεροσολύμων ʼνθιμου υπό τον τίτλο Διδασκαλία Πατρική[1] (Δ. Π.). Σ’ αυτό κηρύττονταν η εθελοδουλία στους Τούρκους και δυσφημούνταν οι φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού.

Ο Κοραής καταρρίπτει τα επιχειρήματα της Δ. Π. και στηλιτεύει το συγγραφέα της, ότι «υπερασπίζει και δικαιολογεί την τυραννίαν των Τούρκων, (των οποίων) ανερυθριάστως σπουδάζει να συγκαλύψει την ασχημοσύνην, μήτε εντρέπεται να μας διδάσκη την εις αυτούς υποταγήν, ήγουν να υποφέρωμεν τας αδικίας, τας αρπαγάς, τας ασελγείας, τέλος και να τουρκίσωμεν προτιμότερον, παρά να φύγωμεν την τυραννίαν αυτών».

Ο μεγάλος στοχαστής χαρακτηρίζει τη Δ. Π ως ψευδεπίγραφη, μωρά και αντίθεον, κι επικρίνει το συντάκτης της πως «πιστώνει φρονήματα ενάντια εις την διδασκαλίαν του Χριστού και των Αποστόλων[2]».

Στην Αδελφική Διδασκαλία του ο Κοραής προβαίνει και σε μια αδρή σκιαγράφηση της κατάστασης των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας:

 

     «Είναι εις όλους γνωστόν εις πόσην ακμήν έφθασε την σήμερον των Τούρκων η τυραννία. Οι ταλαίπωροι Γραικοί δεν είναι πλέον κύριοι μήτε κτημάτων, μήτε τέκνων, μήτε των ιδίων αυτών γυναικών. Η τιμή και η ζωή των κρέμαται από την θέλησιν όχι μόνον αυτού του πρωτοτυράννου, αλλά και εκάστου από τους ελαχίστους αυτού δούλους. Τις δεν ηξεύρει το πλήθος των Γραικών της Κρήτης, όσοι δια να φύγωσι τα τοιαύτα δεινά, ηναγκάσθησαν να αρνηθώσι την πατρικήν αυτών θρησκείαν

     Τις αγνοεί τας βίας και τας αρπαγάς των παρθένων, των παίδων, όσαι καθ’ ημέραν συμβαίνουσιν εις την Θεσσαλονίκην, ώστε να αναγκάζονται οι άθλιοι γονείς να μακρύνωσιν από την ασέλγειαν των βδελυρών Γιανιτσάρων. Τις δεν έφριξεν ακούων την καταδυναστείαν και τους αφορήτους φόρους (…) Τις δεν εθρήνησε τους εκτοπισμούς και τας μετοικεσίας τοσούτων Γραικών, όσοι μην υποφέροντες πλέον τον Οθωμανικόν ζυγόν, εσκορπίσθησαν, εις διαφόρους τόπους της Ευρώπης»[3]

 

Ο Κοραής κατακεραυνώνει το συντάκτης της Δ. Π. που διατείνονταν ότι «η μοναρχία και αν ήθελε είναι τυραννική, είναι όμως αιρετωτέρα παρά την δημοκρατίαν» και διέπραττε «την φρικτήν βλασφημίαν ονομάζων τον Σουλτάνον “πρύτανιν των αγαθών”»[4], αντιλέγοντας:

 

«Ας μας ειπή ο φιλόσοφος αυτός αν ευρίσκεται ή ευρέθη πού ποτε καμμία δημοκρατία, αριστοκρατία, βασιλεία ή και τυραννία οποιαδήποτε άλλη, όπου εχύθη τοσούτον αθώον αίμα, όσον έχυσαν μέχρι του νυν οι Τούρκοι. όπου επράχθησαν τοσαύται αρπαγαί, ληστείαι, καταδυναστείαι γυναικών, παρθένων και παίδων βίαι, όσαι πράττονται κατά πάσαν ώραν εις την οθωμανικήν επικράτειαν (…) Όσα κακά συκοφαντών αναιδώς προσάπτει εις τα νεωστί ελευθερωθέντα της Ευρώπης έθνη, ευρίσκονται πραγματικώς όλα εις την τουρκικήν επικράτειαν»[5]

 

Η Διδασκαλία Πατρική - την οποία ο ιστορικός Απ. Βακαλόπουλος αποκαλεί “αποκορύφωμα του συντηρητισμού και της εθελοδουλίας”[6] - αποτέλεσε στο διάβα της ελληνικής ιστορίας μνημείο ραγιαδισμού. Για τη διάδοση τοιούτων απόψεων, που αντιμάχονταν τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού και υποδείκνυαν τη δουλοφροσύνη ως ενδεδειγμένη στάση ζωής, οι δημοκρατικοί πολίτες εν γένει, ιδίως δε η αριστερά, ανέκαθεν σφοδρά επέκριναν φορείς της Εκκλησίας, των προεστών, τους Φαναριώτες κ.α. για την υποτέλειά τους στην τουρκική κυριαρχία.

 

Η αναθεώρηση της ιστορίας

 

Πέρασαν από τότε 200 περίπου χρόνια. ʼλλαξαν οι εποχές, τα ήθη.

Θα δούμε στη συνέχεια πώς το φιλελεύθερο φρόνημα και οι αγώνες για ελευθερία, εθνική ανεξαρτησία, ευνομία των προγόνων μας υπονομεύονται κι αμαυρώνονται από σύγχρονους Έλληνες ιστορικούς. Οι απόψεις τους τείνουν να αποτελέσουν το πνευματικό  status της παρεχόμενης παιδείας στη χώρα μας. Μασκαρεμένη η παράδοση της εθελοδουλίας ανασύρεται σιωπηλά απ’ το βούρκο της ιστορίας, και προβάλλεται ως ιστορικά έγκυρη και πρότυπο πολυπολιτισμικότητας.

Στις μέρες που διανύουμε η ιστορία εκτός από επιστημονικό και παιδευτικό ενδιαφέρον, έχει εκλάβει κρίσιμη πολιτική σημασία. Σήμερα πλέον αποτελεί έναν από τους βασικούς μοχλούς της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ για την ανασύνταξη των Βαλκανίων.

Απτά δείγματα αυτής της πολιτικής αποτελούν οι ανοιχτές παρεμβάσεις των πρεσβευτών των ΗΠΑ σε Ελλάδα και Κύπρο προς τους υπουργούς Παιδείας των δύο κρατών, με την απαίτηση να αλλάξουν άμεσα τα βιβλία ιστορίας τους, ώστε να μην ενοχλούνται οι Τούρκοι.[7]

Οι ιθύνοντες του State Department μέσω των πρεσβειών τους στην Αθήνα, την ʼγκυρα και τη Λευκωσία προωθούν στην περιοχή μας διπλωματικές προσπάθειες και δραστηριότητες, για να αναθεωρηθεί η ιστορία μας ώστε να συγχωνευτεί με αυτήν της Τουρκίας.

'Όπως μαθαίνουμε από το περιοδικό State[8] - επίσημο όργανο του State Department - τέτοιες προσπάθειες, υπό την κωδική ονομασία Track Two, συνάπτονται με δραστηριότητες, που αναλαμβάνουν στην περιοχή μας μη κυβερνητικά όργανα, υπέρ της εξομάλυνσης σχέσεων, με στόχο την προαγωγή των συμφερόντων των ΗΠΑ. Ενδεικτικά αναφέρω πως στα πλαίσια αυτών των δραστηριοτήτων, το State Department δαπάνησε ποσό 100.000$ για την εφαρμογή προγράμματος επανεξέτασης της καταστροφής της Σμύρνης από τριμελή επιτροπή[9]. Το περιοδικό State είχε προαναγγείλει το Νοέμβρη του 2000 ότι επί του θέματος αυτού «ακαδημαϊκοί ετοιμάζουν παράλληλες και κοινές δημοσιεύσεις, σαν μια αρχή για εθνικό διάλογο πάνω στα ιστορικά γεγονότα». Εξήγγειλε, επίσης, ότι σειρά έχει μετά  η επανεξέταση της Ελληνικής Επανάστασης του ’21.

Αποτελεί άραγε σύμπτωση ή ενέργεια ενταγμένη στις Track Two δραστηριότητες πως στις 1/9/2002 η εφημερίδα Το ΒΗΜΑ είχε αφιέρωμα στην καταστροφή της Σμύρνης, με κείμενα Ελλήνων και Τούρκων πανεπιστημιακών; Είναι μήπως σύμπτωση πως στην εισαγωγή του προβάλλονταν ο ισχυρισμός ότι ως τώρα η νηφάλια αποτίμηση της Μικρασιατικής καταστροφής αποδείχθηκε πολύ δύσκολη, καθώς οι περισσότεροι αναλώθηκαν στην ενοχοποίηση μιας πολιτικής παράταξης ή γενικά των «ξένων» και ότι τα περισσότερα ερωτήματα δεν έχουν απαντηθεί, ενώ ακόμη περισσότερα ερωτήματα δεν έχουν καν τεθεί; Είναι σύμπτωση πως μεταξύ των συγγραφέων συγκαταλέγονταν – ποιος άλλος; - η Χριστίνα Κουλούρη, η Λίνα Λούβη (συγκρατήστε το όνομα, παρακαλώ) καθώς και Τούρκοι συνεργάτες του CDRSEE;

Παράλληλα με αυτές τις εξελίξεις μια πλειάδα πανεπιστημιακών καθηγητών ιστορίας (κι όχι μόνο) στη χώρα μας, επιδίδονται με εντυπωσιακή εμμονή και ζήλο στην εκ βάθρων αναθεώρηση του λεγόμενου “οθωμανικού μας παρελθόντος”. Διατείνονται πως η αναθεώρηση αυτή είναι απότοκο επιστημονικής επανεξέτασης μέσα από μια σύγχρονη οπτική που υπερβαίνει τα στερεότυπα που παράγει ο εθνοκεντρισμός και ενσωματώνει νέους στόχους και παιδαγωγικές μεθόδους που προάγουν την κριτική σκέψη των μαθητών.

       Στην παρούσα μελέτη θα εξετάσουμε βασικές πτυχές αυτής της νέας προσέγγισης στο “οθωμανικό μας παρελθόν”, θα αξιολογήσουμε το ποιόν της και θα επισημάνουμε ορισμένες συνεπαγωγές της. Αντικείμενο της έρευνάς μας αποτελούν οι προσεγγίσεις της Χριστίνας Κουλούρη και της Μαρίας Ρεπούση, που αφορούν άμεσα ή έμμεσα την ιστορική παιδεία που παρέχουν τα σχολεία της χώρας μας.

 

Το cdrsee και η κ. Κουλούρη

 

       Η κ. Κουλούρη, είναι καθηγήτρια της νεώτερης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, και έχει την τιμή (!) να είναι γενική συντονίστρια και διευθύντρια. εκδόσεων του ξενοκίνητου παρακρατικού Κέντρου για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, του γνωστού CDRSEE.[10]

       Το Κέντρο αυτό εγκαινίασε το 1999 το Κοινό του Πρόγραμμα Ιστορίας[11] με σκοπό τη συγκρότηση και συντήρηση ενός διαβαλκανικού δικτύου διανοουμένων, για την καταπολέμηση της εθνικιστικής ιδεολογίας και την ανατροπή της εθνοκεντρικής διδασκαλίας της ιστορίας στα σχολεία των βαλκανικών κρατών.

       Στα πλαίσια του Προγράμματος αυτού το CDRSEE έχει εκδώσει τέσσερα Βιβλία Εργασίας για τη διδασκαλία της νεότερης ιστορίας της νοτιοανατολικής (ΝΑ) Ευρώπης. Το εκπαιδευτικό υλικό σχεδιάστηκε κυρίως για μαθητές ηλικίας 15-18 ετών των βαλκανικών χωρών, μα, όπως γράφει η κ. Κουλούρη, κρίνεται κατάλληλο και για τους φοιτητές της Ευρώπης, κι ευρύτερα για το ακαδημαϊκό κοινό της Δύσης.[12]

       Παραθέτω ακολούθως ορισμένες πρώτες επισημάνσεις για το πώς προσεγγίζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία τα εγχειρίδια του CDRSEE.

       Το πρώτο από τα 4 Βιβλία Εργασίας του CDRSEE, φέρει τον τίτλο «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία[13]». Παρακολουθεί την οθωμανική επέκταση από το 1300 μ.Χ. και μετά. Είναι αξιοσημείωτο πως στις σελίδες του παραβλέπεται και υποσκελίζεται πλήρως η πολιτική οντότητα και η πολιτιστική παρουσία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

       Αποκαλυπτικό της προσέγγισης που υιοθετείται είναι ότι στο 1ο από τα ιστορικά τεκμήρια που παρατίθενται, προβάλλεται η άποψη ότι ο Τούρκος κατακτητής ιδρυτής του οθωμανικού κράτους Οσμάν και ο γιος του Ορχάν «έφεραν την ειρήνη και τη δικαιοσύνη στην περιοχή. Και όλοι [οι κάτοικοι των χωριών] επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν, όπου ανήκαν. ʼρχισαν να περνούν καλύτερα από ό,τι περνούσαν με τους απίστους».[14]

       Σε άλλη παρατιθέμενη ιστορική μαρτυρία προβάλλεται η άποψη πως οι Οθωμανοί κατέκτησαν τα χριστιανικά εδάφη «εξαιτίας της αμαρτίας, της ακολασίας και της αλαζονείας που επικρατούσαν στους χριστιανούς»[15].

       Η κ. Κουλούρη, με την ιδιότητα της διευθύντριας εκδόσεων του CDRSEE, στη Γενική Εισαγωγή της διατείνεται πως το βιβλίο αυτό προσφέρει μια βαθύτερη γνώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που «μας επιτρέπει να ανατρέψουμε ένα στερεότυπο εξαιρετικά διαδομένο τόσο στη Δυτική όσο και στη ΝΑ χριστιανική Ευρώπη: αυτό που αφορά την πολιτιστική της “καθυστέρηση”»[16].        

       Προς εμπέδωση αυτής της άποψης, στο Ε΄ κεφάλαιο, το σχετικό με την κρίση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι συγγραφείς του πασχίζουν να ανασκευάσουν την καθιερωμένη παραδοχή πως ο 17ος και 18ος αιώνας ήταν γι’ αυτήν περίοδος παρακμής, και προβάλλουν τον ισχυρισμό πως, αντιθέτως, «ήταν περίοδος πολύπλοκου εκσυγχρονισμού και από πολλές απόψεις, μια περίοδος ανάπτυξης».[17]

       Την πεμπτουσία του εγχειρήματός της - που αποτελεί πραγματική ύβριν κατά της ιστορίας, και δη της ελληνικής – παρουσιάζει η κ. Κουλούρη στο άρθρο της «Οι “σκοτεινοί αιώνες” του οθωμανικού παρελθόντος μας»[18]. Εκεί, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει τα εξής:

       «Το επιστημονικό ενδιαφέρον υπαγορεύεται, όπως είναι γνωστό, από τη σύγχρονη συγκυρία και τα ερωτήματα που θέτει το παρόν. Οι πολιτικές εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας στα Βαλκάνια και η αναθεώρηση του παρελθόντος που συνεπάγονται οδήγησαν τις βαλκανικές ιστοριογραφίες σε μια αναζήτηση του ”κοινού“ παρελθόντος, των κοινών ιστορικών εμπειριών της βυζαντινής και της οθωμανικής αυτοκρατορίας και της “κληρονομιάς” τους στη θρησκευτική, πολιτισμική και θεσμική σφαίρα. Η νέα αυτή τάση σημαίνει αναθεώρηση της βασικής, κοινής στα βαλκανικά εθνικά κράτη (πλην του τουρκικού, βεβαίως) ερμηνείας της οθωμανικής κληρονομιάς: ότι η οθωμανική περίοδος της ιστορίας τους υπήρξε μια “αλλότρια” επιβολή στις αυτόχθονες χριστιανικές κοινωνίες που είχε τη μορφή “ζυγού”»[19].

       Πρόκειται, λοιπόν, για μια μεθοδευμένη επιχείρηση ξεπλύματος της οθωμανικής κυριαρχίας, που επιβάλλεται από πολιτικούς σχεδιασμούς, για την ευόδωση των οποίων έχει επιστρατευτεί μια κάστα επιστημόνων, που ανενδοίαστα υποτάσσει την επιστήμη στην πολιτική!

       Σε συνέντευξή της στον Παρατηρητή, η κ. Κουλούρη υποστήριζε:

       «Η απομάκρυνση από την πολιτική και στρατιωτική ιστορία σε όφελος της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ιστορίας στοχεύει στη διδασκαλία ιστορικών εμπειριών που είναι πιο οικείες και ενδιαφέρουσες για τα παιδιά και στην υποβάθμιση της πολεμικής σύγκρουσης ως στοιχείου του ιστορικού γίγνεσθαι – ιδιαίτερα στις σχέσεις με τους γείτονες»[20].

       Κατά την κ. Κουλούρη, λοιπόν, η ιστορία πρέπει να διδάσκεται, όχι με πρόταγμα τη σφαιρικότητα της αλήθειας, μα σε φέτες διαβάθμισης, σύμφωνα με τα πολιτικά κελεύσματα της νέας τάξης. Η τεχνητή υποβάθμιση της πολιτικής ιστορίας των κρατών, μειώνει στη συνείδηση των νέων τη σημασία και το ειδικό βάρος της πολιτικής τους οντότητας!

       Η κ. Κουλούρη στη Γενική Εισαγωγή των εκδόσεων του CDRSEE σημειώνει ότι ο πόλεμος πρέπει να διδάσκεται «χωρίς να υμνείται και χωρίς κουραστικές λεπτομέρειες, αριθμούς και ημερομηνίες».[21]

       Οι πόλεμοι δε διακρίνονται σε επιθετικούς και αμυντικούς, σε κατακτητικούς και απελευθερωτικούς,. Οι μεν εξομοιώνονται προς τους δε. Οι μαχητές της ελευθερίας ταυτίζονται με τους κατακτητές, τα θύματα με τους θύτες! Πρόκειται για μια απαράδεκτη από παιδαγωγική και πολιτική άποψη ισοπέδωση κι εξαθλίωση της ιστορίας,.

          Ένδειξη της κατάντιας στην οποία έχει περιέλθει η παιδεία στη χώρα μας είναι το γεγονός ότι το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο εισηγήθηκε - και μάλιστα ομόφωνα - την εισαγωγή της τετράτομης έκδοσής του CDRSEE στη μέση εκπαίδευση, ως βοήθημα του καθηγητή![22]

 

Η κ. Ρεπούση

 

       Η κ. Ρεπούση, ως γνωστόν, είναι επικεφαλής της ομάδας που συνέγραψε το διαβόητο βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού, επίκουρη καθηγήτρια ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

       Σε άρθρο της στην Αυγή με τίτλο “Σκέψεις για τα νέα εγχειρίδια ιστορίας. Η αναγκαιότητα της αλλαγής των εγχειριδίων ιστορίας” η κ. Ρεπούση μας εξηγεί τι νέο κομίζει το καινούργιο βιβλίο ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού. Σταχυολογούμε από εκεί τα ακόλουθα:

       «Στο εγχειρίδιο αυτό προσπαθήσαμε να αποφύγουμε μια σειρά από στερεότυπα που μέχρι σήμερα αποτελούν τη δομή της διδασκόμενης ιστορίας. Για να μην τα απαριθμήσω, εθνοκεντρικό, γεγονοτολογικό, ηρωικό…να πω ότι γίνεται προσπάθεια να φύγουμε από αυτά τα στερεότυπα (…) Γενικά επιλέγεται η στροφή από τις ηρωικές προσωπικότητες στην ανωνυμία, από τα γεγονότα και δη τα ηρωικά στην κοινωνία, στον πολιτισμό (…) Τα δύσκολα υπάρχουν, δεν αποσιωπούνται. Στην επανάσταση του 1821, στο Κυπριακό, στον Εμφύλιο Πόλεμο… Δεν τους λέμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Δεν μας ενδιαφέρει αυτή η ιστορική  δικανική»[23]

       Εκτενή κριτική στο βιβλίο της έχουμε κάνει αλλού.[24] Εδώ θα αρκεστούμε σε μια συνοπτική έκθεση των βασικών γνωρισμάτων του βιβλίου. Οι κατ’ επίφασιν διορθώσεις του δεν αναμένεται να αλλάξουν την ουσία τους. ʼλλωστε, οι αλλαγές επιβλήθηκαν στη συγγραφέα.[25]

       Τα χειροπιαστά και εμπειρικώς αποδείξιμα γνωρίσματα του βιβλίου της ΣΤ΄ τάξης Δημοτικού είναι τα ακόλουθα:

Ø           Περιορίζει τις αναφορές του βιβλίου στην τουρκική κυριαρχία. Κατά πρώτον περιορίζει κατά 50%, όλως αναίτια, την παράθεση πηγών (δηλ. τη μαθητεία στην ιστορία) σ’ εκείνες τις ενότητες του βιβλίου που πραγματεύονται: α) την περίοδο της τουρκοκρατίας και β) την Επανάσταση του 1821 (βλ. σελ. 15-66). Στο καθ’ ύλην αρμόδιο κεφάλαιο, “Η κυριαρχία στον ελληνικό χώρο: Λατίνοι και Οθωμανοί”, από τις 20 σειρές του κειμένου αφιερώνει μόνο 3 σειρές στην Τουρκοκρατία, ενώ στη Λατινοκρατία αφιερώνει 17 σειρές. Τα εκεί παρατιθέμενα τεκμήρια και πηγές αναφέρονται αποκλειστικά στη Λατινοκρατία[26]. Εν ολίγοις, η ιστορία της ξένης κυριαρχίας στην Ελλάδα παρουσιάζεται αλλοιωμένη.

Ø           Συγκαλύπτει τον καταπιεστικό χαρακτήρα του οθωμανικού  δεσποτισμού έναντι των χριστιανικών πληθυσμών εξοβελίζοντας από το βιβλίο τις έννοιες σκλαβιά, καταπίεση, ταπεινώσεις - παρότι το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) θέτει ως ρητό στόχο την εκμάθηση και κατανόησή τους από τους μαθητές. Επίσης, διαστρέφει ριζικά τις έννοιες ραγιάς, παιδομάζωμα, αλύτρωτος, εθνική ολοκλήρωση. Πράξη κραυγαλέου εξωραϊσμού της τουρκοκρατίας αποτελεί η παράθεση μαρτυρίας πως στους κόλπους της επικρατούσε, δήθεν, θαυμαστή τάξη (σελ. 19). Την ίδια στιγμή η συγγραφέας αποκρύπτει επισταμένως κάθε τεκμήριο και μαρτυρία που πιστοποιεί τον δεσποτικό, τυραννικό χαρακτήρα της.

Ø           Ελαχιστοποιεί πέραν του μέτρου τις αναφορές στα πολεμικά συμβάντα και τους πρωτεργάτες της Επανάστασης του 1821, καταστρατηγώντας και πάλι το ΑΠΣ.[27]

Ø           Απογυμνώνει από ιδανικά και αξίες την Επανάσταση του 1821 αποσιωπώντας κάθε αναφορά στα αίτια και τους σκοπούς της. Αποκρύπτει ότι επρόκειτο για αγώνα κατά της τυραννίας, για αγώνα ελευθερίας, εθνικής αποκατάστασης και ευνομίας. για αγώνα υπέρ πίστεως και πατρίδος. Η κ. Ρεπούση καμουφλάρει την απογύμνωση και απαξίωση της Επανάστασης του ’21 με το επιστημονικοφανές πρόσχημα της ιστοριογραφικής ουδετερότητας, που, όλως τυχαία, συγκαλύπτει τα ανομήματα της οθωμανικής κυριαρχίας.[28]

Ø           Εξοβελίζει από τη διδακτέα ύλη του βιβλίου τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Θράκης - παρά τη ρητή πρόβλεψη του ΑΠΣ - και αποκρύπτει την εγκληματική πολιτική εθνοκάθαρσης των Τούρκων εθνικιστών κατά των χριστιανικών πληθυσμών της Τουρκίας. Μέρος αυτής της απόκρυψης είναι και η αποσιώπηση της καταστροφής της Σμύρνης.

Ø           Αμαυρώνει την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος όσων περιοχών απελευθερώθηκαν μετά το 1832. Η ένταξη των περιοχών αυτών,  οι οποίες περιλαμβάνουν τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κρήτη, τη Δυτική Θράκη, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, θεωρείται από την κ. Ρεπούση και τους συνεργάτες της πως αποτελεί πράξη προσάρτησης και κατάληψης, όχι απελευθέρωσης.[29]

Ø           Όσον αφορά την Κύπρο, εμφανίζει ως δεδομένη τη διχοτόμησή της, ως να αποτελεί το παραδεκτό status quo της, κρύβοντας από τους μαθητές πως το βόρειο τμήμα της κατέχεται από τον τουρκικό στρατό.

       Είναι φανερό πως οι δύο κυρίες υπηρετούν την ίδια υπόθεση έχοντας διακριτούς ρόλους. Η πρώτη έχει αποστολή την ανατροπή της ιστορίας σε διαβαλκανικό επίπεδο. Η κ. Ρεπούση ανέλαβε να μεταπλάσει σε διδακτέα ύλη σχολικής ιστορίας το ηγεμονικό πρόγραμμα της Νέας Τάξης προωθώντας το στους μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού. Όπως είναι φυσικό, η κ. Κουλούρη πρωτοστατεί υπέρ του βιβλίου της κ. Ρεπούση.[30]

 

Η υπαγωγή της ελληνικής στην τουρκική ιστοριογραφία

 

Το 2001 ψηφίστηκε ο νόμος 2929 που κυρώνει τη διακρατική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας για την πολιτιστική συνεργασία, η οποία υπογράφηκε το Φεβρουάριο του 2000 μεταξύ των τότε υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών Γ. Παπανδρέου και Ισμαήλ Τζεμ.

Η συμφωνία αυτή, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι τα δύο μέρη θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στους τομείς της επιστήμης και της εκπαίδευσης. Για το σκοπό αυτό «θα συνεργάζονται στην παρουσίαση της ιστορίας, της γεωγραφίας, του πολιτισμού και της οικονομίας της άλλης χώρας, ιδιαίτερα στα σχολικά βιβλία. Με αυτόν το στόχο, θα συστήσουν μία Μικτή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, η οποία θα ανταλλάξει και θα μελετήσει τα σχολικά βιβλία, για να προτείνει τη διόρθωση των ανακριβειών». [31]

Η ιδέα εντάσσονταν  στα πορίσματα συνεδρίου που διεξήχθη το 1999 στα πλαίσια του 2ου Ετήσιου Συμποσίου Σύμης του Ιδρύματος Ανδρέα Παπανδρέου (πρόεδρος είναι ο Γιωργάκης). Εκεί διαβάζουμε:

«Οι μετέχοντες συμφώνησαν ότι απαιτείται μια πιο ολιστική προσέγγιση στο θέμα της παιδείας (…) Προτάθηκε να διδάσκεται σε όλα τα παιδιά της περιοχής μια πιο ισόρροπη εκδοχή της ιστορίας, που να αντανακλά τις διάφορες ερμηνείες των γειτονικών χωρών (…). Θα μπορούσε να ιδρυθεί ένας φορέας, ο οποίος θα λειτουργεί ως εποπτικό όργανο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η ιστορία διδάσκεται, με όσο γίνεται πιο αμερόληπτο τρόπο, σ’ όλη την περιοχή.»[32]

Η Μικτή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, που συστάθηκε βάσει του νόμου 2929, εξέτασε το 2003 τη δυνατότητα οι μαθητές «να διδάσκονται από κοινά βιβλία ιστορίας»[33] σε Ελλάδα και Τουρκία.

Θα ήταν σημαντικό να γνωρίζαμε σε τι στάδιο βρίσκονται σήμερα οι εργασίες της. Οι δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει είναι τεράστιες. Αναδεικνύονται από ενστάσεις, σαν αυτή που είχε λ.χ. διατυπώσει ο ιστορικός κ. Β. Κρεμμυδάς: «Πώς μπορούμε να συμφωνήσουμε, όταν το σημερινό τουρκικό κράτος στηρίζεται στη μικρασιατική εκστρατεία και η δική μας καταστροφή είναι η δική τους σημαία;» [34]

Τώρα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δυσκολίες σαν κι αυτές τείνουν να “ξεπεραστούν” με το συνδυασμό παραδοχών του τύπου: η καταστροφή δεν ήταν καταστροφή, κι αν υπήρξε, ήταν κάτι που μας  άξιζε!

Στην Τουρκία τα σχολικά βιβλία προωθούν στους μαθητές τους απόψεις επί της ιστορίας, που σε κρίσιμα σημεία αποκλίνουν ή αντιφάσκουν ριζικά προς τις ευρύτατα παραδεκτές στην Ελλάδα - αλλά και το εξωτερικό - θεωρήσεις της νεοελληνικής ιστορίας.

Βεβαίως, η ύπαρξη διαφορετικών προσεγγίσεων στην ιστοριογραφία είναι συχνό φαινόμενο. Συναρτάται με την ίδια τη φύση της. Αποτελούν τον κανόνα μάλλον παρά την εξαίρεση, καθώς η ανάγνωση του πολυσήμαντου παρελθόντος – όπως και του παρόντος - επηρεάζεται από τις κοινωνικές, πολιτικές και φιλοσοφικές αφετηρίες, την οπτική γωνία, τις στοχεύσεις και τις αξιολογήσεις εκάστου ιστορικού.

Το θεμελιώδες ερώτημα τίθεται ως εξής:

       Είναι δυνατό να γίνει επί της ιστορίας σύνθεση διαφορετικών οπτικών πεδίων που συγκροτούνται απόν αντικρουόμενες μεταξύ τους απόψεις, με όρους που να διασφαλίζουν αφενός την επιστημονική εγκυρότητα και αφετέρου το σεβασμό στην ιστορική διαδρομή, την αυτοσυνειδησία και την πολιτική ετερότητα των εμπλεκόμενων χωρών;

Επί παρόμοιου ερωτήματος η απάντηση του μεγάλου φιλοσόφου της ερμηνευτικής Χανς Γκάνταμερ είναι κατηγορηματικά αρνητική. Ο Πωλ Ρικέρ απηχώντας τις απόψεις του  Γερμανού στοχαστή γράφει: «Πίστεψαν ότι απαλλάχθηκαν από αυτή την έννοια του ορίζοντα ταυτίζοντάς τη με το μεθοδολογικό κανόνα της μεταφοράς στην οπτική γωνία του άλλου. Ο ορίζοντας γίνεται τότε ο ορίζοντας του άλλου. Θεωρήθηκε ότι έτσι ευθυγραμμίζεται η ιστορία με την αντικειμενικότητα των επιστημών (…) Τίποτα ωστόσο δεν είναι καταστρεπτικότερο από αυτή την εσφαλμένη εξομοίωση (…) Τίποτα δεν καταστρέφει περισσότερο το ίδιο το νόημα του ιστορικού εγχειρήματος». [35]

Θα δούμε παρακάτω ότι αυτές τις ατραπούς βαδίζει κι εκεί οδηγείται η προσπάθεια σύζευξης της ιστοριογραφίας Ελλάδας και Τουρκίας:

 

Α.   Οι Τούρκοι μαθητές όσον αφορά την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που επέβαλε στα Βαλκάνια η τουρκική κατάκτηση διδάσκονται, «ότι οι Οθωμανοί μετά την κατάκτηση βελτίωσαν τη ζωή των λαών των Βαλκανίων και ότι ικανοποίησαν και το ισλάμ και τη χριστιανοσύνη(…) Οι Έλληνες εμφανίζονται ότι απολάμβαναν όλες τις ελευθερίες που τους επιδαψίλευε ένα δίκαιο οθωμανικό κράτος και ότι η κατάστασή τους ήταν προνομιακή(…) ʼλλα εγχειρίδια υπογραμμίζουν ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία επέτρεπε σε κάθε υπήκοό της να ζει ελεύθερα σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμά του, να παραμένει πιστός στη θρησκεία του, να μιλάει τη γλώσσα του» [36].

Στην Ελλάδα έως τώρα τα σχολικά βιβλία ιστορίας του Δημοτικού και του Γυμνασίου έκαναν γνωστές στους μαθητές μας τις καταπιεστικές συνθήκες ζωής των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας. Αναφέρονταν στην υποδεέστερη θέση των ραγιάδων, τη σκλαβιά, την εκμετάλλευση, τη δυσβάσταχτη φορολόγησή τους, το παιδομάζωμα, την υποχρεωτική ναυτολόγηση, τους βίαιους εξισλαμισμούς.

Η τουρκική εκδοχή καθίσταται, τρόπον τινά,  εμβληματική στο προαναφερθέν εγχειρίδιο του CDRSEE. Αυτήν είδαμε να διατυμπανίζει και η κ. Κουλούρη προς το ελληνικό κοινό μέσα από την εφημερίδα το ΒΗΜΑ. Όσο για την κ. Ρεπούση, προβάλλει στους μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού, επί λέξει σχεδόν, την τουρκική άποψη γράφοντας πως «κατά την περίοδο της ξένης κυριαρχίας οι υπόδουλοι ελληνικοί πληθυσμοί διατηρούν πολλά από τα ήθη και τα έθιμα, διατηρούν δηλαδή την ταυτότητά τους. Αυτό γίνεται διότι έχουν του δικαίωμα να κρατήσουν τη θρησκεία και τη γλώσσα τους και να λειτουργούν σε κοινότητες εκλέγοντας τους άρχοντές τους» (σελ.36). Με το δικαίωμα στην αυθαιρεσία που έχει ως πανεπιστημιακός, φροντίζει, επιπλέον, να “εξαγνίσει” και τις έννοιες ραγιάς και παιδομάζωμα.[37]

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται - και μάλιστα επί τα χείρω - το νεόκοπο βιβλίο της Γ΄ Γυμνασίου, που έχουν συγγράψει οι αγωνιστές της εθνικής αποδόμησης  Ε. Λούβη (θυμηθήκατε το όνομα;) και Δ. Ξιφαράς.

 

Β. Η τουρκική εκδοχή για την Επανάσταση του 1821 είναι πως αποτέλεσε «εκδήλωση αγνωμοσύνης προς τους Οθωμανούς οι οποίοι κυβερνούσαν με δικαιοσύνη και ανοχή»[38]. Οι αιτίες των εξεγέρσεων των υπόδουλων εθνοτήτων αναζητούνται γενικά στην Γαλλική Επανάσταση και στην έξωθεν χειραγώγηση.[39]

Ποια είναι, όμως, στο θέμα τούτο η άποψη των κ. κ. ιστορικών που, υποτίθεται, ανανεώνουν την ιστοριογραφία μας; Στο βιβλίο της ΣΤ΄ τάξης η κ. Ρεπούση αντιπαρέρχεται ακροποδητί το ερώτημα. Μάταια αναζητάται απάντηση, μια δηλωτική, έστω, φράση στις παρατιθέμενες πηγές. Η επίπλαστη ουδετερότητά της (Δεν τους λέμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Δεν μας ενδιαφέρει αυτή η ιστορική δικανική) συγκαλύπτει την απανθρωπία του Τουρκικού δεσποτισμού και εξισώνει τα θύματα με τους θύτες. Τα καυστικά λόγια του Κοραή αφορούν και την κ. Ρεπούση.

Στον τόμο «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία» το CDRSEE ρητά αποφεύγει να υπεισέλθει στη χρονική αυτή περίοδο. Σταματά σκόπιμα στις αρχές του 19ου αιώνα, παρόλο που δεν συντελείται τότε το τέλος της.

Στον τόμο «Έθνη και κράτη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη» του CDRSEE αφήνεται σαφώς να εννοηθεί - σε αγαστή αρμονία με την τουρκική εκδοχή - πως η Επανάσταση του 1821 (κι όχι μόνο) ήταν απότοκο του εθνικισμού.[40] Τα φιλελεύθερα εθνικά κινήματα της εποχής χαρακτηρίζονται ως εθνικιστικά επιβαρυνόμενα έτσι με την αρνητική νοηματοδότηση, που έχει προσλάβει ο όρος στην εποχή μας.

Δι’ αυτού του τρόπου, και κυρίως με την απερίφραστη αποδοχή της άποψης ότι ουδέποτε υπήρξε τουρκικός ζυγός επί των χριστιανικών πληθυσμών, η γενική συντονίστρια και διευθύντρια. εκδόσεων του CDRSEE κ. Κουλούρη, συγκαλύπτει τον άδικο και τυραννικό χαρακτήρα του τουρκικού δεσποτισμού. Στερεί έτσι από τον αγώνα των υπόδουλων Ελλήνων την ιστορική του νομιμοποίηση και δικαίωση. Πρόκειται για ολόπλευρη ενσωμάτωση στην τουρκική ιστοριογραφία.

 

Γ. Το τουρκικό βιβλίο Ιστορίας (έκδοση 1996) που συστηματικά διδάσκεται σήμερα στις μεγαλύτερες τάξεις του υποχρεωτικής οκταετούς φοίτησης σχολείου της γείτονος χώρας, τιτλοφορείται «Τα δίκαια της Τουρκίας στο Αιγαίο» (Ege Denizinde Turk Haklari) [41]. Πρώτη φορά κυκλοφόρησε στη γείτονα χώρα το 1955 με την υπογραφή του Τούρκου καθηγητή Ιστορίας Μεχμέτ Σακά. Από αυτό οι Τούρκοι μαθητές, μεταξύ άλλων, διδάσκονται ότι:

ü          «Τα νησιά του Αιγαίου βρίσκονται σήμερα υπό ελληνική κατοχή» και «η Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να διατηρήσει στο Αιγαίο την ειρήνη».

ü          «Η Τουρκία καθόρισε τα χωρικά της ύδατα στα 6 μίλια το 1930. Έτσι η Χίος, η Μυτιλήνη και η Σάμος βρίσκονται μέσα στα χωρικά ύδατα της Τουρκίας. Το δικαίωμα κυριαρχίας μιας χώρας στα δικά της χωρικά ύδατα της επιτρέπει να ασκεί τα ίδια δικαιώματα στα νησιά που βρίσκονται σε αυτά τα ύδατα».

ü          «Η ειρήνη στη Μέση Ανατολή και η ασφάλεια στην Ασία είναι δυνατόν να διατηρηθεί με επιστροφή αυτών των νησιών στην Τουρκία».

Οι απόψεις αυτές, βεβαίως, δεν έχουν θεωρητικό χαρακτήρα, μα εντάσσονται «στο πλαίσιο γενικευμένης προσπάθειας της Τουρκίας για μονομερή επανακαθορισμό των ορίων κυριαρχίας και δικαιοδοσίας της στο Αιγαίο, σε βάρος βέβαια της Ελλάδος (αποσκοπώντας) συνολικά να προωθήσει τη διχοτόμηση του Αιγαίου».[42]

Στο βιβλίο της ΣΤ΄ τάξης η κ. Ρεπούση απλώνει χείρα αποδοχής των επεκτατικών αυτών τουρκικών απόψεων υιοθετώντας τη διατύπωση «Ο ελληνικός στόλος καταλαμβάνει πολλά νησιά του ανατολικού Αιγαίου»[43].

 

Δ.   Σε ότι αφορά το πρόβλημα της Κύπρου το βιβλίο της κ. Ρεπούση,  αποδέχεται την τουρκική άποψη πως η διχοτόμηση κι όχι η κατοχή αποτελεί το status quo του μαρτυρικού νησιού και αποκρύπτει από τους μαθητές πως το βόρειο τμήμα κατέχεται από τα τουρκικά στρατεύματα.[44] Πρόκειται γι’ άλλη μια κραυγαλέα προσχώρηση στις τουρκικές απόψεις. ʼλλωστε μόνο ως προσχώρηση θα μπορούσε να γραφεί κοινή ιστορία, όταν στη γείτονα χώρα η προπαγάνδα για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο (όπως και η αποδοχή της γενοκτονίας των Αρμενίων) αποτελούν αδικήματα, σύμφωνα με το άρθρο 306 του ποινικού της κώδικα περί “βασικού εθνικού οφέλους”.[45]

Γεγονός που ανάγκασε το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου να αποστείλει με υπόμνημά του προτάσεις για την ανασκευή των απόψεων που υιοθετεί στο βιβλίο της.[46] Κόλαφος κατά της ελληνικής κυβέρνησης είναι το γεγονός ότι οι προτάσεις αυτές δε έγιναν αρκούντως δεκτές από την κ. Ρεπούση και δεν συμπεριλήφθηκαν στις διορθώσεις του βιβλίου.

Από τα παραπάνω καθίσταται φανερό πως η σύζευξη της ελληνικής με την τουρκική ιστορία διεξάγεται με όρους υπαγωγής της ελληνικής στην τουρκική ιστοριογραφία, με όρους απαξίωσης των αγώνων του ελληνικού λαού για εθνική ανεξαρτησία, ελευθερία, ευνομία.

Το ζητούμενο αυτού του εγχειρήματος είναι η ιστορική νομιμοποίηση και δικαίωση της οθωμανικής κυριαρχίας, ο τεχνητός εξαγνισμός της, το δια της “επιστήμης” ξέπλυμα του τουρκικού δεσποτισμού και της μετέπειτα τουρκικής πολιτικής.

Οι αναθεωρητές ιστορικοί στερώντας από την Επανάσταση του 1821 την πνευματική, ηθική και πολιτική της δικαίωση, κι αμαυρώνοντας τους μετέπειτα εθνικούς μας αγώνες υποσκάπτουν τη συγκρότηση του κράτους και τα κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού.

Επιπλέον, διαβάλλουν ως εκδήλωση εθνικισμού το αναφαίρετο δικαίωμα των Ελλήνων να αρθρώνουν εθνικό - όχι εθνικιστικό – πολιτικό και ιστορικό λόγο, να προασπίζουν δια της αλήθειας τα δίκαιά τους και να παρέχουν στα παιδιά τους εθνική διαπαιδαγώγηση.

  Αποτέλεσμα – εσκεμμένο ή όχι – αυτής της δυσμενούς ιστοριογραφικής μεταχείρισης της εθνικής μας διαδρομής είναι ότι καλλιεργούνται οι ιδεολογικές και ψυχολογικές προϋποθέσεις, που συνιστούν προλείανση του εδάφους για μια ενδεχόμενη γεωπολιτική αναδιάταξη της περιοχής μας, σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων.

 

Τεκμήρια για το χαρακτήρα της τουρκικής κυριαρχίας

 

Στην αρχή του κειμένου μας παρακολουθήσαμε την αντιπαράθεση του Κοραή προς τις εθελόδουλες απόψεις της Διδασκαλίας Πατρικής. Μετά από 200 και πλέον χρόνια κατάφασης των διαφωτιστικών και αγωνιστικών μας παραδόσεων οι σύγχρονοι αναθεωρητές της ιστορίας έρχονται να τις διαβάλλουν, να τις ανατρέψουν και να αναβαθμίσουν τις παραδόσεις υποτέλειας και ξενοκρατίας!

       Θα κλείσουμε το άρθρο μας με την παράθεση ορισμένων τεκμηρίων για την τουρκοκρατία και την Επανάσταση του 1821. Τα παρεχόμενα στοιχεία συμβάλλουν στη διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης και πλήττουν τα επιχειρήματα των αποδομητών της ιστορίας και του έθνους, αποτελώντας σημαντικά εφόδια στην πάλη που διεξάγεται.

       Πρώτα θα δούμε τι έγραφε το 1832 για την κατάσταση στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα ο Βρετανός φιλέλληνας Τόμας Γκόρντον που ήρθε, έζησε ένα διάστημα εδώ και αγωνίστηκε για την ελευθερία της.

 

           Τόμας Γκόρντον

       «Θα ήταν αναμφίβολα, δυνατό να υποδείξει κανείς κι αγριότερη καταπίεση απ’ εκείνη των Τούρκων πάνω στους Χριστιανούς υπηκόους των, μα καμιά δεν είναι τόσο αποτελεσματική στο να τσακίζει το ανθρώπινο πνεύμα.

       »Η τυραννία του Σουλτάνου είναι, για τους ίδιους τους Μουσουλμάνους, μια κοινή μορφή Ανατολικού δεσποτισμού, μα η σκιά του είναι πολύ βαρύτερη για τους Ραγιάδες, εκτεθειμένους στα καπρίτσια ενός ή λίγων προσώπων, που στην πραγματικότητα, στο σύνολο του κυρίαρχου έθνους, είναι οι σκλάβοι των σκλάβων.

       »Σ’ όλη την αυτοκρατορία βρίσκονταν υποκείμενοι στις ενοχλήσεις, τις προσβολές και τους εκβιασμούς των Μωαμεθανών κάθε τάξεως. Σπάνια μπορούσαν να βρουν δικαιοσύνη, κι ας τους έκλεβαν τα αγαθά τους κι ας τους πρόσβαλλαν τη θρησκευτική και οικογενειακή τους τιμή, η παραμικρή ένδειξη θαρραλέας δυσαρέσκειας έφερνε στα κεφάλια τους γρήγορα την καταστροφή και μονάχα οι ταπεινωτικές υποκλίσεις τους άφηναν να ζήσουν με κάποια άνεση ή ασφάλεια.»[47]

 

 

       Για να εμπεδώσουν οι αναθεωρητές το τυραννικό πρόσωπο της τουρκοκρατίας, ας ξαναδούν τι έγραφε το 1806 ο Ανώνυμος συγγραφέας του βιβλίου: «Ελληνική Νομαρχία, ήτοι λόγος περί Ελευθερίας», που το αφιέρωνε στον εθνομάρτυρα Ρήγα Φεραίο, ως αρραβώνα – όπως λέει - εκδικήσεως του λαμπρού αίματός του κατά των τυράννων της Ελλάδος:

 

Ανωνύμου του Έλληνος

Ελληνική Νομαρχία, ήτοι λόγος περί ελευθερίας

      «Ποιος εμβαίνει εις μίαν πολιτείαν της Ελλάδος, και δεν αισθάνεται μίαν ψυχρότητα εις την καρδίαν του, ακούοντας πανταχόθεν να εξέρχεται το ε και το αλλοίμονον! Τι άλλο ακροάζεται ένας ξένος, πάρεξ αναστεναγμούς; Τι άλλο βλέπει ο Έλλην, ειμή δάκρυα; Τι άλλο ευρίσκεται, τέλος πάντων, εις τους Έλληνας, ειμή λύπη, φόβος, φυλακή και θάνατος; Ένα γενικόν μουρμούρισμα λύπης, μία σιωπή απελπισίας κυριεύει όλων τας καρδίας. Και πολλών η αδυναμία μιας δικαίας εκδικήσεως και η πολλά αισθαντική καρδία φθείρει την ζωήν και θνήσκουν απελπισμένοι.»[48] 

 

          Στο βιβλίο αυτό και ειδικότερα στο κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο Η Ελλάδα στα δεσμά της, ο Ανώνυμος συγγραφέας κάνει τον αναγνώστη να αισθανθεί τι εστί τουρκικός δεσποτισμός και καθεστώς τυραννίας.

          Εφόσον κατά την κ. Κουλούρη δεν υπήρχε τουρκική επιβολή στις αυτόχθονες χριστιανικές κοινωνίες, που είχε το χαρακτήρα  ζυγού, τι άλλο είναι, αν όχι έξαρση εθνικιστικού οίστρου, ο Θούριος και ο Πατριωτικός Ύμνος του Ρήγα, όπου ο εθνομάρτυρας τραγουδούσε:

 

Ο Θούριος

Ως πότε παλικάρια να ζώμεν στα στενά

Μονάχοι σα λιοντάρια στες ράχες στα βουνά;

Σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,

Να φεύγωμ’ απ’ τον Κόσμον για την πικρή σκλαβιά.

Να χάνωμεν αδέρφια, Πατρίδα και Γονείς,

Τους φίλους τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς.

Κάλλιο ’ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,

Παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή.

Τι σ’ ωφελεί κι αν ζήσεις και είσαι στη σκλαβιά;

Στοχάσου πως σε ψένουν καθ’ ώραν στη φωτιά.

Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθείς,

Ο τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθείς.

Δουλεύεις όλ’ ημέρα, σε ό,τι κι αν σου πει,

Κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιει.

 

Ύμνος πατριωτικός

 

   Ως πότ’ εμείς υπομονή, και να μη βγάζωμεν φωνή;

                    Σα να’ μαστε δεμένοι, ζούμεν τυραννισμένοι,

                    Και καταφρονημένοι. Στη φωτιά μπρε παιδιά.

 

Πώς αντικρίζουν, άραγε, οι αναθεωρητές ιστορικοί τον γεμάτο έρωτα ελευθερίας μα και καταγγελτικό λόγο του εθνικού μας ποιητή, Διονυσίου Σολωμού, που στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν περιλαμβάνει τους ακόλουθους στίχους:

Ύμνος εις την Ελευθερίαν

ʼργειε να ’λθει εκείνη η μέρα, και ήταν όλα σιωπηλά,

               Γιατί τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.

 

               Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει φιλελεύθερην λαλιά,  

               Ένα κτύπαε τα’ άλλο χέρι από την απελπισιά.

 

  Κι έλεες: πότε, α! πότε βγάνω το κεφάλι απ’ τς’ ερμιές;

                Κι αποκρίνοντο από πάνω κλάψες, άλυσες, φωνές.

 

Το καθεστώς του τουρκικού ζυγού πιστοποιεί 3 δεκαετίες μετά το 1821 κι ο οπαδός του Φαλμεράγιερ Καρλ Μαρξ. Σε αρθρογραφία του το 1853 για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Τουρκίας κατακρίνει την πολιτική του statuus quo των ευρωπαϊκών κρατών, καθότι, πλην των άλλων, θα διαιωνίσει την καταπίεση των χριστιανών υπηκόων και τον τουρκικό ζυγό[49]. Επιπλέον έγραφε και τα κάτωθι:

 

Καρλ Μαρξ

       «Ο Τούρκος είναι, ανάλογα με τις περιπτώσεις και τον τόπο, εργάτης, καλλιεργητής, μικρογαιοκτήμονας, έμπορος, φεουδάρχης στο χαμηλότερο και πιο βάρβαρο  στάδιο της φεουδαρχίας, υπάλληλος ή στρατιώτης. Μα, σε όλες ατές τις κοινωνικές θέσεις, ανήκει στην προνομιούχο θρησκεία και στο προνομιούχο έθνος. Μόνο αυτός έχει το δικαίωμα να οπλοφορεί, ενώ και ο υψηλότερα τοποθετημένος χριστιανός, αν συναντήσει και τον πιο ταπεινό των μωαμεθανών, πρέπει να του παραχωρήσει την προτεραιότητα (…) Ο όχλος αυτός κρατάει ζηλότυπα την υποτιθέμενη ανωτερότητά του και την προφανή ατιμωρησία του για όλες τις υπερβολές, που το ισλαμικό προνόμιο του επιτρέπει να πραγματοποιεί εναντίον των χριστιανών (…) Γρήγορα ή αργά, θα επιβληθεί σίγουρα η απόλυτη αναγκαιότητα ν’ απελευθερωθεί η ήπειρός μας από την κυριαρχία ενός όχλου, που σε σύγκριση με αυτόν οι πληβείοι της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήσαν ένα σύνολο ηρώων και γνωστικών (…) Η ιστορία και τα σύγχρονα γεγονότα δείχνουν πως πρέπει πάνω στα ερείπια του μουσουλμανικού κράτους της Ευρώπης, να θεμελιωθεί ένα χριστιανικό ανεξάρτητο κράτος[50]».

 

          Είδαμε πως στο βιβλίο της η προοδευτική κ. Ρεπούση δεν δίνει καμία απάντηση στο ερώτημα για ποιο λόγο έγινε η Επανάσταση του ’21.

       Ας δούμε, λοιπόν, ποια απάντηση έδιναν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της ελληνικής παλιγγενεσίας:

 

 Αλέξανδρος Υψηλάντης

Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος

«(…) Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω συμπατριώται, και ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν! Ίδετε εδώ τους ναούς καταπατημένους, εκεί τα τέκνα μας αρπαζόμενα δια χρήσιν αναιδεστάτην της ασελγούς φιληδονίας των βαρβάρων τυράννων μας, τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τους αγρούς μας λεηλατημένους και ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα!»

 

Προκήρυξις προς τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς

του Π. Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Γερουσίας

«Ο ανυπόφορος ζυγός της οθωμανικής τυραννίας εις το διάστημα ενός και επέκεινα αιώνος κατήντησεν εις μίαν ακμήν, ώστε να μη μείνη άλλο εις τους δυστυχείς Πελοποννησίους Γραικούς, ει μη μόνον φωνή, και αύτη, δια να ωθή κυρίως τους εγκαρδίους αναστεναγμούς των. Εις τοιαύτην όντες αθλίαν κατάστασιν, στερημένοι από όλα τα δίκαιά μας, με μίαν γνώμην απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα όπλα και να ορμήσωμεν κατά του τυράννου.» (25/03/1821)

 

Γεώργιος Βαρνακιώτης

Επαναστατική Διακήρυξη

«Έφθασε η στιγμή να αποτεινάξωμεν τον τόσον βαρύν ζυγόν, να λείψετε όλοι σας από τα δυσβάστακτα δοσίματα, από ταις ανυπόφοραις αγκαρίαις, από την καταφρόνησιν της τιμής και της θρησκείας μας, και από αυτόν τον  επικείμενον κίνδυνον της ζωής μας.»[51]

 

Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου 1822

 

«Το ελληνικόν έθνος, το οποίον υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρει τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας, και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων παραστατών του, εις Εθνικήν Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, “την Πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν”.

 

Φωτάκος (Φώτης Χρυσανθόπουλος)

Απομνημονεύματα

Η αληθινή αιτία (σ. σ. της Επανάστασης του 1821) είναι η απελπισία των Ελλήνων, οίτινες κλεισθέντες ολόγυρα υπό των τυράννων των καθ’ εκάστην ημέραν εκαταδιώκοντο από αυτούς δια την αρπαγήν των πραγμάτων των, της ατιμώσεώς των, της σφαγής, της αγχόνης  και των άλλων της δουλείας συμφορώνη δε απελπισία αύτη και ο φόβος περί της μελλούσης φυσικής υπάρξεώς των εγέννησαν εις τους Έλληνας την απόφασιν της επαναστάσεως.» (τ. Α΄ σελ.21)

 

Αντί επιλόγου

 

          Είναι αρμόζον και κατάλληλο να κλείσουμε τούτο το κείμενο με την εισαγωγή του Ρήγα Φεραίου στη Νέα του Πολιτική Διοίκηση, η οποία τρόπον τινά ανακεφαλαιώνει τις απόψεις μας: Ας δούμε τι έλεγε ο εθνομάρτυρας της ελευθερίας:

 

Ρήγας Φεραίος

«Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης,

της Μ. Ασίας, των Μεσογείων νήσων και της Βλαχομπογδανίας»

 

        «Ο λαός απόγονος των Ελλήνων, όπου κατοικεί την Ρούμελην, την μικράν Ασίαν, τας Μεσογείους νήσους, την Βλαχομπογδανίαν, και όλοι όσοι στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του βδελυρωτάτου δεσποτισμού, ή εβιάσθησαν να φύγουν εις ξένα βασίλεια δια να γλυτώσουν από τον δυσβάστακτον και βαρύν αυτού ζυγόν, όλοι λέγω χριστιανοί και Τούρκοι, χωρίς κανέναν ξεχωρισμόν θρησκείας, (επειδή όλοι πλάσματα Θεού είναι, και τέκνα του πρωτοπλάστου), στοχαζόμενοι ότι ο τύραννος ονομαζόμενος Σουλτάνος κατέπεσεν ολοτελώς εις τας βρωμερά θηλυμανείς ορέξεις του επερικυκλώθη από ευνούχους και αιμοβόρους αμαθεστάτους αυλικούς, ελησμόνησε και καταφρόνησε την ανθρωπότητα, εσκληρύνθη η καρδία του κατά της αθωότητος, και το πλέον ωραιότερον βασίλειον του κόσμου, οπού εκθειάζεται πανταχόθεν από τους σοφούς, καντήτησεν εις μίαν βδελυράν αναρχίαν τόσον ώστε κανένας οποιασδήποτε τάξεως και θρησκείας, δεν είναι σίγουρος μήτε δια την ζωήν του, μήτε δια την τιμήν του, μήτε δια τα υποστατικά  του. Ο πλέον ήσυχος, ο πλέον αθώος, ο πλέον τίμιος πολίτης κινδυνεύει την κάθε στιγμήν να γίνει ελεεινή θυσία της τυραννικής φαντασίας, ή των αγρίων τοποτηρητών, και αναξίων Μεγιστάνων του τυράννου, ή τέλος (όπερ συνηθέστερον συμβαίνει) των κακοτρόπων θηριωδεστάτων μιμητών του χαιρόντων εις το ατιμώρητον κρίμα, εις την σκληροτάτην απανθρωπότητα, εις την φονοκτονίαν, χωρίς καμμίαν εξέτασιν, χωρίς καμμίαν κρίσιν.

                »Ουρανέ, εσύ είσαι απροσωπόληπτος μάρτυς των τοιούτων κακουργημάτων. Ήλιε, εσύ βλέπεις καθημερινώς τα τοιαύτα θηριώδη τολμήματα. Γη, εσύ ποτίζεσαι αδιακόπως από τα ρείθρα των αθώων αιμάτων. Ποίος έχει στόμα να με ειπή το εναντίον; Ποίος είναι εκείνος ο τίγρις ομόψηφος των τοσούτων ανομημάτων, ας εύγη εις το παρόν, και δια πολέμιόν του μάρτυρα, θέλει αποκτήσει όλην την κτίσιν, ήτις αγλώσσως γογγά δια τους αδίκους ώδε εκχυνομένους ρύακας των ανθρωπίνων αιμάτων.

»Ο μέχρι τούδε λέγω δυστυχής ούτος λαός βλέποντας ότι όλαι του αι θλίψεις και οδύναι, τα καθημερινά δάκρυά του, ο αφανισμός του, προέρχονται από την κακήν και αχρειεστάτην διοίκησιν, από την στέρησιν καλών νόμων , απεφάσισεν ενανδριζόμενος μίαν φοράν να ατενίση προς τον ουρανόν, να εγείρη ανδρείως τον καταβεβαρημένον τράχηλόν του, και ενοπλίζωντας εμμανώς τους βραχίονάς του με τα άρματα της εκδικήσεως και της απελπισίας να εκβοήση μεγαλοφώνως ενώπιον πάσης της Οικουμένης, εις βροντώδη κραυγήν τα ιερά και άμωμα δίκαια οπού θεώθεν τω εχαρίσθησαν δια να ζήση ησύχως επάνω εις την γην…»[52] 

         

Τούτη είναι η ανεκτίμητη κληρονομιά του ελληνικού λαού, η σάρκα από τη σάρκα του: παράδοση αντίστασης προς κάθε τυραννία, ασίγαστοι αγώνες για ελευθερία, ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ευνομία. Θα τη διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού και θα την παραδώσουμε γνήσια στα παιδιά μας, μαζί με το υπέρτατο αγαθό της αλήθειας.

Τα υποχείρια των εξουσιαστών της γης, οι ομόψηφοι των τοσούτων ανομημάτων, ας πορευθούν το δρόμο της αποδομητικής ψευδολογίας και της υποτέλειας.

         

Χρήστος Κορκόβελος

Σεπτέμβριος 2007

 


 

[1] Απόστολος Βακαλόπουλος: Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τόμος Δ΄, σελ. 673-4 εκδόσεις Ηρόδοτος 1973, 2005.

[2] Όπου παρ.

[3] Όπου παρ.

[4] Αδαμάντιος Κοραής: ʼπαντα, τόμος 2ος, σελ.13 - 27 εκδόσεις Μπίρης, 1970.

[5] Στο ίδιο.

[6] Όπ. παρ.

[7] Βλέπε συνέντευξη του πρώην υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου κατά την περίοδο 1999-2003 κ. Ουράνιου Ιωαννίδη στην εφημερίδα Μακεδονία 29/3/2007.

[8]  State, November 2000. Βλ. www.state.gov/documents/organigation/83352.pdf. Βλέπε επίσης την ιστοσελίδα www.greekalert.com που έκανε αυτές τις αποκαλύψεις.

[9] Στην επιτροπή αυτή από ελληνικής πλευράς συμμετείχε η κ. Χριστίνα Κουλούρη.

 

 

[10] Χορηγοί του CDRSEE είναι το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Οργανισμός των ΗΠΑ για τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID), τα Υπουργεία Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Νορβηγίας, το Σύμφωνο Σταθερότητας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, το Ίδρυμα Ανοιχτή Κοινωνία του Τζωρτζ Σόρος κ.α.

[11] H ιστοσελίδα του CDRSEE είναι: www.cdsee.org. Για το Κοινό Πρόγραμμα Ιστορίας βλέπε: www.see-jhp.org/about_project.html.

[12] Χρ. Κουλούρη: Γενική Εισαγωγή, βλ. «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία», σελ. 9-17.

[13] Τα άλλα 3 βιβλία είναι κατά σειρά: Έθνη και κράτη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.

[14] Εναλλακτικό Εκπαιδευτικό Υλικό, «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία», διεύθυνση σειράς: Χριστίνα Κουλούρη, έκδοση του CDRSEE, Θεσσαλονίκη 2005 ( βλ. σελ. 41).

[15] Στο ίδιο, σελ. 46.

[16] Στο ίδιο, σελ. 14.

[17] Βλ. σελ. 127

[18] Βλ. Το ΒΗΜΑ, 6 Φεβρουαρίου 2002.

[19] Εφημερίδα Το ΒΗΜΑ, 06/02/2000. (Ο τονισμός των γραμμάτων είναι  δικός μου).

[20] “Παρατηρητής”  5-12-2002. (Ο τονισμός των γραμμάτων δικός μου)

[21] Όπ. παρ. σελ. 12.

[22] Εξ όσων γνωρίζω, η εισήγηση αυτή δεν έχει γίνει ως τώρα αποδεκτή από το ΥΠΕΠΘ.

[23] Η ΑΥΓΗ 12/032006 (Ο τονισμός των γραμμάτων είναι δικός μου).

[24] Βλ. περιοδικό ʼρδην, τεύχος 62 και www.antibaro.gr

[25] Όταν η κυβέρνηση στα τέλη Ιουλίου καλλιεργούσε στην κοινή γνώμη ψευδώς την εντύπωση πως η συγγραφική ομάδα δέχτηκε να προβεί στις ευρείες αλλαγές που υπέδειξε η Ακαδημία Αθηνών, 40 μέρες πριν η κ. Ρεπούση δήλωνε (ΒΗΜΑ 17 Ιουνίου) ότι «οι αλλαγές στο βιβλίο έχουν ολοκληρωθεί (…) Προχωρήσαμε σε αλλαγές που είναι συμβατές με τη φιλοσοφία του βιβλίου(…) Αυτό το βιβλίο έχει αξία γιατί υπερασπίζεται μια συγκεκριμένη προσέγγιση για τη διδασκαλία της ιστορίας (…) Δε θα κάναμε σε καμία περίπτωση αλλαγές που αντιστρατεύονται αυτή την προσέγγιση».

[26] Βλ. σελ. 16-17 του βιβλίου του μαθητή.

[27] Τα βιβλία γράφονται βάσει των ΑΠΣ. Βλ. τα νέα ΑΠΣ στο ΦΕΚ 303, τ. Β΄ 2003.

[28] Μεστή νοήματος είναι η προαναφερθείσα ρήση της κ. Ρεπούση: «Δεν τους λέμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Δεν μας ενδιαφέρει αυτή η ιστορική  δικανική».

[29] Βλ. Ιστορία ΣΤ΄ Δημοτικού, σελ. 71, 94. Το Λεξικό Τεγόπουλος – Φυτράκης ορίζει την προσάρτηση ως υπαγωγή εδαφών στην κυριαρχία ξένου γειτονικού κράτους.

[30] Ήδη από τις 7/1/2007 με άρθρο της στο ΒΗΜΑ έσπευσε να υποστηρίξει πως «τα θετικά στοιχεία του βιβλίου είναι ακριβώς εκείνα για τα οποία κατηγορείται».

[31] ΦΕΚ τ. Α, αρ. φύλλου 142, 27 Ιουνίου 2001. Δικός μου ο τονισμός των γραμμάτων.

[32] Βλέπε www.agp.gr/agp/content/Document Στο συμπόσιο αυτό, μεταξύ άλλων, συμμετείχαν δυο Τούρκοι καθηγητές, δύο αμερικανοί καθηγητές του Χάρβαρντ και δύο μέλη του Ιδρύματος για την Ανοιχτή Κοινωνία του περιβόητου Σόρος.

[33] Βλέπε το άρθρο της Ν. Τρίγκα «Κοινό βιβλίο ιστορίας για Έλληνες και Τούρκους;», εφημερίδα το ΒΗΜΑ, 16/11/2003.

[34] Στο ίδιο

[35] Βλ. Πωλ Ρικέρ: Δοκίμια Ερμηνευτικής, σελ. 247, Μορφωτικό Ινστιτούτο Αγροτικής Τράπεζας, 1990

[36] Θεόδωρος Μπατρακούλης: Ο ελληνικός αγώνας για ανεξαρτησία και τα τουρκικά εγχειρίδια, εφημερίδα ΡΗΞΗ, 16 Ιουλίου 2007, αρ. φύλλου 15.

[37] Η κ. Ρεπούση ορίζει το παιδομάζωμα ως «στρατολόγηση των παιδιών των χριστιανών από τους Οθωμανούς». Σύμφωνα με τους Μπογκντάν Μουργκέσκου και Χαλίλ Μπερκτάυ, συγγραφείς του βιβλίου “Η Οθωμανική Αυτοκρατορία” του CDRSEE, το παιδομάζωμα ήταν «ένα πρωτότυπο σύστημα στρατολόγησης, το οποίο μετέτρεπε νεαρούς μη μουσουλμάνους σε μια προνομιακή κοινωνική ομάδα». Οι δύο αυτές ερμηνείες συμπίπτουν στην απόκρυψη αυτού, το οποίο θρηνεί στο διάβα των αιώνων ο ελληνικός λαός. Ο σπαραγμός του εκφράζεται στο ακόλουθο δημοτικό τραγούδι: «Ανάθεμά σε, βασιλιά, και τρις ανάθεμά σε,/ με το κακό οπόκαμες, και το κακό που κάμεις./ Στέλνεις, δένεις τους γέροντας, τους πρώτους τους παπάδες/ να μάσης παιδομάζωμα, να κάμεις γενιτσάρους./ Κλαιν’ οι γοναίοι τα παιδιά, κ’ οι αδελφές τα’ αδέλφια,/ κλαίγω κι εγώ και καίγομαι και όσο ζω θα κλαίγω./ Πέρσι πήραν το γιόκα μου, φέτο τον αδελφό μου»,βλέπε Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ι΄, σελ. 65, Εκδοτική Αθηνών.

[38] Όπ. παρ. Το ΒΗΜΑ 16/11/2003

[39] Βλ. Θεόδωρος Μπατρακούλης, όπ. παρ.

[40] Στη σελ. 13 λ.χ. διαβάζουμε: «Από το 19ο αιώνα και μετά, η δύναμη των εθνικιστικών ιδεολογιών διαμορφώνει τους τρόπους με τους οποίους δρουν και συμπεριφέρονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων». Και στη σελ. 27: «Ο εθνικισμός σιγά -σιγά κέρδιζε έδαφος, οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες αποδεικνύονταν ολοένα και περισσότερο εύθραυστες και στο τέλος κατέρρευσαν. Έτσι, η μια μετά την άλλη οι πολιτικές οντότητες άρχισαν να οργανώνονται ως εθνικά κράτη».

[41] Οι πληροφορίες αντλούνται από το άρθρο του Φαίδωνα Χατζάκη «Οι Τούρκοι μαθητές του Δημοτικού διδάσκονται έναν αλυτρωτισμό που ξεπερνά τα όρια του παράλογου»,βλ.. http://www.antibaro.gr/society/xatzakhs_tourkikabiblia.php

 

[42] Β. Καρακωστάνογλου: Αναζητώντας την ουσία, University Studio Press, 2006 (Κόβουν στα δύο το Αιγαίο, σελ. 121-124.). Βλ. και εφ. Μακεδονία 14/05/2006.

[43] Βλ. σελ. 94 του βιβλίου. Εκεί συναντούμε και τη φράση «Ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνει εδάφη της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Απελευθερώνει σημαντικές πόλεις, όπως η Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα». Οι λέξεις επιλέχθηκαν προσεκτικά.

[44] Για τις αντιδράσεις που προκάλεσε το βιβλίο αυτό στην Κύπρο βλέπε τη συνέντευξη του πρώην υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου κ. Ουράνιου Ιωαννίδη στην εφημερίδα Μακεδονία στις 29 Μαρτίου 2007.

[45] Βλ. Β. Καρακωστάνογλου, στο ίδιο (Ο νέος τουρκικός ποινικός κώδικας, σελ. 105 -6). Βλ. και εφ. Μακεδονία 03/10/2004.

[46] Βλέπε τις προτάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας στο βιβλίο: Γιατί δε διορθώνεται – Ντοκουμέντα, έκδοση της εφημερίδας Χριστιανική, 2007.

[47] Τόμας Γκόρντον: σελ. LIV, εκδόσεις Μπάυρον (χ. χ.).

[48] Ανωνύμου του Έλληνος: «Ελληνική Νομαρχία, ήτοι λόγος περί Ελευθερίας», εκδόσεις Κάλβος 1980, σελ. 101

[49] Καρλ Μαρξ: Το ανατολικό ζήτημα, εκδόσεις Αναγνωστίδη, σελ. 46-47

[50] Στο ίδιο, βλ. σελ. 23, 24, 51

[51] (Ι. Φιλήμων: Ιστορικόν Δοκίμιον περί Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Γ΄ σελ. 333)

 

[52] Βλέπε Ρήγα Βελεστινλή Θετταλού, Έκθεση αφιερωμένη στα 200 χρόνια από το θάνατό του, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα 1998

 


 

 

 

 

 

http://www.antibaro.gr