Στο τυπογραφείο με «ψευτοδιορθώσεις»;
Δοκιμάζεται το κύρος των θεσμών στο θέμα της Ιστορίας της Στ Δημοτκού
Κυριάκος Σ. Κατσιμάνης
Κρατικός Διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Σορβόννης, Αναπλ .Καθηγητής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Αθηνών, Επ. Σύμβουλος / τ. Αντιπρόεδρος του Π.Ι.
Αντίβαρο, Ιούλιος 2007
Αθήνα, 12 Ιουλίου 2007
ΠΡΟΣ
Τη αξιότιμη Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων
Κυρία Μαριέττα Γιαννάκου
ΘΕΜΑ:
ΔΟΚΙΜΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΚΥΡΟΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ
ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
1. Αξιότιμους Υφυπουργούς Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων
κκ. Καλό και Ταλιαδούρο.
2. Μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
3. Πρόεδρο και Μέλη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.
4. Μέλη Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι.
5. Αθηναϊκό Τύπο
Στο τυπογραφείο με «ψευτοδιορθώσεις»;
ΔΟΚΙΜΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΚΥΡΟΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
__________________________________
Όσοι έτρεφαν αυταπάτες ότι τάχα επέκειτο επίσημη ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία το επίμαχο βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού θα αποσυρόταν, διαψεύσθηκαν οικτρά. Η κ. Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων όχι μόνο δε φαίνεται να έχει καμιά τέτοια πρόθεση, αλλά και μεταθέτει διαρκώς το θέμα από τις διορθώσεις στην αξιολόγηση και από την αξιολόγηση
στις ελληνικές καλένδες, με πιθανό απώτερο σκοπό της τη διαιώνισή της παρουσίας του παραπάνω βιβλίου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από μια συνέντευξη που παραχώρησε τις προάλλες στην «Ελευθεροτυπία» (24/6/2007) μια συνέντευξη που διατηρεί στο ακέραιο την επικαιρότητά της, αφού τίποτα δεν έχει στο μεταξύ μεταβληθεί σε ό,τι αφορά την ουσία της. Τα κύρια σημεία των δηλώσεων της κ. Υπουργού, που είναι διάσπαρτα στο κείμενο της συνέντευξης, τα παραθέτω στη συνέχεια ομαδοποιημένα κατά επιμέρους θέματα και διατυπώνω κάθε φορά τα σχόλια και τις απορίες μου.
1. Η ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΗ «ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΑ»
«Όλες οι χώρες με ένα έμμεσο ή άμεσο τρόπο, ενισχύουν την εθνική συνείδηση των πολιτών, τονίζοντας τις καλύτερες στιγμές της ιστορίας τους. Είμαστε από τους λαούς που δεν χρειάζεται να δημιουργήσουμε ιστορία. Έχουμε ιστορία και μάλιστα λαμπρή».
Η επισήμανση της κ. Υπουργού ήταν απάντηση στην ακόλουθη παρατήρηση του δημοσιογράφου: «Σε πολλές περιπτώσεις αντί για Ιστορία διδασκόμαστε
εθνική μυθολογία». Στη συνέχεια ο ίδιος επανέρχεται με μια καινούρια παρατήρηση: «Όμως αποκρύπτουμε και γεγονότα, ή πλευρές της ιστορίας δεν τις θίγουμε καθόλου». (H επίδειξη αποδομητικού ζήλου, ακόμη και όταν πρόκειται για διδακτικό εγχειρίδιο εντεκάχρονων παιδιών, όλο και κάποια εύσημα «προοδευτικότητας» αποφέρει την σήμερον ημέραν
). Ας επανέλθουμε όμως στην κ. Υπουργό. Το ότι ως λαός «έχουμε ιστορία και μάλιστα λαμπρή» η κ. Υπουργός το ξέρει. Οι συγγραφείς, όμως, της Ιστορίας της Στ Δημοτικού το ξέρουν άραγε; Κα αν το ξέρουν, τότε γιατί στο βιβλίο τους έχουν κάνει το παν, ώστε η «λαμπρότητα» αυτή να μειωθεί, να ατονήσει και να ξεθωριάσει; Και Η Κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΓΙΑΤΙ ΕΠΙΜΕΝΕΙ, ΠΑΡ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ;
2. ΒΑΣΙΚΗ ΓΝΩΣΗ Ή ΑΠΕΡΑΝΤΗ ΣΥΓΧΥΣΗ;
«Το βιβλίο αυτό είχε παραγγελθεί το 2003 -μαζί με σειρά άλλων- με μια διαφορετική διδακτική οπτική και τη λογική να είναι μικρότερα τα βιβλία και να παραπέμπουν σε πηγές Το συγκεκριμένο, όπως και τα άλλα βιβλία, είναι για να λάβει τη βασική γνώση ένα παιδί της ΣΤ\' Δημοτικού. Σε ένα βιβλίο ΣΤ\' Δημοτικού, δεν μπορείς να «τα δώσεις όλα» και δεν μπορείς να τα πεις όλα».
Ως γενική θέση, αυτό γίνεται ανεπιφύλακτα δεκτό, στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, τι μπορεί άραγε να σημαίνει εκείνο το «Σε ένα βιβλίο ΣΤ\' Δημοτικού, δεν μπορείς να τα δώσεις όλα και δεν μπορείς να τα πεις όλα», το οποίο ενστερνίζεται τόσο ανεπιφύλακτα η κ. Υπουργός; Ότι έχεις το δικαίωμα ΝΑ ΜΕΓΕΘΥΝΕΙΣ ΤΑ ΕΠΟΥΣΙΩΔΗ ΚΑΙ ΝΑ ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΕΙΣ ΜΕΧΡΙΣ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΩΣ ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ; Ότι μπορείς, για παράδειγμα, να κάνεις ειδική μνεία της πανελληνίως άγνωστης Δόμνας Βισβίζη και να αποσιωπάς τη θυσία του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι; Ότι μπορείς να παραθέτεις έναν πίνακα μισής σελίδας με τις σημαντικότερες ελληνικές εισαγωγές και εξαγωγές κατά το 1858 και να συρρικνώνεις την ιστορική αφήγηση για το Μεσολόγγι σε έναν απλό επί τροχάδην υπαινιγμό; Ή ότι μπορείς να αφιερώνεις μια ολόκληρη σελίδα στα αθηναϊκά καφενεία του 19. αιώνα και να συνθλίβεις τη βασική αναφορά στο Αλβανικό Έπος μέσα σε τρεις, μόλις, γραμμές; Αυτή είναι η «βασική γνώση», που σύμφωνα με τη «διαφορετική διδακτική οπτική» προσφέρεται από τα νέου τύπου διδακτικά εγχειρίδια; Και η παραπομπή στις πηγές τι μπορεί, τελικά, να σημαίνει; Ότι το «κυρίως ειπείν» ιστορικό αφήγημα ΘΑ ΔΙΝΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΓΟΝΟΜΕΤΡΟ ΣΤΟ ΜΑΘΗΤΗ, ο οποίος θα καλείται εκ των υστέρων να αναπληρώσει τα κενά ΠΕΛΑΓΟΔΡΟΜΩΝΤΑΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΥΚΕΩΝΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ αμφιλεγόμενης, κάποτε, αξίας;
3.ΑΠΟ ΤΙΣ «ΨΕΥΤΟΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ» ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ
«Το εν λόγω βιβλίο είχε εγκριθεί από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, εν συ-νεχεία, όμως, εντοπίστηκαν ορισμένα σημεία με τα οποία, όπως κατ\' επανάληψη έχω δηλώσει, κι εγώ διαφωνώ. Αλλά και οι ίδιοι οι συγγραφείς αποδέχτηκαν ότι υπήρξαν αστοχίες. Ζήτησα, λοιπόν, και τη γνώμη της Ακαδημίας Αθηνών, όχι γιατί κάποιος μου το επέβαλε, αλλά επειδή ήθελα και μια έγκυρη γνώμη γενικότερα. Με βάση αυτές τις κατευθύνσεις η συγγραφική ομάδα έκανε τις διορθώσεις».
Το ότι η κ. Υπουργός ζήτησε με δική της πρωτοβουλία τη γνώμη της Ακαδημίας Αθηνών δε σημαίνει ότι η συγγραφική ομάδα είχε τη διακριτική ευ-χέρεια είτε να λάβει υπόψη της αυτή τη γνώμη είτε να την απορρίψει. Επίσης δε σημαίνει ότι μπορούσε να υιοθετήσει επιλεκτικά ελάχιστες από τις επισημάνσεις της Ακαδημίας, --και μάλιστα περιορισμένης σημασίας-- και τον κύριο όγκο τους, που αναφέρεται σε θέματα ουσίας, να τον αγνοήσει επιδεικτικά. Και όμως, η συγγραφική ομάδα, με την ανοχή και τη στήριξη της κ. Υπουργού, ΕΚΑΝΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ! Το υπόμνημα της Ακαδημίας Αθηνών αποδείκνυε με σαφή τρόπο την ύπαρξη τεράστιων αδυναμιών συνυ-φασμένων με το όλο πνεύμα και τη «φιλοσοφία» του εγχειριδίου και κατέληγε στην καταγραφή αναρίθμητων ανακριβειών και σφαλμάτων. Και πώς αντέδρασε η συγγραφική ομάδα σε όλα αυτά; Πρώτα πρώτα, τονίζοντας ότι η «φιλοσοφία» του βιβλίου είναι αδιαπραγμάτευτη και δεν αλλάζει με τίποτα. Και, στη συνέχεια, δηλώνοντας με περισσή υπεροψία πως η Ακαδημία δεν είναι το αρμόδιο όργανο να κρίνει το βιβλίο! Τελικά, προέβη σε ελάχιστες επιμέρους αλλαγές, αλλά αδιαφόρησε παγερώς για τις συγκεκριμένες και ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ, ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΙΣ ΕΚΡΙΝΕ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕ ΡΗΤΑ στη συνεδρίαση της 30/5/2007, αλλά και, εμμέσως πλην σαφώς, ΤΙΣ ΕΘΕΣΕ ΩΣ ΟΡΟ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΡΙΣΗ. Αυτό σημαίνει ότι η συγγραφική ομάδα παραμένει έκθετη, αφού ΟΙ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΤΗΣ (ΑΥΤΟ)ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ «ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ» ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΣ ΚΑΙ, ΑΡΑ, Η ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΓΚΡΙΘΕΙ!
Επιβάλλεται στο σημείο αυτό να τονιστεί ότι, σύμφωνα με έγκυρες δημοσιογραφικές πληροφορίες («Ελεύθερος Τύπος», 14/6/2007), οι διορθώσεις της συγγραφικής ομάδας χαρακτηρίστηκαν ΡΗΤΑ «ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΣ» ΚΑΙ «ΨΕΥΤΟΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ», κατά τη διάρκεια μεταγενέστερης ειδικής σύσκεψης του Τμήματος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, στις13/6/2007. Οι χαρακτηρισμοί έγιναν από τον υπεύθυνο Σύμβουλο για το μάθημα της Ιστορίας κ. Γιάννη Παπαγρηγορίου και η θέση του αυτή «ΕΠΙΚΡΑΤΗΣε» κατά την παραπάνω σύσκεψη. Όταν, λοιπόν, μαθαίνουμε την ίδια ημέρα, από άλλες δημοσιογραφικές πηγές («In.Gr.»), ότι: α) «Τελείως διαφορετικό ως προς το περιεχόμενό του θα είναι το βιβλίο Ιστορίας που θα πάρουν στα χέρια τους οι μαθητές της Στ\' Δημοτικού» και β) Η κ. Υπουργός θα προβεί σύντομα σε σχετικές ανακοινώσεις. Και όταν πληροφορούμαστε, λίγες μέρες αργότερα («Ελευθεροτυπία», 24/6/2007), από την ίδια την κ. Υπουργό ότι: α) Αντί για το «τελείως διαφορετικό βιβλίο» μάς προκύπτει, τελικά, ένα βιβλίο με διορθώσεις σε «ορισμένα σημεία» και β) Οι διορθώσεις αυτές έγιναν με βάση τις «κατευθύνσεις» της Ακαδημίας Αθηνών (!), τότε δικαιούμαστε να πιστέψουμε ότι ΓΥΡΩ ΜΑΣ ΠΑΙΖΕΤΑΙ ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ, οι συντελεστές του οποίου έχουν αποκλειστικό σκοπό τους ΤΗ ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΕΝΟΣ ΑΘΕΡΑΠΕΥΤΑ ΚΑΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ!...
4. ΣΤΟΝ (ΚΑΛΟ) ΔΑΣΚΑΛΟ ΕΝΑ ΚΑΚΟ Ή ΕΝΑ ΚΑΛΟ ΒΙΒΛΙΟ;
«Σε αυτά τα ζητήματα, όμως, τον πρωτεύοντα ρόλο τον έχει ο δάσκαλος. (
) Έχει τεράστια σημασία ο δάσκαλος για το πώς θα συζητήσει με τα παιδιά».
Εδώ μας καθησυχάζει άραγε η κ. Υπουργός ή μας βάζει, αντίθετα, σε μαύρες σκέψεις; Αν δεν παρανοώ τις δηλώσεις της, υπονοεί πως ο δάσκαλος, με τον «πρωτεύοντα ρόλο» του, θα λειτουργήσει ως ασφαλιστική δικλείδα. Θα «συζητήσει», λοιπόν, «με τα παιδιά» και θα προλάβει τις τυχόν βλαπτικές συ-νέπειες στην αγωγή τους από τα σφάλματα, τα κενά, τις ατέλειες και, προ πάντων, την ανεπίτρεπτη «φιλοσοφία» του επίμαχου διδακτικού εγχειριδίου. Μήπως η κ. Υπουργός αγνοεί ότι, σύμφωνα με τα δεδομένα της σχολικής πράξης, ο δάσκαλος παρεμβαίνει σπάνια στο περιεχόμενο ενός σχολικού βι-βλίου; Μήπως της διαφεύγει ότι ο δάσκαλος κατά κανόνα βασίζεται σ αυτό, ακριβώς, το περιεχόμενο όποιο και αν είναι-- και κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί, ώστε να το αξιοποιήσει διδακτικά; Αλλά και αν ακόμη ο δάσκαλος παρενέβαινε, δε θα ήταν μεγάλο ατόπημα να τον υποχρεώναμε ΝΑ ΑΝΑΛΩΘΕΙ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙ ΣΦΑΛΜΑΤΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΚΕΝΑ ΣΕ ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ; Δε θα ήταν απείρως προτιμότερο ΝΑ ΤΟΥ ΔΙΝΑΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΕΝΑ ΥΨΗΛΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ «ΕΡΓΑΛΕΙΟ» και να του ζητούσαμε, χρησιμοποιώντας το ως αφετηρία, να βοηθήσει τα παιδιά να σκεφτούν, να κρίνουν και να δημιουργήσουν, ώστε να προχωρήσουν ακόμη πιο πέρα; Πληρώνουμε άραγε τίποτα «αμαρτίες» ή «χρωστάμε» κάπου και δεν το ξέρουμε, ώστε να καταδικάζουμε τη διδακτική διαδικασία σε αυτοπαγίδευση και σε αποτελμάτωση αποκλειστικά και μόνο για να εδραιωθεί στο Δημοτικό Σχολείο η παρουσία ΕΝΟΣ ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ ΚΑΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ;
5. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΙΚΗ!
«(Το βιβλίο) Θα δοκιμαστεί οριστικά στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς εν συνεχεία, όμως, θα κριθεί το κάθε βιβλίο, ως προς την επιτυχία και τη διδακτική του. Γιατί πρέπει να δούμε και τη διδακτική. Δεν είναι μόνο τι γράφει κάθε βιβλίο. Υπάρχουν ορισμένοι που ισχυρίζονται ότι δεν τους αρέσει η διδακτική. Εάν κατά την αξιολόγηση -όπως θα συμβεί με όλα τα βιβλία της χρονιάς μέσα στη διδακτική- παρατηρηθούν κι άλλα ζητήματα που έχουν σχέση με τη διδακτική κ.λπ., το Παιδαγωγικό θα αναλάβει να συνεννοηθεί με τους συγγραφείς».
Αφού, λοιπόν, η συγγραφική ομάδα μάς παρουσίασε ένα τέλειο βιβλίο σε ό,τι αφορά το περιεχόμενό του, το ζητούμενο είναι από δω και πέρα πώς αυτό το απόκτημα θα αξιοποιηθεί διδακτικά! Εδώ εστιάζεται η αγωνία της κ. Υπουργού. «Υπάρχουν ορισμένοι που ισχυρίζονται ότι δεν τους αρέσει η διδακτική», αναφέρει, εννοώντας προφανώς ότι θεωρούν το βιβλίο διδακτικώς απρόσφορο. Σε αυτούς συγκαταριθμείται και η ταπεινότητά μου, που με πο-λυσέλιδο τεκμηριωμένο υπόμνημα προς την κ. Υπουργό (10/5/2007) είχε καταδείξει τις άστοχες μεθοδολογικές επιλογές των συγγραφέων: την ελλιπή και συχνά διακοπτόμενη ιστορική αφήγηση, την έλλειψη αξιολογικής ιε-ράρχησης του υλικού, την απουσία αιτιώδους άρθρωσής των γεγονότων, την πρωθύστερη αναπλήρωση (;) των παραλείψεων, καθώς και το στείρο και μηχανικό χαρακτήρα των εργασιών και των ασκήσεων που προορίζονται για τους μαθητές.
Τώρα το βιβλίο θα αξιολογηθεί από την άποψη της διδακτικής. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι αξιολογείται και αποδεικνύεται διδακτικώς άριστο. Τι θα μπορούσε αυτό να σημαίνει; Μήπως ότι το κακό περιεχόμενο του βιβλίου βελτιώθηκε ως δια μαγείας; Όχι, βέβαια! Θα σημαίνει, απλούστατα, ότι ΤΟ ΚΑΚΟ ΑΥΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΑ ΝΕΚΡΩΣΕΙ ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΘΑ ΔΙΑΒΡΩΣΕΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΕΡΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ! Μια αληθινή αξιολόγηση θα έπρεπε να επικεντρωθεί στο ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΜΕ ΤΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Και αυτό θα προϋπέθετε επιστροφή στο μεγάλο ζητούμενο: ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΤΟΥ ΕΠΙΜΑΧΟΥ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΥ ΕΛΑΒΑΝ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΣΟΒΑΡΑ ΥΠΟΨΗ ΤΟΥΣ ή «τους έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους», κατά την κοινή έκφραση. Στο τελευταίο αυτό θέμα μόνο η κ. Υπουργός θα μπορούσε να μας απαντήσει: ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΡΑΓΕ ΕΙΛΙΚΡΙΝΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΠΡΟΗΓΗΘΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΣΟΒΑΡΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ της Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού; Ή μήπως η περίφημη αξιολόγηση θα αποδειχτεί μια ακόμη ΑΠΟΠΕΙΡΑ «ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ» ενός αναμφισβήτητα βλαπτικού βιβλίου;
6. «ΕΚΑΣ» ΟΙ ΒΕΒΗΛΟΙ!
«Αλλά αυτά είναι θέματα επιστημόνων και δεν μπορεί να τα κρίνει ο κα-θένας. Κατά τα άλλα, όπου γίνεται ένα λάθος μπορούν να το διορθώσουν οι επιστήμονες. Μόνον αυτοί. Εγώ δεν πιστεύω ότι όλοι αυτοί που μιλάνε για το βιβλίο το έχουν διαβάσει. Κι αν το είχαν διαβάσει, θα έπρεπε να είναι γνώστες και ειδικοί Δηλαδή δεν είναι δυνατόν με αυθαίρετες αποφάσεις να λέμε κάθε φορά ό,τι ζητάει το κοινό σε μία δεδομένη στιγμή».
Η κ. Υπουργός φαίνεται ότι στο θέμα του ποιοι είναι αρμόδιοι να μιλούν κάθε φορά για κάτι εμφορείται από έναν άκρατο πλατωνισμό. Διατείνεται, λοι-πόν, ότι δικαίωμα να αποφανθούν για το συγκεκριμένο εγχειρίδιο έχουν αποκλειστικά και μόνο οι «επαΐοντες», οι «ειδότες», και απολύτως κανένας άλλος. Και «ειδότες» για την κ. Υπουργό είναι οι «επιστήμονες», οι μόνοι ικανοί να διορθώσουν τυχόν λάθη του βιβλίου. Για όλους εμάς τους βέβηλους και τους αμαθείς η μελέτη και η ποιοτική αποτίμησή του, αν δεν ισοδυναμεί με ιεροσυλία, είναι ασφαλώς μάταιος κόπος. Όσοι, λοιπόν, χαλούν τον κόσμο για το βιβλίο, απλούστατα, δεν το έχουν διαβάσει. Αλλά και αν το διάβασαν, ατύχησαν και πάλι. Ας φρόντιζαν προηγουμένως να γίνουν «γνώστες και ειδικοί». Και πού μπορεί, επιτέλους, να βρει κανείς αυτούς τους τελευταίους; Μα, φυσικά, στη συγγραφική ομάδα της Ιστορίας της Στ Δημοτικού, στους πανεπιστημιακούς υποστηρικτές της και (ενδεχομένως) σε ορισμένους συμβούλους της κ. Υπουργού, κοινό γνώρισμα των οποίων είναι η τάση αναθεώρησης της ελληνικής ιστορίας. Σ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟ Σ ΑΥΤΟΥΣ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΚΑΠΟΙΑ ΔΥΣΕΡΜΗΝΕΥΤΗ ΕΥΝΟΙΑ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ, ΜΕΤΑΚΕΝΩΘΗΚΕ Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΙΣΣΕΨΕΙ ΓΙΑ ΚΑΝΕΝΑΝ ΑΛΛΟ! Όλοι οι αναρίθμητοι διαφωνούντες --πανεπιστημιακοί καθηγητές, μέλη της Ακαδημίας Αθηνών, μέλη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, μεμονωμένοι ιστορικοί ερευνητές και συγγραφείς, διανοούμενοι κτλ.-- έχασαν την έξωθεν επιστημονική μαρτυρία τους και απωθούνται μειωτικά στο χώρο του αδαούς και απληροφόρητου «κοινού», ΕΠΕΙΔΗ ΔΙΕΠΡΑΞΑΝ ΤΟ ΟΛΕΘΡΙΟ ΛΑΘΟΣ ΝΑ ΜΗ ΣΤΕΡΞΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΣΚΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΥ. Μεταξύ αυτών και ο υπογραφόμενος, που ακόμη περιμένει την απάντηση της κ. Υπουργού στο δεκασέλιδο τεκμηριωμένο υπόμνημά του σχετικά με το συζητούμενο θέμα
.
Πάντως, ας μη διατηρεί την παραμικρή αμφιβολία η κ. Υπουργός. Όσοι μιλούν γα το βιβλίο και έχουν την τιμή να ανήκουν στο διαμαρτυρόμενο «κοι-νό» το έχουν μελετήσει, και μάλιστα σε βάθος. Η κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ, ΟΜΩΣ, ΤΟ ΕΧΕΙ ΣΤ ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙ; Έχω γι αυτό σοβαρές αμφιβολίες και θέλω να πιστεύω πως όχι. Αυτή θα ήταν άλλωστε η περισσότερο ανώδυνη εκδοχή για την ίδια. Αν, αντίθετα, η κ. Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων είχε πραγματικά μελετήσει το συγκεκριμένο βιβλίο και, ΠΑΡ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, αποδυόταν στον «υπέρ όλων αγώνα», προκειμένου να μην αποσυρθεί, αλλά να παραμείνει διδακτικό εγχειρίδιο στα χέρια των μαθητών, αυτό θα ήταν, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μάλλον επιβαρυντικό για την ίδια
7. Η ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ «ΘΕΣΜΙΚΟΤΗΤΑ»
«Έχω διαφωνία σε πάρα πολλά σημεία του βιβλίου. Όμως, αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίζει να είμαστε θεσμικοί. (
) Εγώ υπερασπίζομαι τον θεσμικό μου ρόλο. Είμαι αντίθετη στην αυθαιρεσία».
Με βάση τα συμφραζόμενα, όταν η κ. Υπουργός λέει ότι πρέπει να είμαστε «θεσμικοί», εννοεί προφανώς ότι πρέπει να σεβόμαστε τους θεσμούς. Αυτή, όμως, η «θεσμικότητα» των δημόσιων προσώπων σωστό θα ήταν ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ. Είμαστε, λοιπόν, «θεσμικοί», όταν αρνούμαστε να αποσύρουμε ένα αποδεδειγμένα κακό βιβλίο, επειδή αυτό προέκυψε από διαγωνισμό, (αγνοώντας ή λησμονώντας ότι έφτασε τελικά στα χέρια των μαθητών μετά από αφόρητες πιέσεις μιας μερίδας του τύπου αλλά και των συγγραφέων προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, που στο τέλος «αφέθηκε να ενδώσει» με βαριά καρδιά). ΠΟΣΟ «ΘΕΣΜΙΚΟΙ», ΟΜΩΣ, ΕΙΜΑΣΤΕ, όταν αδιαφορούμε για τις ολέθριες επιπτώσεις αυτού του βιβλίου στην Εκπαίδευση, δηλαδή σε έναν από τους κορυφαίους θεσμούς της Ελληνικής Πολιτείας; ΠΟΣΟ «ΘΕΣΜΙΚΟΙ» ΕΙΜΑΣΤΕ, όταν με την ακατανόητη ανοχή μας επιβραβεύουμε μια (ως πριν από μερικούς μήνες) «αγνώστων λοιπών στοιχείων» συγγραφική ομάδα, η οποία όχι μόνο μιλάει απαξιωτικά για την Ακαδημία Αθηνών, τον κορυφαίο πνευματικό θεσμό της χώρας, αλλά και υιοθετεί, τελικά, ΜΙΑ ΣΤΑΓΟΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ σχετικά με το επίμαχο βιβλίο; ΠΟΣΟ «ΘΕΣΜΙΚΟΙ» ΕΙΜΑΣΤΕ, όταν ανεχόμαστε και επιβραβεύουμε την αλαζονική περιφρόνηση της ίδιας συγγραφικής ομάδας προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το συμβουλευτικό και επιτελικό αυτό όργανο του ΥΠ.Ε.Π.Θ. ΜΙΑ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΠΟΥ ΚΟΡΥΦΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΒΕΛΤΙΩΣΕΩΝ, ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΑΥΤΟ ΕΘΕΣΕ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΩΣ ΟΡΟ για την εκ νέου αποστολή του βιβλίου στο τυπογραφείο; ΠΟΣΟ «ΘΕΣΜΙΚΟΙ» ΕΙΜΑΣΤΕ, όταν, με την επιλεκτική «θεσμικότητά» μας, επιτρέπουμε στην παραπάνω συγγραφική ομάδα ΝΑ «ΘΕΣΕΙ ΕΑΥΤΗΝ» ΥΠΕΡΑΝΩ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΑΥΤΟΑΝΑΓΟΡΕΥΤΕΙ ΤΙΜΗΤΗΣ ΤΟΥΣ; Και το πιο σημαντικό: έχει άραγε η Κυρία Υπουργός συνειδητοποιήσει ότι, αν, υπερασπιζόμενη το θεσμικό της ρόλο, στείλει για επανέκδοση την Ιστορία Στ΄ Δημοτικού με τις απλές «ψευτοδιορθώσεις» που επισημάνθηκαν, στην ουσία ΠΛΗΤΤΕΤΑΙ ΑΝΕΠΑΝΟΡΘΩΤΑ ΤΟ ΚΥΡΟΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΟΠΩΣ Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ, το οποίο δεν έχει συναινέσει στο «τυπωθήτω»;
Η κ. Υπουργός θα έπρεπε να λάβει σοβαρά υπόψη της ότι το «κοινό» στο οποίο αναφέρθηκε, δηλαδή Η ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΗ ΠΛΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ, ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΠΕΚΤΑΘΕΙ Η ΝΕΟΠΛΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ, διαθέτει αρκετή κρίση, ώστε να είναι αγανακτισμένο με το όλο θέμα του βιβλίου Ιστορίας της Στ Δημοτικού. Και, ταυτόχρονα, διαθέτει αρκετή μνήμη, ώστε την αγανάκτηση αυτή ΝΑ ΤΗ ΔΕΙΞΕΙ ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ Σ. ΚΑΤΣΙΜΑΝΗΣ
Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.
|