Υπάρχουν και όρια!
Διονύσιος Κ. Καραχάλιος
Αντίβαρο, Μάρτιος 2007
Την ώρα που, αποσβολωμένος, παρακολουθούσα, από την τηλεόραση, την φρικιαστική εικόνα της πυρπόλησης της σκοπιάς του Αγνώστου Στρατιώτη, στην πλατεία Συντάγματος, στο κέντρο των Αθηνών, η ματιά μου επικεντρώθηκε στο γυμνό κορμί του νεκρού πολεμιστή, που στέκει εκεί, μαρμαρωμένο, για να συμβολίζει, στο διάβα του χρόνου, τον ακατάβλητο έρωτα αυτού του τόπου και των ανθρώπων του προς την υπέρτατη ανθρώπινη αξία, την Ελευθερία. Η συνειδητοποίηση της αποκρουστικής πραγματικότητας, αυτής δηλαδή που μου φανέρωνε η βεβήλωση του ιερού χώρου από μερικές δεκάδες ξεδιάντροπων και θρασύδειλων αλητών, με έκανε να αναρωτηθώ, ευθύς αμέσως, αν, στο όνομα της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας (που, ως πολίτευμα, είναι ταγμένη να υπηρετεί και να προασπίζεται την Ελευθερία) δικαιούνται κάποιοι να επιτρέπουν στους εαυτούς τους την πλήρη περιφρόνηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των συμπολιτών τους, την απροσχημάτιστη καταπάτηση των νόμων και την προσβολή των συμβόλων του Έθνους. Ο προβληματισμός μου ενισχύθηκε από μια παράλληλη τηλεοπτική εικόνα: μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω, στον κοντό της σημαίας του κεντρικού κτηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών, αντί της γαλανόλευκης, κυμάτιζε ένα ερυθρό κουρελόπανο, που κάποιοι συνοδοιπόροι των προηγουμένων και εξ ίσου αλήτες με αυτούς, φρόντισαν να αναρτήσουν στα προπύλαια, προφανώς για να βροντοφωνάξουν την απύθμενη ρηχότητα της σκέψης τους και την ξετσίπωτη ανανδρία της ψυχής τους.
Ανέτρεξα στο Σύνταγμα της χώρας και αντιγράφω, επί λέξει, τα εξής:
ʼρθρο 1 παρ. 2:
Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία
ʼρθρο 1 παρ. 3
Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα
ʼρθρο 2 παρ. 1
Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.
ʼρθρο 4 παρ. 1
Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου
ʼρθρο 4 παρ. 2
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
ʼρθρο 5 παρ. 1
Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφ όσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
Όλες οι προαναφερόμενες διατάξεις αποτελούν τμήμα του λεγομένου σκληρού πυρήνα του Συντάγματος, υπό την έννοια ότι δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση και, συνεπώς, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του καταστατικού χάρτη της χώρας.
Τι ακριβώς επιτάσσουν οι διατάξεις αυτές;
Ασφαλώς τα αυτονόητα, για κάθε στοιχειωδώς δημοκρατική και ευνομούμενη χώρα, αν με τις ρυθμίσεις αυτές εκφράζεται η ανυπόκριτη λαϊκή βούληση της έμπρακτης εφαρμογής τους, έτσι ώστε να πραγματοποιείται η ουσία του περιεχομένου τους. ʼλλωστε, ακόμη και τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, στις χώρες του αλήστου μνήμης υπαρκτού σοσιαλισμού, ανάλογες διατάξεις συμπεριελάμβαναν στα λαϊκά συντάγματά τους, ασχέτως αν στην πράξη ουδέποτε τις τηρούσαν. Γεγονός, το οποίο αποτελούσε (και αποτελεί) ατράνταχτη απόδειξη και επιβεβαίωση της καθολικής ισχύος των αρχών που εκφράζουν και οι οποίες υποχρέωναν, ακόμη και στυγνούς και αδίστακτους δικτάτορες να τις επικαλούνται, προκειμένου να δημιουργήσουν την αναγκαία, για την διαιώνιση και προβολή του καθεστώτος τους, επίφαση και ψευδαίσθηση δημοκρατικότητας.
Τι, λοιπόν, επιτάσσουν οι διατάξεις αυτές:
Ότι, η διακυβέρνηση της χώρας στηρίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, ως θεμελιώδους έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας: Αφού δεν είναι δυνατόν, στην πράξη, να είναι όλοι οι πολίτες σύμφωνοι για ό, τι έχει σχέση με την άσκηση της εξουσίας και την λειτουργία του πολιτεύματος, είναι λογικό να επικρατεί η γνώμη της πλειοψηφίας, στην οποία, εκ των πραγμάτων είναι υποχρεωμένη να υποταχθεί, έστω και αν διαφωνεί, η μειοψηφία. Αν δεν το πράττει και, πολύ περισσότερο, αν βιαίως επιχειρεί να επιβάλλει την άποψή της επί της πλειοψηφίας, έχουμε προφανή απόπειρα υπονόμευσης του πολιτεύματος.
Ότι η άσκηση των εξουσιών (νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής) πηγάζει από τον λαό, υπό την έννοια της εκφραζόμενης, δια της ψήφου του, πλειοψηφικής βούλησής του. ʼλλος, δημοκρατικότερος τρόπος έκφρασης της λαϊκής βούλησης, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν έχει ανακαλυφθεί. Συνεπώς οι παντοειδείς μειοψηφίες, που αρέσκονται να ομιλούν εξ ονόματος του λαού, προκειμένου να νομιμοποιήσουν τις φασιστοειδείς αντιλήψεις τους και τα κατάλοιπα του σταλινικού, ή, έστω, σταλινοτραφούς παρελθόντος τους, έχουν τόση σχέση με τον λαό, όση είχαν και οι Χίτλερ - Μουσολίνι, όταν, ενθυμούμενοι τις σοσιαλιστικές καταβολές τους, χρησιμοποιούσαν ανάλογη συνθηματολογία και βίαζαν την λαϊκή βούληση επ ονόματί της.
Ότι η ύπαρξη των δικαιωμάτων νοείται, παράλληλα, αλληλένδετα και αδιαχώριστα, με την ύπαρξη αντιστοίχων υποχρεώσεων. Είναι γεγονός ότι, στα ολοκληρωτικά καθεστώτα που αποτελούν, ακόμη και σήμερα, τα, φανερά ή ανομολόγητα, πρότυπα όλων εκείνων που, τους τελευταίους μήνες, εγκληματούν ασυστόλως σε βάρος της δημοκρατίας, της πλειοψηφίας των πολιτών, των συμβόλων του Έθνους και της κοινής λογικής, υπήρχαν πάμπολλες υποχρεώσεις (επιβαλλόμενες ακόμη και με τον βούρδουλα ή με τα γκούλαγκ) και ελάχιστα έως καθόλου δικαιώματα. Τούτο δεν σημαίνει ότι, στο διάβα του 21ου αιώνα, το εδραιωμένο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας μας πρέπει να ανέχεται, εσαεί, την ασύδοτη διαστροφή των αθεράπευτων εραστών αυτών των καθεστώτων, που, όμως, επιδιώκουν, για λογαριασμό τους (και επειδή δεν είναι αφελείς), το εντελώς αντίθετο: να έχουν μόνον δικαιώματα και καθόλου υποχρεώσεις!
Ότι η Πολιτεία έχει υποχρέωση, να σεβασθεί και να προασπισθεί και τα δικά μου δικαιώματα, τουλάχιστον όπως σέβεται τα δικαιώματα αυτών των αριστερόστροφων μειοψηφιών, που αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητά τους καταλαμβάνοντας δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα, λεηλατώντας την περιουσία τους και τον πνευματικό κόπο αληθινών επιστημόνων και πραγματικών σπουδαστών, ρυπαίνοντας δημόσια κτίρια, πλατείες και οδούς με τα χυδαιολογήματα της ανύπαρκτης σκέψης τους και προσβάλλοντας τα ιερά και τα όσια του Έθνους με την ξεδιάντροπη επίδειξη της ψυχοπνευματικής τους ανωμαλίας.
Ασφαλώς δικαιούται να ισχυρισθεί κανείς ότι, η δημοκρατία εμπεριέχει ως αυτονόητα συστατικά της στοιχεία την ανοχή, την κατανόηση και την επιείκεια. Ορθότατα, αλλά μέχρι πότε και μέχρι ποίου βαθμού; Αν, αύριο, αυτοί οι σταλινολάτρεις φασίστες, που προσέβαλαν τόσο βάναυσα τον ʼγνωστο Στρατιώτη και υποκατέστησαν την Ελληνική Σημαία με το κουρελόπανο της αχαλίνωτης ψευδοεπαναστατικότητάς τους, θελήσουν να καταλάβουν το πρωθυπουργικό γραφείο, ή την Βουλή, θα πάρουν τα όρη και τα βουνά ο πρωθυπουργός και οι βουλευτές, όπως κάνουν χιλιάδες φιλήσυχοι πολίτες, όταν αδυνατούν να κυκλοφορήσουν και να εργασθούν στην πόλη που τους ανήκει, τουλάχιστον όσο και σ αυτά τα κοινωνικά αποβράσματα;
Για όσους ενοχληθούν από τον χαρακτηρισμό τους ως ψευδοεπαναστατών, θυμίζω το φαινόμενο που παρατηρείται όταν, σπανιότατα, κάποιοι από αυτούς τους ξενέρωτους λεβέντες συλλαμβάνονται και παραπέμπονται σε δίκη: Υποχρεώνουν τον μπαμπάκα τους να πληρώσει αδρά κάποιους αγωνιστές δικηγόρους για να τους υπερασπισθούν, βάζουν λιτούς και δεμένους και συνήθως πολιτικά μέσα τα οποία, υποτίθεται,
απεχθάνονται, για να διακηρύξουν την αθωότητά τους και, τέλος, εκλιπαρούν τους δικαστές να τους απαλλάξουν, ισχυριζόμενοι και δια της αθρόας προσέλευσης ψευδομαρτύρων, ότι δεν συμμετείχαν στα επεισόδια
Φέρονται, δηλαδή, ως γνήσιοι εκφραστές του κατεστημένου εναντίον του οποίου, υποτίθεται, αγωνίζονται και, μάλλον, ακόμη χειρότερα: Φέρονται, όπως κάθε σπιθαμιαίο ανθρωπάκι, που χρησιμοποιεί φτηνά και χιλιοπαιγμένα μικροκατινίστικα κολπάκια, για να γλιτώσει το τομάρι του, επειδή δεν έχει το στοιχειώδες θάρρος να αναλάβει το βάρος των πράξεων του και το ηθικό ανάστημα να υποστηρίξει το (φυσικά ανύπαρκτο) δίκιο του
Ανεξαρτήτως όμως της συμπλεγματικής συμπεριφοράς όλων αυτών που ασυδοτούν, ακριβώς επειδή έχουν εθισθεί στην ανοχή και, πολύ περισσότερο, στην αδράνεια της πολιτείας απέναντί τους, είναι προφανές ότι έχει έλθει, πλέον, η ώρα για να απαντηθεί το ερώτημα που, αναμφίβολα, θέτει ο κάθε υπεύθυνος και νομοταγής πολίτης αυτής της χώρας: Υπάρχουν, άραγε, όρια, στα οποία αυτή η, παντελώς ξένη προς την δημοκρατία, υπέρμετρη κατάχρηση των ελευθεριών, που παρέχει το πολίτευμά μας, μπορεί να σταματήσει; Ερώτημα καίριο και επιτακτικό, στο οποίο καλείται να απαντήσει αμέσως η κυβέρνηση, για δύο λόγους: Όχι μόνον διότι το απαιτεί ο κάθε πολίτης αυτής της χώρας, που, δικαιολογημένα, αισθάνεται απογοήτευση, δυσφορία και αγανάκτηση, όταν βλέπει να βιάζονται και να ποδοπατούνται τα εθνικά σύμβολά του, οι ανθρώπινες αξίες του και οι δημοκρατικές του αντιλήψεις. Αλλά και διότι, ως προερχομένη από ένα κόμμα, που στηρίζει την ύπαρξή του και την λειτουργία του σε συγκεκριμένες, καταστατικά θεμελιωμένες και πολιτικά καταξιωμένες, φιλελεύθερες αρχές και ιδέες, η κυβέρνηση οφείλει να προασπισθεί την εντολή της πλειοψηφίας των πολιτών, που της ανέθεσαν την διακυβέρνηση της χώρας, ακριβώς διότι πίστεψαν ότι αποτελεί θεματοφύλακα και προστάτη αυτών των συγκεκριμένων αρχών και ιδεών.
Με απλά λόγια, η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, δεν εκφράζουν τον ακαδημαϊκό κόσμο της χώρας οι μικροδημοσιοϋπαλληλίσκοι της ΠΟΣΔΕΠ, που, μακράν επιστημονικών ανησυχιών και εκπαιδευτικού ήθους και με κραυγαλέα συντεχνιακή μονομανία, καλλιεργούν, υποδαυλίζουν και προωθούν, εδώ και μήνες, κάθε αντιδραστική και αντιδημοκρατική συμπεριφορά στο χώρο της ανωτάτης παιδείας.
Η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, δίπλα στους περαστικούς ή τους μόνιμους των φοιτητικών θρανίων, δηλαδή δίπλα σ αυτούς που φοιτούν μόνον στις γενικές συνελεύσεις των εγκάθετων μειοψηφιών, στις καταλήψεις και τις λεηλασίες δημόσιας ή ξένης περιουσίας και στον ζωώδη προβληματισμό των πεζοδρομίων, υπάρχουν οι χιλιάδες των φοιτητών που επιθυμούν να μορφωθούν, να αποκτήσουν πνευματικά και ηθικά εφόδια και να αποκατασταθούν επαγγελματικά, με αξιοπρέπεια και ευθύνη και, ασφαλώς, μακριά από διανοητικά απολιθώματα και απόκοσμες συμπεριφορές.
Η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, την κοινή γνώμη δεν την απαρτίζουν μόνον η αγαπημένη εφημερίδα των τρομοκρατών και τα μεγαλοαστικά εκδοτικά συγκροτήματα, όπου βρίσκει ασφαλές καταφύγιο, για τα αναχρονιστικά ιδεολογικά του κατάλοιπα, σωρεία απαίδευτων και ανιστόρητων δημοσιογράφων. Δίπλα σ αυτούς τους επώνυμους υπάρχουν οι χιλιάδες των ανωνύμων, που επιθυμούν να ζουν σε μια καθαρή και ασφαλή πόλη (και, κατ επέκταση χώρα), που έχουν μάθει να σέβονται τον διπλανό τους και να απαιτούν τον ίδιο σεβασμό και για το πρόσωπό τους, που επιθυμούν να μεταβαίνουν στη δουλειά τους, στην ψυχαγωγία τους ή στον περίπατό τους, χωρίς να τους εμποδίζουν οι κάθε λογής αργόσχολοι, υπό το πρόσχημα διεκδικήσεων και δικαιωμάτων, τα οποία δεν είναι λιγότερα από τα δικά τους και, εν πάση περιπτώσει, για την προστασία των οποίων ουδείς δικαιούται να καταφρονεί, να χλευάζει και να απειλεί τους γύρω του.
Η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, ο Συνασπισμός, δηλαδή το κόμμα του +- 3%, που αγκομαχά σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, για το αν θα επιτύχει την είσοδό του στην Βουλή, ανεξάρτητα από την ιδεολογική του κυριαρχία στα ΜΜΕ και στη διανόηση, παραμένει και θα παραμείνει και στο ορατό μέλλον, διακριτή μειοψηφία στο σύνολο του ελληνικού λαού. Συνεπώς, ο οποιοσδήποτε σεβασμός των δικαιωμάτων ηγεσίας και οπαδών του (ακόμη και όταν στελέχη του και δη βουλευτές του μπουκάρουν στα αστυνομικά τμήματα ή τα δικαστήρια για να απαιτήσουν την απελευθέρωση υποδίκων) μπορεί να ξεπερνά, κάπου- κάπου, τα όρια της ανοχής, αλλά δεν μπορεί να λάβει την μορφή καθεστώτος, στα πλαίσια του οποίου οι προφανώς ολίγιστοι να ασυδοτούν, ασεβώντας, κατάφορα και απροσχημάτιστα, έναντι εκείνων, που, αν μη τι άλλο, θα έπρεπε να ευγνωμονούν για την ανοχή τους.
Η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, το ΚΚΕ παραμένει, πεισματικά και αθεράπευτα, εγκλωβισμένο στην δογματική ακαμψία και την αξεπέραστη μονολιθικότητα των γκρεμισμένων κοσμοειδώλων του. Η αναγνώριση της μεταδικτατορικής προσήλωσής του στην δημοκρατική ομαλότητα (άλλωστε, τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;) δεν πρέπει να καταλήγει στην σιωπηρή αποδοχή μιας συστηματικά αντιδραστικής συμπεριφοράς, έναντι οποιασδήποτε προοπτικής σύγκρουσης με κατεστημένες και παρωχημένες, σοσιαλιστικής έμπνευσης και γι αυτό ασύμβατες με την σύγχρονη πραγματικότητα, πολιτικές.
Η κυβέρνηση πρέπει να γνωρίζει και, ασφαλώς γνωρίζει ότι, ο Γ. Παπανδρέου, διαψεύδοντας πανηγυρικά την εικόνα, που αρχικά ο ίδιος θέλησε να δώσει, ως ηγέτης του ΠαΣοΚ, συμβιβάστηκε, σχεδόν αμαχητί, με το συντεχνιακό κατεστημένο και τις τριτοκοσμικές καταβολές του κινήματός του. Η αγωνιώδης αναζήτηση προσωπικής καταξίωσης, μέσα στους κόλπους του ίδιου του κόμματός του, τον υποχρεώνει σε αναχρονιστικούς ιδεολογικοπολιτικούς ακροβατισμούς και ξεπερασμένες στρατηγικές συμπεριφορές, που θα ζήλευαν και ο Κουτσόγιωργας και ο Λαλιώτης.
Με αυτά τα δεδομένα, θα παρατηρήσει κανείς: Μα, τελικά, η κυβέρνηση πρέπει να τα βάλει με όλους και με όλα;
Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια! Αλλά, στην πραγματικότητα, το ερώτημα, είναι παραπλανητικό και παραπειστικό και, στην ουσία, το εμφανιζόμενο ως δίλημμα δεν υπάρχει: Απλούστατα, διότι, οι ακρότητες των συντεχνιακών συμφερόντων, που αντιστρατεύονται λυσσαλέα κάθε μεταρρυθμιστική ιδέα και πρωτοβουλία, οι αποκρουστικές συμπεριφορές του αριστερόστροφου αναρχοαυτόνομου κινήματος, η λαϊκιστική επαναστατικότητα της προοδευτικής δημοσιογραφίας και διανόησης και η εμμονή της ευρύτερης αριστεράς στην συντήρηση των κακώς κειμένων και των προκλητικών προνομίων, που έχει εδραιώσει σταδιακά, η αβάσταχτη βουλιμία των καλοζωισμένων αγωνιστών της, έρχονται σε ολομέτωπη σύγκρουση μες τις αληθινές αγωνίες της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, έτσι όπως αυτές αποτυπώνονται στις επανειλημμένες δημοσκοπήσεις.
Συνεπώς, η κυβέρνηση, με αφορμή τα τελευταία απαράδεκτα και προσβλητικά, για κάθε δημοκρατικό αισθητήριο, γεγονότα, οφείλει να καταστήσει σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι, η επαναστατική γυμναστική ορισμένων θα τερματισθεί, εφ όσον εξακολουθεί να εκδηλώνεται σε βάρος της κοινωνίας και των συμφερόντων της πλειοψηφίας. Και, επί τέλους, αν υπάρχει αμφιβολία για την πραγματική βούληση του λαού, υπάρχει και το δημοψήφισμα, πέρα από τις εκλογές. Ας αξιοποιηθεί η σχετική πρόνοια του Συντάγματος, σε μια εποχή κατά την οποία κάποιοι ολιγόνοες, σε αγαστή συνεργασία με δεδηλωμένους και αποφασισμένους βιαστές της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας, εννοούν να το παραβιάζουν, απροκάλυπτα, ασύστολα και ατιμώρητα.-
11.03.07
Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.
|