Ο Εφιάλτης
Του Διονυσίου Κ.
Καραχάλιου
Το κυρίαρχο
γεγονός των τελευταίων ημερών είναι
ο προβληματισμός τον οποίο έχει
προκαλέσει η ανάληψη εισαγγελικού
ρόλου από επώνυμους δημοσιογράφους -
στελέχη πανελλήνιας εμβέλειας
ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Και ίσως
ήταν αναγκαίο να δημιουργηθεί, επί
τέλους, αυτός ο προβληματισμός, για
να γίνουν κατανοητοί και αντιληπτοί
οι κίνδυνοι που απειλούν το
δημοκρατικό πολίτευμα από την
διαμόρφωση ισχυρών εξωθεσμικών
κέντρων εξουσίας.
Ουδείς φυσικά
δημοκρατικός πολίτης διανοείται να
σκεφθεί ότι πρέπει να περισταλεί το
δικαίωμα της κοινής γνώμης για πλήρη
και πολύπλευρη ενημέρωση επί των
δημοσίων πραγμάτων της χώρας ή το
αντίστοιχο δικαίωμα του τύπου (γραπτού
ή ηλεκτρονικού) για την άσκηση
κριτικής, ακόμη και οξείας, όταν αυτό
επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Όμως,
από το σημείο αυτό μέχρι του σημείου
να προβάλλονται ολόκληρες εκπομπές ή
δελτία ειδήσεων, όπου ο εκφωνητής ή ο
δημοσιογράφος αποφαίνονται
κατηγορηματικά επί πράξεων ή
παραλείψεων, η ποινική αποτίμηση των
οποίων προϋποθέτει νομική κατάρτιση,
επαγγελματική εμπειρία και κυρίως
εγγυήσεις διασφάλισης των
δικαιωμάτων των «κατηγορούμένων»,
που δεν μπορεί να προσφέρει παρά
μόνον η δικαστική εξουσία, η απόσταση
είναι τεράστια.
Το γεγονός ότι η «δημοσιογραφία»
που ακούν ορισμένοι τηλεοπτικοί
αστέρες έχει λάβει αυτή την μορφή
αυθαίρετης υποκατάστασης των
εισαγγελικών αρχών και αλαζονικής
δήθεν υπεράσπισης της νομιμότητας,
μέσα από τηλεοπτικά μέσα, τα οποία
κάθε άλλο παρά έχουν πείσει για την
ειλικρίνεια των προθέσεών τους και
τη σύννομη δραστηριότητά τους, δεν
είναι το μόνο θέμα που πρέπει να
απασχολήσει, σοβαρά και εξονυχιστικά,
τα αρμόδια θεσμικά όργανα της χώρας.
Το σημαντικότερο ζήτημα, που
χαρακτηρίζει αυτή τη νοσηρή
πραγματικότητα, είναι η ευπείθεια
και η υποταγή του πολιτικού κόσμου
της χώρας σ αυτού τους είδους τις
πρακτικές.
Η έλλειψη
πολιτικού αναστήματος ικανού να
αντιδράσει σ αυτή την εγκληματική
απόκλιση από την φυσιολογική
δημοκρατική λειτουργία του τύπου,
είναι ο κύριος παράγων διαμόρφωσης
αυτού του φαινομένου και ο βασικός
λόγος για την εδραίωση και την
διαιώνισή του.
Όταν οι (περισσότεροι)
πολιτικοί, πράγμα το οποίο γνωρίζουν
άριστα οι «παροικούντες την
Ιερουσαλήμ», φοβούνται «μήπως έλθει
η σειρά τους» και επιδιώκουν να έχουν
την «εύνοια» ή την στήριξη (ποικίλης
μορφής) των φορέων και των οργάνων
ενημέρωσης, τότε έχει γίνει το
μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο βήμα
για τον εγκλωβισμό του δημοσίου βίου
σ αυτή την παρά φύση κατάσταση. Ο
λόγος είναι απλός: Ο φόβος
προϋποθέτει ενοχή ή, έστω, αμφιβολίες
για τη νομιμότητα ενεργειών ή την
ηθικότητα συμπεριφορών ή, στο τέλος -τέλος,
προσωπική πολιτική ανεπάρκεια, για
την ισοστάθμιση της οποίας
επιδιώκεται η αναζήτηση ερεισμάτων
και κάλυψης.
Αυτή
πραγματικότητα πρέπει να
ταρακουνήσει τους πολιτικούς μας
ταγούς. Ούτε οι ίδιοι, ούτε οι πολίτες
αυτής της χώρας μπορούν να ζουν με
τον διαρκή εφιάλτη μετατροπής των
δημοσίων προσώπων σε μια ατελείωτη
φάλαγγα κατηγορουμένων και ενόχων.
Για την αντιμετώπιση αυτού του
προβλήματος ένας και μόνον δρόμος
υπάρχει: Να βροντοφωνάξει ο καθένας
από τους «εν δυνάμει» μελλοντικούς
στόχους των «τηλεοδικείων» ότι, «καθαρός
ουρανός αστραπές δεν φοβάται». Στ
αλήθεια, πόσοι το μπορούν; Και αν,
όπως θέλουμε να πιστεύουμε, είναι
πολλοί αυτοί που το μπορούν, τότε
γιατί καθυστερούν και δεν υψώνουν το
ανάστημά τους;
Δίκτυο21 και
Αντίβαρο, Νοέμβριος 2005
|