Περιεχόμενα
Τέσσερα άρθρα στο Βήμα της Κυριακής 28
Ιανουαρίου 2007
1. Μαρία Ρεπούση
2. Χριστίνα Κουλούρη
3. Αντώνης Λιάκος
4. και ένα ανυπόγραφο (το οποίο δήθεν παρουσιάζει
τις θέσεις των αντιδρώντων αλλά μάλλον τελικά παρουσιάζει αυτό που
θα ήθελαν οι υποστηρικτές του βιβλίου να λέμε και καθόλου αυτό που
εν τέλει λέμε)
5. ακολουθεί η απάντησή μας που δημοσιεύθηκε
την Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου
και ένα ακόμα στο επόμενο Βήμα της Κυριακής
4 Φεβρουαρίου 2007
6. Γιάννης Πρετεντέρης
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14976&m=B59&aa=1
Οι πόλεμοι των εγχειριδίων
* Από το τέλος του 18ου αιώνα που το ιστορικό
μάθημα εγκαθίσταται στο δυτικό σχολικό περιβάλλον μέχρι τις μέρες
μας η σχολική Ιστορία ανανεώνεται μέσα από συγκρούσεις
ΜΑΡΙΑ ΡΕΠΟΥΣΗ
Από το βιβλίο Ιστορίας της Στ' Δημοτικού
Οι πόλεμοι των εγχειριδίων Ιστορίας είναι συχνό φαινόμενο στον
σύγχρονο κόσμο, γεγονός που επιβεβαιώνει αφενός τον επίδικο
χαρακτήρα του ιστορικού παρελθόντος και αφετέρου την προνομιακή θέση
της εκπαίδευσης για την άσκηση πολιτικής. Οι πιο σκληροί από αυτούς
διεξάγονται στο πρόσφορο αμερικανικό έδαφος των πολιτισμικών
αντιφάσεων και του χριστιανικού φονταμενταλισμού, ενώ ο πιο
συναρπαστικός βρίσκεται σε φάση ανακωχής στην Ιαπωνία η οποία
διχάζεται για το πρόσφατο πολεμικό παρελθόν της και αναμοχλεύει τα
μη δυτικότροπα πάθη της.
Παρά τις σημαντικές διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στην
προβληματική και εν τέλει στη φυσιογνωμία όλων αυτών των
συγκρούσεων, είναι διακριτή η κοινή συνισταμένη τους. Πρόκειται στη
μεγάλη πλειοψηφία τους για συγκρούσεις που αφορούν πρωτίστως τη
διεκδίκηση της ιστορικής συλλογικής μνήμης ως καθοριστικής για τη
διαμόρφωση της εθνικής αλλά και ως προς τα φύλα ταυτότητας. Είναι
αντιπαραθέσεις στις οποίες μπορεί κανείς να διαβάσει κυρίαρχες αλλά
και εναλλακτικές εκδοχές της πολιτειότητας καθώς και σύγχρονα
ζητήματα κουλτούρας που διαπερνούν οριζόντια το πολιτικό σώμα και
υπερβαίνουν τα κομματικά του σύνορα. Δεν είναι καθόλου σπάνιες, σε
αυτές τις διαμάχες, οι ανομοιογενείς εκ πρώτης όψεως συμπαρατάξεις
οι οποίες ωστόσο αποκτούν μια νέου τύπου πολιτική ομοιογένεια,
υπερασπιζόμενες τα ίδια ιδεώδη. Συγκροτούνται σε μέτωπα
διεκδικώντας, για διαφορετικούς λόγους, άλλοτε τον κόσμο που χάνεται
ή έχει χαθεί, άλλοτε τον κόσμο που έρχεται για να τον αντικαταστήσει
και άλλοτε έναν καλύτερο κόσμο.
Η σχολική ιστορία, χρεωμένη στην εθνική ταυτότητα χάρη στην οποία
απέκτησε θέση στα αναλυτικά προγράμματα και αγωνιζόμενη έκτοτε να
διαφύγει τον ασφυκτικό κλοιό της, γίνεται πολύ συχνά το θέρετρο
αυτών των αντιπαραθέσεων που στην ουσία τους, όπως προείπαμε,
αφορούν το παρόν και το μέλλον και όχι το παρελθόν ή τη γνώση για
αυτό. Από τις διαμάχες αυτές, αν και, εκ πρώτης όψεως, μοιάζει
ηττημένη η ιστορική εκπαίδευση ως προς το θετικά προσημειωμένο
ζητούμενο της ανανέωσής της, έχουν προκύψει πολύ σημαντικές αλλαγές
για τη φυσιογνωμία της σχολικής ιστορίας και την περί αυτήν
συλλογική νοοτροπία. Αυτό μας δείχνει η ιστορία της ιστορικής
εκπαίδευσης. Από το τέλος του 18ου αιώνα που το ιστορικό μάθημα
εγκαθίσταται στο δυτικό σχολικό περιβάλλον μέχρι τις μέρες μας, η
σχολική ιστορία ανανεώνεται μέσα από συγκρούσεις.
Αντίθετα παραμένει στάσιμη, να περιποιείται τις δόξες του
παρελθόντος της, όταν την περιβάλλει αποδοχή, συναίνεση και σιωπή.
Ισως διότι το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι ανάλογες
αντιπαραθέσεις επιτρέπουν στους ανθρώπους να στοχαστούν για τα
αυτονόητα, να αναμετρηθούν με τα καινούργια και να τοποθετηθούν, να
πάρουν θέση στα πράγματα, να επιλέξουν συμμάχους. Αυτός είναι ο
ζωτικός χώρος της ιστορικής εκπαίδευσης, η ανάσα της. Οι
εκπαιδευτικοί που αναμετριούνται με τα καινούργια. Τα παιδιά που
παιδεύονται. Οι γονείς που ανησυχούν. Οι δημοσιογράφοι που θυμούνται
την Ιστορία που κάνουμε στο σχολείο ή αυτοί που έκαναν όταν ήταν
παιδιά. Οι βουλευτές που καταθέτουν επερωτήσεις, οι πολιτικοί που
αναμετριούνται με την εκλογική πελατεία τους. Οι νέοι που συζητούν
στο Διαδίκτυο. Αυτός ο δημόσιος χώρος επιτρέπει στη σχολική Ιστορία
να ανανεώνεται, να μη μουχλιάζει στις σχολικές αίθουσες, να αναζητεί
τρόπους για να συναντηθεί με τα παιδιά, να παραμένει ή να γίνεται
ένα ζωντανό μάθημα.
Μόνο ως ζωντανό μάθημα μπορεί η σχολική Ιστορία να διασωθεί, να
διατηρήσει τη θέση της στο σχολικό πρόγραμμα. Τώρα που τελειώνουν
και για το σχολείο οι μεγάλες εθνικές αφηγήσεις με ό,τι αυτό
συνεπάγεται για το περιεχόμενο και τις μεθόδους διδασκαλίας, που
συναρτάται το «τι» μαθαίνω με το «πώς» το μαθαίνω, που αναζητούνται
τρόποι για να συνεργαστούν τα διδακτικά αντικείμενα, που το σχολείο
καλείται να ανοίξει στην κοινωνία και να δικτυωθεί με τους χώρους
της, να εξοικειωθεί με τους πολλαπλούς τρόπους σύλληψης και
αναπαράστασης του κόσμου και να προετοιμάσει τους μαθητές του και
τις μαθήτριές του στις γλώσσες αυτού του κόσμου, η ιστορική
εκπαίδευση δεν έχει άλλο δρόμο. Να επανασυνδεθεί, οφείλει, με τη
γενέτειρά της, την ιστοριογραφία, να σεβαστεί τη γλώσσα της και να
παρακολουθήσει για λογαριασμό του σχολείου τις αλλαγές της. Αυτό
σημαίνει να αλλάξει περιεχόμενο, να συμπεριλάβει άλλες ιστορίες,
άγνωστες μέχρι τώρα στην εκπαίδευση, να γίνει ιστορία. Να λάβει
υπόψη τις εμπειρίες, τις μνήμες, τις αλήθειες και τα ενδιαφέροντα
των παιδιών. Να εγγραφεί στις συνολικές διαδικασίες ενός σχολείου
που αλλάζει για να περιφρουρήσει, να διευρύνει και να εξελίξει το
δικαίωμα στη γνώση.
Η πορεία αυτή δεν είναι μοναχική. Δεν περιχαρακώνεται σε εθνικά
σύνορα και τελευταία δεν αφορά μόνο τον δυτικό κόσμο. Φιλοδοξεί να
διατρέξει όχι μόνο τα σχολεία αλλά και τα μουσεία και τα
εκπαιδευτικά τους προγράμματα, την παιδική ιστορική λογοτεχνία, τις
δικτυακές εφαρμογές και γενικά τους χώρους που φιλοξενούν όχι μόνο
τυπικές αλλά και άτυπες μορφές εκπαίδευσης. Οι αφετηρίες της είναι
πολλές, ανησυχίες κοινωνικού αλλά και παιδαγωγικού χαρακτήρα.
Προορισμός της, ο κοινωνικός άνθρωπος, ο κοινωνικά εγγράμματος
πολίτης που μπορεί να διαβάζει τον κόσμο γύρω του, να σκέπτεται, να
κρίνει και να επικοινωνεί. Για αυτούς τους λόγους η ιστορική
εκπαίδευση είναι αναντικατάστατη.
Η κυρία Μαρία Ρεπούση είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια
Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης, επιστημονική υπεύθυνη για τη συγγραφή του βιβλίου
Ιστορίας της Στ' Δημοτικού.
Το ΒΗΜΑ, 28/01/2007 , Σελ.: B59
Κωδικός άρθρου: B14976B591
ID: 283285
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14976&m=B58&aa=1
Ψυχωτικές αντιδράσεις
Α. ΛΙΑΚΟΣ
Καλόγριες έξω από την Βουλή κατά τη διάρκεια συλλαλητήριου για
τις ταυτότητες
Για να καταλάβουμε πώς η συζήτηση για την Ιστορία στο σχολείο,
παρά το πλέγμα υπαρκτών προβλημάτων, συγκεντρώνεται στο εγχειρίδιο
της Στ´ Δημοτικού, χρειάζεται να θυμηθούμε τον μηχανισμό της
ψυχωτικής λειτουργίας. Ο ψυχωτικός αντί να αντιμετωπίσει το πρόβλημά
του βρίσκει ένα υποκατάστατο και εκεί συγκεντρώνει όλη την προσοχή
και τη μανία του. Οσο το σκέφτεται τόσο θυμώνει, και όσο θυμώνει
τόσο το σκέφτεται. Αν δει κανείς το πλέγμα των διαμαρτυρομένων το
καταλαβαίνει αυτό. Αντιδρούν στο σχολικό εγχειρίδιο με κάτι που
άκουσαν ή διάβασαν αορίστως. Δεν τους καίγεται όμως καρφάκι αν στο
σχολείο μειώθηκαν οι ώρες διδασκαλίας της Ιστορίας· αν τα
περισσότερα βιβλία είναι αδιάφορα και βαρετά· αν οι περισσότεροι από
όσους διδάσκουν, τουλάχιστον στη μέση εκπαίδευση, δεν έχουν διδαχτεί
ούτε μία ώρα Ιστορία στο πανεπιστήμιο· αν οι εξετάσεις ΑΣΕΠ που
υποβάλλονται είναι αντικειμενικές μεν, ηλίθιες δε.
Πού να νοιαστούν γιατί δεν υπάρχει ειδικότητα ιστορικού στο
σχολείο (ελληνική πρωτοτυπία αυτό!), όπως υπάρχει ειδικότητα
μαθηματικού, φυσικού ή θεολόγου. Δεν τους ενδιαφέρει αν λείπουν οι
ιστορικοί από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, αν παρά το γεγονός ότι
υπάρχει πληθώρα καλών διδακτόρων και διδακτορισσών Ιστορίας, η
επιμόρφωση των καθηγητών στην Ιστορία έχει αφεθεί στη γραφειοκρατία.
Δεν τους ενδιαφέρει αν τα παιδιά μισούν, κυριολεκτικά μισούν και
καλά κάνουν, το μάθημα της Ιστορίας με τις άπειρες ημερομηνίες,
ονόματα και λεπτομέρειες. Ούτε προβληματίζονται όλοι αυτοί γιατί ο
κόσμος ενδιαφέρεται για την Ιστορία έξω από το σχολείο (η επιτυχία
της Θεσσαλονίκης του Μαζάουερ είναι ενδεικτική) και αδιαφορεί
για την Ιστορία εντός του σχολείου. Φυσικά και δεν ενοχλούνται από
το κρατικό μονοπώλιο στα σχολικά εγχειρίδια και από την έλλειψη
δυνατότητας επιλογής από περισσότερα του ενός εγχειρίδια. Γιατί να
σκεφτούν ότι η Ιστορία δεν γίνεται με ένα και μοναδικό βιβλίο, αλλά
με πλέγμα δραστηριοτήτων που σημαίνει εκπαιδευτικές εκδρομές, χρήση
της βιβλιοθήκης και εθισμός στην έρευνα, χρήση των οπτικοακουστικών
μέσων;
Δεν τους ενδιαφέρει η Ιστορία ως διερεύνηση αλληλοσυγκρουόμενων
εκδοχών, διαφορετικών ερμηνειών, ως ανταλλαγή επιχειρημάτων, ως
αναζήτηση νοήματος, ως εκπαίδευση στην κριτική των βεβαιοτήτων και
των απλουστεύσεων. Δεν έχει περάσει από τον νου τους ότι η Ιστορία
είναι μια εκπαίδευση στο μη οικείο, γιατί εκείνο που μας είναι
μακρινό και διαφορετικό στον χρόνο μάς βοηθάει ώστε να
εξοικειωνόμαστε με τις διαφορετικές κουλτούρες που θα συναντήσουμε
αλλά και με τους ξένους, δηλαδή τους αλλόγλωσσους και αλλόθρησκους
που κάθονται στο διπλανό θρανίο. Ούτε βέβαια τους έχει περάσει από
το μυαλό ότι το σχολείο δεν πρέπει να δίνει γνώσεις αλλά να μαθαίνει
πώς αποκτούμε γνώσεις, πού τις βρίσκουμε, πώς τις αξιολογούμε, πώς
μπορούμε να διακρίνουμε το έγκυρο από το κάλπικο, πώς μπορούμε να
ιστορικοποιούμε τις αναμνήσεις και την εμπειρία της οικογένειάς μας,
της κοινότητάς μας, της πόλης μας, της χώρας και του κόσμου όπου
ζούμε και που αλλάζει κάθε μέρα. Δεν τους απασχολεί το πρωταρχικό
και δυσκολότερο: Πώς πείθεις τα παιδιά ότι η Ιστορία τα ενδιαφέρει,
ότι σχετίζεται με τη ζωή τους και το μέλλον τους. Πώς να τα κάνεις
να μη χασμουριούνται στο μάθημα της Ιστορίας.
Οσοι είναι δάσκαλοι Ιστορίας ξέρουν πως αυτό είναι το δυσκολότερο
πρόβλημα στην τάξη, από το δημοτικό ως το πανεπιστήμιο. Και γιατί να
τους περάσουν όλα αυτά από το μυαλό; Φτάνει να επαναλαμβάνουν ότι η
Αμερική μάς επιβάλλει να αλλάξουμε την ιστορία μας για να χάσουμε
την εθνική μας ταυτότητα και να μην αντιστεκόμαστε στους Τούρκους
και στη νέα τάξη πραγμάτων και ότι ο εκσυγχρονισμός ακυρώνει την
Ιστορία. Τόσο απλοϊκά.
Τι είναι εκείνο όμως που δημιουργεί αυτές τις ψυχώσεις γύρω από
ελάσσονα ζητήματα Ιστορίας, όπως είναι το σχολικό βιβλίο τώρα, οι
αστυνομικές ταυτότητες χθες, το όνομα της Μακεδονίας προχθές, το
βιβλίο του Ντυροζέλ για την Ιστορία της Ευρώπης παλαιότερα, όταν το
πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να σκεφτεί κάποιος που νοιάζεται για τη
χώρα του και για την εθνική της ιστορία είναι ότι δεν έχουμε ύστερα
από δύο αιώνες ανεξαρτησίας μια εθνική Βιβλιοθήκη; Αλλά έτσι είναι
οι ψυχώσεις. Μανία στα ελάσσονα, υποκρισία στα μείζονα. Δυστυχώς την
ίδια ψυχωτική λειτουργία τη βλέπουμε και σε άλλα ζητήματα της
πολιτικής. Το μέγα ζήτημα της αναβάθμισης της δημόσιας
πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, από την οποία εξαρτάται το μέλλον αυτής
της χώρας μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας της γνώσης, συρρικνώθηκε
στο άσυλο και στους κουκουλοφόρους. Τόσο απλοϊκά αλλά και τόσο
παράλογα;
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής Ιστορίας στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το ΒΗΜΑ, 28/01/2007 , Σελ.: B58
Κωδικός άρθρου: B14976B581
ID: 283284
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14976&m=B57&aa=1
Πώς γράφεται η Ιστορία;
Ησυχία! Κοιμάται...
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΛΟΥΡΗ
«Η Ιστορία είναι καθρέφτης» δήλωσε πριν από μερικές εβδομάδες
ο βρετανός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ. Φαίνεται όμως πως δεν βλέπουν
όλοι το είδωλό τους στον καθρέφτη με τον ίδιο τρόπο. Γεγονός φυσικό,
όταν μάλιστα γίνεται λόγος για την Ιστορία και τον τρόπο που
διδάσκεται στα σχολεία. Στην Ελλάδα, από καταβολής του σύγχρονου
κράτους, η ιστορική αντίληψη για γεγονότα όπως η Επανάσταση του 1821
και οι εθνικές καταστροφές του 20ού αιώνα παρουσιάζονταν πάντα με
συναισθηματικά φορτισμένο τρόπο και με την πρόθεση διαφύλαξης των
επονομαζόμενων οσίων της φυλής. Οι ιστορικές απόψεις που
αμφισβήτησαν αυτή τη θέαση συναντούν μόνιμες και εκτεταμένες
αντιδράσεις. Είναι όμως η Ιστορία θέμα κυβερνητικής πολιτικής; Τι
δεν μας δίδαξαν τα ιστορικά βιβλία; Υπάρχει αντικειμενική Ιστορία;
Ενα ιδιότυπος διάλογος, που αρχίζει από την απλή αναζήτηση της
ιστορικής αλήθειας και φτάνει ως τη διατύπωση υπαρξιακών
προβληματισμών, εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες μέσω των
προσωπικών ιστοσελίδων (blogs) που σχολιάζουν τη διαμάχη για τα νέα
σχολικά βιβλία της Ιστορίας. Χιλιάδες μηνύματα ανταλλάσσονται
καθημερινά μέσω του Internet από ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών και
μορφωτικού επιπέδου που αναρωτιούνται ανοικτά πώς γράφεται σήμερα η
Ιστορία. Αφορμή, οι αντιδράσεις που προκάλεσε στην Εκκλησία αλλά και
σε κύκλους πολιτών που υπερασπίζονται την ανάγκη ενίσχυσης των
πατριωτικών αντανακλαστικών μας, απέναντι στην προσπάθεια των
επιστημόνων-ιστορικών να την παρουσιάσουν με διεπιστημονικό τρόπο,
αποστασιοποιημένο από «εθνικούς συναισθηματισμούς». Οι αντιδράσεις
που έχουν σημειωθεί αφορούν κυρίως το νέο βιβλίο Ιστορίας της Στ´
Δημοτικού, ενώ σχετικά με το θέμα έχουν παρέμβει πανεπιστημιακοί και
πολιτικοί. Αντιδράσεις που στην πλειονότητά τους, όσον αφορά τον
τρόπο εκφοράς τους, φαίνεται να μη λαμβάνουν υπόψη ότι η συγγραφή
των σχολικών βιβλίων υπακούει σε μεθοδολογικούς κανόνες που
ανανεώνονται με βάση ερευνητικά δεδομένα, ενώ δεν παραδέχονται την
Ιστορία των ιστορικών και δεν θέλουν να στηρίζεται σ' αυτήν η
σχολική Ιστορία. Στο σημερινό αφιέρωμα οι καθ' ύλην αρμόδιοι, οι
ιστορικοί, δίνουν την απάντησή τους στο ερώτημα «πώς γράφεται η
Ιστορία;».
Σκηνή από τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (1827). Φωτογραφία από τη
σελίδα 57 του βιβλίου Ιστορίας της Στ΄δημοτικού
Στη συμβολική μάχη που έχει ξεσπάσει γύρω από το βιβλίο ιστορίας
της Στ´ Δημοτικού φαίνεται πως αναμετριούνται περισσότερο πολιτικές
και ιδεολογικές θέσεις παρά επιχειρήματα σχετικά με την ίδια την
Ιστορία (όπως ορθά παρατήρησε ο Β. Παναγιωτόπουλος). Γι' αυτόν τον
λόγο υπάρχουν σκόπιμες και μη παρανοήσεις σχετικά με το επιστημονικό
και αξιακό περιεχόμενο των «αντίπαλων» θέσεων, παρανοήσεις που
στερεοτυπικά αναπαράγονται μέσα από ένα ευρύ, όπως φαίνεται, δίκτυο
ανθρώπων. Η σύγχυση αυτή επιβάλλει να ξεκαθαρίσουμε ποια Ιστορία
υπερασπιζόμαστε και ποιες αξίες θέλουμε να καλλιεργήσουμε μέσα από
τη γνώση του παρελθόντος. Η Ιστορία αυτή, όπως πρέπει να διδάσκεται
σε μικρά παιδιά, δεν περιέχει ωμή βία αλλά δεν είναι ουδέτερη·
αρνείται τη μανιχαϊστική ερμηνεία των γεγονότων αλλά δεν κρύβεται
πίσω από πέπλα εξωραϊσμού· δεν καταγράφει μόνο τους πολέμους αλλά
και δεν αποσιωπά τις συγκρούσεις. Η Ιστορία αυτή αποστρέφεται τις
σιωπές. Και αυτό έρχεται σε αντίθεση τόσο με την «παραδοσιακή» όσο
και με την «πολιτικώς ορθή» ιστορία.
Πράγματι, η Ιστορία γράφεται με τη σιωπή. Οσο παράδοξη και αν
μοιάζει αυτή η θέση, αποτελεί κοινό τόπο του τρόπου με τον οποίο
διδάχτηκε και εξακολουθεί να διδάσκεται η Ιστορία σε πολλά - ίσως
στα περισσότερα - μέρη του πλανήτη. Μάλιστα, παρατηρείται ένα
επιπλέον παράδοξο: η αναθεώρηση της «παραδοσιακής» ιστορίας
προτείνει επίσης τη σιωπή. Στις σιωπές λοιπόν της εθνικής ρομαντικής
ιστοριογραφίας, που διαμόρφωσε τον κανόνα της τον 19ο αιώνα,
αντιπαρατίθενται σήμερα οι σιωπές μιας «πολιτικώς ορθής», ουδέτερης
και «εναρμονίζουσας» τις εθνικές αντιθέσεις ιστορίας. Και στις δύο
περιπτώσεις, η διδασκαλία της Ιστορίας αποτελεί μέσο για την
επίτευξη πολιτικών στόχων, ρητών ή υπορρήτων.
Στην πρώτη περίπτωση, η σιωπή της παραδοσιακής εθνικής ιστορίας
αφορούσε την απόκρυψη των αρνητικών όψεων του εθνικού παρελθόντος
ώστε να μην επισκιάζεται η συλλογική αυτο-εικόνα. Η προσέγγιση αυτή
εξαρτάται από την πεποίθηση ότι η αγάπη για την πατρίδα μπορεί - και
οφείλει - να στηριχθεί μόνο σε μια εξιδανικευμένη εικόνα του έθνους.
Μελανές και τραυματικές στιγμές της εθνικής Ιστορίας εξωραΐζονται
για απολογητικούς λόγους, γεμίζοντας την Ιστορία με «λευκές
σελίδες». Οι ήρωες αυτής της Ιστορίας είναι επίσης αψεγάδιαστοι:
γενναίοι, ενάρετοι, χωρίς ανθρώπινες αδυναμίες, αιώνια πρότυπα των
επόμενων γενεών. Περιστατικά του βίου τους που μπορεί να αμαυρώνουν
αυτή την αστραφτερή εικόνα παραλείπονται και αφήνονται στην
περιέργεια των επίμονων ερευνητών. «Της Ιστορίας τα συναξάρια», για
να θυμηθούμε τον ποιητή Κ. Παλαμά, έχουν και αυτά τις «λευκές
σελίδες» τους.
Στη δεύτερη περίπτωση, της «ουδέτερης» ιστορίας, ο στόχος της
σιωπής είναι διαφορετικός: στην προοπτική μιας φιλειρηνικής
εκπαίδευσης, κρίθηκε ότι είναι σκόπιμο να αποσιωπηθούν οι
συγκρούσεις και τα αισθήματα εχθρότητας που ανέπτυξαν δύο έθνη στο
παρελθόν. Μετατοπίστηκε λοιπόν το κέντρο βάρους από την πολιτική και
διπλωματική ιστορία στην κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική
ιστορία, η οποία δεν περιέχει αιματηρές συγκρούσεις και εντοπίζει το
ενδιαφέρον σε άλλες πτυχές του παρελθόντος. Ιδιαίτερα στο σχολείο
κρίθηκε ότι ήταν απαραίτητο να «αφοπλιστεί η ιστορία» (σύμφωνα με
τον τίτλο ενός συνεδρίου που διοργάνωσε η UNESCO), της οποίας η
εθνικιστική διδασκαλία είχε γεννήσει εθνικά μίση και πολέμους. Σε
πολλές περιπτώσεις η διδασκαλία περιορίστηκε συνεπώς στην καθημερινή
ζωή, όπου τα παιδιά μάθαιναν για ένα παρελθόν χωρίς μάχες και ήρωες.
Ταυτόχρονα, έγινε προσπάθεια να εξοβελιστούν επίθετα ή χαρακτηρισμοί
αρνητικοί για γειτονικούς λαούς, συνήθως για εκείνους με τους
οποίους υπήρχε ιστορικά εχθρική σχέση.
Στην προσέγγιση αυτή ελλοχεύει ο κίνδυνος να κατασκευαστεί μια
ψευδής εικόνα ενός αρμονικού παρελθόντος και να υποτιμηθούν οι
συγκρούσεις που αποτέλεσαν ουσιαστικό στοιχείο του κοινού για
γειτονικούς λαούς παρελθόντος. Είναι προφανές ότι, τουλάχιστον για
την περιοχή των Βαλκανίων, η σύγκρουση αποτέλεσε στοιχείο της
συνύπαρξης. Η Ιστορία θα πρέπει λοιπόν να κοιτάξει με ειλικρίνεια
και γενναιότητα στον καθρέφτη της, χωρίς εξιδανικεύσεις και
αποσιωπήσεις. Η πρόκληση της διδασκαλίας της εθνικής ιστορίας
έγκειται στον τρόπο διαχείρισης των συγκρούσεων και μάλιστα όταν οι
συγκρούσεις αυτές έχουν νωπά αποτυπώματα στη συλλογική μνήμη. Στην
περίπτωση της ελληνικής εθνικής ιστορίας, κεντρικό ρόλο κατέχει η
ελληνοτουρκική σύγκρουση, με τρία τουλάχιστον σημεία καμπής: την
Ελληνική Επανάσταση, τη Μικρασιατική Καταστροφή και το Κυπριακό. Τα
δύο τελευταία διατηρούν ζωντανή τη μνήμη του πόνου και της
σύγκρουσης και συμβάλλουν στη διαμόρφωση πολιτικών θέσεων σε επίπεδο
εξωτερικής πολιτικής. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που η συζήτηση
περί Ιστορίας εντοπίζεται κυρίως στα σημεία εκείνα που δίνουν
πολιτικό περιεχόμενο στην ιστορική αφήγηση της ελληνοτουρκικής
σύγκρουσης.
Οσοι ζητούν τη λεπτομερή αφήγηση των δεινών που υπέφεραν οι
Ελληνες από τους Τούρκους θυματοποιούν το έθνος και επιδιώκουν την
ιστορική νομιμοποίηση της σύγκρουσης ώστε να είναι πάντα παρούσα.
Είναι ωστόσο λάθος η άποψη ότι μόνο η αφήγηση των δεινών του έθνους
καλλιεργεί την εθνική συνείδηση. Ούτε όμως η ουδέτερη αφήγηση
συνεισφέρει στη συμφιλίωση με το παρελθόν ούτε άλλωστε συμβάλλει με
βεβαιότητα στην ανάπτυξη της ανοχής προς τους ιστορικούς εχθρούς. Η
σύγκριση με τον τρόπο που διδάσκεται η ιστορία σε όλες τις δυτικές
χώρες δείχνει ότι έχει πάψει πριν από πολλές δεκαετίες να «ρέει αίμα»
στις σελίδες των σχολικών βιβλίων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι για
αυτόν τον λόγο έχουν πάψει να αγαπούν την πατρίδα τους οι Γάλλοι, οι
Ιταλοί ή οι Γερμανοί. Συνεπώς, η ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης δεν
μπορεί να βασίζεται ούτε στη δραματοποιημένη απεικόνιση ενός ζοφερού
παρελθόντος ούτε σε μια ψευδή, εξιδανικευμένη εικόνα για το παρελθόν,
αλλά στην ικανότητα να συμφιλιωθούμε με το οδυνηρό παρελθόν μέσα από
μια προσέγγιση χωρίς στερεότυπα, προκαταλήψεις και αποσιωπήσεις. Η
Ιστορία αυτή μόνο μπορεί εξάλλου να συμβάλει στη διαμόρφωση
υπεύθυνων πολιτών με κριτική σκέψη, ικανών να αντισταθούν σε
απόπειρες χειραγώγησής τους, από όπου και αν προέρχονται.
Η κυρία Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Ιστορίας στο
Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
Το ΒΗΜΑ, 28/01/2007 , Σελ.: B57
Κωδικός άρθρου: B14976B571
ID: 283283
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14976&m=B58&aa=2
Το σχολικό βιβλίο και τα «σημεία» της
διαμάχης
Από το βιβλίο Ιστορίας της Στ' Δημοτικού
Το νέο βιβλίο Ιστορίας της Στ´ Δημοτικού έχει προκαλέσει την
επίσημη αντίδραση της Εκκλησίας αλλά και κινήσεων πολιτών που
εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους και ζητούν να αποσυρθεί. Η κριτική που
διατυπώνουν στηρίζεται σε πέντε σημεία:
* Εξωραΐζεται η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
* Δεν γίνεται εμφανής και εκτενής αναφορά στον ρόλο που
έπαιξε η Εκκλησία στην Επανάσταση του 1821, με αποτέλεσμα να
υποβαθμίζεται ο ρόλος της.
* Εξιστορείται τηλεγραφικά η ελληνική επανάσταση και δεν
αναφέρεται ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου.
* Αποσιωπάται η γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών.
* Εκμηδενίζεται η ιστορική διάσταση της Μικρασιατικής
Καταστροφής με τη συμπύκνωση της ύλης και τη μη εκτενή ανάλυσή της.
Αποσπάσματα του βιβλίου που προκάλεσαν αντιδράσεις
* «Χιλιάδες Ελληνες συνωστίζονται στο λιμάνι της Σμύρνης
για να φύγουν για την Ελλάδα» αναφέρεται στη σελίδα 100 του βιβλίου,
στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Μικρασία: εκστρατεία και
καταστροφή», και εξιστορεί την αντεπίθεση των τουρκικών δυνάμεων και
την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων τον Αύγουστο του 1922. Η
αντίδραση έγκειται στο ότι η λέξη «συνωστίζονται» υποτιμά την
παρουσίαση της ιστορικής στιγμής, κατά την οποία οι Ελληνες έτρεχαν
για να σωθούν. Η λέξη, πάντως, έχει ήδη αποφασιστεί ότι θα
αντικατασταθεί.
* «Σχολική τάξη στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας»
αναφέρεται σε επεξηγηματική φράση κάτω από γκραβούρα, στο τέταρτο
κεφάλαιο του βιβλίου που είναι αφιερωμένο στην εκπαίδευση. Η κριτική
που ασκείται είναι ότι η παρουσίαση της ύπαρξης επίσημων σχολείων
αναιρεί την παρουσία του «κρυφού σχολειού».
* «Λόγιοι και μορφωμένοι Ελληνες υποστηρίζουν και
μεταφέρουν το νέο πνεύμα (του Διαφωτισμού). Κεντρική μορφή ανάμεσά
τους ο Αδαμάντιος Κοραής με το σημαντικό έργο του. Οι
διαφωτιστικές ιδέες, όμως, συναντούν και αντιδράσεις. Αντιδρούν
κυρίως μέλη κοινωνικών ομάδων που κατέχουν υψηλά αξιώματα και
επιθυμούν να διατηρήσουν τη δύναμη και την εξουσία τους» αναφέρεται
στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου για τον ελληνικό Διαφωτισμό. Η
κριτική που ασκείται είναι ότι αναδεικνύονται οι διαφωτιστές και
υποτιμάται ο ρόλος της Εκκλησίας και η βοήθεια που προσέφερε.
* Στο κεφάλαιο που αφορά την κοινωνική οργάνωση και τα
επαγγέλματα που υπήρχαν την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στη
Ελλάδα οι επικριτές του βιβλίου αναφέρουν ότι έτσι εξωραΐζεται η
Οθωμανική Αυτοκρατορία με την παρουσίαση των κοινοτήτων που
λειτουργούσαν στο εσωτερικό της.
* Στη σελ. 130 του βιβλίου που αναφέρεται στον αθλητισμό
και στη σελ. 1333 που αναφέρεται στον πολιτισμό παρουσιάζονται το
ελληνικό τραγούδι και η κινηματογραφική παραγωγή στην Ελλάδα του
20ού αιώνα. Οι επικριτές του βιβλίου υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο
δεν αποτελεί ιστορία. Κατά τους ίδιους η αναφορά του πολιτισμού
γίνεται εις βάρος της αναφοράς των πολεμικών κατορθωμάτων.
Τέλος, οι συγγραφείς όλων των νέων βιβλίων της Ιστορίας
επικρίθηκαν και για άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα ότι δεν υπήρχε
ο όρος «βυζαντινή» στον τίτλο της νέας Ιστορίας της Β' Γυμνασίου
αλλά μόνο ο όρος «μεσαιωνική» ή επειδή σε φωτογραφία που παρουσιάζει
την άλωση της Κωνσταντινούπολης δεν εικονίζεται ο Κωνσταντίνος
Παλαιολόγος αλλά ο Μωάμεθ, οπότε έμμεσα εμφανίζεται ο θρίαμβος του
πορθητή.
Πρόσφατα περίπου οκτακόσιες υπογραφές μεταξύ των οποίων και
εκείνη του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Χρ.
Σαρτζετάκη συγκέντρωσε κίνηση πολιτών που εκφράζει δυσαρέσκεια
για το νέο βιβλίο Ιστορίας της Στ' Δημοτικού και ζητεί να αποσυρθεί.
Το κείμενο των υπογραφών είχε δημοσιευθεί ολόκληρο στην εφημερίδα
«Αλφα 1», επίσημο έντυπο του πολιτικού κόμματος ΛΑΟΣ του Γ.
Καρατζαφέρη, ο οποίος ανακίνησε και το θέμα όταν στάλθηκαν τα
νέα βιβλία στα σχολεία. Το κείμενο υπογράφουν και οι πανεπιστημιακοί
Νεοκλής Σαρρής του Παντείου Πανεπιστημίου και Νικ.
Ουζούνογλου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ο Γ.
Καραμπελιάς, εκδότης και συγγραφέας, δημόσιοι και ιδιωτικοί
υπάλληλοι κ.ά. Κριτική στο νέο βιβλίο έχει ασκήσει και ο κ. Στ.
Παπαθεμελής.
Το ΒΗΜΑ, 28/01/2007 , Σελ.: B58
Κωδικός άρθρου: B14976B582
ID: 283348
Απάντησή μας την
ίδια ημέρα που
δημοσιεύθηκε
αυτούσια την Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου
Κύριε Διευθυντά,
αφού προσπεράσω τις κατηγορίες των τριών καθηγητών Ιστορίας
Λιάκου, Κουλούρης και Ρεπούση ότι είμαστε "νυκοκοιρές και εργάτες
που δε δικαιούμαστε γνώμης ... και δεν είναι δυνατόν να έχουμε
διαβάσει (καν) το βιβλίο", "εσμός αλευρομαγείρων και λοιπών ασχέτων"
και "ψυχωτικοί" (ω! τι επίπεδο αντιπαράθεσης από την πνευματική
ηγεσία του τόπου!), θα ήθελα να σχολιάσω αυτό που ανερυθρίαστα
καταγράφει στο Βήμα 28/1/2007 η κ. Χριστίνα Κουλούρη:
«Είναι λάθος η άποψη ότι μόνο η αφήγηση των δεινών του
έθνους καλλιεργεί την εθνική συνείδηση. Ούτε όμως η ουδέτερη
αφήγηση συνεισφέρει στη συμφιλίωση με το παρελθόν ούτε άλλωστε
συμβάλλει με βεβαιότητα στην ανάπτυξη της ανοχής προς τους
ιστορικούς εχθρούς.»
Η συντάκτριά σας κ. Νότα Τρίγκα πριν από δύο χρόνια περίπου (Βήμα
της 16/11/2003) έκανε μία σύντομη ανασκόπηση του τι γράφουν τα
βιβλία Ιστορίας της Ελλάδας και της Τουρκίας. Ιδού οι αναφορές στο
1821 και στο 1922: (http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14017&m=A34&aa=1
)
1821 Ελληνική επανάσταση
- Οι έλληνες μαθητές διδάσκονται ότι η Ελληνική
Επανάσταση και ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων
της εποχής «οδήγησε στη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού
κράτους και έτσι τέθηκε τέλος σε μια εποχή σκλαβιάς και
καταπίεσης.
- Οι τούρκοι μαθητές διδάσκονται ότι πρόκειται για μια
από τις «εξεγέρσεις» στον χώρο των Βαλκανίων και
αντιμετωπίζεται ως «εκδήλωση αγνωμοσύνης προς τους Οθωμανούς
οι οποίοι κυβερνούσαν με δικαιοσύνη και ανοχή».
1922 Μικρασιατική Καταστροφή
- Για τα ελληνικά βιβλία ιστορίας «ελληνικά στρατιωτικά
τμήματα αποβιβάστηκαν στην Ιωνία για την τήρηση της τάξης
και την προστασία των χριστιανικών πληθυσμών». H
Μικρασιατική Καταστροφή που ακολούθησε οδήγησε στον «ξεριζωμό»
χιλιάδων Ελλήνων από τα παράλια της Μικράς Ασίας.
- Για τα τουρκικά βιβλία ιστορίας πρόκειται για «επιθέσεις
των ελληνικών στρατευμάτων κατά των αμάχων» και ο «απελευθερωτικός
αγώνας του Κεμάλ Ατατούρκ» οδήγησε στη δημιουργία της
τουρκικής δημοκρατίας. «Στις 9.9.1922 στη Σμύρνη οι Ελληνες
ρίχτηκαν στη θάλασσα».
Ως πολίτης της χώρας που (ας μου επιτρέψει η κ. Κουλούρη) έχω τη
διανοητική ικανότητα να διαβάζω ένα βιβλίο της Στ' Δημοτικού,
διαπιστώνω το εξής. Εάν θεωρήσουμε τις ως άνω αναφορές των βιβλίων
ιστορίας του 2003 ως την "εθνικιστική αφήγηση της ιστορίας",
βλέπουμε σήμερα πως το Ελληνικό βιβλίο του 2006/07 βρίσκεται πολύ
εγγύτερα στη φιλοσοφία του Τούρκικου βιβλίου του 2003 από ό,τι στο
μέσο όρο των δύο βιβλίων!!
Ορθά λοιπόν αντιλαμβάνομαι τον λόγο που υπερασπίζεται με τόσο
πάθος το βιβλίο της κ. Ρεπούση. "Ούτε η ουδέτερη αφήγηση"
είναι αρκετή!
Ανδρέας Σταλίδης
Ηλεκτρονικό Περιοδικό Αντίβαρο, που συνέλλεξε πλέον των 3000
υπογραφών εώς σήμερα, συμπεριλαμβανομένων περισσοτέρων από 90
καθηγητών πανεπιστημίου
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14982&m=A65&aa=2
η κρυφή γοητεία της συνωμοσίας
Ι. Κ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ
jpretenteris@dolnet.gr
Ομολογώ ότι ως τώρα δεν είχα αντιληφθεί τους ουσιαστικούς λόγους που
ανάγκασαν μια κατηγορία συμπολιτών μας να εξεγερθούν εναντίον του
βιβλίου Ιστορίας της Στ' Δημοτικού. Τους ανακάλυψα όμως σε επιστολή
του βουλευτή Παπαθεμελή που δημοσιεύθηκε χθες στο «Βήμα».
Στην επιστολή αυτή ο βουλευτής εξηγεί ότι αντιτίθεται στην Ιστορία
όπως καταγράφεται στο σχολικό εγχειρίδιο επειδή «έτσι την θέλει
επιμόνως σήμερα η Νέα Τάξη της άγριας παγκοσμιοποίησης» και
«αυτήν προωθεί η παρ' ημίν άρχουσα νεοεποχίτικη αντίληψη
αποεθνοποίησης και παραχάραξής της».
Να το λοιπόν το μυστικό: άλλη μία συνωμοσία κατά του
Ελληνισμού, η οποία (ευτυχώς) υπέπεσε στην αντίληψη του
βουλευτού Θεσσαλονίκης και άλλων ομοϊδεατών του. Συγκεκριμένα
στοιχεία γι' αυτή τη συνωμοσία δεν παρατίθενται. Ούτε συγκεκριμένες
ενέργειες που να την αποδεικνύουν - πέρα από το γεγονός ότι κάτι
άλλα σχολικά εγχειρίδια βαλκανικής Ιστορίας (καμία σχέση, δηλαδή, με
το βιβλίο της Στ' Δημοτικού) χρηματοδοτήθηκαν από έναν διεθνή
οργανισμό, μέρος της χρηματοδότησης του οποίου προέρχεται από το
Ιδρυμα Σόρος και άλλα αμερικανικά ιδρύματα. Τρέχα γύρευε...
Μπορεί το ένα γεγονός να μην έχει σχέση με το άλλο, αλλά η
λογική είναι η ίδια. Και σε αυτήν αξίζει τον κόπο να σταθούμε. Τι
μας λένε οι άνθρωποι;
Πρώτον, ότι κάποια «Νέα Τάξη», αγρίως
παγκοσμιοποιημένη μάλιστα, δεν αρκείται στα τρεχάματα της
παγκοσμιοποίησης αλλά έχει βάλει στο μάτι την ελληνική Ιστορία και,
κατά προτίμηση, την Ιστορία όπως διδάσκεται στην Στ' Δημοτικού.
Γιατί τώρα την ελληνική Ιστορία και όχι τη ρουμανική; Γιατί στην Στ'
Δημοτικού και όχι στη Β' Γυμνασίου; Μυστήριο.
Δεύτερον, ότι εκτός της ανωτέρω αναφερομένης «Νέας
Τάξης», υπάρχει και μια «άρχουσα νεοεποχίτικη αντίληψη»,
η οποία δεν της φτάνει που είναι άρχουσα αλλά προσπαθεί επιπροσθέτως
να παραχαράξει την Ιστορία. Γιατί να την παραχαράξει; Τι την κόφτει
αν ο Παλαιός Πατρών Γερμανών σήκωσε το λάβαρο ή κέρδισε το
Τζόκερ; Αλλο μυστήριο.
Τρίτον, ότι σε όλα αυτά εμπλέκονται και οι (φονιάδες
των λαών) Αμερικανοί, οι οποίοι σκορπίζουν δολάρια για να
παραχαραχθεί η ελληνική Ιστορία που διδάσκεται στην Στ' Δημοτικού.
Γιατί άραγε οι Αμερικανοί και ο Τζορτζ Σόρος προσωπικώς
χολοσκάνε αν υπήρχε ή δεν υπήρχε κρυφό σχολειό; Γιατί ξοδεύονται για
να κρύψουν ποιος νίκησε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του '40; Και τι
φαγούρα έπιασε ξαφνικά τη «Νέα Τάξη», τη «Νέα Εποχή»,
άντε και τη Νέα Γουινέα, να αποσιωπήσουν την καταστροφή της Σμύρνης;
Μυστήριο και αυτό.
Ομολογώ πως είναι πολύ κολακευτικό να πιστεύεις ότι οι άλλοι
ασχολούνται μαζί σου, έστω και συνωμοτώντας εναντίον σου. Το
πιθανότερο όμως είναι ότι έχουν να ασχοληθούν με σοβαρότερα
πράγματα. Εκτός κι αν δεν είναι σοβαροί συνωμότες.
Το ΒΗΜΑ, 04/02/2007 , Σελ.: A65
Κωδικός άρθρου: B14982A652
ID: 283509
| |