[pdf format]

                   ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ

 

                                                Κωνσταντῖνος Χολέβας

                                                Πολιτικός Ἐπιστήμων

 

          "Γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστη τήν Ἁγία καί τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία" ἀγωνίσθηκαν οἱ πρόγονοί μας  καί ἑδραίωσαν τήν Ἐλευθερία τοῦ τόπου μας. Ὅμως σήμερα τό πνευματικό καί ἱστορικό περιεχόμενο αὐτοῦ τοῦ μηνύματος ἀμφισβητεῖται ἀπό ὁρισμένες ὁμάδες συμπατριωτῶν μας. Δύο εἶναι οἱ κυριώτερες ἐνστάσεις. Ἡ πρώτη θέλει τήν Ὀρθοδοξία χωρίς σύνδεση μέ τόν Ἑλληνισμό καί ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ ἀναφορά στήν πατρίδα βλάπτει τό Οἰκουμενικό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ δεύτερη ἄποψη, ἀκριβῶς ἀντίθετη, βλέπει ἕναν Ἑλληνισμό τελείως ξεκομμένο ἀπό τήν Ὀρθοδοξία. Στήν ἄποψη αὐτή συμπίπτουν ἄνθρωποι μέ ἑτερόκλητη ἰδεολογική προέλευση, οἱ ὁποῖοι φθάνουν σέ διαστρέβλωση τῆς Ἱστορίας καί κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησία ὅτι δέν ὠφέλησε σέ τίποτε τό Ἔθνος μας. Θά προσπαθήσουμε ἐν συντομίᾳ νά ἀποδείξουμε ὅτι καί οἱ δύο αὐτές ἐνστάσεις εἶναι ἀστήρικτες καί ἀδικαιολόγητες.

 

          Α) Πρῶτα ἄς ἐξετάσουμε πῶς ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιαστική Γραμματεία καί Παράδοση τίς ἀξίες τοῦ ἔθνους καί τῆς πατρίδος. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ Χριστός ἦλθε γιά νά σώσει ὅλη τήν Ἀνθρωπότητα καί ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι Οἰκουμενική. Καταδικάζει, δηλαδή, κάθε ἐθνικιστική ἁλαζονεία καί κάθε μορφή φυλετισμοῦ, ρατσισμοῦ καί μισαλλοδοξίας. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία δέν ἀρνεῖται τό ἔθνος καί τήν πατρίδα. Ἄλλωστε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προσπαθεῖ νά ὑπερβῆ, ἀλλά δέν καταργεῖ τήν ἱστορικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Ἀπ. Παῦλος σεμνύνεται γιά τήν ἐθνική καταγωγή του καί προβάλλει πόσο σημαντική εἶναι ἡ γενέτειρά του;"Ἐγώ ἄνθρωπος μέν εἰμί Ἰουδαῖος Ταρσεύς, τῆς Κιλικίας οὐκ ἀσήμου πόλεως". (Πράξεων κβ' 3).

          Σχετικά μέ τόν Ἀπ. Παῦλο ὁ καθηγητής Εὐάγγελος Θεοδώρου γράφει τά ἑξῆς; "Ἡ φράσις του, κατά τήν ὁποία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ "οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην" (Γαλ. γ' 28, πρβλ. Κολοσ. γ'11), δέν σημαίνει ἄρση τῶν ἐπί μέρους πατρίδων καί ἐθνικῶν διακρίσεων ἐπάνω στή γῆ, ὅπως τό "οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ" (Γαλ. γ' 28) δέν αἴρει τήν μεταξύ τῶν φύλων ἐπίγεια διαφορά. Ἀμφότερες οἱ φράσεις ἀναφέρονται στήν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὀντολογική ἰσότητα. " ( Ἀπό τό ἄρθρο του "Ἡ Πατρίς στό πλαίσιο τοῦ Θεολογικοῦ στοχασμοῦ",  περιοδικό Θεολογία, τεῦχος Ἰουλίου-Σεπτεμβρίου 1996). Ἄλλωστε ὁ Ἀπ.  Παῦλος ὁμιλῶν πρός τούς Ἀθηναίους ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεός ἔχει καθορίσει τόν τόπο κατοικίας καί τά σύνορα τῶν ἐθνῶν. (Πράξ. ιζ' 26).

          Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δείχνουν πολλές φορές τόν σεβασμό τους στήν ἀξία τῆς πατρίδος. Ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει στά κείμενά του ὅτι εἶναι ὑπερήφανος γιά τήν ἑλληνική καταγωγή του καί ὅτι τό γένος τῆς μητρός του κατάγεται ἀπό τούς ἀπογόνους τοῦ Ἡρακλέους. Ὁ ἴδιος ὑπεραμύνεται μέ σθένος τῆς πατρίδος του Καισαρείας, ὅταν ὁ τότε πολιτικός διοικητής μετέθεσε τήν πρωτεύουσα τῆς Καππαδοκίας ἀπό τήν Καισάρεια στά Τύανα. Ο Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός γράφει στήν 37η Ἐπιστολή του ὅτι πρέπει νά τιμοῦμε τήν πατρίδα μας σάν τήν κοινή μητέρα ὅλων:"Μητέρα τιμᾶν τῶν ὁσίων· μήτηρ δέ ἄλλη μέν ἄλλου, κοινή δέ πάντων πατρίς" καί ἐπαινεῖ στήν ἴδια ἐπιστολή τόν Μάγιστρο Σωφρόνιο ὡς "τῆς πατρίδος προστάτην" . Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν ὁμιλία του "Εἰς ἀνδριάντας" διακηρύττει :"Οὐδέν πατρίδος γλυκύτερον" καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅταν ἐπιστρέφει ἀπό τήν ἐξορία χαίρεται διότι ξαναβρίσκει "τήν πατρίδα ὁμοῦ καί τήν Ἐκκλησίαν" ( Πρός Κωνστάντιον τόν βασιλέα ἀπολογία).

          Οἱ πρόγονοί μας τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας/Ρωμανίας καθιέρωσαν τόν Ἀκάθιστο Ὕμνο καί τήν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν, κατά τήν ὁποία καί σήμερα ὅπως καί τότε ὑμνοῦμε τήν Παναγία Ὑπέρμαχο Στρατηγό μέ μία καθαρά πατριωτική ἀφορμή: Τήν σωτηρία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ἀβάρους.  Ἐξ ἄλλου τόν 12ο αἰῶνα ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἀναλαμβάνει τήν ἄμυνα τῆς πόλεώς του κατά τῶν εἰσβολέων Νορμανδῶν καί ρίχνει στήν μάχη "τούς παῖδας Δημητρίου", δηλαδή τούς εὐσεβεῖς νέους τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.

          Στήν  διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἐνισχύει τό ἐθνικό φρόνημα τῶν ὑποδούλων ζητῶντας τους νά μιλοῦν μόνον ἑλληνικά καί προφητεύοντας ὅτι σύντομα θά ἔλθει "τό ποθούμενον" καί τό κράτος θά γίνει "ρωμέϊκο". Καί στά νεώτερα χρόνια ἀξίζει νά μνημονεύσουμε τόν θαυματουργό ἅγιο Νεκτάριο, Ἐπίσκοπο Πενταπόλεως, ὁ ὁποῖος τό 1896 ἔγραφε σέ μία μελέτη του περί τῆς ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας καί τά ἑξῆς: "Ναί, ὁ Ἕλλην ἐγεννήθη κατά θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος· τοῦτο τό ἔργον ἐκληρώθη αὐτῷ......Μαρτύριον ἡ μακροβιότης αὐτοῦ, ἐξ ἧς δυνάμεθα ἀδιστάκτως νά συμπεράνωμεν καί τήν αἰωνιότητα αὐτοῦ, διά τό αἰώνιον ἔργον τοῦ Χριστιανισμοῦ μεθ' οὗ συνεδέθη ὁ Ἑλληνισμός".

          Ἡ Ἐκκλησία μας, λοιπόν, καλλιεργεῖ τόν ὑγιῆ πατριωτισμό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ μέση ὁδός ἀνάμεσα στόν καταδικαστέο ἐθνοφυλετισμό καί τόν ἐπίσης καταδικαστέο ἀντιπατριωτισμό. Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἡ Οἰκουμενικότητα καί ἡ τοπικότητα συμβαδίζουν ἁρμονικά.

 

          Β) Ἄς ἔλθουμε τώρα σέ ἐκείνους πού ἀμφισβητοῦν τήν προσφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τό ἕθνος μας καί τόν τόπο μας. Ἡ Ἱστορία βοᾶ ἀπό ἀπαντήσεις καί θά χρειαζόντουσαν τόμοι γιά μία πλήρη ἀπάντηση. Ἐδῶ θά ἐπιχειρήσουμε νά θυμίσουμε μόνον ὁρισμένα ἐνδεικτικά στοιχεῖα:

          Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τιμοῦν καί διασώζουν τήν ἑλληνική γλῶσσα καί γραμματεία. Ὁ Μέγας Βασίλειος συμβουλεύει τούς νέους νά διδάσκονται ἐπιλεκτικά καί σάν τίς μέλισσες ἀπό τά ἀρχαῖα ἑλληνικά κείμενα. Μάλιστα τονίζει ὅτι ἀπό τά ποιήματα τοῦ Ὁμήρου μποροῦν οἱ νέοι νά λάβουν διδάγματα ἀρετῆς. Ἕνας ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας γνωρίζει καλά καί ἐπαινεῖ τόν Ὅμηρο, ἐνῷ εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ Πλάτων συνεβούλευε τούς νέους νά ΜΗ διαβάζουν Ὅμηρο! Μέγας μελετητής καί ὑπομνηματιστής τοῦ Ομήρου ὑπῆρξε καί ὁ προαναφερθείς Ἅγιος Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης, ὁ Κατάφλωρος. Ἐδίδαξε τόν Ὅμηρο καί γενικά τήν ἀρχαία γραμματεία στό Πανδιδακτήριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Αὐτοί οἱ γνωστοί καί πολλοί περισσότεροι ἄγνωστοι ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες διέσωσαν ὅσα μπόρεσαν ἀπό τά ἀρχαῖα κείμενα , τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν καί τήν πνευματική συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἐπί Βυζαντίου/Ρωμανίας καί ἐπί Τουρκοκρατίας πολλοί μοναχοί ἀντέγραφαν τά ἀρχαῖα κείμενα καί μάλιστα χωρίς νά ἀσκήσουν λογοκρισία π.χ. στίς ἄσεμνες φράσεις τοῦ Ἀριστοφάνους. Τούς ὀφείλουμε ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ καί τούς θαυμάζουμε, διότι ἡ Χριστιανική τους Πίστη τούς ὁδήγησε μέ πνεῦμα ἐλευθερίας νά διασώσουν ἀκόμη καί ἀπόψεις, μέ τίς ὁποῖες διαφωνοῦσαν. Ἄς τά βλέπουν αὐτά ὅσοι ἀκρίτως μιλοῦν γιά "σκοταδισμό" τῆς Ἐκκλησίας.

          Ἡ γλῶσσα μας καί τό πατριωτικό φρόνημα καλλιεργήθηκαν καί διεσώθησαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί στά δύσκολα χρόνια τῶν ὑποδουλώσεων. Περάσαμε ἀπόΦραγκοκρατία, Τουρκοκρατία καί σέ ὁρισμένα μέρη τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί Ἀγγλοκρατία. Τήν παιδεία ἀνέλαβε ἐξ ὁλοκλήρου ἡ Ἐκκλησία μέ σχολεῖα εἴτε κρυφά εἴτε φανερά. Ὅποιος τότε ἔχανε τήν Ὀρθὀδοξη Πίστη, τούρκευε ἤ φράγκευε, ἔχανε καί τήν ἐθνική του συνείδηση. Ἀντιθέτως ὅσοι ἔχαναν τήν γλῶσσα μποροῦσαν νά παραμείνουν Ρωμηοί ἄν παρέμεναν Ὀρθόδοξοι. Ἡ Ἐκκλησία κατόρθωσε νά διαφυλάξει τήν ἑλληνικότητα τῶν τουρκοφώνων Μικρασιατῶν πού εἶχαν χάσει τήν γλῶσσα τους στήν  Καππαδοκία. Καί ὁ Βρετανός Βυζαντινολόγος Στῆβεν Ράνσιμαν στόν ἐπίλογο τοῦ βιβλίου του "Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν Αἰχμαλωσίᾳ" ἐπισημαίνει: "Η Ὀρθοδοξία διετήρησε τόν Ἑλληνισμό κατά τήν διάρκεια τῶν σκοτεινῶν αἰώνων. Ἀλλά καί χωρίς τήν ἠθική δύναμη τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ ἴδια ἡ Ὀρθοδοξία πιθανόν νά εἶχε μαραζώσει"!

          Ὅλες σχεδόν οἱ ἐξεγέρσεις τῶν ὑποδούλων κατά τῶν Ὀθωμανῶν, γνωστές ἤ λιγότερο γνωστές , εἶχαν ἐπικεφαλῆς κληρικούς. Πόσοι γνωρίζουν ὅτι στά τέλη τοῦ 17ου αἰῶνος ἡ ἀνατολική Στερεά Ἑλλάς ἦταν ἐλεύθερη ἐπί δέκα χρόνια χάρις στήν ἐπανάσταση τοῦ Ἐπισκόπου Θηβῶν Ἱεροθέου; Συνολικά 16 Πατριάρχες καί 100 Ἐπίσκοποι θανατώθηκαν ἀπό τόν κατακτητή. Ὅλοι οἱ ἀγωνιστές τοῦ 1821 παραδέχονται στά κείμενά τους τόν ἐθναρχικό καί ἀγωνιστικό ρόλο τοῦ Ὀρθοδόξου κλήρου (Μακρυγιάννης, Κολοκοτρώνης, Κασομούλης κ.ἄ). Στήν Κύπρο τήν 9η Ἰουλίου 1821 οἱ Ὀθωμανοί γιά νά καταστείλουν κάθε ἐπαναστατική διάθεση ἐφόνευσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο Κυπριανό, τούς 3 Μητροπολίτες καί ὅλους τούς Ἀρχιμανδρίτες καί Ἡγουμένους.

          Ὅταν ἡ Μακεδονία κινδύνευε νά μεταπηδήσει ἀπό τόν Τουρκικό στόν Βουλγαρικό ζυγό, οἱ Μακεδονομάχοι βρῆκαν γενναίους συμπαραστάτες τούς Ἐπισκὀπους καί τόν κλῆρο τῆς Βορείου Ἑλλάδος. Στήν Μικρασιατική τραγωδία τοῦ 1922 ὁ Ἅγιος Ἐθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης καί οἱ σύν αὐτῶ ἀναιρεθέντες Ἐπίσκοποι ἔμειναν ὡς τό τέλος κοντά στό ποίμνιό τους, τήν ὥρα πού ὁ πολιτικός διοικητής τό ἔβαζε στά πόδια! Καί τό 1941 ὅταν οἱ Γερμανοί Ναζί μπῆκαν στήν Ἀθήνα ἀντιμετώπισαν τό τριπλό ΟΧΙ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσάνθου. Ἀρνήθηκε νά τούς παραδώσει τήν πόλη, δέν δέχθηκε στό Γραφεῖο του τόν Γερμανό Διοικητή καί ἀρνήθηκε νά τελέσει δοξολογία.

          Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση διδάσκει νά τιμοῦμε τίς ρίζες μας καί τήν πατρίδα μας σεβόμενοι παραλλήλως τούς ἄλλους λαούς καί τούς διαφορετικούς πολιτισμούς. Μέ αὐτά τά ἐφόδια θά πορευθοῦμε καί στό πολύπλοκο διεθνές περιβάλλον τοῦ 21ου αἰῶνος .

 

 

Πειραική Εκκλησία, Νοέμβριος 2002 και Αντίβαρο 3/11/2002

 


www.antibaro.gr