Κατηγορίες |
ΦΑΝΑΡΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ |
|||||||||||||||||||||||||||||
|
ΦΑΝΑΡΙ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ
Ζήτημα εκκλησιαστικό ή και άκρως εθνικό;
Η
σύγκρουση ανάμεσα στο Οικουμενικόν
Πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως και
την Εκκλησία της Ελλάδος, της οποίας ως
την παρούσα στιγμή (τέλη Οκτωβρίου 2003)
ουδείς γνωρίζει την ασφαλή κατάληξη,
ασφαλώς και δεν εξέπληξε κανένα εκ των «παροικούντων
εις Ιερουσαλήμ», εξ αυτών δηλαδή οι
οποίοι έστω και λίγο ασχολούνται με τις
σχέσεις ανάμεσα στις δύο αυτές
ορθόδοξες Εκκλησίες.
Τούτο
δε διότι από πολλού καιρού το Φανάρι και
η Αθήνα είχαν εισέλθει σε τροχιά ευθείας
συγκρούσεως, η οποία κατέληξε να
εκδηλωθεί εσχάτως εν πλήρει εκτάσει με
αφορμή την αποστολή ή μη στο Πατριαρχείο
προς έγκριση κατα- λόγου των υποψη- φίων
προς πλήρωση της κενωθείσης Ι. Μ.
Θεσσαλονίκης. Πιο συγκεκριμένα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος με επιστολή του στις 28
Ιουλίου τ.έ. εζήτησε την απόστολή του
ανωτέρω καταλόγου, σε εφαρμογή του
Συνοδικού Τόμου της 4ης
Σεπτεμβρίου 1928, ο οποίος ρυθμίζει τα της
διοικήσεως των «Νέων Χωρών»[1]. Η
Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της
Ελλάδος (ΔΙΣ) με την σειρά της απήντησε
ότι ναι μεν ο Σ.Τ. του 1928 όριζε ως άνω,
όμως οι ρυθμίσεις αυτές
μετεβλήθησαν κοινή
συναινέσει κατά την επακολουθήσασα
αλληλογραφία μεταξύ του Οικουμενικού
Πατριάρχου Βασιλείου και του
Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, ούτως ώστε
το Πατριαρχείο διετήρησε μόνον το
δικαίωμα προσθέσεως υποψηφίων προς
εκλογή. Έκτοτε αντηλλάγησαν
πολλά επιχειρήματα εκατέρωθεν.
Σκοπός μας δεν είναι η ανάφορά στο
ανακύψαν ζήτημα από κανονικής ή
εκκλησιολογικής απόψεως υπάρχουν
άλλωστε πολλοί αρμοδιότεροι επ αυτού
αλλά η εξέταση των εθνικών και
πολιτικών πτυχών του θέματος. Είναι
γνωστό τοις πάσι ότι το Οικουμενικό
Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως
υπάγεται, συμφώνως προς το τουρκικό
δίκαιο, στην νομοθεσία περί βακουφίων,
των πνευματικών και θρησκευτικών
ιδρυμάτων δηλαδή, τα οποία βρίσκονται
υπό την εποπτεία και τον έλεγχο των κατά
τόπους νομαρχών. Προϊστάμενος του
Οικουμενικού Πατριάρχου δηλαδή στην
τουρκική πολιτεία δεν είναι άλλος από
τον Νομάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Έχουν
δε δει το φως της δημοσιότητος
αναφορές περί παρεμβάσεων του
Νομάρχου Κωνσταντινουπόλεως στις
ενέργειες του Πατριάρχου, περί οδηγιών
σχετικώς με τις δηλώσεις του, ακόμη δε
και επιπλήξεων προς τον Πατριάρχη όταν
οι δηλώσεις του δεν ικανοποιούν
απολύτως το τουρκικό κατεστημένο! Αναλογιζόμενος
κάποιος τα παραπάνω ευκόλως
αντιλαμβάνεται σε ποιο ακριβώς
περιβάλλον αναπτύσσει τις
δραστηριότητές του το Οικουμενικό
Πατριαρχείο και υπό ποιες επιρροές
πράττει και ομιλεί. Ασφαλώς οι περί του
αντιθέτου διαβεβαιώσεις του κ.Βαρθολομαίου
ουδένα μπορούν να πείσουν. Ο νυν
Οικουμενικός Πατριάρχης από την ημέρα
της αναρρήσεώς του στον πατριαρχικό
θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως θρόνο
θυσίας και αίματος ασχολείται απόκλειστικώς με την
αύξηση
της επιρροής και του γοήτρου του
προσωπικώς στους κόλπους της Ανατολικής
Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι επιδιώξεις του
αυτές εξ αιτίας των οποίων πολλοί,
κληρικοί και λαϊκοί, τον κατηγορούν ότι
επιδιώκει να αναδειχθεί σε Πάπα της
Ορθοδοξίας τον έχουν φέρει σε άμεσο ή
έμμεσο αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των
ορθοδόξων εκκλησιών. Αφού συνεκρούσθη
με τον Αρχιεπίσκοπο Βορείου και Νοτίου
Αμερικής κ. Ιάκωβο, τον οποίο ηνάγκασε να
παραιτηθή,
και κατώρθωσε να διχάσει το πλήρωμα της
Εκκλησίας της Αμερικής, ήλθε σε ρήξη με
το Πατριαρχείο Μόσχας, με το Πατριαρχείο Αντιοχείας, με το Πατριαρχείο
Ιεροσολύμων αλλά ακόμη και με το
Πατριαρχείο Αλεξανδρείας το οποίο
προσεπάθησε να κηδεμονεύσει. Έχει
συγκεντρώσει επάνω του τα βέλη της
πλειοψηφίας των ορθοδόξων παγκοσμίως ως
αποτέλεσμα τόσο των επιδιώξεών του να
επιβάλλει στον ορθόδοξο κόσμο την
πνευματική έστω κυριαρχία του όσο και
των επαφών και συμπροσευχών του με τον
Πάπα Ιωάννη-Παύλο Β΄. Συχνά
κάνει δηλώσεις για την «αίρεση» και την
«αμαρτία» του εθνικισμού, την ανυπαρξία
του έθνους ως οντότητος αλλά και για την
ελληνοτουρκική φιλία. Υπάρχει νουνεχής
Έλλην που θεωρεί σκόπιμο να βρεθούν υπό
τον έλεγχο μιας προσωπικότητος με τις
απόψεις και την δράση του κ. Βαρθολομαίου, η οποία επιπροσθέτως βρίσκεται
υπό την επιρροή του τουρκικού κράτους,
οι εθνικώς ευαίσθητες περιοχές της
Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Θράκης και
των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου; Όλοι
μας γνωρίζουμε καλώς σε ποιο βαθμό το
τουρκικό κράτος και παρακράτος έχουν
απλώσει τα πλοκάμια τους στην Θράκη μας
και την προσπάθειά τους να ενισχύουν την
επιρροή τους χρησιμοποιώντας το
μουσουλμανικό στοιχείο. Ακόμη και η
σκέψη πως ενδεχομένως η Τουρκία θα
δύναται να επηρεάζει αφανώς και τους
ελληνικούς ορθοδόξους πληθυσμούς των
ακριτικών μας περιοχών μόνο ρίγη μπορεί
να προκαλέσει σε κάθε εθνικώς
σκεπτόμενο Έλληνα. Μήπως άλλωστε τυχαίο
είναι το γεγονός πως ένθερμοι
υποστηρικτές των θέσεων και επιδιώξεων
του Πατριαρχείου εν Ελλάδι είναι όλοι οι
εκπρόσωποι της αριστερίζουσας
διανοήσεως που καθ΄έξιν αποτελούν τους
θιασώτες κάθε αντεθνικής και
αντιεκκλησιαστικής απόψεως; Ή μήπως η
αγωνία για την διαφύλαξη της κανονικής
τάξεως της Εκκλησίας τους καταλαμβάνει
μόνον σε όσες περιπτώσεις θίγονται
καίρια τα εθνικά συμφέροντα; Μετά
τις πρόσφατες εξελίξεις απεκαλύφθησαν
πλέον πέραν πάσης αμφιβολίας οι επιδιώξεις του Οικουμενικού Πατριάρχου.
Μοχλός του είναι η αύξηση του προσωπικού
κύρους και επιρροής του. Εμφανές είναι
πλέον το γεγονός ότι ουδεμία εθνική
συνείδηση διαθέτει, καθώς απειλεί άνευ
ενδοιασμών την Εκ-κλησία της Ελλάδος ότι
εάν δεν συμμορφωθή προς τις υποδείξεις
του θα αποσπάσει τις μητροπόλεις των «Νέων
Χωρών» από την διοικητική της επιστασία.
Μετά αυτού δε θα τις ενσωματώσει στην
Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου ή
θα συγκροτήσει νέα αυτοκέφαλο εκκλησία
με αρχιεπίσκοπο τον Μητροπολίτη Θεσ-σαλονίκης.
Παρόμοια εξέλιξη θα δίχαζε αυτομάτως
εκκλησιαστικώς την Ελλάδα και θα
δημιουργούσε νέα δεδομένα σε πολλούς
τομείς. Αντί
να διχαστεί και να αποδυναμωθεί η
Ελλαδική Εκκλησία πρέπει και προς την
κατεύθυνση αυτή οφείλουν πάντοτε να
κατατείνουν οι προσπάθειες τις
ελληνικής πολιτείας να ισχυροποιηθεί
και ενισχυθεί η ενότητά της. Η Εκκλησία
της Ελλάδος είναι σήμερα εν τη ουσία η
ισχυρότερη ορθόδοξη Εκκλησία στον κόσμο.
Έχει καθιερωμένη και αναμφισβήτητη
κορυφαία θέση στην Ορθοδοξία,
αναγνώριση από τις άλλες χριστιανικές
ομολογίες και τα άλλα δόγματα, την πλέον
δραστήρια ιεραποστολή, άριστες σχέσεις
με όλες τις ορθόδοξες Εκκλησίες, χαίρει
παγκοσμίου κύρους και στηρίζει
οικονομικώς όχι μόνο τις ιεραποστολικές
αποστολές σ΄όλο τον κόσμο, όχι μόνο τις
σλαυικές Εκκλησίες αλλά και το ίδιο το
Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο σε
δύσκολες στιγμές δεν θα είχε επιβιώσει
άνευ της υποστηρίξεως της Ελλαδικής
Εκκλησίας και ευπόρων Ελλήνων λαϊκών.
Δυστυχώς
ως σήμερα η Εκκλησία της Ελλάδος δεν
έχει κατωρθώσει να ενώσει υπό την σκέπη
της εκκλησιαστικώς όλες τις περιοχές
της Ελλάδος. Οι μητροπόλεις των Δωδ-εκανήσων
υπάγονται απευθείας στο Οικουμε- νικό
Πατριαρχείο, η Εκκλησία της Κρήτης είναι
ημιαυτόνομη με επαρχιακή Σύνοδο και
Αρχιεπίσκοπο που επίσης υπάγονται στο
Πατριαρχείο και οι διαβόητες «Νέες
Χώρες» ναι μεν διοικητικώς μετέχουν της
Εκκλησίας μας αλλά το Πατριαρχείο
διατηρεί την πνευματική επιστασία επ
αυτών, αξιώνει την μνημόνευση του
ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου
κατά την Θεία Λειτουργία και όπως
βλέπουμε εγείρει με αύξουσα ένταση
απαιτήσεις κυριαρχίας. Είναι
ανάγκη επιτακτική το καθεστώς των
μητροπόλεων Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης
και Ανατολικού Αιγαίου να διασαφηνιστεί
πλήρως και αυτές να αποδοθούν πλέον
οριστικώς, αμετακλήτως και καθ
ολοκληρίαν στην Εκκλησία της Ελλάδος.
Τούτο επιβάλλουν λόγοι εθνικοί καθώς
όλες οι παραμεθόριες περιοχές πρέπει
απαρεγκλίτως να ανήκουν στην Ελλαδική
Εκκλησία και σε
καμμία περίπτωση στο Φανάρι που ανά πάσα
στιγμή βρίσκεται υπό το κράτος απειλών
και επιρροών του τουρκικού κατεστημένου.
Απειλές και επιρροές στις οποίες δεν
δύναται ούτε να αντισταθεί ούτε να
αποτρέψει. Ακόμη μακρύτερα πρέπει να
αρχίσει διάλογος ανάμεσα στις δύο
Εκκλησίες σχετικώς με το καθεστώς των
μητροπόλεων των Δωδεκανήσων, μιας
επίσης άκρως ευαίσθητης εθνικώς
περιοχής αλλά και της Εκκλησίας της
Κρήτης η οποία πρέπει επίσης να εισέλθει
επιτέλους στους κόλπους της Εκκλησίας
της Ελλάδος. Ο
Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και
πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλος ορθότατα
έπραξε να μην αποστείλει προς έγκριση
τον κατάλογο των προς εκλογή υποψηφίων
στο Πατριαρχείο. Έχει ευθύνες όχι μόνο
απέναντι στην Εκκλησία αλλά και
απέναντι στο Έθνος. Αν ο Οικουμενικός
Πατριάρχης εμπλακεί άνευ εμποδίων στις
διαδικασίες εκλογής μητροπολιτών θα
επακολουθήσει χιονοστιβάδα επιβουλών
της κυριαρχίας και της αυτοκεφαλίας της
Εκκλησίας της
Ελλάδος. Θα καταλήξουμε να έχουμε μια
Εκκλησία διχασμένη, ακρωτηρια-σμένη και
ελεγχόμενη από ένα εκκλησιαστικό κέντρο
αποξενωμένο από τον ορθόδοξο ελληνικό
λαό και παρασυρμένο από μονομανίες
επιβολής. Ας ελπίσουμε πως ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος έστω και αργά θα εγερθεί εκ του ληθάργου της ματαιοδοξίας και θα ενθυμηθεί ότι εκτός από χριστιανός είναι και Έλλην, με υποχρεώσεις μάλιστα αυξημένες έναντι του Έθνους καθώς τυγχάνει να κάθεται σε θρόνο πύρινο. Το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο αξίζει ασφαλώς κορυφαίο τιμητικό ρόλο στον εθνικό μας βίο και την αμέριστη αρωγή από την Ελληνική Εκκλησία και Πολιτεία, όμως σε καμμία περίπτωση δεν πρέπει να καταστεί, έστω και ακουσίως, όπλο κατά του Ελληνισμού. Όπλο που θα μπορούσαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά να χρησιμοποιήσουν εχθροί και «φίλοι», που όπως όλοι γνωρίζουμε αφθονούν. [1]
Ο όρος «Νέαι Χώραι» αποτελεί
καθιερωμένο εκκλησιαστικό όρο και
ουδόλως επιλογή του γράφοντος.
ʼλλωστε κατά την κρίση μας ο όρος
τούτος σήμερα είναι άνευ περιεχομένου
καθώς όλες οι υπ αυτόν καλούμενες
περιοχές έχουν ενσωματωθεί στο
Ελληνικό Κράτος το αργότερο το 1919.
|