ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
ΒΙΟΣ. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός είναι από τους σπου-δαιότερους Πατέρες που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο τον 8ου αιώνα, εξαιτίας των ιερών εικόνων, αλλά και του όλου έργου του. Υπήρξε μοναχός και πρεσβύτερος της Μονής του αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, περιοχή εκτός της επικράτειας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και εντός του Αραβικού Χαλιφάτου. Ο Ιωάννης διακρίθηκε κυρίως ως ο μέγας αποταμιευτής και ερμηνευτής της ορθόδοξης πατερικής Παράδοσης.
Καταγόταν από επιφανή ελληνοσυριακή οικογένεια της Δαμασκού, πρωτεύουσας του Χαλιφάτου από το 661 στην οποία και γεννήθηκε. Τα στοιχεία των πηγών για τη γέννηση, τις σπουδές και γενικότερα τη ζωή του δεν είναι πλήρη, διότι οι Βίοι του παρουσιάζουν πολλά κενά. Οι πρώτες γνωστές βιογραφίες ανάγονται το 10ο αιώνα. Η αντιπαραβολή των βιογραφιών και το σύνολο των γνησίων στοιχείων ευνοούν την υπόθεση ότι ο Ιωάννης γεννήθηκε το 680 και πέθανε το 749. Ο παππούς του ονομαζόταν Μανσούρ (=νικηφόρος) και ήταν διοικητής της βυζαντινής ελληνικής φρουράς της Δαμασκού, κατά την αραβική επίθεση, όπου και παρέδωσε την πόλη με συνθήκη το 634. ο πατέρας του Σέργιος ήταν «πραγμάτων ἐπίτροπος» ή λογοθέτης στην κυβέρνηση του Χαλίφη Αβιμέλεχ (685-705), θέση αντίστοιχη με αυτή του υπουργού επί των υποθέσεων του υπόδουλου χριστιανικού πληθυσμού και κυρίως της κατανομής και καταβολής των φόρων.
Η μόρφωση του Ιωάννη επεκτάθηκε πέρα από τα καθιερω-μένα πλαίσια. Ο πατέρας του ελευθέρωσε τον αιχμάλωτο μοναχό Κοσμά, άριστο διδάσκαλο από τη Νότια Ιταλία και του ανέθεσε την εκπαίδευση του γιου του. Ο Κοσμάς του δίδαξε αριθμητική, γεωμετρία, μουσική, αστρονομία, ρητορική, διαλεκτική και ηθική κατά Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Μαζί παρακολούθησε τα μαθήματα και ο νεαρός Κοσμάς, ο οποίος είχε υιοθετηθεί από το Σέργιο και έγινε αργότερα γνωστός ως γνωστός ως Κοσμάς ο Μελωδός ή Κοσμάς ο Μαϊουμά, λόγω των ύμνων και των κανόνων που συνέταξε.
Ο Ιωάννης διαδέχθηκε τον πατέρα του στην υπηρεσία του χαλιφάτου επί Ουαδίθ (705-715) και κατέλαβε παρόμοιο ή το ίδιο αξίωμα. Αργότερα αποσύρθηκε στη μονή του αγ. Σάββα, άγνωστο πότε και υπό ποιες συνθήκες, όπου και εγκαταβίωσε ως μοναχός και επεδόθηκε στη μελέτη και στη συγγραφή. Σύμφωνα με την παράδοση, η αναχώρησή του οφειλόταν σε σύγκρουση με τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ για τις εικόνες. Για το λόγο αυτό τιμωρήθηκε με αποκοπή της δεξιάς χειρός, αλλά αυτή συγκολλήθηκε διά θαύματος της Θεοτόκου. Το πιθανότερο είναι ότι αναχώρησε πριν την έναρξη της Εικονομαχίας, διότι, πρώτον, μπορούσε να παραιτηθεί από το αξίωμα και, δεύτερον, στην υπηρεσία του χαλιφάτου δεν μπορούσε εύκολα να ασχολείται με θέματα, όπως η χρήση των εικόνων.
Στη Μονή του αγ. Σάββα διακρίθηκε μεταξύ των μοναχών λόγω της μόρφωσης και του ασκητικού ιδεώδους. Χειροτονήθη-κε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Ιεροσολύμων Ιωάννη Ε’ (706-735), συνεχίζοντας την άσκηση και το συγγραφικό έργο μέχρι το θάνατό του.
Το 754 ασχολήθηκε μαζί του η εικονομαχική σύνοδος της Ιερείας. Τον αναθεμάτισε ως επιρρεπή στο Μωαμεθανισμό , εχθρό της αυτοκρατορίας, διδάσκαλο της ασέβειας και δια-στρεβλωτή των Γραφών. Η σκληρότητα των εκφράσεων της συνόδου καταδεικνύει ότι είχε κατανοηθεί πλήρως η σημασία της προσωπικότητάς του, η οποία είχε σοβαρές επιπτώσεις στους εικονομάχους. Η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος (787) ακύρωσε τις αποφάσεις της συνόδου της Ιερείας και θεμελίωσε την περί εικόνων διδασκαλία στη θεολογία των σχετικών έργων του Δαμασκηνού, αναγνωρίζοντας έτσι την προσφορά του. Η μνήμη του τιμάται την 4η Δεκεμβρίου.
ΕΡΓΑ. Ο Ιωάννης μας παρέδωσε πλουσιότατο έργο σε όλους τους τομείς της Θεολογίας. Αφιερωμένος στη συχνή μελέτη της Πατερικής Παράδοσης και της ελληνικής φιλοσοφίας κατέγραψε άνετα τον πλούτο της εμπειρίας του. Οι κριτικοί σήμερα αρνούνται την πρωτοτυπία , αλλά αυτό δεν αφορά σε όλα τα έργα του. Εκείνο που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί είναι η αυστηρότητα στη μέθοδο και τη διαίρεση. Η υπεροχή του συστηματικού στοιχείου έναντι του πρωτοτύπου, υπήρξε αυστηρή στην επιλογή, η οποία εναρμονιζόταν άριστα και προς την αντίστοιχη αξίωση της Εκκλησίας.
Τα έργα διακρίνονται σε δογματικά, αντιρρητικά, απολογητικά, ηθικά, ομιλίες, ερμηνευτικά, αγιολογικά και υμνογραφικά.
I) Δογματικά: α) το σπουδαιότερο δογματικό σύγγραμμα είναι η τριλογία «Πηγή γνώσεως». Διαιρείται σε τρία μέρη, όπου αναπτύσσονται οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις, οι παρεκκλίσεις των αιρέσεων και τα δόγματα της Εκκλησίας. Το πρώτο μέρος ονομάζεται «Φιλοσοφικά Κεφάλαια» και αποτελεί φιλοσοφική εισαγωγή στη χριστιανική θεολογία. Στο μέρος «Περί τῶν αἱρέσεων» εξετάζονται σύντομα εκατό αιρέσεις σε εκατό κεφάλαια. Το τρίτο μέρος είναι η «Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως», το οποίο διαιρείται σε εκατό κεφάλαια και αποτελεί σύστημα δογματικής θεολογίας της Ορθοδοξίας. Γράφοντας το έργο αυτό ο Ιωάννης, όπλισε τους υπερασπιστές της τιμής των εικόνων με ένα ισχυρό όπλο στον αγώνα με τους αντιπάλους τους· όπλο που τους έλειπε κατά την έναρξη της Εικονομαχίας. Εδώ θέλει να προσφέρει εκκλησιαστικό και όχι προσωπικό δογματικό σύστημα. Από τους Πατέρες κυριαρχεί ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ακολουθούν οι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Διονύσιος Αρεοπαγίτης κά.
β) «Λίβελλος περί ὀρθοῦ φρονήματος». Ανακεφαλαιώνει τα θεμελιώδη δόγματα της Ορθοδοξίας με βάση το Σύμβολο της Πίστεως.
γ) «Εἰσαγωγή δογμάτων στοιχειώδης». Εξετάζει τους βασικούς όρους και τις κύριες διακρίσεις της χριστιανικής δογματικής.
δ) «Περί τῶν ἐν πίστει κεκοιμημένων».
II) Ἀντιρρητικά. Σώζονται δύο πραγματείες εναντίον των Νεστοριανών, τρεις εναντίον των Μονοφυσιτών και εναντίον του Μονοθελητισμού. Οι περίφημες τρεις πραγματείες «Περί εἰκόνων» απετέλεσαν την πιο πολύτιμη πηγή των εικονοφίλων για την υπεράσπιση των ι. εικόνων. Γράφθηκαν σταδιακά στην πρώτη φάση της Εικονομαχίας και, συγκεκριμένα, από το 726 ως το 731. Εξετάζουν με μετριοπάθεια το πρόβλημα, δίδοντας το ορθό νόημα στη χρήση των εικόνων. Στο έργο αυτό παρουσιάζεται κατά τρόπο και η πολιτική του Λέοντα Γ’ για το θέμα.
III) Ἀπολογητικά. α) «Διάλογος κατά Μανιχαίων», ο οποίος είναι ερωταποκρίσεις ενός ορθοδόξου με οπαδό της παλιάς αίρεσης των Μανιχαίων.
β) Στο «Διάλεξις χριστιανοῦ καί σαρακηνοῦ» γίνεται λόγος για την αιτία του καλού και του κακού.
IV) Ἠθικά. α) «Ἱερά παράλληλα». Είναι μια ογκώδης ανθολογία Βιβλικών και Πατερικών χωρίων, η οποία αναφέρε-ται στο θρησκευτικό και ηθικό βίο.
β) «Περί τῶν ἁγίων νηστειῶν πρός Κομητᾶν». Εξετάζει το θέμα της διάρκειας της νηστείας της Τεσσαρακοστής.
V) Ὁμιλίες. Μία «Εἰς τό Γενέσιον » και τρεις «Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου». Ακόμη «Εἰς τήν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου», «Εἰς τήν ξηρανθεῖσαν συκῆν» και «Εἰς τό Μέγα Σάββατον». Τέλος, οι ψευδεπίγαφες ομιλίες είναι πολυάριθμες.
VI) Ἑρμηνευτικά. Η ενασχόληση του Δαμασκηνού με την ερμηνεία των Γραφών υπήρξε περιορισμένη. Έχουμε μόνο την ερμηνεία «Εἰς τάς ἐπιστολάς τοῦ Παύλου», που αποτελεί επιτομή της εκτενούς ομιλητικής ερμηνείας του Ιωάννου Χρυσοστόμου.
VII) Ἁγιολογικά. α) «Ἐγκώμιον εἰς Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον». β) «Ἐγκώμιον εἰς τήν ἁγίαν Βαρβάραν». γ) «Μαρτύριον τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης». δ) Ο «Βίος Βαρλαάμ καί Ἰωάσαφ» είναι το σπουδαιό-τερο αγιογραφικό κείμενο του Ιωάννη, διότι γνώρισε μεγάλη διάδοση ως διήγημα.
VIII) Ὑμνογραφικά. Ο Δαμασκηνός είναι επίσης ένας από τους σπουδαιότερους μελωδούς της Εκκλησίας. Το ποιητικό του έργο θεωρείται από τα σημαντικότερα στην ορθόδοξη υμνογραφική παράδοση. Είναι ένας από τους εισηγητές του ποιητικού είδους των Κανόνων. Σώζονται 90 Κανόνες του, από τους οποίους οι 14 έχουν συμπεριληφθεί στα λειτουργικά βιβλία. Περίφημος είναι ο «Κανών εἰς τό ἅγιον Πάσχα» και το υμνογραφικό τμήμα των Κυριακών στο βιβλίο της Παρακλητικής· γνωστό ως Ὀχτώηχος της Κυριακής. Οι ύμνοι του επηρέασαν τους μεταγενέστερους ποιητές και απετέλεσαν τον πυρήνα των ακολουθιών της εβδομάδος.
Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, με το πολύπλευρο έργο του, έχει επιβληθεί με τρεις ιδιότητες· ως απολογητής των εικόνων, ως υμνογράφος και ως δογματικός θεολόγος. Στον τεράστιο όγκο υλικού των συγγραμμάτων υπερασπίζεται το θεσμό των εικόνων, πράγμα που απετέλεσε και τη βάση για την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας.