Ο σύγχρονος συρμός του multi - culturalism

 

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη

Γεν. Γραμματέα του ΔΣ του Δικτύου 21

Τελευταία, μια νέα μόδα έχει επικρατήσει στους κύκλους του πολιτικού μας κατεστημένου: Το λεγόμενο «πολυ-πολιτισμικό» μοντέλο – multi-culturalism όπως λένε και οι αγγλομαθείς (και αμερικανοτραφείς, κατά τον κ. Πάγκαλο), φωστήρες του υπουργείου μας των Εξωτερικών.

Στο όνομα του «πολυ-πολιτισμού», λοιπόν, γίνονται προσπάθειες «ξαναγραψίματος» της Ιστορίας μας, αλλαγής των διδαχτικών βιβλίων, αναδιατύπωσης των πολιτιστικών σχέσεών με τους εταίρους μας κλπ.

Όλα αυτά θα ήταν πολύ ενδιαφέροντα, αν δεν απέπνεαν μια κραυγαλέα άγνοια για το τι σημαίνει το «πολυ-πολιτισμικό μοντέλο», τι αφορά, που και πως εφαρμόστηκε, τι προσφέρει και που αντενδείκνυται.

Πολυεθνικές Αυτοκρατορίες και μεταναστευτικές Δημοκρατίες

Το λεγόμενο «πολυ-πολιτισμικό μοντέλο», ξεκίνησε από τις σύγχρονες μεταναστευτικές κοινωνίες όπου υπήρχε το πρόβλημα συγχώνευσης ετερογενών πληθυσμών με ποικίλες πολιτιστικές ταυτότητες και τόπους καταγωγής, ώστε να αποτελέσουν ένα συμπαγές σύνολο, ικανό να «συνοικήσει» μέσα σε ένα κράτος, υπό συνθήκες δημοκρατίας.

Παλαιότερα, υπήρξαν πολυεθνικές Αυτοκρατορίες, όπου συνυπήρχαν διαφορετικές εθνότητες και πολιτισμοί. Αλλά εκεί δεν τέθηκε ζήτημα «πολυ-πολιτισμικού μοντέλου», διότι η ενότητα του καθεστώτος δεν γινόταν με μεθόδους συναίνεσης – αλλά με μεθόδους επιβολής:

Ο Αυτοκράτορας συμβόλιζε την ενότητα του πολυ-εθνικού μωσαϊκού των «υπηκόων» του, αναπαρήγε και διαιώνιζε την ενότητά μέσα από τη «γραμμή διαδοχής», τη διατήρηση της Αυτοκρατορικής παράδοσης και την επιβολή της καθεστωτικής Εκκλησίας, ενώ επέβαλε την ενότητα αυτή, «από πάνω προς τα κάτω», μέσα από αυταρχικούς μηχανισμούς πολιτικού ελέγχου της κοινωνίας.

Η υπονόμευση των αυταρχικών μηχανισμών και η ανατροπή των Αυτοκρατοριών, από τα δημοκρατικά κινήματα του 19ου και των αρχών του 20ου Αιώνα, ανάδειξε τα νέα εθνικά κράτη και διέλυσε τα πολυεθνικά μωσαϊκά του παρελθόντος.

Όμως το πρόβλημα ανέκυψε, με τελείως διαφορετικό τρόπο, στα υπερπόντια μεταναστευτικά κράτη: Όπου δεν είχαν Αυτοκράτορα, αλλά είχαν Δημοκρατία (Republic). Κι έπρεπε να μάθουν να εκλέγουν ηγέτες που εκπροσωπούν την ενότητα της κοινωνίας τους, συγχωνεύοντας παιδιά μεταναστών απ’ όλο τον κόσμο και ενσωματώνοντας συνεχώς νέα μεταναστευτικά ρεύματα ποικίλων εθνικών προελεύσεων.

Εδώ η ενότητα ενός πληθυσμιακού μωσαϊκού έπρεπε να εξασφαλίζεται όχι με τους άκαμπτους μηχανισμούς της Αυτοκρατορικής επιβολής (αφού δεν υπήρχε Αυτοκράτορας) και της παράδοσης (αφού δεν υπήρχε παράδοση στα νεοπαγή κράτη) ούτε της καθεστωτικής Εκκλησίας (αφού δεν υπήρχε ούτε ενιαία Εκκλησία), αλλά μέσα από μηχανισμούς δημοκρατικής νομιμοποίησης.

Το πρόβλημα ήταν πιο περίπλοκο στα πολυεθνικά μεταναστευτικά κράτη, γιατί σε αντίθεση με τις Αυτοκρατορίες του παρελθόντος, όπου η σύνθεση του πληθυσμού ήταν ετερογενής αλλά σταθερή, στις νέες υπερπόντιες δημοκρατίες η εθνοτική σύνθεση άλλαζε συνέχεια, καθώς νέα μεταναστευτικά κύματα έφερναν συνεχώς στρατιές «μετοίκων» ανατρέποντας τις υφιστάμενες ισορροπίες.

Στα πλαίσια των μεταναστευτικών κρατών, λοιπόν, το πρόβλημα της πολυ-πολιτισμικής συνύπαρξης τέθηκε με τελείως διαφορετικούς τρόπους: όπου οι γηγενείς υποκαταστάθηκαν από μετανάστες, όπου η σταθερή σύνθεση του πληθυσμού υποκαταστάθηκε από τη συνεχή πληθυσμιακή ρευστότητα, οι «υπήκοοι» του Αυτοκράτορα έγιναν πολίτες της δημοκρατίας, και η άκαμπτη παράδοση υποκαταστάθηκε από τη συνεχή δημοκρατική νομιμοποίηση.

Το πολυ-πολιτισμικό υπόδειγμα του melting pot

Η λύση που έδωσαν οι ΗΠΑ στο πρόβλημα αυτό (μετά από τον αιματηρό Εμφύλιο τους) συνοψίζεται στο περίφημο υπόδειγμα του «melting pot» - μοντέλο του «χωνευτηριού». Που αναγνώριζε όλες τις εθνοτικές καταγωγές των μεταναστών ως «ισότιμες», αλλά επέβαλε την «συγχώνευση» τους σε ενιαία πολιτισμικά αρχέτυπα: Επέβαλε στους μετανάστες να μάθουν την κοινή γλώσσα της Αμερικανικής Κοινοπολιτείας, να αποκτήσουν ενιαία εθνική ταυτότητα ως Αμερικανοί – κι αφού δεν μπορούσε να επικαλεστεί «κοινότητα αίματος» ή «δεσμούς με τη γη των προγόνων» ιδεολογικοποιούσε έντονα την «νέα ταυτότητα» επικαλούμενη τα «αμερικανικά ιδεώδη» της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και της Ισότητας των Ευκαιριών.

Η έντονη ιδεολογικοποίηση του καθεστώτος, που επέβαλε το αμερικανικό σύστημα στους πολίτες του, ήταν προϋπόθεση για να «δουλέψει» το «χωνευτήρι» διαφορετικών εθνοτικών πληθυσμών υπό συνθήκες δημοκρατικής συναίνεσης.

Το melting pot λειτουργεί ακόμα και σήμερα, και είναι πολυ-πολιτισμικό, με δύο έννοιες: Πρώτον, δέχεται ομοίως μετανάστες κάθε προέλευσης (αν και πολλοί το κατηγόρησαν ότι δίνει σαφές «πλεονέκτημα εκκίνησης» στους λεγόμενους WASP’s – White Anglo-Saxon Protestants – δηλαδή σε όσους είναι Λευκοί Προτεστάντες και Αγγλοσαξονικής καταγωγής). Δεύτερον, αποδέχεται όσα προηγούμενα πολιτισμικά χαρακτηριστικά είναι «ενσωματώσιμα» στο πλαίσιο των «αμερικανικών ιδεωδών». Αλλά απορρίπτει όσα δεν είναι ενσωματώσιμα…

- Για παράδειγμα, μπορούν οι μουσουλμάνοι να διατηρούν το τυπικό της θρησκείας τους, αλλά δεν μπορούν να επιβάλλουν στα κορίτσια τους το φερετζέ σε δημόσιους χώρους.

- Μπορούν όλοι να διδάσκουν τη γλώσσα καταγωγής τους στα παιδιά τους συμπληρωματικά – αλλά είναι υποχρεωμένοι να διδάσκουν κατά προτεραιότητα την αγγλική.

- Όλα τα (μονοθεϊστικά) θρησκεύματα έχουν ίση αντιμετώπιση. Αλλά χρειάστηκε να γίνει ειδική συνταγματική πράξη για να ορκιστεί Πρόεδρος ένας Καθολικός – ο Τζών Φιτζέραλντ Κέννεντυ – μόλις το 1961.

Οι άθεοι είναι ανεκτοί ως άτομα. Αλλά η αθεΐα δεν είναι ισότιμα αποδεκτή ως άποψη. Το δολάριο εξακολουθεί να αναγράφει In God We Trust (έχουμε Πίστη Στον Θεό) και τα δικαστήρια εξακολουθούν να επιβάλουν στους μάρτυρες να ορκίζονται όχι στο Ευαγγέλιο κατ’ ανάγκην αλλά στο Θεό (…So Help me God).

Τέλος, βάσει θεολογικών και μόνο επιχειρημάτων το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση έχει φαλκιδευτεί ή περιοριστεί σοβαρά (σε ορισμένες πολιτείες είχε ολοσχερώς απαγορευτεί), παρά την πλήρη νομιμοποίηση του από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ (υπόθεση Roe versus Dow του 1973).

Όχι μόνο οι πολιτικοί και οι δημόσιοι άνδρες, αλλά και οι πολίτες των ΗΠΑ είναι «πρωτίστως αμερικανοί». Όσοι υποτάσσουν αυτή τους την ιδιότητα σε άλλες «προτεραιότητες» (ή πολύ περισσότερο όσοι την αρνούνται) την χάνουν με συνοπτικές διαδικασίες.

Τα δημόσια σχολεία διδάσκουν την αγγλική γλώσσα – και έχουν ως διακηρυγμένο στόχο τους την πλήρη επάρκεια των μαθητών σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα στην αγγλική γλώσσα.

Υπάρχουν πολιτειακά ή δημοτικά σχολεία όπου διδάσκουν ορισμένα μαθήματα σε άλλες γλώσσες (κυρίως στα ισπανικά), μόνο σε περιοχές όπου η συντριπτική πλειοψηφία της Πολιτείας είναι Ισπανόφωνοι (κυρίως στη Φλόριντα). Αλλά κι εκεί η προτεραιότητα της αγγλικής είναι αδιαμφισβήτητη. Και το περιεχόμενο της διδασκαλίας στα ισπανικά είναι απλή μετάφραση του αντίστοιχου των αγγλόφωνων σχολείων.

Επίσης υπάρχουν κοινοτικά σχολεία (Parochial Schools) ή και Θρησκευτικά Σχολεία (Sunday Schools), όπου διδάσκεται η καταγωγή η γλώσσα και οι ιδιαίτεροι θρησκευτικοί κανόνες στα παιδιά διαφόρων μειονοτήτων. Αλλά τα σχολεία αυτά, πρώτον είναι απολύτως συμπληρωματικά της κανονικής κοινής εκπαίδευσης – δεν την υποκαθιστούν – δεύτερον χρηματοδοτούνται από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, όχι από το δημόσιο και τρίτον, υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες όσον αφορά το περιεχόμενο της διδασκαλίας.

Το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο του melting pot αποδέχεται όλες τις εθνοτικές καταγωγές, αλλά δεν αποδέχεται όλα τα πολιτισμικά πρότυπα. Χωρά τα πάντα για να «χωνέψει» τα πάντα, και να παράγει ένα ενιαίο πολιτισμικό πρότυπο κοινό για όλους. Αποδέχεται όλες τις εθνοτικές καταγωγές, αλλά δεν τις αναπαράγει – τις «καταστρέφει» και παράγει μια ενιαία εθνική συνείδηση: την Αμερικανική!

Το νεωτεριστικό υπόδειγμα του multi – culturalism

Στα μεταπολεμικά χρόνια – κυρίως από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 ως τις αρχές της δεκαετίας του ’90 – το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο του melting pot δέχθηκε έντονη κριτική (εν πολλοίς δικαίως) ως «ισοπεδωτικό» και σε ορισμένες αμερικανικές μεγαλουπόλεις αντικαταστάθηκε πειραματικά από αυτό που ονομάστηκε multi-culturalism.

Αυτό το νεωτεριστικό «πολυ-πολιτισμικό υπόδειγμα», έδινε περισσότερη έμφαση στη διατήρηση των εθνοτικών στοιχείων της παράδοσης, δηλαδή στη «διαφορετικότητα» και μικρότερη έμφαση στην «εξομοίωση», δηλαδή στην εμπέδωση της «κοινής» αμερικανικής ταυτότητας.

Οι «υπερ-φιλελεύθεροι» οπαδοί του, υποστήριξαν ότι οι αμερικανικές μεγαλουπόλεις θα μπορούσαν να γίνουν παγκόσμια «υποδείγματα» ζωντανής ειρηνικής συνύπαρξης διαφορετικών λαών και πολιτισμών. Οι οποίοι, όμως, για να συνυπάρχουν αρμονικά, θα έπρεπε να παραμείνουν διαφορετικοί – όχι να «εξαμερικανιστούν» με το στανιό.

Αυτό το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο απέτυχε παταγωδώς και οι οπαδοί του ήλθαν σε δεινή θέση: Για παράδειγμα, είχαν σοβαρό πρόβλημα, όταν αντιμετώπισαν περιπτώσεις, ορισμένων πολιτισμικών ομάδων που, τηρώντας τις αρχέγονες «παραδόσεις» τους, επέμεναν να κάνουν στα κορίτσια «κλειτοριδεκτομή» στα 12 χρόνια τους…

Επίσης, αντελήφθησαν έκπληκτοι ότι αυτή η έμφαση στην «διαφορετικότητα» (σε αντίθεση προς την «ισοπεδωτική εξομοίωση» όλων που επέβαλε το melting pot) δημιούργησε τελικώς διαφορετικά «γκέτο», όπου οργίαζαν οι τοπικές μαφίες και η εγκληματικότητα βρισκόταν σε μόνιμη έξαρση.

Παράλληλα η έμφαση της «διαφορετικότητας» οδήγησε σε έξαρση και τον ρατσισμό. Με νέες επικίνδυνες διαστάσεις, πλέον, όπου και τα παλαιότερα θύματα του παραδοσιακού ρατσισμού ανέπτυσσαν ρατσιστικά στερεότυπα κατά πάντων – και μεταξύ τους.

Για παράδειγμα, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, τα πιο αιματηρά κρούσματα ρατσιστικής βίας στην Νέα Υόρκη έγιναν ανάμεσα στους Μαύρους και τους Ισπανόφωνους του Harlem ή τους Μαύρους και τους Εβραίους του Brooklyn.

Τελικώς, ήλθαν οι περιπέτειες του Καναδά, όπου η θεσμοθέτηση της διαφορετικότητας (δηλαδή η πιο «προχωρημένη» εκδοχή του νέου πολυ-πολιτισμικού μοντέλου), οδήγησε στη δημιουργία διαφορετικών «εθνικών συνειδήσεων» στα πλαίσια του ίδιου κράτους και γέννησε επικίνδυνα αποσχιστικά φαινόμενα (περίπτωση Κεμπέκ).

Όλα αυτά έφεραν και την κατάρρευση του multi-culturalism, με παράλληλη επιστροφή στο παλαιότερο – και δοκιμασμένο – «υπόδειγμα» του melting pot, επαρκώς «τροποποιημένο» βεβαίως. Η στροφή αυτή σηματοδοτήθηκε από την εκλογή του Juliani στη Δημαρχία και του Pataki στο Κυβερνείο της Νέας Υόρκης, στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Αντίστοιχες εξελίξεις υπήρξαν και σε άλλες αμερικανικές μεγαλουπόλεις.

Πρόσφατα, εφημερίδες όπως η New York Times, η Washington Post και η Los Angeles Times, παραδοσιακά «προπύργια» του «φιλελευθερισμού» στις ΗΠΑ, επαινούσαν την αναβίωση του melting pot υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι πρόκειται, επίσης, για πολυ-πολιτισμικό μοντέλο – το οποίο όμως, παράγει εσωτερική ισορροπία και ενότητα στην κοινωνία – σε αντίθεση με το «νεωτεριστικό» υπόδειγμα του multi-culturalism, το οποίο διέλυσε τον κοινωνικό ιστό, χρεοκόπησε και γι’ αυτό εγκαταλείφθηκε. Για να φτάσει ένας μεγάλος αμερικανός αρθρογράφος να αναρωτιέται, πως είναι δυνατό οι ΗΠΑ να εξάγουν στον υπόλοιπο κόσμο όσα δοκίμασαν οι ίδιες και απέτυχαν.

Ιστορική Αντικειμενικότητα και Ιστορική Παιδαγωγική

Στα πλαίσια αυτής της άκριτης «εισαγωγής» αμερικανικών… «απορριμμάτων», συζητάμε τελευταία με τους Τούρκους να ξαναγράψουμε τα σχολικά βιβλία μας, ώστε να καταργηθούν τα «αρνητικά στερεότυπα» που καλλιεργούνται εκατέρωθεν.

Δηλαδή να ΜΗ διδάσκουμε την ιστορία μας, η οποία είναι κατά βάσιν Ιστορία Αγώνων Ελευθερίας και Απελευθέρωσης – όχι κατά των …Δανών ή των Νορβηγών, αλλά κατά εκείνων που αποτέλεσαν επί αιώνες δυνάστες του λαού μας.

Ασφαλώς και οι Τούρκοι, από την πλευρά τους, έχουν αρκετά να μας προσάψουν – και το κάνουν, άλλωστε: Αν μη τι άλλο οι Έλληνες κυρίως διέλυσαν την πάλαι ποτέ «κραταιά και ένδοξη» Οθωμανική Αυτοκρατορία τους…

Κι αυτοί έχουν δικαίωμα να θυμούνται, όπως κι εμείς. Αντί να καταλάβουμε οι μεν τους δε, γίνεται προσπάθεια να «λογοκριθεί» η μνήμη αμφοτέρων. Πράγμα ανόητο, ασφαλώς – και ανέφικτο.

Ύστερα, το ζήτημα της «ιστορικής αντικειμενικότητας» (impartiality) είναι κάπως παράξενο. Η αντικειμενική έρευνα της Ιστορίας είναι επιστημονικό αίτημα κι αφορά ώριμους διανοητές και πανεπιστημιακούς ερευνητές. Η ιστορία που αναγράφεται στα σχολικά βιβλία, αντιθέτως, έχει πρωτίστως παιδαγωγικό χαρακτήρα. Διαμορφώνει πολίτες, διαπλάθει σύγχρονες δημοκρατικές συνειδήσεις, γαλουχεί αρχές και αξιακά πρότυπα.

Αν θέλουμε πολίτες – εραστές Ελευθερίας θα διδάξουμε τα παιδιά μας την ιστορία αγώνων Ελευθερίας. Δεν θα το κάνουμε σταλάζοντας μίσος στις καρδιές τους κατά του Τουρκικού λαού. Αλλά θα τους μιλήσουμε για τα δεινά που υπέστησαν και για τους αγώνες που έκαναν οι παππούδες τους να ανατρέψουν τον Οθωμανικό ζυγό. Όπως δεν τους ενσταλάζουμε μίσος κατά των σημερινών εταίρων μας, των Γερμανών ή των Ιταλών, όταν τους διδάσκουμε με υπερηφάνεια το έπος της Αλβανίας ή το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης…

Ασφαλώς, στην αντικειμενική ιστορική έρευνα και καταγραφή δεν χωράνε οι «ήρωες». Αλλά, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε στα παιδιά μας υψηλά πρότυπα θα τους μιλήσουμε για ήρωες: Για τον Αθανάσιο Διάκο, για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, για τον Γρηγόριο Δικαίο, για τον Μάρκο Μπότσαρη, για τον Παύλο Μελά, για τον συνταγματάρχη Δαβάκη, για τον Μορδεχάϊ Φριζή για την Ηλέκτρα Αποστόλου για τον Ευαγόρα Παληκαρίδη.

Ασφαλώς, η σχολαστική ιστορική καταγραφή μπορεί να αποδείκνυε ότι η προσωπικότητα των «επωνύμων της Ιστορίας» είχε ενίοτε και στοιχεία διόλου αξιομίμητα. Αλλά η διδασκαλία των μεγάλων στιγμών τους έχει τεράστια παιδαγωγική σημασία για την δημιουργία στέρεων προτύπων. Η αντικειμενική έρευνα της Ιστορίας και η παιδαγωγική διδασκαλία της Ιστορίας είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα – μη τα μπλέκουμε.

Κανείς άλλος λαός δεν τα μπλέκει. Οι Εβραίοι διδάσκουν το Ολοκαύτωμα όχι μόνο στα παιδιά τους, αλλά και στους υπόλοιπους λαούς. Δεν τους νοιάζει αν αυτό διαιωνίζει τα πλέγματα ενοχής των σύγχρονων Γερμανών. Εμείς τα δικά μας τα Ολοκαυτώματα τα αποσιωπούμε…

Οι Βρετανοί διδάσκουν τον Ντρέηκ ως ήρωα – για τους υπόλοιπους ήταν ένας «αδίστακτος αιμοσταγής πειρατής». Αλλά δεν σκέφθηκαν ποτέ οι Βρετανοί να εξαφανίσουν τον Ντρέηκ από τα σχολικά τους βιβλία, για να μην «κακοκαρδιστούν» οι Ισπανοί ή οι Ολλανδοί εταίροι τους.

Οι Αμερικανοί διδάσκουν τον Τζώρτζ Ουάσινγκτων ως «πατέρα του Έθνους» τους. Για τους Βρετανούς υπήρξε «επικηρυγμένος τρομοκράτης». Στο σημείο αυτό Αμερικανοί και Βρετανοί διαφωνούν – και θα διαφωνούν για πάντα. Αυτό τους εμποδίζει να συνεργάζονται στενά σε όλα τα σύγχρονα ζητήματα.

Εμείς αντίθετα είμαστε πρόθυμοι – αλήθεια, να κάνουμε τι; Να θεωρήσουμε τον Κολοκοτρώνη ως «ακραίο εθνικιστή και τυχοδιώκτη» ή «σφαγέα των αμάχων της Τριπολιτσάς», όπως τον περιγράφουν τα τουρκικά σχολικά βιβλία. Είμαστε σοβαροί;

 

www.antibaro.com