Μία τυχαία συνάντηση στον σιδηρόδρομο Αθηνών Θεσσαλονίκης με τον Ομότιμο Καθηγητή Βυζαντινής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Παναγιώτη Νικολόπουλο με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι το όνομα της Μακεδονίας δεν είναι το μόνο που εκλήθη να υπερασπίσει ο Ελληνισμός στην διαχρονική του πορεία. Την πολιτική σημασία των εθνικών και κρατικών ονομάτων είχαν διαγνώσει οι Βυζαντινοί πρόγονοί μας και καθιέρωσαν μία ενδιαφέρουσα και λίαν διδακτική τακτική στο ζήτημα αυτό. Το κράτος που εμείς οι νεώτεροι αποκαλούμε Βυζαντινό , όσο βρισκόταν εν ζωή ονομαζόταν κράτος των Ρωμαίων ή Ρωμανία . Οι αυτοκράτορες και οι ασκούντες την διοίκηση είχαν μετά τον 6ο αιώνα επίγνωση της ελληνικότητάς τους , αλλά επέμεναν για λόγους πολιτικής επιβιώσεως να διατηρούν το κρατικό όνομα των Ρωμαίων και να θεωρούνται ως οι μόνοι νόμιμοι διάδοχοι της παλαιότερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Τούτο τους συνέφερε για συγκεκριμένους λόγους, για να μπορούν δηλαδή να διοικούν μία πολυεθνική αυτοκρατορία. Αν καθιέρωναν το όνομα Κράτος ή Βασιλεία των Ελλήνων δεν θα νομιμοποιούντο να διοικούν λαούς που δεν ήσαν Έλληνες.
Όταν το 800 μ.Χ. ο Φράγκος ηγεμών Καρλομάγνος αποφάσισε να ανακηρυχθεί και αυτός Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, οι Βυζαντινοί αρνήθηκαν ρητά και κατηγορηματικά να αναγνωρίσουν αυτόν τον τίτλο. Ρωμαϊκό κράτος υπήρχε μόνον ένα, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και ουδείς άλλος εδικαιούτο να χρησιμοποιεί αυτόν τον τίτλο. Επί αιώνες διατηρήθηκε ακλόνητη η αγέρωχη επιμονή των Βυζαντινών. Πίστευαν και δήλωναν προς κάθε κατεύθυνση ότι το όνομα του «βασιλέως των Ρωμαίων» δικαιούται να χρησιμοποιεί μόνον ο ελληνορθόδοξος αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως και κανείς άλλος. Η βυζαντινή τακτική διεκρίνετο για μεθοδικότητα, υπομονή και επιμονή. ʼφησαν τον Καρλομάγνο να φωνάζει, αλλά ουδέποτε ετέθη Βυζαντινή υπογραφή στην αναγνώρισή του. Και όποτε κάποιοι άλλοι δυτικοί ηγεμόνες ή Πάπες προέβαλλαν αντίστοιχο αίτημα η Βυζαντινή απάντηση ήταν ή ίδια: «Μόνον εμείς και ουδείς άλλος δικαιούται να φέρει αυτό το κρατικό όνομα». Είτε ισχυρός είτε ανίσχυρος ήταν ο διεκδικητής του ονόματος η Βυζαντινή διπλωματία είχε μία και μόνον απάντηση: Εμείς με την δική μας υπογραφή δεν πρόκειται ποτέ να σας παραχωρήσουμε το όνομά μας.
Ακόμη και όταν είχε κατακερματισθεί η αυτοκρατορία από τα πλήγματα της Δ΄ Σταυροφορίας (1204) οι εξόριστοι στη Νίκαια αυτοκράτορες είχαν την αξιοπρέπεια να ζητούν απ όλους την αναγνώριση του κρατικού τους ονόματος. Βεβαίως τόνιζαν παραλλήλως και την ελληνική τους καταγωγή. Αν και ο ηγεμών ήταν «αυτοκράτωρ Ρωμαίων» η κοινωνία είχε από νωρίς ταυτισθεί με την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό. Στην Βυζαντινή εκπαίδευση εδιδάσκετο ο Όμηρος και όχι οι μεγάλοι Λατίνοι ποιητές, όπως ο Βιργίλιος. Χαρακτηριστικό κείμενο πατριωτισμού, ελληνικότητας και διαφυλάξεως των ονομάτων είναι η απάντηση του αυτοκράτορος της Νικαίας Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη (1222-1254) προς τον Πάπα Γρηγόριο Θ΄(1227-1241). Παρά την εξορία του και την δύσκολη θέση, στην οποία βρίσκεται, ο Έλλην ηγέτης του μικρού ελευθέρου κράτους εξηγεί στον αλαζόνα Πάπα ότι όλοι οι προκάτοχοί του στην Κωνσταντινούπολη απεκαλούντο «Ρωμαίων αυτοκράτορες» και έτσι θέλει να αποκαλείται και ο ίδιος.
Το εντυπωσιακό αυτό κείμενο, που περιλαμβάνεται στις «Πηγές Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού» του Απ. Βακαλόπουλου ( τόμος Α΄, σελ. 50-53, Θεσσαλονίκη 1965) παρουσιάζει μεταξύ άλλων και μία σαφή ομολογία ελληνικών αισθημάτων των Βυζαντινών αυτοκρατόρων και απαντά στους αρνητές της συνέχειας του Ελληνισμού: «Εν τω γένει των Ελλήνων ημών η σοφία βασιλεύει » λέγει ο Βατάτζης και τονίζει ότι από το δικό μας ελληνικό γένος «η σοφία και το ταύτης ήνθισεν αγαθόν». Αναφέρεται και στους προγόνους του «τους από γενών ελληνικών άρξαντας». Επικαλούμενος δε την δικαιοσύνη του Θεού αρνείται να αναγνωρίσει τον Λατίνο βασιλέα που κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη.
Οι Βυζαντινοί πρόγονοι μάς δίνουν την συμβουλή τους για την σημερινή φάση του Μακεδονικού: Τα ονόματα που έχουν για εμάς ιδιαίτερη σημασία ουδέποτε τα παραχωρούμε με την δική μας υπογραφή.
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ: www.ems.name/ (ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ)
Κ.Χ. 10-12-2007