ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Κωνσταντίνος Χολέβας

Πολιτικός Επιστήμων

Στις 20 Νοεμβρίου η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με ένα αριστοτεχνικά γραμμένο ανακοινωθέν της εξέφρασε την βαθειά ανησυχία της για τα πολλά αρνητικά σημεία του σχεδίου Ανάν και υπεγράμμισε ότι « δεν θεωρεί ότι είναι σχέδιον πράγματι λύσεως του Κυπριακού». Παραλλήλως στο ίδιο κείμενο η Εκκλησία τονίζει ότι « έχουσα επίγνωσιν του ρόλου της δεν δίδει κατευθύνσεις εις την πολιτικήν Ηγεσίαν» και επισημαίνει με έμφαση : « Προτάσεις και σχέδια είναι υπό διαπραγμάτευσιν. Αι αρχαί όμως και αι αξίαι δεν είναι διαπραγματεύσιμοι» . Με το κείμενο αυτό η Εκκλησία της Ελλάδος αποδεικνύει για μία ακόμη φορά την ευαισθησία της για τα μείζονα εθνικά θέματα , αλλά και τον σεβασμό της προς το έργο και προς τις ευθύνες της Κυβερνήσεως και των πολιτικών κομμάτων.

Και πάλι ακούσθηκαν, όπως και στο παρελθόν, φωνές που λέγουν: « Τι θέλει η Εκκλησία και παρεμβαίνει στα εθνικά θέματα; Ας αρκεσθεί στα πνευματικά της καθήκοντα». Δεν γνωρίζω αν οι ενιστάμενοι είναι καλοπροαίρετοι ή κακοπροαίρετοι. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι λησμονούν ορισμένα καίρια στοιχεία και παραγνωρίζουν ιστορικές και σύγχρονες πραγματικότητες που θεμελιώνουν το αναμφισβήτητο δικαίωμα της Εκκλησίας να έχει λόγο επί των εθνικών θεμάτων. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος:

Η Εκκλησία έχει δικαίωμα να ενδιαφέρεται για την πορεία του ‘Εθνους λόγω της ιστορικής προσφοράς της και των θυσιών της υπέρ της ελευθερίας και προκοπής του Ελληνισμού. Η πνευματική προετοιμασία του Γένους για την Παλιγγενεσία ήταν έργο της Εκκλησίας. Η συμμετοχή κληρικών στον Αγώνα του 1821 αλλά και στις πάμπολλες εξεγέρσεις που προηγήθηκαν είναι αναμφισβήτητη. Η επιβίωση της ελληνικής γλώσσας επί τουρκοκρατίας έγινε μέσα από τα κρυφά και φανερά σχολειά της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ακόμη και σε περιοχές όπως η Καππαδοκία, όπου οι Έλληνες αναγκάσθηκαν να τουρκοφωνήσουν, η Εκκλησία μέσω της Θείας Λατρείας διέσωσε την εθνική συνείδηση των Μικρασιατών. Μεγάλο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας έχει παραχωρηθεί στο Κράτος για την στέγαση και ενίσχυση προσφύγων κατά την διάρκεια του 20ού αιώνος. Και σήμερα η Εκκλησία της Ελλάδος συντελεί στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος εμπράκτως, δηλαδή ενισχύει με ένα χρηματικό ποσό τις Χριστιανικές οικογένειες της Θράκης που γεννούν περισσότερα από δύο παιδιά.

Έχει επίσης δικαίωμα η Εκκλησία να ομιλεί περί των εθνικών θεμάτων, διότι εκφράζει πολύ μεγάλο ποσοστό του ελληνικού λαού. Ορισμένοι αντιλέγουν ότι οι κληρικοί δεν εκλέγονται από τον λαό . Όμως δεν χρειάζονται εκλογές για να φανεί η αντιπροσωπευτικότητα της Εκκλησίας. Κάθε Κυριακή, αλλά και στις μεγάλες εορτές και πανηγύρεις, μεγάλο μέρος του λαού μας εκδηλώνει την εμπιστοσύνη του προς τις αξίες και τις παραδόσεις που διασώζονται μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα. Και οι παραδόσεις αυτές διδάσκουν το ενδιαφέρον για την ελευθερία και αξιοπρέπεια του Έθνους μας, χωρίς βεβαίως να λησμονείται ο οικουμενικός και πανανθρώπινος χαρακτήρας της Χριστιανικής διδασκαλίας.

Το Σύνταγμα του 1975/1986/2001 ορίζει στο άρθρο 1, παρ. 3 ότι; « ‘Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους....». Βλέπουμε ότι οι εξουσίες στο κράτος μας υπάρχουν και ασκούνται υπέρ του Έθνους. Ο συντακτικός νομοθέτης χρησιμοποιεί αυτήν την έννοια που είναι ευρύτερη από τον λαό. Λαός είναι οι υπήκοοι της Ελληνικής Δημοκρατίας. Έθνος είναι μία έννοια πολύ ευρύτερη και γεωγραφικά και ποιοτικά. Γεωγραφικά περιλαμβάνει τον απανταχού Ελληνισμό, άρα και την Κύπρο, και ποιοτικά εκφράζει ορισμένα θεμελιώδη χαρακτηριστικά, όπως είναι η γλώσσα, η ιστορική συνείδηση, η θρησκευτική πίστη, οι παραδόσεις. Εφ’ όσον, λοιπόν από την εποχή του Ηροδότου η κοινή θρησκεία, « τα κοινά των θεών ιδρύματα», αποτελεί θεμελιώδες συστατικό στοιχείο του Έθνους, ποιος μπορεί να αμφισβητήσει το δικαίωμα της Εκκλησίας να εκφράζεται επί των εθνικών ζητημάτων;

Οι περισσότεροι από αυτούς που αμφισβητούν το δικαίωμα αυτό της Εκκλησίας αυτοπροσδιορίζονται ως « προοδευτικοί» . Καλό θα είναι να θυμηθούν τι στάση τηρούσαν κατά την δεκαετία του 1980 ,όταν η Εκκλησία μας , εκφραζομένη και από την Ιερά Σύνοδο και από ξεχωριστές μορφές αγωνιστών Μητροπολιτών, διεμαρτύρετο για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Βορειοηπειρωτών από το αθεϊστικό καθεστώς της Αλβανίας. Τότε σιωπούσαν σχεδόν όλοι αυτοί που σήμερα φωνάζουν κατά της Εκκλησίας. Πολλοί από αυτούς αμφισβητούσαν ακόμη και την ύπαρξη Ελλήνων στην Αλβανία. Όταν έπεσαν τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα το 1990 , τότε απεδείχθη ότι η Εκκλησία είχε δίκαιο, διότι και εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων ζουν στην Β. Ήπειρο και στρατόπεδα συγκεντρώσεως λειτουργούσαν και οι Ναοί είχαν μεταβληθεί σε σταύλους. ΟΙ δε δήθεν προοδευτικοί δεν έχουν ζητήσει συγγνώμην για την στάση τους.

Το ενδιαφέρον της Εκκλησίας μας για τον Ελληνισμό της Κύπρου δεν έχει μόνο εθνικό αλλά και χριστιανικό υπόβαθρο. Διότι ο Απόστολος Παύλος διδάσκει ότι όταν πάσχει ένα μέλος του σώματος, πάσχει όλο το σώμα. Σεβόμενη τον πνευματικό της χαρακτήρα η Εκκλησία δεν μιλά στο πρόσφατο ανακοινωθέν μόνο για το μέλλον των Ελληνοκυπρίων. Αγωνιά μήπως τα αρνητικά στοιχεία του σχεδίου Ανάν βλάψουν και τους Τουρκοκυπρίους. Και απορρίπτει τον ενδοτισμό, διότι με τις μονομερείς υποχωρήσεις δεν επιτυγχάνεται η ειρήνη. Απλώς αποθρασύνονται οι απειλητικοί γείτονες.

 

Κ.Χ. 22/11/2002

 


http://antibaro.gr