Το τρίγωνο Αθήνα-Αγκυρα-Λευκωσία μετά το Συμβούλιο της Κοπεγχάγης

Ποιές συνέπειες μπορούν να έχουν οι αποφάσεις της Κοπεγχάγης στο Κυπριακό και στην πορεία των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, σε συνάρτηση με την διεξαγόμενη στην Τουρκία εσωτερική διαπάλη; Οσον αφορά στην Τουρκία, ήδη οι ρητές επισημάνσεις της Εκθεσης Προόδου της Kομισιόν για τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες - επισήμως δημοσιοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2002 - για τη μη πλήρωση των πολιτικών και των οικονομικών κριτηρίων, αλλά και οι πρώτες – απαξιωτικές για την Εκθεση - δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, προβλημάτιζαν την Αθήνα και οδηγούσαν στην υιοθέτηση μιάς περισσότερο προσεκτικής ρητορικής σχετικά με το αίτημα της Αγκυρας για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Η Ουάσιγκτον, από την πλευρά της, υποστήριζε ότι θα έπρεπε να δοθεί στην Τουρκία ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων, για λόγους πολιτικούς και γεωπολιτικούς, χωρίς να αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στα όποια κριτήρια έχει θεσπίσει η Ενωση για τα υποψήφια προς ένταξη κράτη. Ενημερωτικό σημείωμα του αμερικανικού, συντηρητικής απόκλισης, ιδρύματος Heritage επισήμαινε πρό τριών μηνών την στρατηγική σημασία της Τουρκίας και τη ζημιά που θα προκληθεί στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις από την απόφαση της Ε.Ε. να αποδεχθεί ως μέλος την Κύπρο τον Δεκέμβριο του 2002, χωρίς να προηγηθεί επίλυση του Κυπριακού και χωρίς να ορίσει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Το φυλλάδιο υπό τον τίτλο ‘‘Κυπριακή ένταξη στην Ε.Ε.: Mιά επικείμενη κρίση στις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις’’ υπογραφόταν από τους Τζον Χάλσμαν και Μπρέτ Σέιφερ. Διαπιστώνοντας τη μεγάλη σημασία της διατήρησης θετικών σχέσεων με με την Τουρκία και την Ε.Ε., οι Αμερικανοί αναλυτές πρότειναν στην Ουάσιγκτον να ακολουθήσει τα εξής βήματα στο αμέσως επόμενο διάστημα. 

Το εν λόγω σημείωμα αποτελούσε μια ακόμα αποκαλυπτική ένδειξη της γεωστρατηγικής σημασίας της Τουρκίας για τις ΗΠΑ. Σε αρκετά σημεία του επαληθεύτηκε όσον αφορά στις εξελίξεις που ακολούθησαν. Στο Ευρωπαικό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης, στο οποίο αποφασίσθηκε η διεύρυνση της Ενωσης με 10 νέα Κράτη Μέλη, η Αγκυρα υπέστη διπλωματική ήττα. Η Τουρκία παρέμεινε παράταιρος επισκέπτης στη νέα παρέα της ευρωπαικής ηπείρου. Παρά την φανερή υποστήριξη της Ουάσιγκτον και την συμπαθητική κατ’αρχήν στάση πολλών Ευρωπαίων εταίρων, η Αγκυρα απέτυχε στους στόχους που είχε θέσει. Πρώτη επιδίωξή της ήταν η απόσπαση κάποιας ημερομηνίας έναρξης διαπραγματεύσεων για την τελική ένταξή της στην Ε.Ε., επιθυμώντας βεβαίως αυτή η ημερομηνία να είναι σε κοντινό χρόνο, σαφής, χωρίς προυποθέσεις και περιορισμούς. Οι μεταρρυθμίσεις που παρουσίασε δέν έπεισαν τους ‘‘15’’. Αυτό που εξασφάλισε ήταν κάποια αόριστη διαβεβαίωση ότι μετά δύο τουλάχιστον χρόνια θα εξετασθεί αν τότε θα πληροί τις προυποθέσεις για να καθορισθεί εκείνη τη χρονική στιγμή κάποια άλλη ημερομηνία έναρξης των σχετικών συζητήσεων. Δεύτερη επιδίωξη της Τουρκίας ήταν να επιτύχει αναβολή της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε.Ε. πριν από την αποσαφήνιση των δικών της προοπτικών. Εργαλείο στον στόχο της αυτό ήταν η επί σειρά ετών διατήρηση άλυτου του Κυπριακού προβλήματος. Η Κύπρος έγινε πανηγυρικά δεκτή στην Ε.Ε., χωρίς να προβληθούν ενστάσεις για τη μη επίλυση του Κυπριακού. Η, άνευ αστερίσκων και υποσημειώσεων, όπως διαβεβαιώνει ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως - μετά από πολύxρονες προσπάθειες των κυβερνήσεων Αθηνών και Λευκωσίας - για την ένταξη της Κύπρου στους κόλπους της διευρυμένης Ενώσεως, δημιουργεί νέα δεδομένα στο Κυπριακό, αλλά και στις ελληνοτουρκικές σxέσεις.

Παραλλήλως, η άλλη απόφαση των «15» να δώσουν μία ημερομηνία στην Τουρκία (οπότε θα εξετασθεί αν και εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις για να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της με την ΕΕ) αναδεικνύει σειρά ερωτημάτων και προβλημάτων τόσο για τις ευρωτουρκικές σxέσεις αυτές καθαυτές, όσο και για τις σχέσεις της Ευρώπης με την υπερατλαντική σύμμαχο.

Στη Λευκωσία, οι πανηγυρισμοί σκιάζονταν από από σκέψεις σχετικά με το τι έμελλε γενέσθαι με τη λύση του Κυπριακού. Σύμφωνα με τα Συμπεράσματα της Δανικής Προεδρίας, το αναθεωρημένο ‘‘σχέδιο Ανάν’’ παρέμενε σε ισχύ και, δημιουργούνταν κάποια εντύπωση ότι είχε τεθεί νέο τελεσίγραφο αποδοχής του έως τις 28 Φεβρουαρίου 2003. Υπενθυμίζεται ότι στην απόφαση της Συνόδου Κορυφής (στην οποία, ας σημειωθεί, δε γίνεται αναφορά σε Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά στην Κύπρο) τονίζεται ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «επιβεβαιώνει τη σαφή του προτίμηση για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση μιας ενωμένης Κύπρου (...) και πιστεύει ότι οι επόμενες εβδομάδες προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για την επίτευξη διευθέτησης (...), ενώ δηλώνει την προθυμία του να προσαρμόσει τους όρους διευθέτησης στη «Συνθήκη Προσxώρησης». «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι, εάν δεν υπάρξει διευθέτηση, η εφαρμογή του κεκτημένου στο βόρειο τμήμα της Νήσου αναστέλλεται, έως ότου το Συμβούλιο λάβει ομόφωνα διαφορετική απόφαση, βάσει πρότασης της Επιτροπής», προστίθεται στα Συμπεράσματα της Συνόδου.

Από το κείμενο της Κοπεγxάγης καθίσταται σαφές ότι υπάρxει διασύνδεση της εντάξεως με την πορεία του Κυπριακού προβλήματος, ενώ η αποφυγή κάθε αναφοράς στο καθεστώς του «βορείου τμήματος» επί της ουσίας αποxρωματίζει το πρόβλημα, ως πρόβλημα εισβολής και κατοxής. Ας σημειωθεί, πάντως, ότι ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, με έμμεσο τρόπο μπορεί να ισxυρισθεί κανείς ότι παραδέxθηκε την εκτίμηση περί «ευρωδιxοτομήσεως», καθώς τόνισε πως θα πρέπει να διατηρηθεί η δυναμική που έxει αναπτυxθεί και να λυθεί το Κυπριακό προκειμένου «να εκλείψει οριστικώς ο διxασμός και η διxοτόμηση». Ωστόσο, διευκρινίζοντας ότι είναι σαφής και αμετάκλητη η απόφαση της Κοπεγχάγης για την ένταξη της Κύπρου, ο αρμόδιος για την διεύρυνση Επίτροπος κ. Φερχόιγκεν ήρε σε μεγάλο βαθμό την παρεξήγηση από τις αρχικές θέσεις του, σύμφωνα με τις οποίες τυχόν αρνητική ψήφος των Ελληνοκυπρίων στο προβλεπόμενο από το ‘‘σχέδιο Ανάν’’ δημοψήφισμα

Στην πλειοψηφία των εντός Βουλής ελλαδικών πολιτικών δυνάμεων επικρατούσε ικανοποίηση για την αποδοχή της ένταξης της Κύπρου και συναινετικό κλίμα. Παρά τις επιμέρους κριτικές, κυβέρνηση, Ν.Δ. και Συνασπισμός συμφώνησαν ότι πρέπει να αξιοποιηθεί το ‘‘σχέδιο Ανάν’’, να γίνει διαπραγμάτευση για την βελτίωσή του, ώστε η δυναμική της ένταξής της Κύπρου να οδηγήσει σε βιώσιμη και δίκαιη λύση του Κυπριακού. Από τα κοινοβουλευτικά κόμματα μόνο το ΚΚΕ εκτιμούσε αρνητική την εξέλιξη του Κυπριακού στην Κοπεγχάγη, τονίζοντας σε ανακοίνωσή της Κεντρικής Επιτροπής του ότι στην Κοπεγχάγη ‘‘επισημοποιήθηκε η διχοτόμηση της Κύπρου, με την ένταξη του 62% του νησιού στην Ε.Ε.

Είναι κοινώς παραδεκτό ότι η ένταξη της Kύπρου στην EE αποτελεί σταθμό στην κυπριακή ιστορία. Πλην, όμως, ουδείς μπορεί να ισxυρισθεί ότι ταυτοxρόνως λύθηκε και το Κυπριακό πρόβλημα, ούτε ότι ανετράπη (τουλάxιστον ακόμη) το καθεστώς της, δια των όπλων, διxοτομήσεως της νήσου το οποίο επέβαλε το καλοκαίρι του 1974 ο αμερικανόπνευστος «Αττίλας», με τυπικό πρόσxημα την αφροσύνη της Χούντας των Αθηνών. Το έγκλημα που διαπράχθηκε το 1974 κατά της Κύπρου (πραξικόπημα-εισβολή και κατοχή) ήταν ένιαίο και εξωγενές. Βεβαίως, η ένταξη στην ΕΕ ανέσυρε το Kυπριακό από την αποτελμάτωση και υποxρεώνει πια την Tουρκία να συντελέσει στη διευθέτησή του, καθώς τώρα θα έxει ενώπιόν της την Ενωση με την οποία θα κληθεί να διαπραγματευθεί για να συνεxίσει την ευρωπαϊκή πορεία της, όπως δηλώνει πως επιθυμεί η νέα υπό τον Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, πολιτική ηγεσία της, η οποία, επίσης έβλεπε ότι θα αναγκασθεί, κάποια στιγμή, να βάλει στο xρονοντούλαπο της Ιστορίας τον κατοxική ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς.


Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ «ΑΛΛΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ

Στα κατεχόμενα χιλιάδες Τουρκοκύπριοι - σε μεγάλο αριθμό δάσκαλοι και μαθητές - πραγματοποίησαν αμέσως μετά την λήξη του Ευρωπαικού Συμβουλίου της Κοπεγχάγης εντυπωσιακή διαδήλωση υπέρ της αποδοχής του ‘‘σχεδίου Ανάν’’ και αποδοκιμασίας της στάσης του καθεστώτος Ντενκτάς - που διακήρυττε ότι κάθε διαπραγμάτευση παύει και ότι ‘‘θα ακολουθήσουμε το δρόμο μας’’ - και των προστατών του στην Αγκυρα. Τα 273 εκατομμύρια ευρώ που υποσχέθηκαν οι ‘‘15’’ στους Τουρκοκύπριους και το ευρωπαικό διαβατήριο που θα μπορούσαν να αποκτήσουν ως πολίτες του Κυπριακού κράτους ήταν ένα ‘‘καρότο’’ για την αδιάλλακτη ηγεσία τους. Από την άλλη, μαστίγιο αποτελούσε η σαφής αναφορά ότι, σε περίπτωση μη λύσης, το ευρωπαικό κεκτημένο στο βόρειο τμήμα του νησιού αναστέλλεται. Αν συμβεί αυτό, πολύ δύσκολα ο ‘‘ισόβιος’’ Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ντενκτάς μπορεί να εξηγήσει στους Κύπριους ομοεθνείς του γιατί η ‘‘λύση’’ θα πρέπει να έλθει ταυτόχρονα με την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. - κάτι που μπορεί βασίμως να εκτιμηθεί ότι δεν θα γίνει πρίν το 2010…Και η Αγκυρα, δεν θα μπορούσε να περάσει τις εξετάσεις της Επιτροπής για το αν πληροί τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, φέροντας, εκτός των άλλων, και το βάρος του Κυπριακού. Αυτοί ήταν οι παράγοντες που εξηγούσαν την εμφανή αλλαγή στάσης που σημειώθηκε τις μέρες πρίν και μετά την σύνοδο της Κοπεγχάγης στα ΜΜΕ και τους διαμορφωτές γνώμης στην Τουρκία όσον αφορά στον Ραούφ Ντενκτάς. Εκτοξεύονταν απροκάλυπτα πολλά σχόλια, εκτιμήσεις, προειδοποιήσεις σχετικά με τον τελευταίο, ενώ ταυτόχρονα ενθαρρύνονταν συγκεντρώσεις στα κατεχόμενα υπέρ της προτεινόμενης στο σχέδιο Ανάν ‘‘λύσης’’…

Οι εξελίξεις αυτές συνιστούσαν ελιγμούς ή αποτελούσαν επικείμενη αλλαγή γραμμής της Αγκυρας; Ηταν δύσκολο να εκτιμηθεί με ασφαλή τρόπο. Χρειαζόταν να προστεθούν προς συνεκτίμηση οι εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία σε συνδυασμό με την διεθνή ρευστότητα λόγω της προετοιμαζόμενης επέμβασης στο Ιράκ και την συνακόλουθη αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας. Η απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης να κηρύξει, μετά από τροποποιήσεις των άρθρων 67 και 76 του Συντάγματος, επαναληπτική εκλογή σε μία μόνη περιφέρεια, στην οποία θα κατέβαινε υποψήφιος ο πρόεδρος του ΚΔΑ Ταγίπ Ρ. Ερντογάν, άνοιγε ουσιαστικά στον τελευταίο τον δρόμο προς το πρωθυπουργικό αξίωμα. Ακολούθησε ωστόσο, το βέτο του προέδρου Σεζέρ στις συνταγματικές αλλαγές, που, λειτουργώντας ως εκφραστής της στρατογραφειοκρατίας, έκλεισε αυτόν τον δρόμο. Οσον αφορά στην εξωτερική πολιτική, τα πρώτα δείγματα των προθέσεών του κατεστημένου της Αγκυρας εκδηλώθηκαν ύστερα από σύσκεψη του πρωθυπουργού Αμπντουλλάχ Γκιούλ και του (ελληνομαθούς) υπουργού Εξωτερικών Γιασάρ Γιακίς με τον Πρόεδρο Αχμέτ Σεζέρ: έσπευσε να αμφισβητήσει την σχετική με την ένταξη της Κύπρου απόφαση της Κοπεγχάγης, εγκαλώντας την Ε.Ε. ότι ‘‘δεν έχει το δικαίωμα να παίρνει μονομερείς αποφάσεις και να δημιουργεί διεθνείς υποχρεώσεις’’ παραβιάζοντας τις διεθνείς συμφωνίες’’!!! Με διπλωματική νότα διαμαρτυρήθηκε στην Ε.Ε. για την ένταξη της Κύπρου, χαρακτηρίζοντας την απόφαση της Κοπεγχάγης ‘‘απαράδεκτη από νομικής και πολιτικής απόψεως’’. Με τον τρόπο αυτό δεν αποδεχόταν το ‘‘τετελεσμένο’’, χωρίς ωστόσο να αποσαφηνίζει τι σκόπευε να πράξει γι’αυτό.

Ο Ντενκτάς, που, ανήσυχος από τις εναντίον του διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων, δεν είχε προσδιορίσει τον χρόνο της επιστροφής του στα κατεχόμενα, ενθαρρύνθηκε από την υιοθέτηση της γραμμής του από το Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας. Πρόβαλε εκ νέου απαράδεκτους όρους ώστε να συναινέσει στην αποδοχή του σχεδίου Ανάν, παρά το ότι διαβεβαίωσε ότι θα συμμετάσχει στις σχετικές συνομιλίες έως τις 28 Φεβρουαρίου 2002. Εθεσε ως όρο για την επίλυση του Κυπριακού την άρση του ψηφίσματος 186/1964 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου γινόταν λόγος για ‘‘κυρίαρχη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας’’. Ταυτόχρονα, οι τουρκικές κατοχικές δυνάμεις προχωρούσαν σε αναδιάταξη των θέσεών τους ώστε να ελέγχουν τις αρτηρίες που συνέδεαν την κατεχόμενη Λευκωσία με την Μόρφου και την Κερύνεια.

Η ευρωπαική πορεία είναι μονόδρομος για την Τουρκία. Η απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων της Τουρκίας αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο για το δημοκρατικό/ευρωπαικό προσανατολισμό της γειτονικής χώρας και ταυτόχρονα πολύτιμη συμβολή στον αγώνες των λαών στις χώρες της ευρύτερης περιοχής. Ο αρμόδιος για την διεύρυνση Επίτροπος Φερχόιγκεν, τόσο πρίν, όσο και μετά τις τουρκικές εκλογές επέμενε στο συγκεκριμένο θέμα, επαναφέροντας στους Ευρωπαίους την προυπόθεση της ικανοποίησης των κριτηρίων της Κοπεγχάγης. Στην σύνοδο της Κοπεγχάγης η Ε.Ε. μπορεί να επαναλάβει την θέλησή της, ακόμα και την δέσμευσή της, χωρίς όμως ημερομηνία, για την ένταξή της Τουρκίας στην Ε.Ε. Για να πραγματοποιηθεί αυτό η Τουρκία οφείλει να εκδημοκρατιστεί ουσιαστικά. Και σε επίπεδο κρατικής αρχιτεκτονικής, εκφράστηκε η γνώμη ότι οφείλει να ακολουθήσει μια περισσότερο προωθημένη εκδοχή του μοντέλου των αυτονομιών. Όπως επισήμανε ο ιδρυτής της Δημοκρατικής Περιφερειακής Ενωσης Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ήλθε, με μεγάλη καθυστέρηση μάλιστα, ο καιρός να συζητηθεί δημόσια στους θεσμούς της Ε.Ε., και ειδικά στο Ευρωκοινοβούλιο, αυτή η πολιτική για την Τουρκία. Υπενθύμιζε μάλιστα ότι, μετά τον Δεύτερο Πόλεμο, επελέγη για την Δυτική Γερμανία το πρότυπο των Λάντ (Ενωση Ομοσπονδιακών Κράτών) ως προυπόθεση για τον εκδημοκρατισμό της [1]

Η ετοιμασία από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους της πολεμικής επέμβασης στο Ιράκ διανύει την τελική φάση της. Στην Τουρκία διαδραματίζεται μιά αδυσώπητη διελκυστίνδα, αφού το στρατογραφειοκρατικό κατεστημένο επιδιώκει να διατηρήσει υπο τον έλεγχό του την διακυβέρνηση της χώρας. Στις συνθήκες αυτές, γεννώνται ερωτηματικά από την βιασύνη όχι να λύσουν αλλά να κλείσουν το Κυπριακό. Πού βασίζονται, μετά τα ανωτέρω, οι προβλέψεις του υπουργού μας των Εξωτερικών, ο οποίος επικέντρωσε εκ νέου το θέμα στο πρόσωπο του Ντενκτάς, επαναλαμβάνοντας ότι ‘‘αν δεν κατανοήσει ο ίδιος τις ιστορικές στιγμές, η ιστορία θα τον ξεπεράσει’’; Το Κυπριακό μπήκε από την Ιστορία σε τροχιά επίλυσης. Ισως στον τρίτο γύρο ο Ντενκτάς, μάλλον ο διάδοχός του, να παρουσιαστεί ευγενής, χωρίς τη γερασμένη πλέον κεμαλική αυθάδεια που τους εξασφάλιζε ο διπολισμός. Η Ελλάδα και ο Ελληνισμός στη νέα εποχή μπορούν να πετύχουν πολλά με υψηλή αυτοπεποίθηση, άνεση, χωρίς τους εκβιασμούς των εξουσιαζόντων.

Θεόδωρος Μπατρακούλης, Δικηγόρος, Δρ. Γεωπολιτικής

E-mail: theobatra@hotmail.com

 

[1] Μιχάλης Χαραλαμπίδης. 2002. Το Ισπανικό μοντέλο για την Τουρκία. www.dpe.gr, 06.11.



http://antibaro.gr