Οἱ Σέρβοι ὅταν ὑποδουλώθηκαν στούς Ὀθωμανούς (1459) συνειδητοποίησαν πώς βρέθηκαν, στήν οὐσία, μέσα σέ μία Αὐτοκρατορία πού δέν ὑπολόγιζε καί δέ μεριμνοῦσε καθόλου γιά τήν ἐκπαίδευσή τους. Ἡ ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν ἦταν σέ ἄθλια κατάσταση. Δέν ὑπῆρχαν οὔτε κρατικά ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα, πού θά κατέβαλλαν προσπάθειες γιά τήν ἐκπαίδευση τῶν μαθητῶν, οὔτε πάλι ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα ἐλεύθερης ἔκφρασης κάποιας ὑπεύθυνης ὁμάδας ἀνθρώπων πού θά συνέχιζε τήν ἐκπαίδευση καί ἀγωγή τῶν νέων στό πλαίσιο τῆς σερβικῆς παράδοσης.
Ἐνῶ οἱ μουσουλμάνοι εἶχαν τή δυνατότητα νά στείλουν τά παιδιά τους στά σχολεῖα, τά ὁποῖα ἦταν δωρεές διαφόρων ἰσλαμιστῶν, οἱ Σέρβοι ὀρθόδοξοι, ἄν καί τελοῦσαν ὑπό τήν προστασία τοῦ κράτους μέ τήν πληρωμή διαφόρων φόρων, ἀφέθηκαν, ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς, νά φροντίζουν ἀπό μόνοι τους γιά τή μόρφωση τῶν παιδιῶν τους. Οἱ ὀθωμανικές ἀρχές δέν ἔδειξαν κανένα ἐνδιαφέρον γιά τήν ἐκπαίδευση τῶν χριστιανῶν. Στήν πορεία ὅταν ἐμφανίστηκαν τά πρῶτα ὁρατά χαρακτηριστικά κάποιων σερβικῶν σχολείων, οἱ Ὀθωμανοί ζητοῦσαν τή νομιμοποίηση τῆς λειτουργίας αὐτῶν τῶν σχολείων, ἀνάλογα μέ τή νομική θέση πού εἶχαν τά μέλη τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας πού βρίσκονταν πίσω ἀπ’ αὐτά τά σχολεῖα.(1)
Κατά διαστήματα οἱ Ὀθωμανοί ἐπέτρεπαν τήν ἵδρυση καί τή λειτουργία ὁρισμένων ἑλληνικῶν σχολείων, ἐπειδή οἱ ἴδιοι εἶχαν ἀναπτύξει ὁρισμένες θεσμικές σχέσεις μέ τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Ὅμως, τήν ἴδια περίοδο δέν ἐπέτρεπαν τήν ὁμαλή λειτουργία τῶν καθολικῶν σχολείων, ἐπειδή πίστευαν ὅτι ἐπρόκειτο γιά ξένη προπαγάνδα καί κατασκοπεία, λέγοντας πώς ἡ λειτουργία αὐτῶν τῶν σχολείων ξεπερνᾶ τό πλαίσιο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐπίσης, ὅταν ἐπρόκειτο γιά σερβικά σχολεῖα, αὐτά μποροῦσαν νά ἀναπτυχθοῦν ἀνάλογα μέ τή θέση τοῦ σερβικοῦ λαοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας του στήν ἴδια τήν τοπική κοινωνία καί μέ τήν ἄδεια βέβαια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Δυστυχῶς, ὅμως, αὐτό δέν ἦταν ἐφικτό λόγω τῶν συνεχῶν ἐπαναστάσεων καί ἀντιπαραθέσεων μέ τούς Ὀθωμανούς.
Μέχρι τήν Ὀθωμανική εἰσβολή, ἡ ἀγωγή καί ἡ ἐκπαίδευση τῶν Σέρβων καί ἰδίως τῶν νέων ἀρχόντων καί εὐγενῶν εἶχε, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, κάποια θεσμοποιημένη μορφή. Ὅμως, μετά ἀπό τή μάχη στόν ποταμό Μάριτσα (Ἔβρο), τό ἔτος 1371, τή μάχη τοῦ Κοσσυφοπεδίου, τό 1389, μέχρι καί τήν ἅλωση τῆς Βουδαπέστης, τό 1541, ἄρχισε, σιγά-σιγά, νά χάνεται ἡ παραδοσιακή σερβική ἐκπαίδευση πού βασιζόταν στό χριστιανικό πνεῦμα. Ἔτσι, οἱ μέχρι τότε ὑψηλῶς ἐκπαιδευμένοι Σέρβοι λόγιοι καί εὐγενεῖς ἄρχισαν νά διασκορπίζονται καί νά ταυτίζονται μέ τίς λαϊκές μάζες. Ἔγιναν ἀνώνυμοι, χάνοντας τή δυνατότητα νά συνεχίσουν τό ἐκπαιδευτικό ἔργο ὅπως αὐτοί θά ἐπιθυμοῦσαν, κρατώντας προφορικά καί στή μνήμη τους μόνο τίς ἱστορίες καί τούς θρύλους πού σχετίζονταν μέ τούς προγόνους τους. Ἡ παρακμή τῆς σερβικῆς ἐκπαίδευσης καί τῶν γραμμάτων κράτησε γιά πολύ καιρό καί δέν ἦταν δυνατόν νά ἀποκατασταθεῖ εὔκολα καί γρήγορα.(2)
Ἔχοντας νά ἀντιμετωπίσουν τίς ἰσχυρές ὀθωμανικές δυνάμεις, πού προχωροῦσαν ἀπό τό νότο πρός τό βορά, οἱ Σέρβοι εὐγενεῖς, πού ἀποτελοῦσαν τήν κορυφή τῆς τότε σερβικῆς λογιότητας, ἀντιμετώπισαν πρόβλημα στό νά διατηρήσουν τό ὑφιστάμενο ἐπίπεδο ἐκπαίδευσης καί ἀγωγῆς, τό ὁποῖο ἄρχισε νά ἐξαφανίζεται, ὡς συνέπεια τῆς ἔλλειψης σχολείων. Ἐκεῖνοι οἱ Σέρβοι πού ἐπέζησαν μετά τήν Ὀθωμανική εἰσβολή, εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν ἄλλα μεγάλα προβλήματα, ὅπως ἦταν ἡ φτώχεια, οἱ συνεχεῖς μετοικίσεις, οἱ ἀλλαγές τοῦ τρόπου ζωῆς καί ὁ συνεχής ἀγώνας γιά ἐπιβίωση. Ἀκριβῶς γιά αὐτό ἡ σερβική λογιότητα καί γραμματεία ἄρχισαν νά χάνουν ἔδαφος, ἰδίως κατά τούς πρώτους αἰῶνες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅμως, οἱ Σέρβοι λόγιοι κατάφεραν παρόλες τίς δυσκολίες μέ τήν ἐμμονή τους νά ἀναγεννήσουν τή Σερβία ἀπό τίς στάχτες της καί νά ἐπιβιώσει ἡ γραμματεία καί ὁ πολιτισμός πού κληρονόμησαν ἀπό τούς προγόνους τους. Στίς προσπάθειές τους νά διατηρήσουν τό ὑφιστάμενο καί κλονισμένο ἐπίπεδο λογιότητας ἀντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες.
Ἡ Σερβική Ἐκκλησία εἶχε καί αὐτή τήν ἴδια τύχη ὅπως καί οἱ Σέρβοι ἄρχοντες καί εὐγενεῖς, ὅπως, ἄλλωστε, καί ὁλόκληρος ὁ σερβικός λαός. Οἱ Σέρβοι μοναχοί καί οἱ ἱερεῖς ἦταν κατά τούς πρώτους αἰῶνες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, διασκορπισμένοι καί κλεισμένοι μέσα στά μοναστήρια, χωρίς νά εἶναι σέ θέση νά ἀσχολοῦνται μέ ὁποιαδήποτε ἐκπαιδευτική δραστηριότητα ἐκτός τῶν μονῶν. Kατά τόν 14ο αἰώνα τά μοναστήρια ἀνέλαβαν πρωταγωνιστικό ρόλο στή μόρφωση καί ἐνῶ ὁ ἀριθμός τῶν κληρικῶν μειωνόταν, ἀντιθέτως ὁ ἀριθμός τῶν μοναχῶν καί μοναστηριῶν αὐξανόταν. Ἔτσι ἐξηγεῖται καί τό γεγονός ὅτι ἀπό τά 50 χειρόγραφά του 14ου αἰώνα μόνο τά 18 ἔγραψαν ἐνοριακοί κληρικοί, ἐνῶ τά ὑπόλοιπα 32 μοναχοί.(3)
Τά μοναστήρια τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ἦταν τά βασικά κέντρα μόρφωσης τοῦ Σερβικοῦ λαοῦ. Οἱ ἀναφορές καί τά σπάνια στοιχεῖα τῆς περιόδου αὐτῆς ἐκφράζουν τή δύσκολη κατάσταση τοῦ λαοῦ, τῶν μονῶν καί τῶν μοναχῶν.(4)
Τά πράγματα ἔγιναν κάπως καλύτερα στά τέλη τοῦ 16ου - ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα, ὅταν ἐπῆλθε μία σχετική ἀκμή τῆς Ὀρθοδοξίας καί συνεπῶς ἀναζωογονήθηκε καί ἡ σερβική γραμματεία καί ἐκπαίδευση, πράγμα γιά τό ὁποῖο συνέβαλλε καθοριστικά ἡ Σερβική Ἐκκλησία, πού ἦταν τότε καί ἡ μόνη πηγή γραμμάτων καί πολιτισμοῦ. Τά μοναστήρια ἔγιναν τά βασικά φυτώρια παιδείας. Καλό ὄνομα εἶχαν οἱ μονές οἱ ὁποῖες εἶχαν τούς καλούς λεγόμενους “Daskal” (ἀπό τήν ἑλληνική λέξη Διδάσκαλος) οἱ ὁποῖοι εἶχαν καθῆκον νά μάθουν τά παιδιά νά γράφουν, νά διαβάζουν καί νά ψέλνουν. Αὐτοί ἦταν εἰδικά καλοί ὡς διδάσκαλοι στίς μεταφράσεις, στίς ἀντιγραφές καί στή συγγραφή βιβλίων.(5)
Ἐπειδή κάθε πέμπτο χρόνο οἱ Τοῦρκοι ἔκαναν παιδομάζωμα, τά σχολεῖα κοντά στίς πόλεις ἂδειαζαν. Τά νεαρά ἀγόρια πού κατοικοῦσαν στά ἀπομακρυσμένα μέρη καί κοντά στά μοναστήρια κινδύνευαν λιγότερο, γιά τό λόγο αὐτό ἦταν καί οἱ πιό τακτικοί μαθητές τόν σχολείων στά μοναστήρια.(6) Μία ἀπό τίς ἀποδείξεις πού μᾶς δείχνει τό μεγάλο ἀριθμό μαθητῶν οἱ ὁποῖοι πήγαιναν σχολεῖο στά μοναστήρια εἶναι καί τά παραδοσιακά δημοτικά ποιήματα πού γράφτηκαν τήν περίοδο ἐκείνη. Δυό ἀπό αὐτά εἶναι ὁ “Nahod Simeun” καί ὁ ”Car Konstantin i djace samouce” (ὁ Βασιλιάς Κωνσταντῖνος καί ὁ αὐτοδίδακτος μαθητής).(7)
Ὁ Βούκ Στεφάνοβιτς Κάρατζιτς (1787-1864) – ὁ μεγαλύτερος Σέρβος διαφωτιστής καί μεταρρυθμιστής τῆς σερβικῆς γλώσσας, ὁ ἴδιος ἔγραψε καί τήν πρώτη μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς στά σερβικά – μᾶς ἀναφέρει τίς συνθῆκες κατά τόν 18ο αἰώνα καί μᾶς λέει: Οὔτε σέ κάθε δέκατο χωριό δέν ὑπάρχει ἐκκλησία, μέ ἀποτέλεσμα ὁ κόσμος νά πηγαίνει στά μοναστήρια γιά νά ἐξομολογηθεῖ καί νά κοινωνήσει, τό δέ μυστήριό τῆς βαπτίσεως καί τοῦ γάμου τελεῖται ἀπό τούς κληρικούς κατ’ οἶκον. Τά μοναστήρια βρίσκονται στήν πλειοψηφία τους στά δάση καί κοντά σέ ποτάμια μέ ψηλούς τοίχους. Τά μοναστήρια εἶναι οἱ κολόνες, οἱ φρουροί τοῦ χριστιανισμοῦ καί τοῦ ὀνόματος τῶν Σέρβων.(8) Ὁ ἴδιος ὁ Βούκ πῆγε σχολεῖο τό 1797 στή μονή Τρόνοσα (τῆς Παναγίας). Σήμερα ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνα μουσεῖο ἀφιερωμένο σ’ αὐτόν.
Ἐκτός τῶν σχολείων πού εἶχαν παράδοση καί καλό ὄνομα στήν ἐκπαίδευση, ὑπῆρχαν σχολεῖα γιά τή βασική μόρφωση καί σέ ὅλα τά ἄλλα τά μοναστήρια. Ἐκεῖ μάθαιναν τά παιδιά γραφή καί ἀνάγνωση. Τά σχολεῖα τῶν μονῶν στήν ἱστορία τῆς σερβικῆς γραμματολογίας, τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, εἶχαν μεγάλη σημασία, γιατί ἀφενός ἔδιναν στό λαό τούς περισσότερους μορφωμένους ἀνθρώπους καί ἀφετέρου διατηροῦσαν τήν παράδοση.
Τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας στόν τομέα τῆς ἐκπαίδευσης διακρίθηκε ἰδιαίτερα ἡ σερβική Ἱερά Μονή Χιλανδαρίου, στό Ἅγιον Ὅρος, ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς ἡ παλαιότερη σχολή γιά τούς Σέρβους. Ἡ δουλειά τῶν μοναχῶν “Daskal” (Διδασκάλων) ἀπό τό Χιλανδάρι ἦταν ἄμεσα συνδεδεμένη μέ τήν Πατρίδα (Σερβία). Ἕνας ἀπό τούς πιό γνωστούς Διδασκάλους τήν περίοδο αὐτή ἦταν ὁ πατέρας (Daskal) Ντράγκαν ἀπό τή μονή Χιλανδαρίου, ὁ ὁποῖος τό ἔτος 1623 ἀντέγραψε (ἀπό τά ἑλληνικά) τήν Ὀκτώηχο.(9)
Ἡ μονή Χιλανδαρίου εἶναι τό μεγάλο θησαυροφυλάκιο τῶν πολύτιμων βιβλίων, ὁ φύλακας τῆς κουλτούρας καί τῆς παράδοσης καί ὁ ζωντανός κρίκος μεταξύ Ἑλλάδας - Σερβίας. Ἡ μονή Χιλανδαρίου παρέμεινε ἡ ἀνώτερη σχολή τῶν Σέρβων ἀκόμα καί τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Διακρίθηκε δέ γιά τήν προετοιμασία νέων μέ σκοπό τήν Ἱεροσύνη.
Ἀξίζει νά ἀναφέρουμε ὅτι στήν τότε Σερβία ὑπῆρχαν καί ὁρισμένα ἄλλα μοναστήρια-σχολεῖα, τά ὁποῖα διακρίθηκαν ἰδιαίτερα ὅπως ἦταν τό Πέκιο, τό ὁποῖο εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δανιήλ (1324-1337). Ἔτσι, ἡ πόλη τοῦ Πεκίου ἐξακολούθησε νά ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς σερβικῆς πνευματικότητας καί κατά τή διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καί τό σχολεῖο αὐτό συνέχισε νά ὑπάρχει μέχρι καί τή διακοπή τοῦ Πατριαρχείου Πεκίου τό ἔτος 1766.
Ἐπίσης σημαντικό πολιτιστικό κέντρο ἦταν καί ἡ μονή Visoki Decani ἡ ὁποία διατηρεῖ καί τό μεγαλύτερο μέρος τῶν χειρόγραφων βιβλίων (159) ἀπό τά ὁποία τά περισσότερα γράφτηκαν στή μονή τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας.(10)
Ἡ προσπάθεια τῶν μοναχῶν μέ σκοπό τήν πρόοδο τῆς παιδείας ἦταν μεγάλη. Τό σημαντικότερο παράδειγμα εἶναι ὁ ἱερομόναχος Σάββας Ντετσάνατς ὁ ὁποῖος τό ἔτος 1597 στήν κωμόπολη Μλέτσι συνέθεσε τό Πρῶτο Σερβικό Ἀλφάβητο τό λεγόμενο “Bukvar” (Μπούκβαρ), τό ὁποῖο ἐκτυπώθηκε στή Βενετία στίς 20 Μαΐου 1597.(11)
Στή μονή Krka, στή Δαλματία, ὑπῆρχε ἕνα ἀπό τά πιό ἀξιόλογα κέντρα ἀνάπτυξης τῆς σερβικῆς γραμματολογίας. Στή μονή λειτούργησε, περισσότερο ἀπό τρεῖς δεκαετίες, τό πρῶτο γνωστό σερβικό ὀργανωμένο ἐκκλησιαστικό σχολεῖο, μέχρι καί τό ἔτος 1647, ὅταν οἱ Ὀθωμανοί ἐπιτέθηκαν καί οἱ μοναχοί ἀναγκάσθηκαν νά διαφύγουν σέ ἄλλους τόπους.(12)
Στή γνωστή σερβική μονή Resava ὑπῆρχε σημαντική σχολή ἡ ὁποία ἄνθησε μεταξύ 17ου – 18ου αἰώνα καί φρόντιζε κυρίως γιά τήν προετοιμασία τῶν νέων ὑποψηφίων γιά ἱερεῖς. Παρόμοια σχολεῖα ὑπῆρχαν καί στίς σερβικές μονές Studenica, Ravanica, Mileševa, Morača, Rača, Nikolje, Savina και Tvrdoš.(13)
Τήν ἐποχή τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας στή Σερβία λειτουργοῦσαν καί πολλά ἐνοριακά σχολεῖα, στά ὁποῖα τά παιδιά ἔμαθαν γράμματα ἀπό τούς ἱερεῖς, διακόνους, ἤ ἀπό ἐκμισθωμένους δασκάλους. Πολλά τέτοια σχολεῖα λειτούργησαν στή Μητρόπολη Βελιγραδίου, ἀλλά καί σέ ὁρισμένες ἄλλες πόλεις τῆς ὑπαίθρου.
Οἱ μοναχές τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας εἶχαν σχεδόν ἐξαφανιστεῖ. Αὐτές ζοῦσαν σέ μικρές ὁμάδες κοντά στά ἀνδρικά μοναστήρια ἤ κοντά σέ Ἐκκλησίες καί βοηθοῦσαν στό ἐνοριακό ἔργο. Σπάνια ὅμως ἦταν στό ρόλο τῶν Διδασκάλων. Τίς μοναχές τήν περίοδο αὐτή τίς ὀνόμαζαν “Babe” (Μπάμπες = Γιαγιάδες). Μία γνωστή περίπτωση Δασκάλας εἶναι ἡ μοναχή Jefrosini κοντά στήν πόλη τοῦ Pozarevac, στή μονή Kovil.(14)
Ἡ διδασκαλία σ’ ὅλα τά σερβικά σχολεῖα τῆς περιόδου τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας διατήρησε τή βασική μορφή τῆς μεσαιωνικῆς διδασκαλίας. Ἡ παράδοση τῶν μαθημάτων εἶχε τρεῖς φάσεις:
1. Bukvar – Μπούκβαρ – Ἀλφαβητάριο
2. Caslovac – Τσάσλοβατς – Σύνοψη (βιβλίο προσευχῶν)
3. Psaltir – Ψάλτιρ –Ψαλτήρι
Μέ αὐτά τά βιβλία κατάφερναν τά παιδιά νά ἀποκτήσουν τίς βασικές γνώσεις.
Γιά νά προχωρήσουν σέ ἀνώτερη μόρφωση μελετοῦσαν τήν Ἁγία Γραφή καί τά Λειτουργικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, μαθαίνοντας ἑρμηνεία καί ἀνάλυση. Ἐπίσης μελετοῦσαν διάφορες ἱστορίες ἀπό τήν παράδοση τοῦ λαοῦ καί χρησιμοποιοῦσαν βιβλία ἀπό διάφορους ἄλλους ἐπιστημονικούς κλάδους.
Τέλος, ὑπῆρξαν καί πολλά παιδιά πού δέν εἶχαν τήν εὐκαιρία νά παρακολουθοῦν μαθήματα ἀπό διδάσκαλο. Αὐτά τά παιδιά ἦταν αὐτοδίδαχτα, μάθαιναν μόνα τους νά γράφουν καί νά διαβάζουν ρωτώντας ἄλλους μεγαλυτέρους τους, νά τούς ἐξηγήσουν ἤ νά τούς μάθουν κάτι.
Ἕνας ἄλλος βασικός λόγος τῆς βαθμιαίας ἐξέλιξης τῆς ἐκπαίδευσης τῶν Σέρβων καί τῶν γραμμάτων τούς τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας ἀποτέλεσε καί ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἐμπορίου μέσα στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία καί αὐτό γιατί στό χῶρο τῶν Βαλκανίων καί στήν περιοχή πλάι στόν ποταμό Δούναβη ἀνακαλύφθηκαν πλούσιες πρῶτες ὕλες καί ἀναπτύχθηκαν πολυάριθμες ἀγορές. Πολλοί Σέρβοι χωρικοί καί γεωργοί ἄρχισαν νά ἀσχολοῦνται μέ τό ἐμπόριο, ἀποκτώντας ἔτσι μεγαλύτερες γνώσεις στά ταξίδια τους καί ἡ γνωριμία μέ τούς πολίτες τῶν ἄλλων χωρῶν καί περιοχῶν, ὅπως ἦταν οἱ ἔμποροι ἀπό τήν πόλη τοῦ Ντουμπρόβνικ καί κυρίως οἱ Ἕλληνες, τούς ἀναβάθμισε πνευματικά.
Κατά τόν 16ο αἰώνα, παράλληλα μέ τήν ἐξέλιξη τῶν ἐμπορικῶν σχέσεων μέσα στό πλαίσιο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ἄρχισαν νά ἱδρύονται καί ὁρισμένα κέντρα βιοτεχνίας, πράγμα πού συνέβαλλε, κατά τούς ἑπόμενους αἰῶνες στήν περαιτέρω ἐξέλιξη τῆς σερβικῆς παιδείας καί τῶν γραμμάτων.
Σύν τό χρόνο, οἱ Σέρβοι ἔμποροι, πού ἀνέπτυξαν διάφορες δραστηριότητες καί ταξίδευαν σέ πολλά μέρη τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, διαμένοντας στίς τουρκικές πόλεις ἄρχισαν νά συγκεντρώνονταν γύρω ἀπό τίς τοπικές ἐκκλησιαστικές κοινότητες. Ἡ σερβική ἐκκλησιαστική κοινότητα ἀποτελοῦσε στίς πόλεις αὐτές ἕνα εἶδος κεντρικοῦ πυρήνα τῆς περαιτέρω ἐξέλιξης τῆς σερβικῆς γραμματείας.(15)
Χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς σερβικῆς γραμματείας τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ἦταν ἡ λεγόμενη ‘ἐπική ποίηση’, πού περιέγραφε διάφορα ἱστορικά γεγονότα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Πολύ συχνά τά ποιήματα αὐτά τά ἀποστήθιζε ὁ γέροντας Φίλιπ Βίσνιτς, γνωστός Σέρβος λαϊκός ποιητής. Μέ τή συλλογή αὐτῶν τῶν λαϊκῶν ποιημάτων ἀσχολήθηκε καί Βούκ Στεφάνοβιτς - Κάρατζιτς, ὁ διαφωτιστής καί μεταρρυθμιστής τῆς σερβικῆς γλώσσας. Ἐπίσης, χαρακτηριστικά ἦταν καί τά λεγόμενα “ἡρωικά λαϊκά ποιήματα”, τοῦ 17ου αἰώνα, στά ὁποῖα περιγράφονται σημαντικά γεγονότα πού διαδραματίστηκαν στήν ἱστορία τοῦ σερβικοῦ λαοῦ ἰδίως κατά τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας.(16)
Ἐκτός ἀπ’ αὐτά τά ἡρωικά ποιήματα, στήν περαιτέρω ἐξέλιξη τῆς σερβικῆς γραμματείας συνέβαλλαν καί τά λεγόμενα “γράμματα τῶν ἀνταρτῶν”, τά ὁποῖα περιέγραφαν διάφορες μάχες τῶν Σέρβων μέ τούς Ὀθωμανούς. Τά γράμματα αὐτά τά ἔγραφαν, συνήθως, οἱ ἴδιοι οἱ ἐπαναστάτες καί ὁρισμένοι ἱερεῖς ἤ λόγιοι ἄνθρωποι.(17)
Μόλις κατά τόν 19ο αἰώνα, ὅταν οἱ Σέρβοι ἄρχισαν, κάπως, νά ἀπαλλάσσονται ἀπό τόν Ὀθωμανικό ζυγό καί μέ τήν ἀπελευθέρωση ὁρισμένων περιοχῶν, φάνηκε πραγματικά πόσο μεγάλες καί τραγικές διαστάσεις γιά τή σερβική γραμματεία καί τόν πολιτισμό εἶχε ἡ περίοδος τῆς Τουρκοκρατίας. Οἱ ἄνθρωποι κατέβαλλαν τεράστιες προσπάθειες γιά νά μειώσουν τό ποσοστό τῶν ἀγράμματων. Στήν οὐσία, τότε φάνηκαν οἱ συνέπειες τῶν περασμένων αἰώνων τῆς Τουρκοκρατίας.(18)
Συμπερασματικά μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μετά τήν εἰσβολή τῶν Ὀθωμανῶν καί τήν ἐπικράτησή τους στό χῶρο τῆς Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης καί συγκεκριμένα στή Σερβία ἐπιβραδύνθηκε ἡ ἐξέλιξη τοῦ σερβικοῦ πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος σημείωσε μεγάλη ἀκμή κατά τή διάρκεια τῆς μεσαιωνικῆς δυναστείας τῶν Νέμανιτς καί κατά τή διάρκεια τῆς ὕπαρξης τοῦ σερβικοῦ δεσποτάτου. Ἡ ἐξέλιξη τοῦ σερβικοῦ πολιτισμοῦ καί τῶν γραμμάτων ἐπιβραδύνθηκε λόγω τῆς ἀπώλειας τῆς κρατικῆς ἀνεξαρτησίας, τῆς ἀπόλυτης ἀλλαγῆς τῶν συνθηκῶν καί τῆς μορφῆς τοῦ πολιτικοῦ βίου, τῆς καταστροφῆς τοῦ στρώματος τῶν εὐγενῶν, τῶν συνεχῶν μετοικίσεων τοῦ λαοῦ, τῆς κατεδάφισης, τῆς ἐρήμωσης καί τῆς πυρπόλησης τῆς σερβικῆς περιουσίας καί τῆς παρεμπόδισης τῆς κανονικῆς λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα αὐτά ἦταν δύσκολο νά ἐπανορθωθοῦν ἄμεσα.(19)
Ὁ ρόλος ὅμως τῆς Ἐκκλησίας τήν περίοδο τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν καθοριστικός στήν διατήρηση τῶν παραδόσεων, τῆς ἐθνικῆς συνείδησης καί τῆς θρησκευτικῆς αὐτοσυνειδησίας τῶν Σέρβων.
Γεώργιος Νεκτάριος Ἀθ. Λόης
Διδάκτωρ Θεολογίας - Ἱστορίας
Ἀριστοτελείου Παν/μίου Θεσσαλονίκης
Παραπομπές
|
| Τό Πρῶτο Σερβικό Ἀλφάβητο - ἒτος 1597 | |