Βερολίνο: Το χρονικό του διχασμού μιας μεγαλουπόλεως
Αμαλία
Κ. Ηλιάδη
φιλόλογος-ιστορικός <ailiadi@sch.gr>
(κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Βυζαντινής Ιστορίας απ το Α.Π.Θ.)
Αντίβαρο, Μάϊος 2008
Σκληρό πλήγμα κατά της ειρήνης θεωρούνταν, από την πλειονότητα των
Βερολινέζων, ο χωρισμός της πόλης τους σε ανατολικό και δυτικό
τομέα, μέχρι πριν από λίγα χρόνια. Η μεγαλούπολη του Βερολίνου, η
πολιτική και πνευματική πρωτεύουσα της σύγχρονης Γερμανίας, ήταν και
η παγκόσμια πρωτεύουσα της συνυπάρξεως, η βιτρίνα της Ανατολής και
της Δύσεως. Με 1 ½ παλιές δραχμές, οποιοσδήποτε μπορούσε να πάει από
την Λεωφόρο Στάλιν του Ανατολικού Τομέα στο Βάνζεε, προάστειο του
Δυτικού Βερολίνου.
Ήταν ένα δράμα συγκρούσεως και αντιθέσεως δύο κοσμοθεωριών. Στο αποκορύφωμα
της «άμιλλας» των ιδεών,
όλοι όσοι επισκέφθησαν το Βερολίνο, μπορούσαν να παρατηρήσουν και να
κρίνουν ελεύθερα. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ένας σε κάθε πέντε
κατοίκους της Σοβιετικής Ζώνης, δηλαδή τρία εκατομμύρια υπάρξεις,
διέφυγαν στη Δύση.
Αργότερα, η πλημμύρα των προσφύγων σταμάτησε. Αρχικά, ο Ανατολικός Τομέας
της πόλεως απεκλείσθη με οδοφράγματα. Πάνω από ένα εκατομμύριο
κάτοικοι του Ανατολικού Βερολίνου ζούσαν
πίσω από συρματοπλέγματα και τείχη από μπετόν, πολυβόλα και
ξιφολόγχες. Οι Γερμανοί Κομμουνιστές της Σοβιετικής Ζώνης
κυβερνούσαν σε μια ατμόσφαιρα απόλυτου φόβου- φόβου για τον ειρηνικό
συναγωνισμό, φόβου συγκρίσεως, φόβου της τελικής κρίσεως και της
οργής των υπόδουλων σ αυτούς.
Οι Κομμουνιστές έχασαν τη μάχη της συνυπάρξεως στο Βερολίνο, και κατέφυγαν
στο να κρύβουν την ήττα τους πίσω από ένα γιγαντιαίο τείχος. Στην
σκιά του τείχους αυτού, μιλούσαν για νίκη, ενώ συγκάλυπταν την
ανθρώπινη δυστυχία που δημιούργησαν εσκεμμένα.
Πάνω από τρία εκατομμύρια Βερολινέζοι ζητούσαν από την παγκόσμια συνείδηση
να διατυπώσει το «κατηγορώ» εναντίον αυτής της κλίκας των
κομμουνιστικών οργάνων, που δεν τολμούσαν να δώσουν στα 16
εκατομμύρια Γερμανούς της Σοβιετικής Ζώνης τα θεμελιώδη δικαιώματα
που επιθυμούσαν και αποκτά σήμερα ολόκληρος ο κόσμος- την ευλογία
της Ελευθερίας και το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως.
Όμως, στη ζοφερή αυτή στιγμή, οι
Βερολινέζοι εξακολουθούσαν να είναι βέβαιοι ότι μια μέρα το νέο αυτό
είδος «αποικιοκρατίας» θα αυτοκαταβροχθιζόταν. Εξάλλου, η εποχή των
κυρίαρχων και των υπόδουλων λαών τερματιζόταν σ άλλα μέρη του
κόσμου. Κανένα τείχος δεν μπορούσε ν ανεγερθεί τόσο ψηλά ώστε να
κρύψει ό,τι γινόταν στο
Βερολίνο.
Αποσπάσματα(κείμενα και φωτογραφίες) από τον τύπο της εποχής του
διχασμού (1946-1970)
«Συρματοπλέγματα στη νύχτα»
(13
Αυγούστου).
«Ενενηνταδύο λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, βαριά εξοπλισμένες στρατιωτικές και
αστυνομικές μονάδες της Ανατολικής Γερμανίας, υποστηριζόμενες από
τεθωρακισμένα άρματα, άρχισαν να τοποθετούν συρματοπλέγματα, κατά
διαταγή των Σοβιετικών Αρχών. Τώρα, Γερμανοί είναι αποκλεισμένοι από
Γερμανούς, στην ίδια τους της πρωτεύουσα. Ένα εκατομμύριο
Βερολινέζοι στον Ανατολικό τομέα είναι αποκλεισμένοι από το Δυτικό
Βερολίνο. Δεκάξι εκατομμύρια Γερμανοί στην Σοβιετική Ζώνη δεν
μπορούν πια να επισκεφθούν το Δυτικό Βερολίνο. Η πλημμύρα των
προσφύγων σταμάτησε. Η πύλη του Βραδεμβούργου, σύμβολο άλλοτε
εθνικής ενότητας, μεταβλήθηκε σε σύμβολο διχασμού, σε μια
πύλη-φραγμό».
«Τα
παιδιά είναι θλιμμένα την Κυριακή...
Η πόλη ξυπνά. Συρματοπλέγματα σ ένα μήκος 50 χιλιομέτρων περνούν τώρα μέσα
από την καρδιά της. Πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι μένουν
ξαφνικά βουβοί. Τα παιδιά, περισσότερο απ όλους, δεν μπορούν να
καταλάβουν γιατί οι δρόμοι, όπου μόλις χθες ακόμη έπαιζαν, έγιναν
χαρακώματα σ ένα πόλεμο νεύρων. Ο πρωινός ήλιος δε θερμαίνει την
θλιμμένη κυριακάτικη εικόνα».
«Σκασμός! Δρόμο!
Ως χθες, οι Βερολινέζοι, από κάθε σημείο της πόλης μπορούσαν να πάνε όπου
ήθελαν, μέσα στην πόλη- ν ανταλλάξουν επισκέψεις, να πάνε σε
καφενείο ή απλώς να καθίσουν στο παγκάκι ενός πάρκου. Σήμερα, οι
σύντομες συναντήσεις γίνονται ανάμεσα από τα συρματοπλέγματα. Δύο
μεσόκοποι Βερολινέζοι κουβεντιάζουν. Ένας ένοπλος μεθοριακός φρουρός
τους διατάζει να διακόψουν την κουβέντα τους. Δεν καταλαβαίνουν την
καινούργια διαταγή κι εξακολουθούν να κουβεντιάζουν. Αλλά τώρα
απαγορεύεται ν ανταλλάξουν έστω και λίγα λόγια από την μία πλευρά
στην άλλη».
«Η άλλοτε πολυσύχναστη Πλατεία Πότσνταμ η «Πλατεία Συντάγματος» του
Βερολίνου ήταν ένα από τα κέντρα της μεγαλουπόλεως που έσφιζε από
ζωή. Τώρα, επικρατεί σιγή νεκροταφείου, ενώ οι κομμουνιστές φρουροί
γιορτάζουν τον μελαγχολικό θρίαμβό τους».
«Συρματοπλέγματα και φρουροί δεν αρκούν. Εργάτες πρέπει να χτίσουν τείχη,
ενώ στρατιώτες φρουρούν. Ο φόβος είναι διάχυτος γιατί, σε κάθε
στιγμή, οι εργάτες ή και αυτοί οι στρατιώτες μπορεί,
αλληλοβοηθούμενοι, να δραπετεύσουν στο Δυτικό Βερολίνο».
«Πήδημα στο σκοτάδι.
Οδός Ντρέσντενερ 114- ένα σπίτι, σαν χιλιάδες άλλα, κατά μήκος της
μεθορίου... από τον τρίτο όροφο, ένας άνδρας 58 χρονών φθάνει στο
έδαφος, με την βοήθεια ενός σχοινιού, εγκαταλείποντας το σπίτι απ
όπου έφευγε πάντα από την μπροστινή πόρτα. Λίγα δευτερόλεπτα
αργότερα, η αδερφή του, ηλικίας 62 ετών, κρέμεται στο κενό. Είναι
αρκετά δυνατή;... Θα αντέξει το σχοινί;... Θα ακουστούν
πυροβολισμοί; Πέφτοντας, η γυναίκα σπάζει τον δεξιό βραχίονά της.
Και τα δύο αδέλφια πληγιάζουν από το σχοινί, που τους οδηγεί, όμως,
ασφαλώς στην Ελευθερία, ενώ οι συγγενείς τους περιμένουν με
αγωνία... Οδός Ντρέσντενερ 114- ένα σπίτι σαν πολλά άλλα, σ
ολόκληρο τον κόσμο. Η μπροστινή όμως πόρτα, τα παράθυρα του υπογείου
και του πρώτου ορόφου έχουν χτιστεί τελείως από την αποφράδα Κυριακή
της 13ης Αυγούστου 1961. Το σπίτι αυτό βρίσκεται στον
Ανατολικό Τομέα, αλλ η οδός ανήκει στο Δυτικό Βερολίνο. Μέσα σε μια
μόνο νύχτα, στις αρχές Σεπτεμβρίου, δέκα Βερολινέζοι διέφυγαν στην
Ελευθερία, αναρριχώμενοι πάνω σ ένα απλό σχοινί».
«Ο
φύλακας.
Το Ανατολικό Βερολίνο είναι τώρα ένα ένοπλο στρατόπεδο. Οι στρατιώτες
εκτελούν τις διαταγές που τους δίνουν με απροθυμία. Ποια είναι η
πραγματική αποστολή τους; Είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουν βία
για να εμποδίσουν τους συμπατριώτες τους να μετακινηθούν από ένα
τμήμα της Γερμανίας σ ένα άλλο. Καταλαβαίνει ο νέος αυτός τι τον
διατάζουν να κάνει; Καταλαβαίνει ότι η δοκιμασία του Βερολίνου είναι
και δική του δοκιμασία, κι ότι οι αφέντες του είναι υπόδουλοι σε
άλλους αφέντες;
Καταλαβαίνει ότι, τελικά, η Ελευθερία είναι ισχυρότερο όπλο από τα
οπλοπολυβόλα κι ότι κανένα καθεστώς δε μπορεί να στηριχθεί επί
μακρόν με βία και ξιφολόγχες;».
Τι
θέλει ο λαός του Βερολίνου;
Να
φύγουν τα συρματοπλέγματα και τα τείχη.
Να
κυκλοφορεί ελεύθερα σ όλη την πόλη.
Να
ταξιδεύει ελεύθερα προς και από το Βερολίνο.
Αυτοδιάθεση για όλους τους Γερμανούς.
(Γι αυτά τα πανανθρώπινα δικαιώματα συγκεντρώθηκαν μπροστά στο Δημαρχείο
του Δυτικού Βερολίνου 500.000 Βερολινέζοι, στη διαδήλωση της 16ης
Αυγούστου 1961).
«Την
ζωή μας, την περιουσία μας και την ιερή τιμή μας»
«Εξ ονόματος του Αμερικανικού Λαού και του Προέδρου Τζων Φιτζέραλντ
Κέννεντυ, ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος Λύντον Τζόνσον ήρθε στο Βερολίνο
και δήλωσε, κατά τον πλέον επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο: «Για
την επιβίωση και το δημιουργικό μέλλον της πόλεως αυτής εμείς, οι
Αμερικάνοι, έχουμε υποσχεθεί ουσιαστικά, αυτό που υποσχέθηκαν οι
πρόγονοί μας, όταν ίδρυσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες- «την ζωή μας, την
περιουσία μας και την ιερή τιμή μας». Το πυκνό πλήθος των
Βερολινέζων αισθάνθηκε ρίγος συγκινήσεως, γιατί πολλοί αναγνώρισαν
σ αυτά του ακριβώς τα λόγια τις συγκλονιστικές και αιώνιες αλήθειες
της Αμερικανικής Διακηρύξεως της Ανεξαρτησίας».
«Πόλεμος κατά της Ειρήνης.
Οι πολίτες του Δυτικού Βερολίνου είναι άοπλοι. Οι αστυνομικές δυνάμεις τους
δεν μπορούν να τους προασπίσουν από στρατιωτικές επιθέσεις. Οι
πολίτες μπορούν ν αμυνθούν μόνο με τα όπλα της Λίθινης Εποχής τις
πέτρες. Φράκτες όμως και τείχη δεν φτιάχνουν καλούς γειτόνους. Οι
εξοργισμένοι Βερολινέζοι ονόμασαν ήδη την απάνθρωπη αυτή επίθεση
κατά των βασικών ελευθεριών του ατόμου «Τείχος της Ντροπής».
ʼρματα μάχης απειλούν από την Ανατολή. Τα κανόνια τους είναι στραμμένα προς
τη Δύση, απ όπου όμως εκφράζεται η απόφαση να προασπιστεί η
Ελευθερία.
1961 Γάμος στο Βερολίνο: η νύφη, οι προσκαλεσμένοι, τα τείχη κι η μητέρα
που δεν μπόρεσε να έρθει στο γάμο...
Το χέρι και το δαχτυλίδι της μάνας. Για τον κόσμο, παράβαση του νόμου. Για
τη νύφη, ημέρα δακρύων.
«Στο Βερολίνο γίνονται 30.000 γάμοι το χρόνο. Σχεδόν κάθε ζευγάρι έχει
συγγενείς και φίλους σ όλη την πόλη. Στη φωτογραφία, η μάνα είναι
αποκλεισμένη στον Ανατολικό Τομέα. Πριν χτισθούν τα τείχη, οι
Βερολινέζοι μπορούσαν να συναντηθούν σ οποιοδήποτε μέρος του
Βερολίνου. Τώρα, όμως, ανηλεή τα τείχη, δεν επιτρέπουν καμμιά
εξαίρεση, ούτε και την ημέρα του γάμου. Καμμιά φορά μπορεί κανείς ν
ανταλλάξει μια χειραψία πάνω από τα τείχη. Συνήθως, όμως, μπορεί
κανείς να δει και να χαιρετίσει τη νύφη μόνο από μακρυά, κατά την
σημαντικότερη ημέρα της ζωής της, σαν αποχαιρετά την μητέρα της,
κοιτάζοντάς την με τα κυάλια».
«Τα
Μακρά Τείχη της Αθεΐας».
«Τώρα, ακόμα κι οι εκκλησίες έχουν απομονωθεί από τείχη κι οι Βερολινέζοι
δεν μπορούν πια να συγκεντρωθούν για να προσευχηθούν ειρηνικά. Η
επιγραφή «Κι όμως είμαστε όλοι αδέλφια» παραμένει σαν μια πικρή
ειρωνεία. Η απελπισία έχει κυριεύσει πολλές ψυχές. Η πλημμύρα των
προσφύγων σταματά, ενώ αυξάνει συνεχώς ο αριθμός των αυτοκτονιών».
«Οδός Μπερνάουερ 48, επί της διαχωριστικής γραμμής... Από τον τρίτο όροφο
του σπιτιού, η Ίντα Ζίκμαν, 59 ετών, έριξε ένα στρώμα στο
πεζοδρόμιο. Όταν όμως επιχείρησε το μεγάλο κι επικίνδυνο πήδημα, που
θα την οδηγούσε στην Ελευθερία, έπεσε λίγο πιο έξω, πάνω στο γυμνό
λιθόστρωτο κι έμεινε στον τόπο. Τελευταία ελπίδα-τραγικό τέλος».
«Μια
γριούλα δείχνει το κουράγιο της».
«Η μια δραματική φυγή διαδέχεται την άλλη, κατά μήκος της ζοφερής μεθορίου.
Εδώ, μια γριούλα 77 χρονών κατεβαίνει, τρέμοντας, στο περβάζι. Κάτω,
πυροσβέστες του Δυτικού Βερολίνου κρατούν δίχτυ και της φωνάζουν να
πηδήσει. Εκείνη διστάζει. Τρεις κομμουνιστές την τραβούν πίσω, από
το αδύναμο χέρι της. Από το κάτω παράθυρο, ένας εργάτης του Δυτικού
Βερολίνου την κρατά γερά από τα πόδια. Η καλή τύχη και ο νόμος της
βαρύτητας τη σώζουν και της χαρίζουν την Ελευθερία. Αφού εργάστηκε
μια ολόκληρη ζωή, η γριούλα αυτή απαρνήθηκε όλα τα υλικά αγαθά. Με
κάποια πίκρα, αλλά αποφασιστικά εγκαταλείπει τα πάντα- εκτός από τη
γάτα της».
«Το
κενό θρανίο».
«Σήμερα, ένα παιδί απουσιάζει από την τάξη του κι αυτό γίνεται κάθε ημέρα,
παντού όπου γίνεται «σκασιαρχείο». Εδώ, όμως, ο 12ετής μαθητής της 5ης
τάξεως ενός σχολείου στο Δυτικό Βερολίνο, ο Έρβιν Σβάμπε, απουσίασε
για «στρατιωτικούς λόγους». Ο Έρβιν ζει σε μια γωνιά του Δυτικού
Βερολίνου, που λέγεται «Αποθήκη Πάγου», επειδή υπήρχε εκεί κάποτε
μια τέτοια μεγάλη αποθήκη. Η μικρή αυτή συνοικία συνδέεται με την
πόλη του Βερολίνου μόνο μ ένα στενό δρόμο. Την Δευτέρα, 14
Αυγούστου, αστυνομικοί και στρατιώτες της Ανατολικής Ζώνης
τρομοκράτησαν τους πολίτες που πήγαιναν στα ειρηνικά τους έργα, στον
δρόμο αυτό. Ο Έρβιν φοβήθηκε κι έμεινε σπίτι του. Την άλλη ημέρα,
όμως, οι δάσκαλοι και οι συμμαθητές του ειδοποίησαν τις Αρχές του
Δυτικού Βερολίνου, που ζήτησαν βοήθεια από τις Βρετανικές Δυνάμεις.
Τώρα, κάθε πρωί και απόγευμα, ο Έρβιν οδηγείται από το σπίτι στο
σχολείο κι από το σχολείο στο σπίτι, περήφανος για την προστασία
ενός βρετανικού άρματος μάχης, που τον ακολουθεί».
1961: Ένα άρμα μάχης προστατεύει τον Έρβιν, όταν πηγαίνει σχολείο κι όταν
επιστρέφει. Όταν γεννήθηκε, πριν 12 χρόνια, τα συμμαχικά αεροπλάνα
του έφεραν το πρώτο κονιοποιημένο γάλα, κατά την «αερογέφυρα».
«Πριν αποκλεισμός, τώρα συρματοπλέγματα και άρματα μάχης. Τι άλλο θα δεις,
άραγε μικρέ μου... Χιλιάδες Γερμανόπουλα, που ζουν σε ακραίες
συνοικίες του Βερολίνου, δεν έχουν πια δικαίωμα εισόδου στην πόλη.
ʼραγε, για πόσο καιρό;»
«Φυλακή; Στρατόπεδο Συγκεντρώσεως; Όχι. Αυτά είναι τα νέα τείχη
μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού Βερολίνου.
Το Ανατολικό Βερολίνο έγινε μια τεράστια φυλακή. Τη νύχτα, από τους ζοφερούς
πύργους των φυλακίων, οι προβολείς φωτίζουν πολλά χιλιόμετρα
συρματοπλεγμάτων και παγίδων θανάτου, όπως κατά μήκος της
εικονιζόμενης Διώρυγας Τέλτοβ. Τα νέα τείχη δε χωρίζουν μόνο τους
ζωντανούς μεταξύ τους, αλλά και τους ζωντανούς από τους προσφιλείς
νεκρούς τους. Τελευταία, πέθανε μια γυναίκα στο Ανατολικό Βερολίνο.
Η αδελφή της στο Δυτικό Βερολίνο δεν μπόρεσε να πάει ούτε στη
νεκρώσιμη ακολουθία, ούτε στην κηδεία, στο Νεκροταφείο «Αγία Σοφία»,
στο Ανατολικό Βερολίνο. Το νεκροταφείο αυτό βρίσκεται πάνω στην
μεθόριο, αλλ οι τοίχοι του χτίστηκαν τόσο ψηλά ώστε να μη βλέπει
κανείς μέσα. Γι αυτό, ένας φωτογράφος ανέβηκε σ ένα στύλο, για ν
απαθανατίσει την κηδεία, για χάρη της αδελφής της νεκρής, που
περιμένει κάτω».
«Ο
επιμένων νικά- ένας σύγχρονος Ρωμαίος σώζει την Ιουλιέττα του.
«Έρως ανήκατε μάχαν», ακόμη και σήμερα. Ένας νέος κόβει τα συρματοπλέγματα,
για να σώσει την αγαπημένη του, που είναι αποκλεισμένη στο Ανατολικό
Βερολίνο. Ένα μέλος της «Λαϊκής Αστυνομίας» παρακολουθεί τη σκηνή-
ένας άνθρωπος με τουφέκι, αλλά και με καρδιά. Λίγα λεπτά αργότερα, η
κοπέλα βγαίνει, έρποντας, από το κρησφύγετό της, και περνά μέσα από
το άνοιγμα. Η τελευταία εικόνα δεν είναι απλώς φωτογραφία- είναι ένα
σύμβολο ανθρωπιάς. Οι Γερμανοί, όπου κι αν βρίσκονται, είτε στην
Ανατολική είτε στη Δυτική Γερμανία, ανήκουν σ ένα και μόνο λαό, που
θέλει να παραμείνει ενωμένος».
«Όσοι
δραπετεύουν δολοφονούνται στην αποβάθρα.
Όσοι
δε θέλουν να γίνουν δολοφόνοι αναγκάζονται να δραπετεύσουν.
Ο 24ετής Γκύντερ Λίτφιν ζήτησε μάταια να διαφύγει στον Ελεύθερο Κόσμο,
κολυμπώντας στο Λιμένα Χούμπολτ προς το Δυτικό Βερολίνο. Ήταν ένας
από τους 52.000 κατοίκους του Ανατολικού Βερολίνου που, ως τις 13
Αυγούστου, μπορούσαν ν ασκήσουν το νόμιμο δικαίωμα να εργάζονται
στο Δυτικό. Οι κομμουνιστές φρουροί τον πυροβόλησαν, ενώ κολυμπούσε.
Έτσι, πλήρωσε με τη ζωή του τη νόμιμη επιθυμία του να πάει στη
δουλειά του. Η διαταγή να πυροβολεί τους άοπλους πολίτες δόθηκε και
στον εικονιζόμενο 19ετή Λοχία της Λαϊκής Αστυνομίας. Μη θέλοντας να
γίνει σφαγέας, διακινδυνεύει τη ζωή του, πηδώντας πάνω από τα
συρματοπλέγματα. Κάθε ημέρα, από την Κυριακή της 13ης
Αυγούστου, πάνω από δώδεκα άνδρες των ενόπλων δυνάμεων διαφεύγουν
στο Δυτικό Βερολίνο».
«Τρεις νεαροί κάτοικοι του Ανατολικού Βερολίνου διέφυγαν πέφτοντας μ ένα
φορτηγό αυτοκίνητο πάνω στα τείχη, που έσπασαν σ εκατό κομμάτια-
αυτά τα τείχη που χτίστηκαν για να χωρίσουν τον κόσμο. Τα τείχη
πρέπει να γκρεμιστούν. Υπάρχει μόνο ένα Βερολίνο, και υπάρχει μόνο
μια Γερμανία».
|