Η τουρκική
παρουσία στα Βαλκάνια
Του Φάνη Μαλκίδη
Αντίβαρο, Μάρτιος
2006
1. Το τέλος του
ψυχρού πολέμου και η τουρκική επανασύνδεση με τα Βαλκάνια
Οι μεγάλες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές στις χώρες
της Χερσονήσου του Αίμου, δημιούργησαν νέες συνθήκες τις οποίες
έσπευσε να επωφεληθεί η Τουρκία. Στην πρώτη περίοδο που ακολούθησε
την πτώση των καθεστώτων στην περιοχή, δημιουργήθηκε από την
τουρκική πολιτική ένα πλαίσιο επανασύνδεσης με το οθωμανικό
παρελθόν, με τους τουρκικούς πληθυσμούς και τις ομόθρησκες
κοινότητες. Στην Αλβανία δόθηκαν ενισχύσεις για την επιστροφή του
πληθυσμού προς το Ισλάμ, με την επισκευή, ανακατασκευή χώρων
λατρείας που υπενθύμιζαν την οθωμανική κληρονομιά. Ταυτόχρονα με
τουρκική παρότρυνση η χώρα έγινε μέλος της Ισλαμικής Διάσκεψης, ενώ
υλοποιήθηκαν προγράμματα στρατιωτικής, οικονομικής και άλλων μορφών
συνεργασίας. Στην πρώην Γιουγκοσλαβία- με εξαίρεση τις δημοκρατίες
όπου ο χριστιανικός πληθυσμός υπερτερεί- η Τουρκία αναλαμβάνει να
διεκπεραιώσει την πολιτική προστασίας των τουρκικών-μουσουλμανικών
πληθυσμών. Αυτό έγινε γνωρίζοντας το άτοπο του επιχειρήματος την ώρα
που οι συγκρούσεις με ισλαμικές δυνάμεις (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ)
και άλλες ομάδες (αλβανικό κίνημα) ήταν ορατές. Στη Βουλγαρία, οι
τουρκικές κινήσεις στην πρώτη περίοδο μετάβασης ήταν πιο επιθετικές
αφού το καθεστώς Ζίφκοφ υπεύθυνο (;) για τη φυγή χιλιάδων Τούρκων
είχε καταρρεύσει και τώρα υπήρχε ελευθερία πολιτικής δράσης από την
τουρκική πλευρά. Τα νέα βουλγαρικά δεδομένα άνοιξαν το δρόμο στην
Τουρκία, η οποία με όπλο την κρίσιμης σημασίας πληθυσμιακή μάζα
Τούρκων και μουσουλμάνων (Πομάκοι, Ρομά), συμμετείχε στις διάφορες
κυβερνήσεις συνασπισμού καταλαμβάνοντας καίριους υπουργικούς θώκους.
Στη Ρουμανία, όπως και στη Μολδαβία, μπορεί η παρουσία της Τουρκίας
να περιορίζεται στην οικονομία, ωστόσο δεν παύει να ενδιαφέρεται για
τους εκεί τουρκικούς ή τουρκόφωνους πληθυσμούς.
2. Η Τουρκία και τα
Βαλκάνια μετά το 1999
Η δεύτερης περίοδος
της τουρκικής πολιτικής στα Βαλκάνια, η οποία ξεκινά με την νατοϊκή
επέμβαση το 1999 στη Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο- δεν παραγνωρίζουμε
ωστόσο τη σημασία που έχει η συμφωνία του Ντεύτον για τη Βοσνία-
Ερζεγοβίνη που δημιουργεί ένα μουσουλμανικό κράτος- ανοίγει ένα νέο
κύκλο. Η τουρκική συμμετοχή στις ειρηνευτικές δυνάμεις στην Αλβανία,
στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ), στη
Βοσνία- Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο, δημιουργεί νέα δεδομένα για
την Τουρκία, η οποία εκτός από τους προφανείς στόχους της εκάστοτε
συμμαχικής αποστολής επιδιώκει να συνδεθεί στενά με παλιές και νέες
δυνάμεις, στο συμβολικό και στο πολιτικό πεδίο (Πρίστινα). Ακόμη και
όταν αυτές δεν υπάρχουν τις εφευρίσκει στηριζόμενη στις θρησκευτικές
παραδόσεις ( Ελμπασάν, Νόβι Παζάρ).
Στην Αλβανία παρά
το γεγονός ότι ο πληθυσμός δεν έχει καθορίσει τη σχέση του με το
Ισλάμ, εντούτοις η έντονη τουρκική παρουσία ανοίγει δρόμους
συνεργασίας. Η ναυτική συνεργασία στο Πασαλιμάνι (Αυλώνα), η
κατασκευή υποδομών και η πολιτική δράση είναι μερικά δείγματα της
τουρκικής παρουσίας. Στη Βοσνία -Ερζεγοβίνη η σύνθεση της
ομοσπονδίας συγκροτεί ένα φιλικό περιβάλλον για τις τουρκικές
δυνάμεις οι οποίες με τη σειρά τους διαμορφώνουν ένα πλαίσιο
ελεύθερης δράσης. Το Σαράγιεβο είναι το κέντρο αυτών των κινήσεων,
οι οποίες λαμβάνουν και συμβολικό χαρακτήρα με τον υπερβάλλοντα
τουρκικό ζήλο για την εξιχνίαση πτυχών του πολέμου (Σεμπρένιτσα) και
για τη σύλληψη των Κάραζιτς και Μπλάντιτς.
Στην πΓΔΜ η
συμφωνία της Αχρίδας έδωσε το δικαίωμα στην Τουρκία να παρεμβαίνει
και τυπικά εκεί όπου άλλοτε οι δυνάμεις της αναλωνόταν σε μυστικές
κινήσεις. Το γεγονός ότι η συμφωνία επιτρέπει σε 16 από τους 81
δήμους της χώρας να υψώνεται η τουρκική σημαία, δεν έχει μόνο
σημειολογικά χαρακτηριστικά. Η τουρκική παρουσία στη χώρα αποκτά
πλέον άλλη δυναμική, η οποία διαπιστώνεται και από τη θέση των
τουρκικών πληθυσμών στα Σκόπια και σε άλλες πόλεις και περιοχές
(Κουμάνοβο, Τέτοβο, Μοναστήρι όπου και το μουσείο του Μουσταφά
Κεμάλ). Στη Βουλγαρία η διαχρονική παρουσία στα πολιτικά δρώμενα της
τουρκικής μειονότητας επιτρέπει στην Τουρκία να δίνει πιο
συγκεκριμένο χαρακτήρα στη δράση της. Αρχηγοί κομμάτων, βουλευτές,
δήμαρχοι, μουφτήδες, και άλλοι παράγοντες της βουλγαρικής πολιτικής
ζωής- χριστιανοί και μουσουλμάνοι- είναι προσανατολισμένοι προς την
Τουρκία, αφού η σημερινή κατάσταση δεν επιτρέπει άλλες απόψεις. Η
διαρκής συμβολή της τουρκικής μειονότητας σε όλες τις μεταβατικές
κυβερνήσεις της Βουλγαρίας, συνιστούν ένα δεδομένο που δεν μπορεί να
αλλοιωθεί, αντίθετα η τουρκική παρουσία ενισχύεται και αποκτά
μεγαλύτερες διαστάσεις και σε περιοχές χωρίς τουρκικούς ή
τουρκόφωνους πληθυσμούς (κεντρική και βόρεια Βουλγαρία). Στη
Ρουμανία και τη Μολδαβία, οι Ταταρικοί πληθυσμοί στην πρώτη και οι
Γκαγκαούζοι στη δεύτερη δίνουν μία δυναμική, αλλά προς στιγμήν έχουν
τη θέση της εφεδρείας στον τουρκικό σχεδιασμό. Ωστόσο δεν
παραγράφονται και γι΄ αυτό και συχνά- πυκνά γίνονται (και εκεί)
αναφορές για τα δικαιώματά τους. Στη Σερβία- Μαυροβούνιο και το
Κοσσυφοπέδιο η τουρκική θέση έχει τρεις συγκεκριμένους στόχους: Την
περιοχή του Νόβι Παζάρ στη Σερβία, τους ελάχιστους μεν διακριτούς δε
τουρκικούς πληθυσμούς, ελάχιστη έστω παρουσία στο Μαυροβούνιο και τη
δράση στη νέα πολιτική σκηνή της Πρίστινα των τουρκικών πληθυσμών
και των προσκείμενων σ αυτούς κομμάτων. Μπορεί στη Σερβία και το
Μαυροβούνιο η Τουρκία να μη θέλει να οδηγήσει τις διμερείς σχέσεις
σε αντιθέσεις, ωστόσο θέλει να παρακολουθεί την κατάσταση. Στο
Κοσσυφοπέδιο όμως, εκεί όπου οι τάσεις και τα συμφέροντα
διασταυρώνονται κατά αξεδιάλυτο τρόπο, προσδοκά την επόμενη ημέρα να
έχει αναβαθμισμένο ρόλο, τόσο από την πλευρά της συμβολής στην
επιχείρηση του ΝΑΤΟ -ΟΗΕ, όσο και από πλευράς παρέμβασης στα
πολιτικά πράγματα και τους θεσμούς. Βεβαίως η τουρκική θέση μπορεί
να περιπλέκεται από την αναβλητικότητα της διεθνούς κοινότητας για
το καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου, η Τουρκία όμως επιθυμεί παρά το
κόστος- οικονομικό και πολιτικό- να έχει παρουσία.
Το άλλο σκέλος της
σημερινής παρουσίας της Τουρκίας στα Βαλκάνια αφορά την οικονομία.
Είναι γεγονός ότι τα τουρκικά προϊόντα έχουν τοποθετηθεί σε όλην τη
Βαλκανική δημιουργώντας ένα ισχυρό πλέγμα οικονομικής δύναμης. Και
εδώ δε γίνεται λόγος μόνο για χώρες και περιοχές με διακριτές τις
τουρκικές επιδράσεις σ΄ αυτές ήδη από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου
και τα πρώτα μεταβατικά χρόνια (Σαράγιεβο, Σκόπια, Γκαγκαουζία -
Μολδαβία, νότια Βουλγαρία, Αλβανία), αλλά και για νέες (Σερβία μετά
το 1999). Στην οικονομική παρέμβαση θα πρέπει να προστεθεί και αυτή
που στοχεύει στην πολιτική παρουσία της Τουρκίας. Οι «πυραμίδες»
στην Αλβανία, οι οποίες συγκέντρωσαν τις αποταμιεύσεις όλων σχεδόν
των Αλβανών πολιτών είχαν άμεση σχέση με την Τουρκία. Η μεγαλύτερη
εξ΄ αυτών των παρατραπεζών ήταν τουρκικών συμφερόντων και επικεφαλής
της ήταν ο αρχηγός των αλβανικών μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος
κατέφυγε διωκόμενος στην Τουρκία. Ακόμη η τουρκική οικονομική
παρουσία στην Αλβανία επικεντρώνεται στο οργανωμένο έγκλημα και
ιδιαίτερα στη διακίνηση ναρκωτικών, αφού Τουρκία και Αλβανία
διακινούν σχεδόν το 90% της ηρωίνης και το 80% του χασίς.
Στη Βουλγαρία, οι
ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις καταλήγουν σε τουρκικές πολυεθνικές,
οι οποίες είτε προσδοκούν να λειτουργήσουν μονοπωλιακά σε μία
οικονομία υπό ένταξη στην ΕΕ., ενώ στη Μολδαβία η θρησκευτική
παράμετρος και η κοινή γλώσσα ωθούν το τουρκικό κράτος αφενός να
επενδύει σε επισφαλή εγχειρήματα από πλευράς οικονομίας, αφετέρου να
προσδοκά πολιτικά οφέλη.
Η άλλη παράμετρος
της τουρκικής παρουσίας στα Βαλκάνια σχετίζεται με την πολιτική
δράση της. Γνωρίζοντας ότι ο χώρος πάντοτε αποτελούσε μία
ιδιαιτερότητα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, η Τουρκία συμπεριφέρεται με
μεγάλη συμπάθεια και ζήλο για τους τουρκικούς πληθυσμούς,
συναισθήματα που κορυφώνονται με την έναρξη των ένοπλων συγκρούσεων.
Γρήγορα όμως αντιλαμβάνεται ότι διαπράττει τα ίδια λάθη όπως και
αλλού στην περίοδο μετάβασης (μουσουλμανικές δημοκρατίας της τ.
ΕΣΣΔ) και κινούμενη προσεκτικότερα δημιουργεί εκείνες τις συνθήκες
για συμμαχίες, κοινές πορείες και στρατηγικές, με δυνάμεις που
επιδιώκουν μία πιο «διακριτική» προώθηση των συμφερόντων της. Έτσι
δεν όξυνε τα πολιτικά πάθη ούτε στη Βουλγαρία, παρότι το τουρκικό
κόμμα έχει τον κεντρικό ρόλο, ούτε ζήτησε καλύτερη μεταχείριση από
τη διοίκηση των ειρηνευτικών δυνάμεων στα Βαλκάνια για να έχει την
καλύτερη γι΄ αυτήν θέση. Γνωρίζοντας τις νέες συνθήκες επιζητεί την
ισχυρή παρουσία αποφεύγοντας τις εντυπωσιακές ενέργειες που
χαρακτήριζαν την πρώτη χρονική φάση μετά την πτώση των βαλκανικών
καθεστώτων (περιοδεία Οζάλ το 1993).
3.Ορισμένες
διαπιστώσεις
Η σημερινή τουρκική
παρουσία στα Βαλκάνια αποτελεί σημαντική παράμετρος για τις
εξελίξεις στην περιοχή, όχι βεβαίως καταλύτης όπως είναι η παρουσία
των ΗΠΑ και της ΕΕ, αλλά παραμένει εξαιρετικής σημασίας. Και αυτό
παρατηρείται όχι μόνο στο πεδίο της επιβίωσης των τουρκικών
πληθυσμών, της θρησκευτικής συγγένειας ή της οικονομικής διείσδυσης,
αλλά κυρίως στο πεδίο της δραστηριότητας, του προγραμματισμού και
των πολιτικών αποτελεσμάτων. Μείγμα της τουρκικής πολιτικής που το
ένα της μάτι είναι στραμμένο προς τη Δύση, και το άλλο στα Βαλκάνια,
αφού δεν παύει να ανήκει στην περιοχή και η ασφάλειά της να
εξαρτάται από την εξέλιξη αυτής της περιοχής που αποτελείται από
αδύναμα κράτη. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι τα Βαλκάνια παραμένουν
προβληματική ζώνη και παρεμβαίνει εκεί όπου νομίζει ότι απαιτείται ή
το επιβάλλει η ιστορία της και ο ρεαλισμός. Στο θεσμικό ζήτημα της
πΓΔΜ, στο Κοσσυφοπέδιο των εύθραυστων θεσμών, στο Μαυροβούνιο του
διλήμματος της ανεξαρτησίας ή της ενσωμάτωσης στη Σερβία, στη
Βοσνία- Ερζεγοβίνη των άλυτων προβλημάτων, στη Βουλγαρία και τη
Ρουμανία της ΕΕ, στην Αλβανία του «άλυτου» εθνικού ζητήματος.
Είναι πλέον σήμερα
προφανές ότι η τουρκική πολιτική εκτός από την κουρδική, ευρωπαϊκή,
ασιατική και αμερικάνικη διάστασή της έχει και βαλκανική. Διακριτή
και συγκεκριμένη.
|