Ο εκ Λευκωσίας κίνδυνος...
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής, Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση
Αντίβαρο, Ιούλιος 2006
Τον τελευταίο καιρό συστηματικά και σε πολλά έντυπα -μερικά στο ΒΗΜΑδημοσιεύονται κείμενα, των οποίων οι συγγραφείς ισχυρίζονται, μεταξύ άλλων, ότι υπάρχουν στην Αθήνα οργανωμένες ομάδες που διαθέτουν(sic) «ακαδημαϊκούς, διανοούμενους, εταιρείες δημοσκοπήσεων και χρήματα», και οι οποίες, ομάδες, κατορθώνουν να ποδογετούν την ελληνική πολιτική ηγεσία και την ελληνική κοινή γνώμη. Ο σκοπός αυτών των δημοσιευμάτων δεν είναι προφανής. Αποκορύφωμα αυτών των αναλύσεων είναι σίγουρα το κείμενο του συντάκτη σας Α. Παπαχελά στο έγκριτο ΒΗΜΑ, 2.7.2006, σ. 14. Ανάλογη και χαρακτηριστική ήταν επίσης η επιφυλλίδα του κ Πρετεντέρη στο ΒΗΜΑ 11.6.2006. Καταρχάς, θα ήθελα να τονίσω το αυτονόητο, ότι δηλαδή τέτοιες ισοπεδωτικές και εξ αντικειμένου αθεμελίωτες γενικεύσεις που ουσιαστικά δολοφονούν τον χαρακτήρα οποιουδήποτε διαφωνεί με τους συντάκτες ή τους ομοϊδεάτες τους, είναι μια ανεπίτρεπτη μέθοδος που δεν συνάδει μ ένα πολιτισμένο δημόσιο διάλογο. Νομίζω ότι θα συμφωνήσετε, κύριε διευθυντά, ότι η δυνατότητα μόνιμης πρόσβασης στα μέσα ενημέρωσης τα οποία στις δημοκρατίες είναι δημόσιο αγαθό και όχι προνομιακό μέσο προληπτικής δολοφονίας χαρακτήρων ή λογοκρισίας δεν μπορεί να μετατρέπεται σε εργαλείο εξουδετέρωσης ορθολογιστικών και ορθότερων απόψεων χωρίς τις οποίες η πολιτική συζήτηση είναι ελλειμματική. Ο κ Παπαχελάς θα μπορούσε να απαντήσει στα επιχειρήματα που ακολουθούν για να του ανταπαντήσω. Συνολικά, όπως θα υποστηρίξω πιο κάτω, πέραν των αβάσιμων ισχυρισμών για το «κυπριακό λόμπι» εκτιμώ ότι προσβάλλει την ελληνική κοινωνία, τους αγωνιστές της ελευθερίας, την ιστορική αλήθεια και τον κοινό νου. Ευελπιστώ ότι ο κ Παπαχελάς καλόπιστα θα παραδεχθεί το αβάσιμο πολλών ισχυρισμών, κάτι το οποίο αν κάνει νομίζω ότι θα εκτιμηθεί από πολλούς. Ακολουθούν σύντομα σχόλια και θα επανέλθω αν χρειαστεί.
Πρώτον, η θεώρηση του κ Παπαχελά για τον αγώνα της ΕΟΚΑ είναι συμβατική και λανθασμένη. Υπεραπλουστευτικά γράφει ότι το κυπριακό λόμπι την δεκαετία του 1950 «δημιούργησε συνθήκες μαζικής υποστήριξης του αγώνα της ΕΟΚΑ στην Ελλάδα». Έτσι, ενοχοποιεί ευθέως την ελλαδική κοινωνία για την υποστήριξη του αγώνα ελευθερίας εκατοντάδων χιλιάδων ελλήνων κατά των φασιστών αποικιοκρατών την περίοδο 1955-59. Ήταν δηλαδή λάθος η αξίωση ελευθερίας και δημοκρατίας; Διέπραξαν λάθος οι απανταχού έλληνες που τον υποστήριξαν; Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των κυπρίων ήταν ένας ηθικά αμάχητος αγώνας ελευθερίας. Αποτελεί προσβολή για την ελλαδική κοινωνία και τους απανταχού έλληνες ο ισχυρισμός πως η εκ μέρους τους υποστήριξη αυτού του αγώνα ήταν «λάθος» οφειλόμενο σε κάποιο λόμπι κυπρίων (που σε κάθε περίπτωση και αυτοί έλληνες ήσαν και έλληνες είναι) που τους μετέτρεψε σε
υπέρ ελευθερίας πιόνια.
Δεύτερον, ο κ Παπαχελάς δεν εκτιμά ορθά την αδυναμία της Ελλάδας, τον ρόλο της εξάρτησης και το γεγονός ότι για τα μεγάλα λάθη ευθύνεται κυρίως η Αθήνα. Αντ αυτού ενοχοποιεί ένα φανταστικό κυπριακό λόμπι που συνδέει με την σημερινή εποχή. Χαρακτηριστική περίπτωση μεγάλων λαθών ή παραλείψεων είναι, για παράδειγμα η εκ μέρους των Αθηνών αποδοχή της τριμερούς το 1955 γεγονός που όπως αναφέρει ο ίδιος ο Μακμίλλαν άφησε κατάπληκτους τους ʼγγλους. Η παντελής διπλωματική αδυναμία της μητρόπολης να θερίσει τους καρπούς του ηρωικού αγώνα ελευθερίας όταν η κυπριακή πολιτική ηγεσία ήταν εξόριστη, εξάλλου, οδήγησε στην συμφωνία της Ζυρίχης. Αν και στρατηγικός δρων στην σχέση Αθήνας-Λευκωσίας, η Αθήνα ούτε πέτυχε καλύτερη συμφωνία ούτε αρνήθηκε να την υπογράψει. Η Ζυρίχη, εξ αντικειμένου, ήταν καταστροφική. Ενσαρκώνει την πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή της βρετανικής στρατηγικής «διαίρει και βασίλευε» και την πιο έξυπνη μεταποικιακή ρύθμιση που διαιωνίζει νεοποικιακά ερείσματα όπως οι στρατιωτικές βάσεις και οι βρετανικές ενέργειες κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλων κρατών της περιοχής. Αντί λοιπόν να επικριθεί η εν γένει ελλαδική αδυναμία οικοδόμησης ορθολογιστικών και αποτελεσματικών διπλωματικών επιλογών, ο συντάκτης σας επικρίνει τον Μακάριο ως ανακόλουθο γιατί μετά από μια συνομιλία στο πόδι με τον Καραμανλή άλλαξε άποψη την επομένη.
Τρίτον, ο συντάκτης σας με άλματα συλλογισμών και ανακριβών επιχειρημάτων κόβει, ράβει και χαρακτηρίζει. Για παράδειγμα, ευθύγραμμα και ισοπεδωτικά ταυτίζει τους Παπαδόπουλο και Γεωρκάτζη (δύο εξ αντικειμένου διαφορετικές ιστορικές προσωπικότητες, εκτός και αν η ταύτιση είναι εξ
αγχιστείας, μιας και ο δεύτερος παντρεύτηκε την σύζυγο του πρώτου όταν δολοφονήθηκε). Ακόμη, επικρίνει δριμύτατα τον νεαρό τότε Τάσσο Παπαδόπουλο (συνοδεύοντας τις κρίσεις με χαρακτηρισμούς όπως «συνωμοτικός» και «κρυψίνους» με συνειρμούς στις σημερινές πολιτικές συνθήκες) γιατί επέδειξε ευθυκρισία και ορθολογισμό με την τοποθέτησή του κατά της Ζυρίχης. Γιατί όμως «κρυψίνους» ή «συνωμοτικός» μιας και η αυτή η τιμητική για τον Τάσσο δεν είναι μυστική αλλά πασίγνωστη!
Τέταρτον, ο συντάκτης σας ή δεν γνωρίζει την κυπριακή πραγματικότητα ή για κάποιο λόγο την παρουσιάζει στρεβλά. ʼλλο η ιστορική ανεκδοτολογία και άλλο η διυποκειμενική ιστορική αλήθεια. Ο συντάκτης λοιπόν φαίνεται να μην έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ δεν ήταν τυχάρπαστοι ή αλήτες. Όταν στην συνέχεια μερικοί από αυτούς έγιναν πολιτικοί ηγέτες μπορεί να διέπραξαν ανθρώπινα λάθη αλλά δεν μπορεί κάποιος να γενικεύει αβάσιμα και να μειώνει άδικα τους συντρόφους των Αυξεντίου, Μάτση, Παλληκαρίδη και άλλων που θυσιάστηκαν τραγουδώντας ύμνους υπέρ της ελευθερίας και της Ελλάδας. Ας μην το ξεχνάμε αυτοί είναι και η τελευταία εκδοχή ελλήνων ηρώων της ελευθερίας (Ο «Τάσσος» είναι ένας εξ αυτών και γι αυτό ίσως μπόρεσε να πει το μεγάλο «ΟΧΙ»). Για παράδειγμα, αποτελεί διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας η ισοπεδωτική ταύτιση των επιφυλάξεων πολλών κυπρίων για την ελληνική διπλωματία λόγω αδυναμίας των Αθηνών (διαμάχες 1960-66 και δικτατορία 1967-74) με κάποια φανταστική μεγάλη «πολιτική κάστα» κυπρίων ηγετών που δήθεν προτιμούσαν ανεξάρτητο κυπριακό κράτος αντί ένωσης. Είναι ένα πράγμα οι προαναφερθείσες δικαιολογημένες επιφυλάξεις λόγω προβλημάτων της Ελλάδας και άλλο η ολιγομελής ομάδα των «νεοκυπρίων» τα μέλη της οποίας υποστήριζαν δημιουργία «κυπριακής συνείδησης» και πολιτισμική-πολιτική αποστασιοποίηση από την Ελλάδα. Για λόγους ιστορικής αληθείας, είναι αναγκαίο να μάθουν όσοι από τους αναγνώστες σας δεν το γνωρίζουν, αφενός, ότι παρά τις προσπάθειες δεκαετιών των βρετανών να καλλιεργήσουν «κυπριακή συνείδηση» η ομάδα αυτή παρέμεινε ολιγομελής και ασήμαντη (30-40 άτομα), και αφετέρου, ότι οι πιο κραυγαλέοι «νεοκύπριοι» είναι ελλαδίτες που όλως περιέργως συχνά σπεύδουν ασμένως να στηρίξουν με φανατισμό τις ξένες προσπάθειες συνειδησιακής αποδυνάμωσης των κυπρίων (αν υπάρχει αμφιβολία δεν έχετε παρά να μου προσφέρετε 1-2 σελίδες στο έγκριτο έντυπό σας για να θεμελιώσω αυτό τον ισχυρισμό με πλήθος παραπομπών και παραθεμάτων).
Πέμπτον, ο συντάκτης σας δεν ακριβολογεί όσον αφορά το σχέδιο ʼτσεσον. Είναι κοινώς γνωστό σε κάθε πληροφορημένο και καλόπιστο παρατηρητή, ότι η άρνηση του Μακαρίου έσωσε τους έλληνες από διχοτόμηση και στρατηγική κατάληψη της Κύπρου από την Τουρκία την δεκαετία του 1960 (το ότι αυτό συντελέστηκε αργότερα λόγω λαθών των στρατοκρατών της Αθήνας, δεν αποτελεί επιχείρημα υπέρ της διάπραξής του ενωρίτερα). Και πάλιν, όσον αφορά αυτά τα ζητήματα για τα οποία είναι προς το δημόσιο συμφέρον να καταγραφεί η ιστορική αλήθεια, δεν έχετε παρά να προσφέρετε χώρο στην έγκριτη εφημερίδα σας σε πιο ειδικούς από τον κ Παπαχελά για να καταγράψουν τα πραγματικά γεγονότα. Σε κάθε περίπτωση, ο συντάκτης σας δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να υπογράφει το γνωστό λανθασμένο δόγμα των «χαμένων ευκαιριών» που αυτοαναφορικά αναμασούν κάποιοι συνταξιούχοι διπλωμάτες και μερικοί πανεπιστημιακοί: Κάθε φορά που λόγω αδυναμίας δεν μπορούσαμε να επιτύχουμε κάποιο επιδιωκόμενο ορθό και ορθολογιστικό σκοπό, επειδή λόγω αδυναμίας ή λαθών διολισθαίναμε σε χειρότερη θέση βάφτιζαν την απόρριψη του χείριστου ως «χαμένη ευκαιρία». Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα όταν υποστήριξαν την ακαταμάχητη θέση πως το σχέδιο Αναν ήταν
«χαμένη ευκαιρία». Δηλαδή, μετά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, την καταλληλότερη και ευνοϊκότερη ιστορική στιγμή για βιώσιμη και συμφέρουσα για όλους τους εμπλεκόμενους λύση, αντί να διεκδικήσουμε βιώσιμη λύση με την εφαρμογή της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας, κάποιοι ασμένως συνηγόρησαν υπέρ μιας ύπουλης και θανατηφόρας πρότασης που καταργούσε την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέστελλε παντοτινά την κυπριακή λαϊκή κυριαρχία, κατέστελλε παντοτινά τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των κυπρίων, θεσμοθετούσε τα εγκλήματα πολέμου, διατηρούσε νεοαποικιακές βάσεις, παραβίαζε συλλήβδην τον νομικό και πολιτικό πολιτισμό της ΕΕ, διαιώνιζε αποικιακού χαρακτήρα εγγυήσεις και έσπερνε θεριά μελλοντικών συγκρούσεων Ελλάδας-Τουρκίας. Το αν κάποιοι πίστεψαν ότι αυτό ήταν
«χαμένη ευκαιρία» δεν είναι αργά για mea culpa. Δεν κατανοούμε, πάντως, γιατί επικρίνουν τον «Τάσσο» αντί να τον θαυμάζουν γιατί έσωσε όλους τους εμπλεκόμενους ακόμη και την Τουρκία από ένα γεωπολιτικό γόρδιο δεσμό που θα παγίδευε όλους τις επόμενες δεκαετίες. Δεν κατανοούμε επίσης τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά: Ένας από τους σημαντικότερους έλληνες επιχειρηματίες κυπριακής καταγωγής έκανε πανίσχυρο το γνωστό «ίδρυμα» του οποίου ο κ Παπαχελάς είναι μέλος, με το να δώσει άφθονους πόρους και κτίρια για να κράζουν τα μέλη του πανελληνίως και διεθνώς υπέρ του σχεδίου Αναν. Αντίθετα, την επιστημονικά ακλόνητη έκθεση εμπειρογνωμόνων για μια «ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού» κανείς δεν την ενίσχυσε. Την γράψαμε με προσωπικές προσφορές μικρών ποσών των μελών της διαφανούς «Πανελλήνιας Επιτροπής για μια ευρωπαϊκή λύση του κυπριακού».
Έκτον, η επίθεση κατά του Ανδρέα Παπανδρέου εκ μέρους του συντάκτη σας, για ακόμη ένα λόγο τον εκθέτει ανεπανόρθωτα. Όχι γιατί ο ΑΠ δεν έκανε λάθη. Έκανε πολλά λάθη. Όμως, είναι επιεικώς απαράδεκτος ο τρόπος με τον οποίο αυτός ο επί μακρόν πολιτικός ηγέτης (και για πολλούς πολύ μεγάλος ηγέτης), παρουσιάζεται ως περίπου πολιτικός τυχοδιώκτης που βρήκε το κυπριακό ως ευκαιρία «για να ταυτιστεί ρητορικά» και να «αποτινάξει την ρετσινιά του αμερικανόφιλου». Έλεος
Πως τέλος πάντων θεμελιώνεται αυτή η βαρύτατη κατηγορία; Τι λέει γι αυτό η παράταξή του; Τι λέει γι αυτό ο αρχηγός της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης; Κυριολεκτικά, ο αναγνώστης μένει άφωνος όταν διαβάζει ότι ο ΑΠ ήταν ένας εύπλαστος και αδύναμος ηγέτης τον οποίο το αόρατο και πανίσχυρο κυπριακό λόμπι σημειώνω: φανταστικό λόμπι το οποίο ο συντάκτης σας με άλματα συλλογισμών συνδέει με σημερινές «επιθέσεις» κατά του κ Μητσοτάκη και άλλα πολιτικά πρόσωπα που κάνουν «φερέλπιδες πολιτικές καριέρες», τα οποία ο κ Πρετεντέρης στο προαναφερθέν άρθρο του κατονόμασε ως την «Ντόρα» τον κατανάγκασε να πει στην Βουλή mea culpa. Πολλοί θα συμφωνήσουν αν ισχυριστώ ότι η κατά τα άλλα συμπαθής νέα υπουργός εξωτερικών, δεν χρειάζεται εχθρούς όταν έχει τέτοιους συμμάχους στα μέσα ενημέρωσης.
Έβδομον, τα τελευταία δύο χρόνια έρχονται στην δημοσιότητα ολοένα και περισσότερα τεκμηριωμένα στοιχεία που θεμελιώνουν απαράδεκτες αδιαφανείς χρηματοδοτήσεις που προέρχονται, μεταξύ άλλων, από «υπηρεσίες» των ΗΠΑ, από μυστήριους ΜΚΟ και από διεθνικούς δρώντες όπως ο κερδοσκόπος Σόρος. Για το θέμα έκαναν συγκλονιστικές και θεμελιωμένες αποκαλύψεις πολλά έντυπα (Έθνος, Πρώτο Θέμα, Παρόν, ʼρδην και όλες σχεδόν οι κυπριακές εφημερίδες). Στην Κύπρο έγιναν και επίσημες δηλώσεις που τις χαρακτήρισαν παράνομες. Αν και όλως περιέργως πολλά άλλα έντυπα «καταδίκασαν αυτό το μέγα θέμα σε σιωπή», είναι αναπόφευκτο αργά ή γρήγορα να πάρει τις πολιτικές (και ίσως νομικές) διαστάσεις που αρμόζει σ ένα σοβαρό πολιτικό σύστημα. Αντί λοιπόν ένας έγκριτος δημοσιογράφος, γνωστός για τα ρεπορτάζ του και τις υπερατλαντικές πληροφορίες που συχνά διαθέτει, να μας πληροφορήσει γι αυτό το μέγα ζήτημα, όλως περιέργως ισχυρίζεται αβάσιμα ότι αδίκως οι υποστηρικτές του σχεδίου Αναν «μπήκαν στο στόχαστρο με διάφορα υπονοούμενα». Ασφαλώς κανείς δεν ενοχοποιεί όσους δεν γνώριζαν ή παρασύρθηκαν υποστηρίζοντας το σχέδιο Αναν. Όμως, όσοι πήραν άνομα, καταχρηστικά και ενδεχομένως παράνομα λεφτά, να μην υπάρχει αμφιβολία ότι θα ελέγχονται στο διηνεκές.
Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, ο συντάκτης σας στην ακροτελεύτια παράγραφο κουβαλάει νερό στον μύλο της πιο επικίνδυνης πολιτικής τάσης που τους τελευταίους μήνες εκκολάπτεται στην Αθήνα. Την θέση δηλαδή για αποστασιοποίηση Ελλάδας-Κύπρου γιατί δήθεν «υπάρχουν διαφορετικά συμφέροντα» και γιατί δήθεν ήλθε η ώρα «να χειραφετηθεί η Λευκωσία». Όσοι γνωρίζουν τι συμβαίνει στην αθηναϊκή διπλωματική και πολιτική Ιερουσαλήμ ξέρουν ποια ολιγάριθμα άτομα αναμασούν και ποιο γνωστό «ίδρυμα» αναπαράγει εργολαβικά τέτοιες θέσεις. Κάθε σοβαρός και υπεύθυνα σκεπτόμενος πολίτης ελπίζει η πολιτική ηγεσία να μην παγιδευτεί σε τόσο θεμελιακά λανθασμένες και επικίνδυνες απόψεις. Μια πολιτικά υπεύθυνη και ορθολογιστική θέση είναι η εξής: 1) Είναι προς το συμφέρον όλων των εμπλεκομένων και κυρίως της Αθήνας και της Λευκωσίας να διασφαλιστεί η στενή συνεργασία Κύπρου-Ελλάδας ως κόρη οφθαλμού. 2. Η Ελλάδα δεσμεύεται με την Κύπρο νομικά, ηθικά και πολιτικά. Είναι πολιτικά ανεύθυνο να λέγεται οτιδήποτε αντίθετο. Η Ελλάδα είναι ποικιλότροπα δεσμευμένη να στηρίξει την Κύπρο στον αγώνα επιβίωσης. 3. Στον αγώνα αυτό η Αθήνα έχει το «στρατηγικό πρόσταγμα» μιας και θα έχει και το πρώτο λόγο αν ω μη γένοιτο φθάναμε στα πρόθυρα μεγάλης στρατιωτικής κρίσης. Όμως, αυτό το «πρόσταγμα» δεν σημαίνει δικαίωμα της Αθήνας να διατάξει την Λευκωσία να αυτοκτονήσει η Κύπρος όπως έγινε με το σχέδιο Αναν». Υπάρχουν όρια επίσης εάν η Αθήνα υιοθετεί όχι μια ορθολογιστική στρατηγική αλλά μια άκρατη κατευναστική στρατηγική που αναπόδραστα οδηγεί είτε σε πόλεμο είτε σε στρατηγική υποχώρηση άνευ πολέμου. Κάθε καλός διεθνολόγος γνωρίζει ότι η πολιτική κατευνασμού αναθεωρητικών απειλών οδηγεί πάντοτε! σε τέτοιες καταστροφές. Κάθε οξύνους πολιτικός, επίσης, αντιλαμβάνεται ότι η επόμενη στρατηγική υποχώρηση ή ο επόμενος πόλεμος, εάν παρά τις ευχές μας περί του αντιθέτου λάβει χώρα, μάλλον δεν θα είναι στην Κύπρο αλλά ανατολικά στο Αιγαίο και/ή Βόρεια, στην Θράκη.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία και θα μπορούσα αν χρειαστεί να επανέλθω.
Με εκτίμηση
Παναγιώτης Ήφαιστος
Καθηγητής Διεθνών-Στρατηγικών σπουδών
Πάντειον Πανεπιστήμιο, www.ifestos.edu.gr
Aναρτημένο στην ηλεκτρονική διεύθυνση αυτή
Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο σε μονοτονικό. Διαβάστε την πολυτονική του έκδοση.
|