Συγγραφείς |
Αθανάσιος Γιουσμάς
ʼθως Γ. Τσούτσος
ʼκης Καλαιτζίδης
Αλέξανδρος Γερμανός
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας
Αλέξανδρος Κούτσης
Αμαλία Ηλιάδη
Ανδρέας Σταλίδης
Ανδρέας Φαρμάκης
Ανδρέας Φιλίππου
Αντώνης Κ. Ανδρουλιδάκης
Αντώνης Λαμπίδης
Αντώνης Παυλίδης
Απόστολος Αλεξάνδρου
Απόστολος Αναγνώστου
Αριστείδης Καρατζάς
Αχιλλέας Αιμιλιανίδης
Βάιος Φασούλας
Βαν Κουφαδάκης
Βασίλης Γκατζούλης
Βασίλης Ζούκος
Βασίλης Κυρατζόπουλος
Βασίλης Πάνος
Βασίλης Στοιλόπουλος
Βασίλης Ν. Τριανταφυλλίδης
(Χάρρυ Κλυνν)
Βασίλης Φτωχόπουλος
Βένιος Αγελόπουλος
Βίας Λειβαδάς
Βλάσης Αγτζίδης
Γεράσιμος Παναγιωτάτος-Τζάκης
Γιάννης Διακογιάννης
Γιάννης Θεοφύλακτος
Γιάννης Παπαθανασόπουλος
Γιάννης Τζιουράς
Γιώργος Αλεξάνδρου
Γιώργος Βλαχόπουλος
Γιώργος Βοσκόπουλος
Γιώργος Βότσης
Γιώργος Κακαρελίδης
Γιώργος Καστρινάκης
Γιώργος Κεκαυμένος
Γιώργος Κεντάς
Γιώργος Κολοκοτρώνης
Γιώργος Κουτσογιάννης
Γιώργος Νεκτάριος Λόης
Γιώργος Μαρκάκης
Γιώργος Μάτσος
Γιώργος Παπαγιαννόπουλος
Γιώργος Σκουταρίδης
Γιώργος Τασιόπουλος
Γλαύκος Χρίστης
Δημήτρης Αλευρομάγειρος
Δημήτρης Γιαννόπουλος
Δημήτριος Δήμου
Δημήτρης Μηλιάδης
Δημήτριος Γερούκαλης
Δημήτριος Α. Μάος
Δημήτριος Νατσιός
Διαμαντής Μπασάντης
Διονύσης Κονταρίνης
Διονύσιος Καραχάλιος
Ειρήνη Στασινοπούλου
Ελένη Lang - Γρυπάρη
Ελευθερία Μαντζούκου
Ελευθέριος Λάριος
Ελλη Γρατσία Ιερομνήμων
Ηλίας Ηλιόπουλος
Θεόδωρος Μπατρακούλης
Θεόδωρος Ορέστης Γ. Σκαπινάκης
Θεοφάνης Μαλκίδης
Θύμιος Παπανικολάου
Θωμάς Δρίτσας
Ιωάννης Μιχαλόπουλος
Ιωάννης Χαραλαμπίδης
Ιωάννης Γερμανός
Κρίτων Σαλπιγκτής
Κυριάκος Κατσιμάνης
Κυριάκος Σ. Κολοβός
Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου Σταμπουλής
Κωνσταντίνος Ναλμπάντης
Κωνσταντίνος Ρωμανός
Κωνσταντίνος Χολέβας
Λαμπρινή Θωμά
Μαίρη Σακελλαροπούλου
Μανώλης Βασιλάκης
Μανώλης Εγγλέζος - Δεληγιαννάκης
Μάρκος Παπαευαγγέλου
Μάρω Σιδέρη
Μιλτιάδης Σ.
Μιχάλης Χαραλαμπίδης
Μιχάλης Κ. Γκιόκας
Νέστωρ Παταλιάκας
Νικόλαος Μάρτης
Νίκος Ζυγογιάννης
Νίκος Καλογερόπουλος Kaloy
Νίκος Λυγερός
Νίκος Παπανικολάου
Νίκος Σαραντάκης
Νίνα Γκατζούλη
Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας
Παναγιώτης Ανανιάδης
Παναγιώτης Ήφαιστος
Παναγιώτης Α. Καράμπελας
Παναγιώτης Καρτσωνάκης
Παναγιώτης Φαραντάκης
Παναγιώτης Χαρατζόπουλος
Πανίκος Ελευθερίου
Πάνος Ιωαννίδης
Πασχάλης Χριστοδούλου
Παύλος Βαταβάλης
Σοφία Οικονομίδου
Σπυριδούλα Γρ. Γκουβέρη
Σταύρος Σταυρίδης
Σταύρος Καρκαλέτσης
Στέλιος Θεοδούλου
Στέλιος Μυστακίδης
Στέλιος Πέτρου
Στέφανος Γοντικάκης
Σωτήριος Γεωργιάδης
Τάσος Κάρτας
Φαήλος Κρανιδιώτης
Φειδίας Μπουρλάς
Χρήστος Ανδρέου
Χρήστος Δημητριάδης
Χρήστος Κηπουρός
Χρήστος Κορκόβελος
Χρήστος Μυστιλιάδης
Χρήστος Σαρτζετάκης
Χριστιάνα Λούπα
Χρίστος Δαγρές
Χρίστος Δ. Κατσέτος
Χρύσανθος Λαζαρίδης
Χρύσανθος Σιχλιμοίρης
Gene Rossides
Marcus A. Templar
|
|
|
|
ΠΕΡΙ «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ»
Λαμπρινή Χ. Θωμά
Ένα δράμα σε τέσσερις μη τηλεοπτικές
πράξεις
Η ξαφνική δημοσιότητα που πήρε ένα έργο,
εισαχθέν στο πλαίσιο μίας εκ των
διοργανώσεων της Πολιτιστικής
Ολυμπιάδας, φέρνει στο προσκήνιο
τέσσερα ζητήματα, άνισης βαρύτητας. Την α-νοησία
και η αδυναμία της «ελληνικής» και «πολιτιστικής»
γραφειοκρατίας να δει με βλέμμα καθαρό,
το φαρισαϊσμό των «ακραίως πατριωτικών»
πολιτικών δυνάμεων, την υποκρισία του
Υπουργείου Πολιτισμού και τα ζητήματα
που θέτει το έργο αυτό καθ αυτό.
Μηνύσεις και ευαισθησίες:
όλοι αυτοί οι «αγανακτισμένοι Έλληνες»
που τώρα θέλουν να μηνύσουν το βέλγο
εικαστικό, που ακριβώς βρίσκονταν όταν
ένας υπουργός της παρούσης κυβέρνησης
εξύβριζε δημοσίως τα θεία; Ή αυτό το
αδίκημα παραγράφεται ως «στιγμιαίο»;
Αυτοί όλοι οι κύριοι που με τόσην
ευαισθησία εξεγέρθησαν εναντίον ενός
βλάσφημου ξένου, που είχαν πάει διακοπές
όταν η βλασφημία, σαφέστατη και φρικτή,
μεταδιδόταν σε εθνικό δίκτυο;
Το έργο αυτό καθ αυτό:
Αναμενόμενο και μάλλον μπαναλιτέ. Ήταν
σαφής η προειδοποίηση του Μαξ Ερνστ, με
την Μαντόνα του που ξυλοκοπά στον ποπό
τον άτακτο Χριστό -διότι περί
προειδοποιήσεως επρόκειτο (*). Κατά τα
άλλα, ο κύριος Τιερί ντεΚορτιέ είναι
ένας καθαρόαιμος δυτικός πουριτανός.
Αποπειράται να σοκάρει μ αυτά που
σοκάρουν τον ίδιο καθώς, μας λένε ότι
υποστηρίζει πως, «φωτιζει με μεταφυσικη
εσωτερικοτητα την ερωτικη πραξη
αναδεικνυοντας την θεια καταγωγη του
παθους». Μα το πάθος έχει θεία καταγωγή
κι ο έρωτας είναι θεία διδαχή, στα καθ'
ημάς! Η Ελληνική απάντηση σ' αυτό το θέμα,
πατερική κι ακέραια, ίσως βοηθήσει τον
καλλιτέχνη να εξέλθει του δράματός του,
του δράματος του δυτικού ανθρώπου. Προς
τους διοργανωτές: ας του χαρίσουν το
βιβλίο «Έρωτος Φύσις» του πατρός
Φιλόθεου Φάρου.
Ακόμη καλύτερα, ας το μεταφράσουν σε
όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες κι ας το
διανείμουν δωρεάν σε καλλιτέχνες με
ανάλογες αναζητήσεις, ως προσφορά της
Πολιτιστικής Ολυμπιάδας. Κι όμως, οι
διοργανωτές της έκθεσης, δυτικώς
θεωρόντες, βρήκαν νόημα σ΄αυτή την
πουριτανική αναζήτηση. Με αιδώ, επίσης,
τολμούμε να προτείνουμε στον κύριο
ντεΚορντιέ, εκεί στα πάτρια, να
μελετήσει τον Τζέημς Ένσορ. Ίσως
ανακαλύψει πως μπορείς να μιλήσεις μιαν
ακέραια εικαστική γλώσσα προκαλώντας
εις τους αιώνας των αιώνων κάθε
φαρισαϊσμό. Κι όχι μόνο τον Ένσορ: ο
βέλγος εικαστικός έρχεται από μια
σπουδαία, μεγάλη, σημαντική ζωγραφική
παράδοση, κι όμως κατορθώνει να μη
κουβαλά ούτε ίχνος φλαμανδικού χρώματος
στο έργο του, άρα έχει πολλά ακόμη να
σπουδάσει (όπως και πολλοί «έλληνες»
καλλιτέχνες, δεν αμφιβάλουμε).
Η πολιτιστική Ολυμπιάδα «μας»:
Ιδού λοιπόν, η Ελλάδα κι η Πολιτιστική
της Ολυμπιάδα. Μια Ολυμπιάδα που αντί να
εξάγει Έλληνες καλλιτέχνες, εισάγει
δυτικούς. Μια Ολυμπιάδα «Εισαγωγαί Α.Ε.»,
η οποία μας εκθέτει σε ελληνικές
αίθουσες το δράμα του δυτικού ανθρώπου,
του ανθρώπου που πήρε τη θέση του Θεού
απανθρωπιζόμενος, κατά τον Ιουστίνο
Πόποβιτς. Δράμα το οποίο συμπονούμε ως
ελληνικός λαός, το οποίο κατανοούμε ότι
βιώνουν κι οι εισαγωγείς του - θέσει
δυτικοί άνθρωποι- όμως, δεν είναι δικό
μας. Μπορεί να είμαστε μια δοκιμαζόμενη
παράδοση, μπορεί να βιώνουμε βαθύτατη
κρίση, ωστόσο παραμένουμε ζωντανοί κι
έχουμε προτάσεις. Μες στο χάος του
νεοελληνικού βίου, έχουμε εικαστικούς
πολύ πιο μορφωμένους, πολύ πιο
καταρτισμένους και πολύ λιγότερο
συμπλεγματικούς από τις εισαγωγές μας.
Τους οποίους, φυσικά, κανείς δε θέλει να
ανακαλύψει. Είναι επικίνδυνοι. Δεν
μπορούν να παραστήσουν τα εξωτικά πτηνά
των περιποιημένων δυτικών κήπων και των
αστικών σαλονιών. Δεν μπορούν να γίνουν
το είδος του καλλιτέχνη που
καταδίκαζε ο μεγαλύτερος θρησκευτικός
ζωγράφος του 20ου αιώνα στη Δύση, ο Ζωρζ
Ρουώ: «Παπαγάλοι με ωραίο φτέρωμα,
παγώνια με φανταχτερή ουρά, να τι είναι
τόσοι καλλιτέχνες. Και υπάρχουν
άνθρωποι που περνούν τη ζωή τους
χαζεύοντας πώς τρώγονται μεταξύ τους
αυτοί οι παπαγάλοι κι αυτά τα παγώνια».
Κι είναι αυτό που έχει πέραση (ναι,
υπάρχουν κι εξαιρέσεις).
Η Ελευθερία του καλλιτέχνη:
φράση που ταλαιπωρήθηκε αυτές τις μέρες.
Η «ελευθερία» του «καλλιτέχνη», το
ζητούμενο κι η απόλυτη δικαιολογία. Στο
ζήτημα έχουν απαντήσει ευφυέστατα οι
Μόντυ Πάυθον, με κείνο το υπέροχο σκετς,
όπου ένας κακομοίρης και έκπληκτος
καρδινάλιος, ρωτά τον αναγεννησιακό
καλλιτέχνη γιατί έφτιαξε τρεις Χριστούς
στο Μυστικό Δείπνο. Εισπράττει την
απάντηση πως, «έτσι, με δύο αδύνατους κι
ένα χοντρό Χριστό, εξυπηρετούνταν
καλύτερα η σύνθεση». Κι όταν ζητεί ο
έρμος καρδινάλιος να μείνει ένας
Χριστός στον πίνακα κι αν όχι, να φύγουν
τουλάχιστον απ αυτόν τα.καγκουρώ κι οι .καμηλοπαρδάλεις,
εισπράττει την οργή του «καλλιτέχνη»
διότι «επεμβαίνει στην ελευθερία του».
Δεν χρειάζεται εμείς να προσθέσουμε
τίποτε. Και πέρα απ αυτό, όμως. Η «ελευθερία»
του καλλιτέχνη είναι μια πολύ βολική
αοριστολογία, που χρησιμοποιείται όταν
και μόνον όταν είναι απαραίτητη. Η ίδια
ελευθερία αποτελεί στόχο, γίνεται
αποδέκτης εκφράσεων απαξίας, όταν
απειλεί την πολιτική γραφειοκρατική «ευταξία»
του βολέματος και της μίζας. Η ελευθερία
του καλλιτέχνη σημαίνει επίσης εκείνες
τις περίφημες τιμητικές συντάξεις -τις
θυμάται κανείς στο υπουργείο Πολιτισμού,
όταν πρόκειται για τα «κακά» παιδιά που
δεν συχνάζουν σ' αστικά σαλόνια; Ακόμη
περισσότερο, σεβασμός στην αξιοπρέπεια
κι ελευθερία του καλλιτέχνη σημαίνει να
επιτρέπεις στο Νίκο Κεσσανλή να παράγει
έργο στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Ω
της ειρωνίας: όταν ποντάρανε στον Νίκο
Κεσσανλή, πονταρανε σε ένα πανάκριβο
καθαροαιμο. Και το «κουτσάνανε» μονοι
τους, όταν αρνηθηκε να κουβαλησει το
μουχλιασμενο τους καρο.
*Στο παραθυράκι που φαίνεται
πίσω αριστερα στο έργο, καποιοι (κριτικοι
τεχνης ή φιλότεχνοι) κοιτουν με ύφος
μπλαζε την σκηνη του ξυλοδαρμού του
μικρού Χριστού από την Θεοτόκο. Οι
κορεσμένοι και διεφθαρμένοι αστοι δε
σοκάρονται- το ξεκάθαρο και προφητικό
σχόλιο του Μαξ Ερνστ καταγραφεται με τα
δικα του όπλα, τα εικαστικά. Όπως έλεγε
κι ο Πικάσο "Η ζωγραφική δεν
προορίζεται να διακοσμεί σπίτια. Είναι
ένα όργανο αμυντικού κι επιθετικού
πολέμου εναντίον του εχθρού".
Πρωτότυπη δημοσίευση, Απογευματινή
15/12/2003
|